Συνοπτική περίληψη του έργου:
Ο Sam Dawsons είναι διανοητικά καθυστερημένος κι έχει την αντίληψη ενός 7χρονου παιδιού. Έχει μια κόρη την οποία απέκτησε κατά την σύντομη σχέση του με μια άστεγη γυναίκα η οποία τους εγκατέλειψε μετά τη γέννα.
Η 7χρονη κόρη του, Lucy Diamond ζει υπό την κηδεμονία του Sam αλλά το πρόβλημα αρχίζει όταν κάποιος κοινωνικός λειτουργός αποφασίζει πως δεν είναι καλό για τη Lucy να μείνει μαζί του αφού μεγαλώνοντας θα γίνει πιο έξυπνη απ’ αυτόν και η σχέση τους βάζει σε κίνδυνο την ανάπτυξή της.
Ο Sam θα ξεκινήσει έναν δικαστικό αγώνα για να προσπαθήσει να κερδίσει την επιμέλεια της κόρης του.

Προσωπική άποψη:
Παίρνουμε έναν διανοητικά καθυστερημένο άνθρωπο, τον βάζουμε στο μάτι του κυκλώνα και τον αφήνουμε σε ανοιχτά πελάγη να παλεύει μόνος του με τις χίμαιρες. Πρωτότυπο ε; Αυτό είχα σκεφτεί κι εγώ όταν η ταινία πρωτοκυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες. Τι να κάνεις όμως; Ήταν μια εποχή που ότι κι αν παιζόταν στο σινεμά απλά πηγαίναμε να το δούμε.

Για να πάρω όμως τα πράγματα απ’ την αρχή, δεν θεωρώ πως πρόκειται για μια κακή, αλλά μάλλον για μια κοινότυπη ταινία που βασίζεται πάνω σε μια εξίσου κοινότυπη ιδέα. Όταν μάλιστα η όλη ιδέα έχει σκοπό να εκβιάσει το συναισθηματικό μας πεδίο έτσι ώστε να προκαλέσει φόρτιση και καταναγκαστική συγκίνηση, τα πράγματα κάπου χωλένουν.

Και δεν είναι τελικά μόνο το σενάριο που με την απουσία πρωτοτυπίας σε προβληματίζει. Η σκηνοθεσία έχει από μόνη της μια αφέλεια την οποία προσπαθεί να κρύψει πίσω από το ορισμένες φορές αφελές προφίλ του πρωταγωνιστή της. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, αρκεί να μπορείς να το καλύψεις χωρίς να βγάζει μάτι η διάθεσή σου αυτή. Και άντε, επειδή είμαι καλός άνθρωπος, θα υποστηρίξω πως το παραπάνω οφείλεται προφανώς στην απειρία της άγνωστης σκηνοθέτιδας και στο αδύναμο σενάριο που ώρες-ώρες μοιάζει να μπάζει. Δεν είναι εύκολο να κλείσεις τρύπες, πόσο μάλλον αν δεν έχεις εμπειρία. Απ’ την άλλη είναι και θέμα ταλέντου.

Όχι πως δεν υπάρχουν και κάποια θετικά στοιχεία στην ταινία. Πρώτον και κυριότερον, η σκηνοθέτης εύστοχα αποφεύγει εκείνο το γλυκανάλατο φινάλε που θα κέρδιζε την εκτίμηση πολλών και τον εκνευρισμό ακόμα περισσότερων. Χωρίς να είναι καλό, χωρίς να είναι άσχημο, σε κάνει να πιστεύεις πως τα πράγματα κάπως έτσι θα έπρεπε να γίνουν ακόμα κι αν μιλάγαμε για μια πραγματική ιστορία. Επιπλέον, οι σκηνές μεταξύ πατέρα και κόρης, πέραν του συναισθηματικού υπόβαθρου, κρύβουν ένα καλά στημένο παιχνίδι ανταλλαγής ρόλων, όπου το παιδί γίνεται γονιός και ο γονιός παιδί.

Στα θετικά της ταινίας οφείλω να κατατάξω την ερμηνεία του Sean Penn, ο οποίος κατά την προσωπική μου άποψη πάντα, είναι ένας εξαιρετικός και ταυτόχρονα αδικημένος ηθοποιός. Υποστηρίζει τον ρόλο του καθυστερημένου Sam άψογα σε όλα τα επίπεδα, κάνοντας ακόμα και τα αφελή εκείνα στοιχεία που τον χαρακτηρίζουν χαριτωμένα. Συγκλονιστικός στις στιγμές όπου νιώθει αδύναμος και χαμένος, αφοπλιστικά ανθρώπινος με μια καλοσύνη που τα σύχρονα κοινωνικά πρότυπα σε κάνουν να πιστεύεις πως μόνο σε τέτοιους ανθρώπους μπορείς να συναντήσεις.

Η Michelle Pfeiffer είναι η δυναμική εκείνη γυναίκα που καλείται να βοηθήσει τον Sam στο να διεκδικήσει το δικαίωμά του ως πατέρας παρά τις όποιες αδυναμίες του. Αν και την έχουμε συνηθίσει σε πιο συμπαθητικούς ρόλους, καταφέρνει να υποστηρίξει τον ρόλο της δικηγόρου που λόγω της καριέρας έχει αφήσει την προσωπική της ζωή πίσω. Ωστόσο μένει μέχρι εκεί, εκπληρώνοντας απλά τον σκοπό της, ικανοποιητικά μεν, χωρίς να καταφέρει να προσφέρει κάτι ξεχωριστό δε. Και δεν είμαι σίγουρη αν στο ρόλο της με ενόχλησε το ότι δεν έδωσε το κάτι παρπάνω, όσο η κλασσικότητα που επιβάλλει στη φιγούρα της το σενάριο.

Όσο για την μικρούλα Dakota Fanning, στον πρώτο της κινηματογραφικό ρόλο, μπορώ χωρίς φόβο να δηλώσω πως την θεωρώ ένα απ’ τα πιο ταλαντούχα κι εκφραστικά παιδιά που έχω δει ποτέ στη μεγάλη οθόνη. Με μια παιδική αθωότητα συνδυασμένη με μια περίεργη ενήλικη ωριμότητα μαγνητίζει τα βλέμματα και δεν μπορώ παρά να κερδίσει το χαμόγελό μας.

Σε γενικά πλαίσια, πρόκειται για ένα συγκινητικό ανθρώπινο δράμα που δεν καταφέρνει όμως να ξεχωρίσει ανάμεσα σε άλλα του είδους. Εξαιρετικές ερμηνείες, ανθρώπινη προσέγγιση και ένα ηθικοπλαστικό δίλημμα σχετικά με το τι είναι αυτό που τελικά σε κάνει καλό γονιό. Το δίκαιο και το άδικο χωρίζονται από μια πολύ λεπτή γραμμή και εμείς ως θεατές καλούμαστε ν’ αποφασίσουμε σε ποια μεριά θα γύρουμε. Η απόφαση δική σας!
Βαθμολογία 6/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Το Όνομά Μου Είναι Σαμ
Είδος: Κοινωνική
Σκηνοθέτης: Jessie Nelson
Πρωταγωνιστές: Sean Penn, Michelle Pfeiffer, Dakota Fanning, Laura Dern, Dianne Wiest, Joseph Rosenberg, Brad Allan Silverman, Richard Schiff, Doug Hutchison
Παραγωγή: 2001
Διάρκεια: 132’

Επίσημο site:
http://www.iamsammovie.com/