...

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 07, 2009

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Ο Harry Potter φοιτεί για 6η χρονιά στο Hogwarts όπου και ανακαλύπτει ένα παλιό βιβλίο που γράφει πάνω ότι είναι της ιδιοκτησίας του ημίαιμου πρίγκιπα, χάρη στο οποίο γίνεται ειδικός στα φίλτρα.
Παράλληλα, ακολουθεί κάποια ιδιαίτερα μαθήματα με τον Dumbledore, γυρίζοντα πίσω στον χρόνο και μαθαίνοντας πολλά νέα πράγματα για το παρελθόν του Voldemort.
Μαζί με τον Dumbledore προσπαθούν να συνδέσουν τα κομμάτια του παζλ αλλά και να αποκομίσουν τα στοιχεία εκείνα που λείπουν. Η ζωή για τον Harry δεν θα είναι ποτέ πια η ίδια.

Προσωπική άποψη:
Σε πρώτη φάση θέλω να ξεκαθαρίσω κάτι! Πιστεύω ότι υπάρχουν τρεις κατηγορίες θεατών όσον αφορά τον Harry Potter. Πρώτοι και καλύτεροι, είναι εκείνοι που είναι φανατικοί της σειράς, έχουν διαβάσει όλα τα βιβλία και ανυπομονούν για κάθε νέα ταινία. Δεύτεροι ακουλουθούν εκείνοι που, μπορεί να μην έχουν διαβάσει τα βιβλία όμως, αρέσκονται στο να παρακολουθούν φανταστικά κινηματογραφικά παραμύθια. Τέλος, υπάρχουν και κάποιοι άλλοι, εκείνοι που όχι μόνο δεν έχουν διαβάσει τα βιβλία αλλά, δεν τους αρέσει και δεν τους ενδιαφέρει καθόλου το θέμα μαγεία αλλά και η ιστορία του μικρού μας μάγου. Πού θέλω να καταλήξω με αυτή μου την εισαγωγή; Στο ότι αν δεν ανήκετε σε κάποια από τις δύο πρώτες κατηγορίες, καλό θα ήταν να σταματήσετε την ανάγνωση κάπου εδώ.

Αν συνεχίζετε, σημαίνει είτε ότι ακολουθήσατε την συμβουλή μου, είτε ότι έχετε γερά νεύρα. Η πολυαναμενώμενη 6η κατά σειρά περιπέτεια του μικρού μάγου είναι επιτέλους εδώ, έπειτα από μακροχρόνιες αναβολές. Το θέμα είναι κατά πόσο μπορεί να ικανοποιήσει, ακόμα περισσότερο, να μας αποζημιώσει για την αναμονή αυτή. Και πιστεύω σίγουρα ένα πράγμα, ότι είτε θα την δείτε και θα την λατρέψετε, είτε θα την δείτε και θα την μισήσετε. Προσωπικά, ανήκω στην κατηογρία εκείνη όπου ναι μεν, θα περίμενα κάτι παραπάνω, το συνολικό όμως δε αποτέλεσμα με ικανοποίησε σε αρκετά μεγάλο βαθμό. Μπορεί η μαγεία κάπου να υποσκελίστηκε όμως, αναπτύχθηκαν άλλα πράγματα και αυτό εν μέρη, κάλυψε τα κενά.

Είναι η μοίρα των ταινιών που αποτελούν sequel μιας ολοκληρωμένης σειράς, να αποτελούν μια γέφυρα που ενώνει την προηγούμενη με την επόμενη μέχρι να φτάσουμε στο τέρμα. Αυτό μας οδηγεί σε δύο ακόμα κατηγορίες θεατών. Εκείνων που εκνευρίζονται αφού δεν μπορούν να παρακολουθήσουν όπως θα ήθελαν, μια ταινία με αρχή, μέση και τέλος και αναγκάζονται να δουν μια ολόκληρη σειρά για να μπουν στο κλίμα και εκείνων που, είναι απόλυτα ευχαριστημένοι από την κατάσταση αφού, το συναισθηματικό τους δέσιμο με τους ήρωες είναι τέτοιο που μια ακόμα ταινία μαζί τους το μόνο που τους προσφέρει είναι ανακούφιση. Δεν θα μακρυγορήσω όμως άλλο και θα μπω εκτενέστερα στο θέμα.

Οι δύο πρώτες ταινίες του μικρού μάγου, δια χειρός Columbus, ήταν οι πιο οικογενειακές της σειράς κατά συνέπεια, και οι πιο παιδικές. Η τρίτη ταινία ήταν πιο σκοτεινή με τον Cuaron στο τιμόνι να αφήνει το δικό του στίγμα δημιουργώντας ίσως την πιο ενδιαφέρουσα ταινία της σειράς μέχρι και σήμερα. Η σειρά άλλαξε εντελώς γραμμή πλεύσης με την τέταρτη ταινία, περνώντας στα χέρια του Newell, μια συνταγή που ακολούθησε ο Yates τόσο στην προηγούμενη, όσο και σ’ αυτή την ταινία. Για μένα, μπορεί να μην είναι ο σκηνοθέτης που είναι απόλυτα ικανός να διαχειριστεί το θέμα της μαγείας όπως οι δύο πρώτοι προκάτοχοί του όμως, δεν παύει να έχει το δικό του ύφος το οποίο και καταφέρνει να χαρακτηρίσει τις ταινίες του ως λιγότερο μαγικές μεν, πιο ενήλικες και ρεαλιστικές δε.

Στην πραγματικότητα, ο Yates επιστρατεύει την φαντασία του και με την χρήση ορισμένων, ιδιαίτερα εντυπωσιακών οπτικών εφέ, πλάθει με τέτοιον τρόπο κάποια τμήματα της ταινίας ώστε να σε καθηλώνουν. Ιδιαίτερα στο τελευταίο μισάωρο της ταινίας, έχει δοθεί τόσο μεγάλη προσοχή και τέτοια λεπτομερή φροντίδα που σίγουρα, είναι από τα πιο ενδιαφέροντα που έχουμε δει στις ταινίς του Harry Potter και σίγουρα, πολύ καλύτερο και πιο δυνατό οπτικά και συναισθηματικά από το φινάλε της προηγούμενης ταινίας του Yates. Κατά τ’ άλλα, έχοντας να βασιστεί σε ένα βιβλίο με συνεχείς ταξίδια στο παρελθόν, καταφέρνει να ξεδιαλέξει ποια είναι αυτά που πραγματικά χρειάζονται και μπορούν να αξιοποιηθούν έτσι ώστε, τα συνεχόμενα flash-back να μην κουράσουν. Αν κάτι ίσως είναι ελαφρώς ενοχλητικό, και αυτό στην πραγματικότητα δεν έχει να κάνει με την σκηνοθεσία αλλά με το σενάριο, είναι η έμφαση στα ερωτικά σκιρτήματα των νεαρών πρωταγωνιστών όμως, ίσως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτό είναι ένα σημαντικό θέμα προβληματισμού στην εφηβική ηλικία.

Για το πρωταγωνιστικό τρίο τα έχουμε πει και τα έχουμε ξαναπεί. Μπορεί η διαφορά ηλικίας πλέον να είναι εμφανής, μπορεί να έχουν μεγαλώσει και ο Grint να μοιάζει ως μια εντελώς goofy φιγούρα όμως, νιώθουν άνετα πλέον στους ρόλους εκείνους που έχουν γίνει δεύτερη φύση τους και ίσως το σημαντικότερο όλων, το διασκεδάζουν. Η έκπληξη έρχεται από τον Tom Felton στον ρόλο του Malfoy, που για πρώτη φορά, δεν είναι απλά και μόνο ο αλαζονικός κόπανος της σειράς αλλά, ένας ολοκληρωμένος χαρακτήρας σε συναισθηματική σύγχιση καθώς έρχεται αντιμέτωπος με το μεγαλύτερο ηθικό δίλημμα της ζωής του.

Στους ενήλικους ρόλους συναντάμε τους συνήθεις ύποπτους με τον Gambon μεγαλοπρεπή και συναισθηματικά πιο απελευθερωμένο από άλλες φορές καθώς πλησιάζει στο τέλος αλλά, και τον λατρεμένο Alan Rickman με την αργή, μακρόσυρτη ομιλία του να τσακίζει τα κόκκαλα που άλλος θα χρειαζόταν σφυρί για να το κάνει. Όμως, και η προσθήκη του Jim Broadbent στον ρόλου του καθηγητή Slughorn είναι, όχι μόνο απολαυστική αλλά, και όσο γλοιώδης χρειαζόταν να είναι.

Μπορεί και πάλι να μην έχουμε ακριβή μεταφορά του βιβλίου και ίσως οι μη αναγνώστες της σειράς να μην καλύφθηκαν πλήρως όμως, εδώ που τα λέμε, κάτι τέτοιο φαντάζει σχεδόν αδύνατο. Το μόνο σίγουρο είναι πως, ο Yates αυτή τη φορά νιώθει πιο άνετα πίσω από την κάμερα, δείχνοντας πιο σίγουρος για το περιπετειώδες τέλος της σειράς που έρχεται, με ένα βιβλίο μεν, δύο ταινίες δε. Καταφέρνει να ισορροπήσει ανάμεσα στο κωμικό και το δραματικό στοιχείο της ταινίας, μεταφέροντας αρκετά ικανοποιητικά ένα από τα πιο ενδιαφέροντα βιβλία της σειράς. Ατμοσφαιρική και δραματική, ιδιαίτερα κατά το τελευταίο ημίωρο όπου, ανελέητα και βίαια ο Harry αλλά και όλοι όσοι ζουν στην σχολή του Hogwarts, καλούνται να έρθουν αντιμέτωποι με την πραγματική ζωή, σε μια κορύφωση που είναι σκληρή και σε κάνει να θυμώνεις, όπως θύμωσες αν διάβασες το βιβλίο. Σε όλα αυτά, να μην ξεχάσω να προσθέσω την παρατήρησή μου για την μοσυική του Hooper η οποία, διατηρώντας την κλασσική της πλέον αισθητική, καταφέρνει να ξεχωρίσει από τις προηγούμενες αφού, έχουν προστθεί δραματικές πινελιές που την κάνουν ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη.
Βαθμολογία 8/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Ο Χάρι Πότερ Και Ο Ημίαιμος Πρίγκιψ
Είδος: Φαντασίας
Σκηνοθέτης: David Yates
Πρωταγωνιστές: Daniel Radcliffe, Rupert Grint, Emma Watson, David Thewlis, Jim Broadbent, Michael Gambon, Tom Felton, Alan Rickman, Helena Bonham Carter, Jessie Cave, Bonnie Wright, Helen McCrory, Maggie Smith, Helen McCrory, Robbie Coltrane
Μουσική: Nicholas Hooper
Παραγωγή: 2009
Διάρκεια: 153’

Επίσημο site:

http://harrypotter.warnerbros.com/harrypotterandthehalf-bloodprince/

Posted on Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 07, 2009 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

15 comments

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 04, 2009

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Η Sally και η Gillian Owens πάντα ήξεραν ότι διαφέρουν, από τότε που ήταν ακόμα μικρά κορίτσια.
Μετά το θάνατο των γονιών τους, μεγάλωσαν με τις θείες τους, οι οποίες τις δίδαξαν πρακτική μαγεία.
Οι δυο αδερφές, μεγάλες πλέον, θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν όλες τις γνώσεις τους για να λύσουν την οικογενειακή κατάρα, σύμφωνα με την οποία κάθε άντρας που ερωτεύονται βρίσκει πρόώρο θάνατο.

Προσωπική άποψη:
Υπάρχουν ορισμένες ταινίες που προσπαθούν να συνδυάσουν παραπάνω από ένα στοιχεία. Στην προκειμένεη περίπτωση, τα “Μαγικά Φίλτρα” έχουν λίγο αίσθημα, λίγο δράμα, λίγο θρίλερ, λίγο φαντασία, λίγο κωμωδία. Ωστόσο, η ουσία δεν βρίσκεται στην ποσότητα λέει ο λαός, αλλά στην ποιότητα. Κατά πόσο λοιπόν μπορούν όλα αυτά να εναρμονιστούν ώστε να μην βουλιάξει το πλοίο; Η απάντηση είναι, τουλάχιστον γι’ αυτή την ταινία, σε αρκετά ικανοποιητικό βαθμό καθώς, μπορεί να χαρακτηριστεί αρκετά ευφάνταστη.

Μπορεί το σενάριο στην πραγματική ζωή να μην μπορούσε να υποστηρικτεί αλλά, στον κινηματογραφικό στίβο το πετυχαίνει, καθηλώνοντάς μας από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό. Η σεναριακή ροή αλλά και οι αλλαγές είναι τόσο γρήγορες και έντονες που πραγματικά αναρωτιόμαστε πως είναι δυνατόν να συμβαίνουν όλα αυτά και ταυτόχρονα, να μην μας φαίνεται καθόλου περίεργο το ότι συμβαίνουν. Παρακολουθούμε άλλωστε ένα παραμύθι το οποίο αποδεικνύεται ενδιαφέρον καθώς οι περιπέτειες των δύο αδερφών ξετυλίγονται.

Παρά δε το γεγονός ότι οι δύο αδερφές αναζητούν τον έρωτα στην ζωή τους, τον μοναδικό και ανεπανάληπτο με τον οποίο θα τερμάτιζαν την πορεία της, η ταινία δεν χαρακτηρίζεται ως ρομαντική κομεντί. Για να ακριβολογούμε, έχει πολλά στοιχεία που την απομακρύνουν από αυτό τον χαρακτηρισμό με σημαντικότερο όλων την σκοτεινή ατμόσφαιρά της που ντύνει κάθε σκηνή αλλά την άγρια παθιασμένη αισθητική της που την απομακρύνει από το τετριμένο χαζορομάντζο.

Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους συναντάμε τις Sandra Bullock και Nicole Kidman και σε δύο πολύ διαφορετικούς ρόλους, σε δύο χαρακτήρες που παρά την κοινή τους βάση, διαφέρουν τρομακτικά. Η πρώτη ζει τρομαγμένη μέσα σε έναν ρομαντικό κόσμο, περιμένοντας τον πρίγκιππα του παραμυθιού που θα έρθει και θα την σώσει από την μιζέρια της μοναχικής ζωής της. Και η Bullock, σε έναν ρόλο που δεν έχει μεγάλες απαιτήσεις, είναι ικανοποιητική παρουσία, όντας αρκετά πιο πιτσιρίκα απ’ ότι σήμερα κατά συνέπεια, πιο φρέσκια και δροσερή.

Η δεύτερη ζει με πιο παθιασμένες αντιλήψεις, με αποφάσεις βεβιασμένες και κυριευμένη από εμμονές που είναι κι εκείνες που τις οδηγούν σε προβλήματα. Είναι ένας χαρακτήρας εκρηκτικός που δεν μπορείς να προβλέψεις το επόμενο βήμα του, ένα γλυκό και αστείο πλάσμα που πίσω από την επιφάνεια, κρύβει θλίψη, ζήλεια και την ανάγκη να μην ολοκληρωθούν τα όνειρα της αδερφής της αν δεν μπορούν παράλληλα και τα δικά της. Η Kidman είναι πάντα μια εξαιρετική παρουσία, ακόμα κι όταν δεν χρειάζεται και η συγκεκριμένη περίπτωση δεν αποτελεί την εξαίρεση αλλά τον κανόνα.

Ο Griffin Dunne έχει μια δικιά του, ξεχωριστή αισθητική σε ταινίες του είδους, καταφέρνοντας να τις απομακρύνει από τετριμένα μονοπάτια, κάνοντάς τες μοναδικές και αγαπητές. Μπορεί να μην υπάρχει τίποτα που να προδιαθέτει για ένα λιγότερο καλό φινάλε από αυτό που τελικά βλέπουμε όμως, δεν παύει να είναι το φινάλε εκείνο που θα θέλαμε να ολοκληρώσει μια πορεία με ένταση μεν, που ζητούσε την λύτρωση δε. Με άλλα λόγια, το παρακολουθείς ευχάριστα, απολαμβάνοντας κάθε στιγμή και κάθε στοιχείο, έτσι όπως το δίνει, έτσι όπως το αναπτύσσει.
Βαθμολογία 7/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Μαγικά Φίλτρα
Είδος: Φαντασίας
Σκηνοθέτης: Griffin Dunne
Πρωταγωνιστές: Sandra Bullock, Nicole Kidman, Dianne Wiest, Stockard Channing, Goran Visnjic, Evan Rachel Wood
Παραγωγή: 1998
Διάρκεια: 104’

Επίσημο site:
http://practicalmagic.warnerbros.com/

Posted on Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 04, 2009 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

2 comments

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 01, 2009

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Ο Hitch βοηθά άντρες να προσεγγίζουν τη γυναίκα της ζωής τους, όσο απρόσιτη και αν μοιάζει εκ πρώτης όψεως. Είναι πεπεισμένος πως αρκούν μόνο τρία ραντεβού για να καταφέρεις να κερδίσεις οποιαδήποτε γυναίκα επιθυμείς.
Η τελευταία περίπτωση που αναλαμβάνει ο Hitch, αφορά τον Albert ένα αδέξιο λογιστή που θέλει να κατακτήσει την πανέμορφη και πάμπλουτη Alegra.
Όσο ο Hitch καθοδηγεί τον Albert, θα ερωτευτεί μια δημοσιογράφο που έχει βαλθεί να ξεσκεπάσει τον ‘γιατρό των ραντεβού’ χωρίς όμως να γνωρίζει ότι αυτός βρίσκεται μόλις λίγα βήματα μακριά της.

Προσωπική άποψη: Προσθήκη  εικόνας
Σε περίοδο οικονομικής κρίσης, ψάχνετε να ακολουθήσετε νέο επαγγελματικό προσανατολισμό; Θέλετε να βρείτε να κάνετε κάτι που δεν κάνει κανείς άλλος; Αν ναι και με την προϋπόθεση ότι το φλερτ είναι κάτι που παίζετε στα δάκτυλα, μπορείτε να γίνετε ο πρώτος Doctor Date στην χώρα μας αφού, στην Αμερική σας πρόλαβε προ τετραετίας ο Will Smith. Αφού έφαγε στραπάτσο ως κολλεγιόπαιδο από τον μεγάλο του έρωτα, έβαλε μυαλό και τώρα, μεταλαμπαδεύει τις γνώσεις του για το πως να ρίξετε μια γυναίκα.

Όλες οι αισθηματικές κομεντί βασίζονται σε ένα κοινό υπόβαθρο. Από ‘κει κι έπειτα, οι αυξομειώσεις αλλά και οι αλλαγές του υπόβαθρου αυτού είναι τόσο λίγες και ευφάνταστες, όσο και οι μεταρυθμίσεις της εκάστοτε κυβέρνησης στην χώρα μας. Το “Hitch”, δεν ξεφεύγει από τα στερεότυπα του είδους αλλά, δεν νομίζω ότι είναι και κάτι το οποίο προσπαθεί. Μάλλον αποτελεί περισσότερο μια καλοκουρδισμένη μηχανή χαρακτήρων οι οποίοι, δεν κινούνται πάνω στο σενάριο αλλά, το σενάριο κινείται πάνω τους για να οδηγήσει σε ένα αναμενώμενο, σιροπιαστό φινάλε.

Το ενδιαφέρον χαρακτηριστικό της ταινίας εντοπίζεται στην επιλογή των παράτερων πρωταγωνιστών. Μπορεί ως προς την δυναμική του χαρακτήρα τους να έχουν πολλά κοινά στοιχεία όπως, πάθος, εγωισμό, σέξι εγώ και αυτοπεποίθηση όμως, παρ’ όλα ταύτα, υπάρχει και μια παράξενη διαφορά που τους φέρνει μακριά. Εκείνος είναι ένα μαύρος, γοητευτικός και αστείος άντρας με επιμονή και εκείνη, εργασιομανής λατίνα, με καμπύλες και μοναδικό της πάθος, η θέληση για επιτυχία. Βέβαια, η παραπάνω παράξενη διαφορά εντοπίζεται και ανάμεσα στο ζευγάρι που προσπαθεί ο Hitch να φέρει κοντά, ένα ζευγάρι που στην πραγματική ζωή, μάλλον δεν θα υπήρχε καμία περίπτωση να είναι μαζί.

Ο Tennant βασίζεται κατ’ εξοχήν στο πρωταγωνιστικό του δίδυμο και κυρίως, όχι στις αισθηματικές, αλλά στις μεταξύ τους χιουμοριστικές σκηνές που κάνουν το έργο συνολικά, να ξεφεύγει από το κλισέ αισθηματικό μελό που προσπαθεί με γελοίους τρόπους να προκαλέσει ανατριχίλα και ρίγη συγκίνησης. Ενώ όμως αποφεύγει τα ενοχλητικά tet a tet, δεν καταφέρνει να αξιοποιήσει το κλικ που χρειάζεται η ταινία για να κάνει μεγαλοπρεπώς τη διαφορά ανάμεσα σε αυτήν και σε άλλες τις ίδιας κατηγορίας και του ίδιου επιπέδου. Ναι, μπορεί να υπάρχουν κάποιες καταστάσεις όμως, μέχρι που μπορούν να διασκεδάσουν;

Ο Will Smith μπορεί να είναι συμπαθέστατος, και το ίδιο να προσπαθεί να γίνει και ο χαρακτήρας που υποδύεται αφού, δεν βοηθάει κόπανους που απλά θέλουν sex μιας βραδιάς αλλά, αιώνια αγάπη και πίστη, όμως, τα χρόνια που ακολούθησαν στην καριέρα του, απέδειξε πως μπορεί να κάνει καλύτερα πράγματα από το να πρωταγωνιστεί σε σαχλοκομεντί. Έχουμε βέβαια και την Mendes που πέραν από το να περιφέρει τις καμπύλες της που της προσέφεραν ένα αδρό συμβόλαιο με γνωστό ξένο οίκο ρούχων και αξεσουάρ, δεν έχει να προσφέρει τίποτα άλλο. Ο Kevin James είναι το κρυφό ερμηνευτικό, κωμικό διαμάντι της ταινίας ανώ, το έτερόν του κινηματογραφικό ήμισυ, Amber Valletta, είναι απλά μια ξυλόκοτα πλάι του που θα έπρεπε να την δει κανονικά μόνο στον ύπνο του.

Το “Hitch” προσπαθεί να αποφύγει τον όρο ρομαντική κομεντί, θεωρώντας τον προφανώς απαξιωτικό, καταφέρνοντάς το ως έναν βαθμό. Σίγουρα δεν είναι κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί, πολύ περισσότερο κάτι που στηρίζεται σε μια δικιά του, πρωτότυπη βάση, αντίθετα, χρησιμοποιεί τα πιο γνωστά και κοινά σεναριακά μοτίβα. Μπορεί να είναι δροσερό, μπορεί να το παρακολουθήσεις ευχάριστα κάνοντας χαβαλέ με την παρέα σου όμως, κατά πάσα πιθανότητα να μην μείνει χαραγμένο στην μνήμη σου.
Βαθμολογία 5,5/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Χιτς, Ο Μετρ Του Ζευγαρώματος
Είδος: Κομεντί
Σκηνοθέτης: Andy Tennant
Πρωταγωνιστές: Will Smith, Eva Mendes, Marlyne Afflack, Doug Aguirre, Casper Andreas, Andre Blair
Παραγωγή: 2005
Διάρκεια: 115’

Επίσημο site:
http://www.sonypictures.com/homevideo/hitch/

Posted on Τρίτη, Σεπτεμβρίου 01, 2009 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

2 comments