Συνοπτική περίληψη του έργου:
Στη Βιέννη των αρχών του 20ου αιώνα, ο διάσημος μάγος Eisenheim αναγνωρίζει στο πρόσωπο της μέλλουσας γυναίκας του πρίγκιπα Leopold, τον παιδικό του έρωτα.
Το σμίξιμό τους όμως θα κλονίσει τα σχέδια της Αυστρο-ουγγρικής αυτοκρατορίας.
Η δούκισσα βρίσκεται νεκρή κι ο επιθεωρητής Uhl αναλαμβάνει να διαλευκάνει τα αίτια του θανάτου της.

Προσωπική άποψη:
Μέσα στην ίδια χρονιά βγήκαν στις αίθουσες δύο ταινίες με θέμα τη μαγεία, την ταχυδακτυλουργία και τα κόλπα με τις ψευδαισθήσεις. Μία απ’ αυτές ήταν το “The Prestige” με το μεγαλοπρεπές της cast, το έξυπνο κι ανατρεπτικό σενάριο και την εκπληκτικά μαγική του ατμόσφαιρα. Η άλλη ήταν το “The Illusionist”, το οποίο παρά τα όποια κοινά σεναριακά στοιχεία κινήθηκε σε διαφορετική τροχιά. Βασισμένο στο ομώνυμο διήγημα του βραβευμένου με Πούλιτζερ συγγραφέα Steven Millhauser, συγκριτικά πάντα με το “The Prestige”, πολλοί ήταν αυτοί που δεν ενθουσιάστηκαν χωρίς όμως να το βρουν κακό. Έχοντας κι εγώ σχεδόν ξετρελαθεί με το “The Prestige” έρχομαι με τη σειρά μου να δηλώσω πως το “The Illusionist” είναι μια ταινία που μου άρεσε πολύ.

Ο Neil Burger μπορεί ως προς την απόδοση του σεναρίου δεν μην κατάφερε να επιτύχει την εξύψωση που θα μπορούσε να έχει η ταινία, από σκηνοθετικής άποψης όμως έκανε το καλύτερο αποζημιώνοντάς μας. Κατάφερε να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα που έμοιαζε βγαλμένη από παραμύθι. Άλλοτε νοσταλγική κι άλλοτε μυστηριώδης. Τα σκηνικά της Πάργας όπου γυρίστηκε η ταινία είναι κάτι παραπάνω από εξαιρετικά. Είναι απλά απίστευτα! Η φωτογραφία εντυπωσιακή και η χρήση των χρωμάτων κάτι παραπάνω από λειτουργική. Κάνει κάθε εικόνα να μοιάζει βγαλμένη απ’ τον πιο όμορφο πίνακα ζωγραφικής. Επίσης, το θέατρο όπου παρουσιάζει τις τελευταίες του παραστάσεις ο μάγος Eisenheim είναι όλα τα λεφτά, καθώς αντιπροσωπεύει ακριβώς τον ψυχικό κόσμο του εκείνη τη δεδομένη στιγμή. Κλειστό, σκοτεινό και μυστηριώδες.

Αν κάτι όμως είναι άξιο αναφοράς και σίγουρα ξεπερνάει κατά πολύ το “The Prestige” είναι τα μαγικά κόλπα του Eisenheim. Σαγηνευτικά και πραγματικά μαγευτικά. Εντυπωσιακότατα, καθώς σχεδόν τίποτα δεν εξηγούσε το πως γίνονταν. Τα πιο απίστευτα; Σίγουρα όλοι όσοι έχουν δει την ταινία θα ήθελαν να μάθουν πως εκτελούσε το τελευταίο κόλπο με τα φαντάσματα. Εξίσου εντυπωσιακό ήταν το μαγικό κόλπο με τον καθρέπτη και τον θάνατο. Αλήθεια... πώς να το έκανε; Παράλληλα, θα ήθελα να αναφερθώ στην εναρκτήρια σκηνή της ταινίας η οποία αποδεικνύεται ευρηματική και σε προϊδεάζει για μια δυνατή συνέχεια. Τώρα το αν αυτή έρχεται ή όχι είναι καθαρά υποκειμενικό. Κι εκτός αυτού, θα ήθελα ν’ αναφερθώ στο τέλος. Ένα φινάλε ανατρεπτικό που με τη χρήση flashback αποκτά μια γοητεία, λύνοντας τις όποιες μέχρι εκείνη τη στιγμή απορίες.

Ο Philip Glass, έπλασε μια αξιοπρόσεκτη μουσική ικανή να ταξιδέψει τον θεατή στον παραμυθένιο και μυστηριώδη αυτό κόσμο των μαγικών κόλπων. Ατμοσφαιρική, δένει κατάλληλα με το όλο κλίμα της εποχής, έχοντας τις απαραίτητες διαβαθμίσεις ανάλογα με τα συναισθήματα των ηρώων.

Ο Edward Norton, παρά που η προσέγγιση του ρόλου του χαρακτηρίστηκε υποτονική, στοιχειοθετεί έναν ενδιαφέροντα ήρωα. Άλλωστε μην ξεχνάμε την ευγένεια που υποτίθεται που χαρακτήριζε την εποχή. Και σ’ αυτό το σημείο σίγουρα κερδίζει πόντους. Προσωπικά κατάφερε να με μαγνητίσει σε κάθε πλάνο που εμφανιζόταν. Η ήρεμη δύναμη κι η σιγουριά που απέπνεε ήταν ιδιαίτερη. Μυστήριος και γοητευτικός! Όσον αφορά τις φορτισμένες συναισθηματικά σκηνές, ήταν κάτι παραπάνω από πειστικός. Άλλωστε μιλάμε για έναν απ’ τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς του και κανείς δε μπορεί να το αμφισβητήσει αυτό. Απ’ την άλλη η Jessica Biel στο ρόλο της Sophie, δεν μου προσέφερε σχεδόν τίποτα. Καλύτερη μεν από άλλες φορές που την έχω δει, απ’ την άλλη όμως όταν έχεις να κάνεις με έναν ρόλο που κρύβει τόση γοητεία, η ερμηνεία του θα πρέπει να είναι βγαλμένη μέσα απ’ την ψυχή. Και για να βγει προς τα έξω αυτή η ομορφιά, δεν αρκεί απλά ένα κατά τ’ άλλα όμορφο παρουσιαστικό.

Έχουμε τώρα τον Paul Giamatti, ο οποίος εμφανώς επηρεασμένος κι αυτός απ’ το ευγενές κλίμα της εποχής, μπορεί να μην πείθει για σκληροτράχηλος αστυνομικός που θα έφερνε τον κόσμο ανάποδα για ν’ ανακαλύψει την αλήθεια. Ήταν όμως αυτό το ζητούμενο; Εγώ τουλάχιστον, δεν εξέλαβα την παρουσία του ρόλου κατ’ αυτό τον τρόπο. Δεν θα μπορούσε στο κάτω-κάτω να παραστήσει τον αδέκαστο Μπάρα όντας τσιράκι της αυτοκρατορικής αυλής. Αξίζει άλλωστε να σημειώσουμε την ερμηνευτική του απογείωση κατά την τελευταία σκηνή του έργου όπου έρχεται να ρίξει φως σε κάθε σκοτεινό σημείο. Αναμφίβολα όμως η πιο αξιοπρόσεκτη ερμηνεία ήταν αυτή του Rufus Sewell που η παρουσία του σε κάποιο cast πάντα προσθέτει κύρος. Εξαναγκαστικά ήρεμος, με εκρήξεις που συνεπάρουν. Παρορμητικός και σαρωτικός!

Οπότε τι έχουμε; Έχουμε μια αδύναμη μεν σεναριακά, αλλά εξαιρετικά δυνατή σκηνοθεσία. Ένα οδοιπορικό στηριγμένο στην αγάπη, το πάθος, την εκδίκηση, τον φόνο, την ίντριγκα. Μπορεί σε επίπεδο σασπένς να μην φτάνει το “The Prestige”, σίγουρα όμως δεν είναι ένα έργο που σ’ αφήνει αδιάφορο. Υπέροχα πλασμένος ο παραπλανητικός κόσμος της μαγείας κι εντυπωσιακά νούμερα που σε αφήνουν με το στόμα ανοιχτό. Μπορεί οι περισσότερες ερμηνείες να μοιάζουν άνευρες, όμως πιστεύω ότι συνάδουν αρκετά με το πνεύμα της εποχής, με τους Rufus Sewell κι Edward Norton να κάνουν τη διαφορά. Με άλλα λόγια... μια ταινία που αν μη τι άλλο βλέπετε ευχάριστα.
Βαθμολογία 7,5/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Ο Μάγος Αϊζενχάιμ
Είδος: Εποχής
Σκηνοθέτης: Neil Burger
Πρωταγωνιστές: Edward Norton, Jessica Biel, Paul Giamatti, Rufus Sewell, Eddie Marsan
Μουσική: Philip Glass
Παραγωγή: 2006
Διάρκεια: 109’

Επίσημο site:
http://www.theillusionist.com/