...

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 07, 2007

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Έτος 1947 κι ο John Nash σε ηλικία μόλις 22 ετών, σπουδαστής στο Princeton, θα καταπλήξει τους πάντες με το εκπληκτικό του ταλέντο στα μαθηματικά. Ευφυής, αλλά χωρίς ικανότητα ν’ αναπτύξει κοινωνική ζωή, κυριευμένος από την εμμονή του να βρει μια ιδέα πραγματικά νεωτεριστική.
Σύντομα προάγεται σε διδάκτορα, ανατρέποντας μια θεωρία του Adam Smith, πατέρα της μοντέρνας οικονομίας και βρίσκει μια θέση στο MIT. Την ίδια εποχή συνεργάζεται σε κυβερνητικές υπηρεσίες αποκωδικοποιώντας μυστικούς κώδικες, ενώ γνωρίζει την Alicia με την οποία και παντρεύεται.
Όμως μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα η περίοδος ευτυχίας θα τελειώσει, ξεκινώντας μια άλλη, γεμάτη παρανοϊκές ψευδαισθήσεις που θα οδηγήσουν στη διάγνωση της σχιζοφρένειας και σε εκτεταμένες θεραπείες.

Προσωπική άποψη:
Βασισμένη στην αυτοβιογραφική ιστορία του βραβευμένου με νόμπελ μαθηματικού John Forbes Nash Jr. η συγκεκριμένη ιστορία κάθε άλλο παρά αδιάφορη είναι. Τα πράγματα στη ζωή του δεν ήταν τόσο απλά, κατ’ επέκταση η ζωή του ήταν ξεχωριστή και συναρπαστική μέσα στη δραματικότητά της. Μιλάμε για έναν άνθρωπο που κατάφερε να δει κάτι που ήταν μπροστά στα μάτια όλων. Μόνο αυτός όμως κατάφερε να το δει καθαρά, να το καταλάβει και να το εξηγήσει.

Η δύναμη κι η μαγεία του μυαλού του μεταφέρεται αριστοτεχνικά στη μεγάλη οθόνη. Κι αυτό που το κάνει ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι ότι ο καθένας από ‘μας έχει αυτή τη δύναμη και τη μαγεία στο δικό του, ίσως όμως δεν έχει καταφέρει (κι ίσως να μην τα καταφέρει ποτέ) να την αξιοποιήσει και να την οδηγήσει στην ολοκλήρωσή της. Ο ήρωάς μας έχει μια βαθιά προσήλωση στα μαθηματικά, κάτι που τον γεμίζει απόλυτα. Κι αυτό είναι κάτι που είναι διάχυτο καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας. Τον διακατέχει ένα πάθος να βρει κάτι που δε μπορούν οι άλλοι και να διακριθεί που δεν είναι απλά συγκλονιστικό. Είναι ανατριχιαστικό!

Και μετά απ’ όλο αυτό το παθιασμένο κομμάτι της ζωής του, που ακόμα κι εμείς οι άσχετοι με τα μαθηματικά, βρίσκουμε εξαιρετικά ενδιαφέρον κι αξιοθαύμαστο αν και πολύπλοκο για τα δικά μας μυαλά, έρχεται το επόμενο κομμάτι της ζωής του που είναι βουτηγμένο στην κόλαση της σχιζοφρένειας. Κάτι που βιώνει τόσο ο ίδιος, όσο και οι θεατές με όλη την δραματικότητα που μπορεί να έχει. Και σ’ αυτό το κομμάτι της ζωής του έχει στο πλευρό του τη γυναίκα του, που παρά που κάθε μέρα υποφέρει κι αμφισβητεί, κάθε μέρα πείθεται περισσότερο για την αγάπη που του έχει κι είναι πάντα εκεί, δίπλα του. Στην πραγματική ζωή βέβαια είχανε χωρίσει, αλλά τον Ιούνιο του 2000 ξαναπαντρεύτηκαν, στα 72 του χρόνια.

Βέβαια η ταινία δεν καταφέρνει ν’ αξιοποιήσει στο έπακρο το υλικό που παρέχει η ίδια η ιστορία από μόνη της. Η σκηνοθεσία σε καμία περίπτωση δεν είναι κακή, αλλά είναι πολύ ακαδημαϊκή και δεν έχει να προσφέρει κάτι το πρωτότυπο και διαφορετικό. Ειδικά κατά την περίοδο της σχιζοφρένειας του ήρωα παρακολουθούμε γεγονότα που έτσι όπως δίνονται στη μεγάλη οθόνη, μοιάζουν περισσότερο με φευγαλέες στιγμές της ζωής του, παρά ως ζωτικά σημεία αυτής. Τουλάχιστον δεν χάνεται η δυναμική τους λόγω των εξαιρετικών ερμηνειών.

Και μιας κι αναφέρθηκα στις ερμηνείες... Πραγματικά θεωρώ κρίμα κι άδικο που εκείνη τη χρονιά ο Crowe έχασε το Oscar επειδή το είχε κερδίσει την προηγούμενη χρονιά με τον “Μονομάχο”, κάτι που δεν με ικανοποίησε ιδιαίτερα, που το πήρε επειδή η Ακαδημία δεν του το έδωσε την προηγούμενη για το “Insider”. Πιο ώριμος και πιο ολοκληρωμένος από ποτέ, έχοντας τελειοποιήσει τις ικανότητές του δίνει ρέστα με την ερμηνεία του. Περνάει άψογα από τον συνεσταλμένο και μοναχικό χαρακτήρα, στην ζωηρή, φανατισμένη αλλά και ταυτόχρονα ευτυχισμένη πλευρά της ζωής του, για να καταλήξει συγκλονιστικά στην περίοδο που τον κυρίεψε η νόσος, προσπαθώντας να νικήσει αυτό που τον οδήγησε σ’ αυτή την κατάσταση. Το ίδιο του το μυαλό!

Όμως και η Jennifer Connelly δεν πάει πίσω. Παθιασμένα και βαθιά συναισθηματικά, ερμηνεύει το ρόλο της μ’ έναν τρόπο ξεχωριστό, που την κατατάσσει δικαιωματικά σε μια απ’ τις καλύτερες γυναικείες ερμηνείες της δεκαετίας. Πραγματικά έξοχη σε όλα της!Οι δευτερεύοντες ρόλοι, αν και πλαισιώνονται από πολύ καλούς ηθοποιούς, δεν έχουν αυτό το κάτι που θα τους κάνει να ξεχωρίσουν έστω κι αν δεν απογοητεύουν. Νομίζω ότι οι πρωταγωνιστές τους εκμηδενίζουν σε κάθε σκηνή, χωρίς αυτό να σημαίνει πως είναι κακοί.

Συγκινητικό το τέλος της, αποφέρει όχι την απόλυτη λύτρωση, αλλά εν μέρη τη δικαίωση του μαθηματικού. Πολύ καλή μουσική επένδυση από τον James Horner κι ιδιαίτερα καλή κι ατμοσφαιρική φωτογραφία. Η ζωή του Nash μπορεί να είχε πολύ πιο πολύπλοκα κομμάτια απ’ αυτά που παρουσιάστηκαν, όμως ακόμα κι έτσι και παρά τη μη τρομερή σκηνοθεσία, το αποτέλεσμα είναι σχεδόν εξαιρετικό. Κι αυτό οφείλεται κυρίως στις πραγματικά αξιομνημόνευτες ερμηνείες. Τελικά πρόκειται για μια ταινία που καταφέρνει να σε κερδίσει; Σίγουρα! Αν δεν την έχετε δει κι σας φαίνεται κάπως... βαριά η θεματολογία της, μην ψαρώνετε. Είμαι σίγουρο πως στο τέλος θα είσαστε απόλυτα ευχαριστημένοι που αφιερώσατε 2 ώρες απ’ τη ζωή σας για να το κάνετε.
Βαθμολογία 8,5/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Ένας Υπέροχος Άνθρωπος
Είδος: Κοινωνική
Σκηνοθέτης: Ron Howard
Πρωταγωνιστές: Russell Crowe, Jennifer Connelly, Paul Bettany, Adam Goldberg, Ed Harris, Judd Hirsch, Christopher Plummer
Μουσική: James Horner
Παραγωγή: 2001
Διάρκεια: 120’

Επίσημο site:
http://www.abeautifulmind.com/


Posted on Παρασκευή, Δεκεμβρίου 07, 2007 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

5 comments

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 06, 2007

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Ο Chris Johnson γεννήθηκε μ’ ένα χάρισμα. Μπορεί να δει τι θα του συμβεί στο μέλλον, όμως μόνο για τα δύο επόμενα λεπτά. Έχοντας υποστεί σαν παιδί πειράματα, πλέον κρύβεται στο Las Vegas όπου εργάζεται ως μάγος β’ κατηγορίας και κερδίζοντας μικροποσά στα καζίνο.
Η μοναδική εξαίρεση στο χρονικό περιορισμό του χαρίσματός του είναι το όραμα μιας κοπέλας που μπαίνει σ’ ένα καφέ. Πεπεισμένος ότι αυτή είναι η γυναίκα της ζωής του, πηγαίνει κάθε μέρα σ’ αυτό το καφέ, μέχρι που θα την συναντήσει.
Παράλληλα όμως, η Callie Ferris, πράκτορας του FBI που γνωρίζει ότι τρομοκράτες σχεδιάζουν να εκπυρσοκροτήσουν μια πυρηνική βόμβα στο Los Angeles, μη ξέροντας το ακριβές σημείο, πιστεύει πως μοναδική τους ελπίδα είναι να συλλάβει τον Chris ώστε να βρουν τη βόμβα εγκαίρως.

Προσωπική άποψη:
Βασισμένο στο ομώνυμο έργο του παππού της επιστημονικής φαντασίας Philip K. Dick, η συγκεκριμένη ταινία ένα μόνο λόγο ύπαρξης μπορεί να έχει. Να ξεφτιλίσει το έργο του! Κι ενώ ο πρωταγωνιστής έχει την ικανότητα να βλέπει το μέλλον για τα επόμενα δύο λεπτά, προσωπικά θα ήθελα να έχω την ικανότητα να βλέπω 96 λεπτά μπροστά, έτσι ώστε ν’ αποφύγω να δω αυτή τη γελοιότητα. Από που ν’ αρχίσω δεν ξέρω... Το σενάριο; Φτηνό, κακογραμμένο και γενικώς απαράδεκτο. Ναι ok, δε λέω, η ιδέα του ότι κάποιος βλέπει το μέλλον έστω και γι’ αυτά τα δύο λεπτά είναι μια ωραία ιδέα που σε καμία όμως δεν αξιοποιείται και πολύ περισσότερο δεν μας πείθει ότι αυτός που έχει το εν λόγω χάρισμα μπορεί να σώσει τον κόσμο. Σε καμία περίπτωση μοντέρνο και πολύ περισσότερο, σε καμία περίπτωση ανατρεπτικό.

Ας μου εξηγήσει κάποιος... Ο Lee Tamahori είναι ένας σκηνοθέτης ο οποίος σε άλλες ταινίες περιπέτειας και δράσης έχει κάνει πολύ καλή δουλειά, όπως στα “James Bond: Die Another Day” και “XXX 2”. Πώς εδώ κατάφερε να κάνει κάτι τόσο εξευτελιστικό; Οι σκηνές δράσης, όπου αυτές υπάρχουν, είναι επιεικώς απαράδεκτες κι ελεεινές. Εκρήξεις λες και κάηκε η λάμπα της κουζίνας μου, κατολισθήσεις όπου τα αντικείμενα που πέφτουν μοιάζουν λες κι είναι από φελιζόλ κι οι πρωταγωνιστές; Τ’ αποφεύγουν με μια χαλαρότητα, λες και σκύβουν για να δέσουν τα κορδόνια τους. Προσπάθεια να επιτευχθεί η δημιουργία ενός ορυμαγδού που τελικά δεν έρχεται ποτέ.

Αυτός ο Nicolas Cage, εξαιρουμένων ελάχιστων περιπτώσεων, έχει στις ταινίες του το ύφος της μαστουρωμένης αγελάδας. Άφησε το μαλλάκι να μακρύνει και να γίνει πιο μοιραίο, γουρλώνει συνεχώς τα μάτια και τι; Λακωνικός και μονοδιάστατος, κοιτάζει επί μονίμου βάσεως με το ίδιο ύφος και δε μπορείς να καταλάβεις τι ακριβώς σκέφτεται. Πως είναι η Μαρινέλα που από το τράβα-τράβα, το στόμα της, είτε είναι σε γάμο είτε σε κηδεία είναι ένα και το αυτό... κάτι τέτοιο! Και τουλάχιστον η Μαρινέλα τραγουδάει κι έχει και ταλέντο. Αυτός ο τύπος, αν εξαιρέσουμε όπως προείπα ελάχιστες καλλιτεχνικές του αναλαμπές, είναι εντελώς γλοιώδης.

Η Julianne Moore τώρα... Δε μπορώ να σκεφτώ άλλο λόγο πέραν του οικονομικού (που δε νομίζω πια να έχει τόσο μεγάλη ανάγκη) που να την οδήγησε στο ν΄ αποφασίσει να παίξει σ’ αυτό το πράγμα. Μια επιλογή που δεν δείχνει να την ευχαριστιέται κι όλας, αφού σε καμία περίπτωση δεν καταφέρνει να πείσει για το μαύρο σκυλί του FBI που όλοι μπροστά του κάθονται σούζα. Εντελώς στεγνή, άνευρη κι άχρωμη. Και φτάσαμε στην ανερχόμενη τα τελευταία 4 χρόνια Jessica Biel. Καλά καθόταν το κοριτσάκι τόσα χρόνια με τα ρολάκια της στα διάφορα αμερικάνικα σίριαλ. Την επέκταση της καριέρας τι την ήθελε; Δε μπορώ να πω, ωραία κοπέλα! Τι να το κάνεις όμως όταν δε μπορείς με καμία κυβέρνηση να πείσεις ως το άτομο εκείνο που ξυπνάει τη σκοτεινή μεριά του πόθου. Αυτή κι αν είναι εντελώς άχρωμη!

Το μόνο καλό είναι η πρώτη πράξη της ταινίας που όντως είναι πανέξυπνη, αλλά το υπόλοιπο της δεν έχει ρυθμό και το όλο πράγμα καταλήγει να καταρρέει κάτω από το ίδιο του το βάρος. Η ταινία δεν καταφέρνει να παίξει με τους κανόνες που η ίδια θέτει για να ολοκληρωθεί μ' ένα ανεκδιήγητο φινάλε. Κρατήστε μόνο τα λόγια του Cage: "Κάθε φορά που κοιτάζεις τι μέλλον, αυτό αλλάζει. Κι αυτό αλλάζει τα πάντα!" Γι' αυτό να χαιρόμαστε που δεν μπορούμε να δούμε πιο μακριά. Απολαμβάμβάνουμε έτσι την κάθε στιγμή.

Με λίγα λόγια, το εργάκι είναι επιεικώς απαράδεκτο και δεν βλέπετε ακόμα κι αν σου κάνουν λοβοτομή. Απαίσια και φτηνιάρικα εφέ, με μια απροσδιόριστη σκηνοθεσία, σενάριο... καλά, ας μην το συζητήσουμε κι ένα cast που είναι δυο λαλούν και τρεις χορεύουν. Αν σας αρέσουν οι εξευτελιστικές παρωδίες, παραδομένες στα χέρια της αυθαιρεσίας δείτε το. Αν όχι, ακόμα και τσάμπα να σας το δώσουν στο video club με δύο πίτσες κι 1 1/5 λίτρο Coca Cola δώρο, αφήστε το. Σίγουρα θα βρείτε κάτι πολύ καλύτερο να κάνετε μέσα σ’ αυτή τη μιάμιση ώρα για να περάσετε ευχάριστα.
Βαθμολογία 3/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Next
Είδος: Επιστημονικής Φαντασίας
Σκηνοθέτης: Lee Tamahori
Πρωταγωνιστές: Nicolas Cage, Julianne Moore, Jessica Biel, Thomas Kretschmann, Tory Kittles Παραγωγή: 2007
Διάρκεια: 96’

Επίσημο site:
http://www.nextmovie.com/


Posted on Πέμπτη, Δεκεμβρίου 06, 2007 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

7 comments

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 05, 2007

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Ο Jack Gramm, καθηγητής πανεπιστημίου και ψυχίατρος στην υπηρεσία του FBI, υπήρξε πριν από μερικά χρόνια καταλύτης για την καταδίκη ενός άντρα, υπόπτου για μια σειρά απεχθών δολοφονιών.
Η μέρα της εκτέλεσης της θανατικής του ποινής έχει έρθει και μια σειρά από εγκλήματα με την ίδια μέθοδο γίνεται η αφορμή ν’ αποπροσανατολιστούν οι αρχές.
Μέσα σ’ αυτή τη γενική σύγχυση, το κινητό του γιατρού χτυπάει και κάποιος τον πληροφορεί πως θα πεθάνει. Κι έχει μόνο 88 λεπτά για να κάνει ότι μπορεί προκειμένου ν’ αποτρέψει τον επικείμενο θάνατό του.

Προσωπική άποψη:
Όταν πριν λίγο καιρό η συγκεκριμένη ταινία προβλήθηκε στους κινηματογράφους ήθελα πολύ να πάω να τη δω μόνο και μόνο λόγω της λατρείας που έχω για τον Al Pacino. Δυστυχώς δεν πρόλαβα καθώς δεν πήγε καλά και σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα αποσύρθηκε απ’ τις αίθουσες. Και τώρα που το είδα, από μία άποψη στενοχωρέθηκα που δεν τα κατάφερα. Όχι, σε καμία περίπτωση δεν είναι εργάρα. Ναι, σίγουρα θα μπορούσε να ήταν καλύτερο. Και όχι, σίγουρα δεν είχε κάτι το ιδιαίτερα πρωτότυπο, κάτι που δεν είχαμε ξαναδεί. Θα μπορούσε να πει κανείς πως βασίζεται λίγο σαν ιδέα στην τηλεοπτική σειρά “24”, στον “Τηλεφωνικό Θάλαμο” και στο “Saw”, δοσμένο βέβαια υπό διαφορετικό οπτικό πεδίο. Εδώ ο ήρωας δεν είναι περιορισμένος μεν σε έναν χώρο απ’ τον οποίο δε μπορεί να ξεφύγει, αλλά προσπαθεί δε να σώσει το τομάρι του. Κι εκτός αυτού, έχει κι αυτός μια φωνή να τον ενημερώνει για την κατάσταση της θέσης του κι ας μην ακούγεται τελικά το “Game is over”. Τη θέση βέβαια παίρνει το “tic-toc doc”, που όσο περνάει η ώρα, αισθανόμαστε πως αρχίζει να πιέζει κι εμάς τους ίδιους, λες κι είναι τα δικά μας περιθώρια που στενεύουν.

Σε ότι έχει να κάνει με την πλοκή του έργου, το μεγάλο της ατού είναι ότι απ’ την ώρα που ο Gramm δέχεται το τηλεφώνημα, η ταινία προσπαθεί να κυλήσει σε πραγματικό χρόνο στηριζόμενη στα 88 λεπτά που έχει ο ήρωας στη διάθεσή του και πραγματικά το καταφέρνει. Είναι αρκετοί βέβαια οι χαρακτήρες που εισβάλλουν συνεχώς στα πλάνα, όχι τόσο περιπλέκοντας τα πράγματα, αλλά δημιουργώντας κενά, τα οποία καλύπτονται μόνο στο φινάλε. Δεν θέλω να το παίξω έξυπνη, αλλά μετά από τόσα θριλεράκια του είδους, σχεδόν απ’ την αρχή είχα ψυλλιαστεί τι γίνεται. Αφού όταν το έργο τελείωσε, ο αρραβωνιαστικός μου τράβαγε τα μαλλιά του.

Ο επί αρκετά χρόνια εξαφανισμένος από το σινεμά Jon Avnet, που μεσουράνησε τη δεκαετία του ’90, σκηνοθετεί μια ταινία που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κι ως νεανικό θριλεράκι ή σαν επεισόδιο αστυνομικής σειράς. Παρ’ όλα ταύτα, η ροή είναι συνεχής κι η αγωνία σταθερά σε υψηλά επίπεδα, ικανή να κρατήσει τον θεατή σε αναμονή για την έκβαση. Δυνατή η εναρκτήρια σκηνή, προσδιορίζοντας έναν άλλο τόπο και χρόνο και βάζοντάς σε κατευθείαν στο θέμα, χωρίς περιστροφές, αλλά προβλέψιμο κι απογοητευτικό φινάλε.

Κι ίσως βέβαια να μην κάναμε τόσο μεγάλο λόγο αν δεν έπαιζε ο ένας και μοναδικός Al Pacino, που στα 67 χρόνια καταφέρνει ακόμα να σε καθηλώνει, έστω κι αν η υπόθεση της ταινίας δεν είναι τόσο δυνατή όσο θα μπορούσε. Δεν λείπει σχεδόν από καμία σκηνή και πραγματικά γεμίζει το κάθε πλάνο μόνο και μόνο με την παρουσία του. Χαρά στο κουράγιο του βέβαια, γιατί η αλήθεια είναι πως έριξε πολύ τρέξιμο μέσα σ’ αυτά τα 88 λεπτά. Δε λέω... Χαίρομαι και γοητεύομαι κάθε φορά που τον βλέπω, απ’ την άλλη όμως θα μπορούσε να κάνει πιο... ας τις πιο ποιοτικές επιλογές πλέον σ’ αυτή την ηλικία αφού θέλει ακόμα να παίζει, σκεφτόμενος μόνο τη διατήρηση του ονόματός του στην αθανασία (δεν τίθεται θέμα βέβαια πως την αθανασία αυτή την έχει εξασφαλισμένη προ πολλού, αλλά λέμε τώρα). Παρ’ όλα ταύτα μπράβο του, γιατί παίρνει μια ολόκληρη παραγωγή στην πλάτη του και τα φέρνει εις πέρας όπως πάντα, αποδεικνύοντας πως το ταλέντο δεν χάνεται και πως δεν παίζει μόνο για τα φράγκα, αλλά γιατί γουστάρει αυτό που κάνει.

Για τους δευτερότριτους ρόλους δεν θα πω πολλά γιατί αν όχι ανύπαρκτοι, είναι επιεικώς ελλείπεις, ασθενείς κι αδιάφοροι. Άπειροι ή με άλλα λόγια δεύτεροι ηθοποιοί που σε καμία περίπτωση δε μπορούν να σταθούν δίπλα στον ογκόλιθο Al. Μοιάζουν σαν να μην πιστεύουν την καλή τους τύχη που τους επέτρεψε να παίξουν στο πλάι του κι είναι εντελώς μαγκωμένοι και χαμένοι. Στο δια ταύτα, το “88 Λεπτά” είναι μια παραγωγή που αν δεν ξετρελαθείς, θα περάσεις χωρίς αμφιβολία ευχάριστα την ώρα σου. Κάποια σεναριακά κενά που χωλαίνουν όμως μπροστά στην καλή κι ενεργή σκηνοθεσία που δεν αφήνει τη δράση και την αγωνία να ελαττωθούν στο ελάχιστο . Ένας πολύ καλός Al Pacino, που μόνο και μόνο για τη δική του παρουσία, αξίζει να το δεις.
Βαθμολογία 6/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: 88 Λεπτά
Είδος: Θρίλερ
Σκηνοθέτης: Jon Avnet
Πρωταγωνιστές: Al Pacino, Alicia Witt, Amy Brenneman, Leelee Sobieski, Benjamin McKenzie
Παραγωγή: 2007
Διάρκεια: 95’

Επίσημο site:
http://www.88minutes-lefilm.com/


Posted on Τετάρτη, Δεκεμβρίου 05, 2007 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

1 comment

Τρίτη, Δεκεμβρίου 04, 2007

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Ο Nelson Moss είναι ένα όμορφος κι εργασιομανής διαφημιστής, με τραυματική παιδική ηλικία, αποφασισμένος να κάνει τα πάντα στη ζωή του, αρκεί να πετύχει οικονομικά κι επαγγελματικά.
Η Sara Deever είναι μια όμορφη, έξυπνη κι αντισυμβατική γυναίκα που έχει καθιερώσει κάθε μήνα να συζεί μ’ έναν διαφορετικό άντρα, χωρίς να συνδέεται με κανέναν συναισθηματικά.
Οι δρόμοι τους θα συναντηθούν κι η Sara θα του προτείνει να μείνει μαζί της για το Νοέμβριο. Εκείνος αρχικά θ’ αρνηθεί, αλλά τελικά έπειτα από μια καταστροφική γι’ αυτόν ημέρα αποφασίζει να δοκιμάσει.
Σταδιακά όμως συνειδητοποιούν ότι τα αισθήματά τους ξεπερνούν το όριο των 30 ημερών, ο Nelson σκέφτεται διαφορετικά κι αποφασίζει ν’ αλλάξει, η ζωή όμως της Sara κρύβει ένα μεγάλο εμπόδιο.

Προσωπική άποψη:
Remake της ομότιτλης ταινίας του 1968, ο “Γλυκός Νοέμβρης” του 2001 έχει μια πιο... χίπικη διάθεση προτείνοντας μια ελαφρώς πιο διαφορετική διάθεση. Δεν ξέρω βέβαια κατά πόσο θα μπορούσε αυτή η προσέγγιση να συγκινήσει όσους είδαν κι αγάπησαν την πρώτη έκδοση, σίγουρα όμως θα καταφέρει να συγκινήσει και μάλιστα στο έπακρο όσους δεν την έχουν δει και κρύβουν μέσα τους μια ρομαντική πλευρά. Αρκούν τριάντα ημέρες για να λειτουργήσουν σαν μια μορφή ψυχοθεραπείας; Αρκούν τριάντα ημέρες για να λυθούν όλα μας τα προβλήματα; Ίσως να μην φτάνουν, ίσως όμως και να φτάνουν. Τουλάχιστον αυτό προσπαθεί να μας περάσει η ταινία. Ότι τριάντα ημέρες είναι αρκετές για ν’ αλλάξεις στάση και τρόπο ζωής. Και τι πιο όμορφο απ’ το να σε βοηθήσει ένας άλλος άνθρωπος σ’ αυτό. Ποιος από ‘μας άλλωστε δεν γνώρισε κάποιον άνθρωπο τόσο αναπάντεχα, που ταυτόχρονα όμως ν’ άλλαξε αν όχι ολόκληρη, ένα μέρος της ζωής του.

Έτσι κι εδώ, ο φραγκάτος και γοητευτικός Nelson Moss γνωρίζει αναπάντεχα τη Sara Deever, που αρχικά ενώ αποτελεί ένα μέσο διαφυγής απ’ τα προβλήματά του, καταλήγει ν’ αποτελεί τη γυναίκα εκείνη που θα μπορούσε να έψαχνε για μια ζωή μέχρι να τη βρει. Κι ενώ αρχικά για εκείνη αποτελεί ένα ακόμα μηνιαίο στοίχημα, έναν ακόμα άνθρωπο στον οποίο θέλει να διδάξει τη χαρά και τη σημασία του να ζεις την κάθε στιγμή τόσο έντονα σα να είναι η τελευταία, καταλήγει ν’ ανακαλύψει πως είναι αυτός ο άνθρωπος που μπορεί να συμπληρώσει το άλλο της μισό.

Μπορεί το σενάριο να έχει κάποια κλισέ όπως έχουν όλες οι ερωτικές ιστορίες, αλλά ποιος νοιάζεται όταν όλο αυτό αποδίδεται μ’ έναν τόσο όμορφο κι όπως λέει κι ο τίτλος της ταινίας μ’ έναν τόσο γλυκό τρόπο; Η προσέγγιση είναι συναισθηματική σε βάθος και κυρίως ανθρώπινη, παρά που οι ήρωες φαντάζουν άνθρωποι που θα μπορούσε ο καθένας μας να ερωτευτεί. Μπορεί επίσης ο σκηνοθέτης να μην μπορεί να ξεφύγει από την υλιστική τάση που διακατέχει την εποχή μας, όμως αυτό σταδιακά αρχίζει να μην έχει σημασία όταν απλές, μικρές προσφορές άλλων πραγμάτων, πιο ουσιωδών αρχίζουν να τη σβήνουν και να μας κάνουν να καταλάβουμε πως δεν είναι αυτά που έχουν σημασία, αλλά τα αισθήματα κι οι απλές πράξεις που μας φέρνουν πιο κοντά με τους άλλους.

Αν υπάρχει κάποιο σημείο στην ταινία που είναι ιδιαίτερα δυνατό αυτό είναι το φινάλε της, για το οποίο δυστυχώς δε μπορώ ν’ αποκαλύψω πολλά πράγματα εξαιτίας αυτών που μπορεί να μην έχουν δει την ταινία, αφού εκεί βρίσκεται το μυστικό της Sara, κάτι που έτσι κι αλλιώς ο θεατής αρχίζει να υποψιάζεται από πιο νωρίς. Πάντως happy end δεν έχει, αλλά προσωπικά τα περισσότερα έργα που έμειναν χαραγμένα στη μνήμη μου, είναι αυτά που δεν είχαν καλό τέλος. Η αλήθεια είναι πως η δραματικότητα σε στιγματίζει. Κι αν κάτι είναι πραγματικά υπέροχο σ’ αυτή την ταινία είναι η μουσική της. Μια μελωδία νοσταλγική και ταξιδιάρικη που προσωπικά κάθε φορά που την ακούω με κάνει να ταξιδεύω. Δώστε βάση ειδικά στο κομμάτι στη σκηνή του φινάλε και θα καταλάβετε τι εννοώ. Γιατί ο Christopher Young (κι η Enya στο τραγούδι) καταφέρνει ν’ αγγίξει τις πιο ευαίσθητες χορδές μας μέσα από μια πραγματικά εκπληκτική ορχηστική δουλειά.

Η Charlize Theron είναι το δίχως άλλο μία απ’ τις καλύτερες ηθοποιούς της γενιάς της. Όμορφη, τρυφερή και με μι αμεσότητα που περνάει στον θεατή χωρίς περιστροφές. Σου δίνει την αίσθηση πως ζει τον ρόλο στο πετσί της κι αν κι αρχικά δεν κατανοείς τη στάση ζωής της, όταν αρχίζεις να καταλαβαίνεις τι της συμβαίνει, συμπάσχεις μαζί της, τη συμπονάς και λυπάσαι που δεν είσαι κομμάτι αυτής της ιστορίας για να προσπαθήσεις να τη στρέψεις αλλού από εκεί που πηγαίνει. Ο Keanu Reeves τώρα, σε πρώτη φάση σου δίνει την αίσθηση ότι δεν έχει καταλάβει ακριβώς τι συμβαίνει. Σταδιακά όμως αρχίζει να γίνεται μέρος της ιστορίας και καταφέρνει να σε πείσει. Η αλήθεια είναι πως σαν ηθοποιός δεν με συγκινεί ιδιαίτερα. Παρ’ όλα ταύτα κάποια στιγμή αρχίζει να μπαίνει στην ουσία, αν και θα προτιμούσα να το έκανε εξ’ αρχής. Πάντως οι δυο τους έχουν αρκετά καλή χημεία κάτι το οποίο πιθανότητα να έχει επηρρεαστεί απ' την παλιότερη σύμπραξη των δύο στον "Δικηγόρο Του Διαβόλου".

Για να μην μακρηγορώ η ταινία αυτή μπορεί να συγκινήσει μόνο κάποιον ο οποίος, έστω και βαθιά μέσα του, κρύβει κάποιες ευαισθησίες. Μπορεί για πολλούς να μην είναι η εργάρα, εμένα όμως κατάφερε ν’ αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές μου, κατάφερε να με κάνει να συγκινηθώ και να κλάψω. Αφεθείτε λοιπόν σε ένα παραμύθι, που τελικά μπορεί να μην είναι και τόσο παραμύθι κι αφήστε τη σκέψη σας να ταξιδέψει. Για όλους υπάρχει ο άνθρωπος που μπορεί να μας αλλάξει τη ζωή. Μπορεί απλά να μην τον έχουμε βρει ή να μην του έχουμε δώσει τα περιθώρια να το κάνει.
Βαθμολογία 8/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Γλυκός Νοέμβρης
Είδος: Κοινωνική
Σκηνοθέτης: Pat O’ Connor
Πρωταγωνιστές: Keanu Reeves, Charlize Theron, Jason Isaacs, Liam Aiken, Greg Germann
Μουσική: Christopher Young
Παραγωγή: 2001
Διάρκεια: 121’

Επίσημο site:
http://www.sweetnovember.net/index_flash.html


Posted on Τρίτη, Δεκεμβρίου 04, 2007 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

17 comments

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 03, 2007

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Η Sara Jordan είναι μια κοσμική κυρία που ζει στο Λονδίνο του 1984, χωρίς να έχει έρθει ποτέ αντιμέτωπη με τις δυσκολίες της ζωής.
Από την άλλη, ο Nick Callahan είναι ένας γιατρός που έχει αφιερωθεί σε αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας στις περιοχές του πλανήτη που υπάρχει ανάγκη.
Η συνάντηση των δύο σε μια φιλανθρωπική εκδήλωση, θα αλλάξει για πάντα τη ζωή τους. Παρά τις αντιρρήσεις του άντρα της, εκείνη θα υποστηρίξει με κάθε τρόπο τη δουλειά του Nick κι από το 1984 έως το 1995 τον ακολουθεί σε Αιθιοπία, Καμπότζη και Τσετσενία.

Προσωπική άποψη:
Το “Πέρα Από Τα Σύνορα” είναι μια ταινία που ξεκινά με τις καλύτερες προϋποθέσεις. Μια ταινία όπου η λευκή δυτική συνείδηση καλείται ν΄ αντιμετωπίσει με ενοχή όλα τα δεινά που συμβαίνουν στις χώρες του υποανάπτυκτου κόσμου. Προσπαθεί ν’ αφυπνίσει το κοινό και να το κάνει να καταλάβει πόσο πολύ μας έχει κυριέψει η ματαιοδοξία και το προσωπικό μας συμφέρον, αδιαφορώντας για τους γύρω μας όσο κι αν υποφέρουν, χωρίς να κάνουμε τίποτα για να τους βοηθήσουμε.

Βέβαια, όπως κάθε αμερικάνικη παραγωγή που σέβεται τον εαυτό της, δεν αρκείται σ’ αυτά τα μηνύματα κι οφείλει να εμπλέξει τους πρωταγωνιστές σ’ ένα ρομαντική ειδύλλιο, το οποίο για να είμαι ειλικρινής ο θεατής δεν είναι σε θέση ν’ αντιληφθεί πότε ακριβώς ξεκίνησε, μένοντας με την απορία. Όπως έχω ξαναπεί, δεν έχω τίποτα με τις δακρύβρεχτες ιστορίες αγάπης και θα μπορούσα ακόμα και σε μια ταινία της συγκεκριμένης θεματολογίας να το παραβλέψω. Και θα μπορούσα να το κάνω αν αυτό το ρομαντικό ειδύλλιο αποτελούσε απλά κομμάτι της ιστορίας κι όχι το μοναδικό μέρος της από ένα σημείο και μετά.

Το άνοιγμα της ταινίας πραγματικά τσακίζει κόκαλα. Η σκηνή στη δεξίωση είναι πραγματικά αυτό που χρειάζεται για να ταραχτεί και να προβληματιστεί ο θεατής. Αν ήμουν σ’ εκείνη τη σάλα και το είχα ζήσει από κοντά, πιστεύω ότι θα ήταν κάτι που όντως θ’ άλλαζε τη ζωή μου. Δεν είναι όμως αντίστοιχη ούτε η συνέχεια, με ελάχιστες εξαιρέσεις και πολύ περισσότερο το τέλος. Πραγματικά πιστεύω στους δυνατούς έρωτες, πραγματικά πιστεύω στην αγάπη που θα έφτανε οπουδήποτε, όμως το ξαναλέω, όταν έχουμε να κάνουμε με ταινίες τόση ιδιαίτερης θεματολογίας, τέτοια ρομάντζα πρέπει να χειρίζονται πιο προσεκτικά και να μην είναι τραβηγμένα απ’ τα μαλλιά.

Σκηνοθετημένο από τον Martin Campbell, αποπροσανατολίζει τον θεατή από την πραγματική ουσία, παρουσιάζοντας από τα μισά της ταινίας και μετά τον έρωτα ως το μοναδικό κίνητρο που κινεί τους δύο πρωταγωνιστές. Κι αυτό αποτελεί ένα μεγάλο λάθος! Πάραυτα οφείλω να ομολογήσω πως η σκηνοθεσία δεν είναι καθόλου κακή και λόγω των χωρών στις οποίες έλαβαν χώρα τα γυρίσματα, η αληθοφάνεια της τραγικότητάς τους είναι μεγάλη κι ορισμένες φορές σοκαριστική. Μπορούσες να μυρίσεις τον θάνατο, την αρρώστια κι τον κίνδυνο που δεν είχαν μονοπάτια εξόδου, κάτι στο οποίο έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο η εξαιρετική φωτογραφία.

Η Angelina Jolie μέσω αυτού του ρόλου έμαθε από πρώτο χέρι τα δεινά των βασανισμένων περιοχών του πλανήτη. Αυτό ήταν κάτι που της άλλαξε τη ζωή! Την σημάδεψε και μέσα από τον ρόλο της, όπου αυτός της δίνει τη δυνατότητα, φαίνεται! Η έκφραση των συναισθημάτων της μέσω του προσώπου της είναι διαπεραστική και σε κάνει να πιστεύεις πως νιώθεις κάτι παραπάνω μέσα της από έναν ρόλο. Αυτή η εμπειρία ήταν που την οδήγησε να γίνει Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως και να υιοθετήσει ένα παιδί από την Καμπότζη. Μακάρι η ταινία να μπορούσε να ξυπνήσει και σε ‘μας αυτό το συναίσθημα. Ο Clive Owen είναι ένας ηθοποιός, ο οποίος προσωπικά που κάνει αυτό το κάτι. Το ψυχρό, σχεδόν αγγλοσαξονικού του στυλ; Ίσως! Το θέμα είναι πως σίγουρα αποτελεί ένα απ’ τα μεγάλα ταλέντα αυτής της γενιάς, δίνοντας μεστές και σοβαρές ερμηνείες. Το να τον κοιτάω στα μάτια με κάνει ν΄ ανατριχιάζω. Περνάει κάθε ίντσα του ρόλου του σε όλο του το κορμί κι αυτό είναι κάτι που το εξωτερικεύει μ’ έναν ιδιαίτερα διαπεραστικό τρόπο.

Συνοψίζοντας, το “Πέρα Από Τα Σύνορα” κατατάσσεται σ’ εκείνες τις ταινίες που ενώ ξεκινούν με τις καλύτερες προϋποθέσεις και θα μπορούσαν σαφώς να έχουν μεγάλες αξιώσεις, καταλήγουν ένα βήμα πριν απ’ τα χαρακτηριστούν απογοητευτικές. Φιλότιμες οι προσπάθειες των πρωταγωνιστών, καλή η σκηνοθεσία, εξαιρετικά όμορφη φωτογραφία, αλλά ένα αδύναμο σενάριο που αντί να ταράξει τα νερά, αρχίζει να γίνεται κουραστικό και να εμβαθύνει τόσο πολύ στο ρομάντζο των πρωταγωνιστών, που όσο κυλάει η ταινία, μοιάζει να είναι το μόνο πράγμα που ενδιαφέρει τους συντελεστές, κάτι που περνάει και στο κοινό.
Βαθμολογία 6/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Πέρα Από Τα Σύνορα
Είδος: Κοινωνική
Σκηνοθέτης: Martin Campbell
Πρωταγωνιστές: Angelina Jolie, Clive Owen, Noah Emmerich, Teri Polo, Linus Roache
Παραγωγή: 2004
Διάρκεια: 127’

Επίσημο site:
http://www.beyondbordersmovie.com/


Posted on Δευτέρα, Δεκεμβρίου 03, 2007 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

2 comments

Σάββατο, Δεκεμβρίου 01, 2007

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Δύο χρόνια έχουν περάσει από τότε που η “Mystery Inc.” διαλύθηκε κι ο καθένας πλέον έχει πάρει τον δικό του δρόμο.
Όμως θ’ αναγκαστούν να ξαναενώσουν τις δυνάμεις τους όταν ο μυστηριώδης ιδιοκτήτης του Spooky Island ζητήσει τη βοήθειά τους για να λύσουν το μυστήριο μιας σειράς υπερφυσικών δεδομένων.

Προσωπική άποψη:
Υπάρχουν ορισμένες ταινίες που μου δίνουν την αίσθηση ότι κυκλοφόρησαν μόνο και μόνο για να υποβιβάσουν τη νοημοσύνη μας. Ε, να λοιπόν! Αυτή εδώ υπάγεται σ’ αυτή την κατηγορία ταινιών. Με βάση μόνο αυτή της σκοπιμότητας θα μπορούσα να δικαιολογήσω ότι δεν κυκλοφόρησε απλά σε DVD, αλλά ότι κάποια στιγμή παίχτηκε και στις κινηματογραφικές αίθουσες. Η εν λόγω παρέα δημιουργήθηκε από την Hanna & Barbera το 1969. Το καρτούν αυτό αγαπήθηκε από πολύ κόσμο κι οφείλω να ομολογήσω ότι σαν παιδί ήμουν κι εγώ φανατική θαυμάστρια και δεν έχανα επεισόδιο. Έτσι λοιπόν, οι ίδιοι, 33 χρόνια μετά έγραψαν και το σενάριο της ταινίας. Ποια ήταν η κατάληξη; Άλλη μια παραγωγή κατανάλωσης pop-corn που αποσκοπούσε στην αρπαχτή και στη ταχεία απόκτηση δολαρίων.

Το σενάριο είναι επιεικώς τραγελαφικό. Δε λέω! Υπήρχαν στιγμές που γέλασα και μάλιστα πολύ. Όχι όμως γιατί αυτό που έβλεπα ήταν αστείο, αλλά επειδή ήταν γελοίο και δε μπορούσα να πιστέψω αυτό που μου συνέβαινε. Κι αυτό γιατί οι διάλογοι, με εξαίρεση 4-5 σκηνών, δεν είχαν ίχνος ουσιώδους χιούμορ. Η μια ανοησία διαδέχεται την άλλη κι αυτός ο ξέφρενος χορός βλακείας μοιάζει να μην έχει τελειωμό. Παλιμπαιδισμός στον ύψιστο βαθμό! Έτσι από περιέργεια... Αυτός ο ξεκάρφωτος που πήγαν και κάθισαν στην καρέκλα του σκηνοθέτη, απουσίαζε από τα γυρίσματα; Πολύ πιθανόν καθώς το τελικό αποτέλεσμα μοιάζει σαν ο ρόλος του να ήταν απλά διακοσμητικός. Κανένα στοιχείο που να μαρτυρά την παρουσία του. Οι πρωταγωνιστές να τρέχουν πανικόβλητοι πάνω-κάτω χωρίς κι οι ίδιοι να ξέρουν το γιατί κι απολύτως καμία συνοχή καταστάσεων αφού η πλοκή είναι μηδαμινή.

Μέσα όμως σε όλο αυτό το φιάσκο αν σε κάποιον τομέα έχει γίνει ομολογουμένως καλή δουλειά, είναι η προσέγγιση των χαρακτήρων. Η επιλογή είναι σχεδόν ιδανική και ζωντανεύει σε μεγάλο βαθμό τους δισδιάστατους χαρακτήρες του cartoon. Ο νάρκισσος Fred, η ωραιοπαθής κι ηλίθια Daphne, η σοβαροφανής κι έξυπνη Velma κι οι αδηφάγοι, λαίμαργοι, δειλοί, αλλά κατά τ’ άλλα συμπαθέστατοι Saghi και Scooby. Όσον αφορά τον Rowan Atkinson, οι fan του (εγώ δεν είμαι μέσα σ' αυτούς) σίγουρα θ' απογοητευτούν γιατί η συνολική του παρουσία δεν ξεπερνά τα 7 λεπτά. Προφανώς η παραγωγή κατέληξε σ' αυτόν κι όχι σε κάποιο δευτερότριτο όνομα, ακριβώς γιατί θ' αποτελούσε κράχτη.

Η μεταφορά του Scooby στη μεγάλη οθόνη, είναι καρτουνίστικη μεν, απ’ την άλλη δε σχεδιασμένος έτσι ώστε να φαντάζει όσο το δυνατόν πιο αληθινός μέσα σ’ ένα σύνολο όπου διαδραματίζονται τόσα με ανθρώπινους χαρακτήρες. Πραγματικά, ο υπεύθυνος σχεδίασης μέσω του 3D modeler, του Scooby αξίζει να πάρει τα εύσημα. Ειδικά όσοι έχουν δει το κινούμενο σχέδιο θα το δεχτούν πολύ ευχάριστα. Πέραν όμως του ψηφιακού σκύλου έχουμε τα λοιπά τερατόμορφα πλάσματα τα οποία κι αυτά φτιαγμένα σε καρτουνίστικο επίπεδο είναι άκρως ικανοποιητικά για όσους έχουν παρακολουθήσει το κινούμενο σχέδιο. Για το υπόλοιπο κοινό δεν παίρνω κι όρκο αφού η σύγχρονες παραγωγές κινηματογράφου το έχουν εντρυφήσει σε υψηλότερου επιπέδου χρήση του 3D software, όπου το αποτέλεσμα είναι σαφέστατα πιο αληθοφανές.

Πρόκειται τελικά για μια... ας την χαρακτηρίσω ταινία που αξίζει κανείς να τη δει; Δεν θα το έλεγα εκτός αν συμβαίνουν τα εξής τινά. Πρώτον, ήσασταν fan της σειράς κινουμένων σχεδίων του Scooby. Δεύτερον, έχετε λεφτά και κυρίως χρόνο για πέταμα. Τρίτον, είσαστε τέρας υπομονής και πάνω απ’ όλα ανοχής. Μιλάμε για μια μεν ηθελημένα κιτς παραγωγή, που όμως απουσιάζει το ουσιώδες και πηγαίο χιούμορ, όσο κι αν προσπαθεί να κινηθεί στα πλαίσια του γνώριμου μοτίβου της τηλεοπτικής σειράς. Βλακώδες και παιδαριώδες σενάριο που απευθύνεται αποκλειστικά σε παιδικό και προεφηβικό κοινό, χωρίς όμως να παίρνω κι όρκο πως κι αυτό θα το ευχαριστηθεί.
Βαθμολογία 3/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Σκούμπι Ντου – Ένας Τετράποδος Ήρωας
Είδος: Κωμωδία
Σκηνοθέτης: Raja Gosnell
Πρωταγωνιστές: Sarah Michelle Gellar, Matthew Lillard, Freddie Prinze Jr., Linda Cardellini, Rowan Atkinson
Παραγωγή: 2002
Διάρκεια: 87’

Posted on Σάββατο, Δεκεμβρίου 01, 2007 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

26 comments