...

Παρασκευή, Οκτωβρίου 07, 2011

Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Στο νησί Τάρναγκαρ,όπου κυριαρχεί ο νόμος του μυστηριώδους δόκτορα Σιγμούνδου,υπάρχει ένα άσυλο όπου φυλακίζονται όσοι επιμένουν να ονειρεύονται.
Ο Ντάντε είναι το παιδί των μαγειρείων για όλες τις δουλειές. Η Μπία είναι κόρη γιατρών.Οι κόσμοι τους θα συναντηθούν και οι δύο έφηβοι θα μοιραστούν τις ιδέες και τα όνειρά τους.
Όταν όμως εμφανίζεται στο άσυλο ένας νέος ασθενής (επικίνδυνος για τους πολλούς, χαρισματικός γι'αυτούς), θ'αρχίσουν να αναρωτιούνται αν οι υποσχέσεις πάνω στις οποίες έχουν στηρίξει τις ζωές τους έχουν βάση ή αν είναι απλώς ψευδαισθήσεις απ' τις οποίες θα πρέπει να ξεφύγουν μια για πάντα.
Έτσι, αναζητώντας την αλήθεια, ο Ντάντε και η Μπία δραπετεύουν από το νησί,συναντάνε άλλους ελεύθερους ανθρώπους σαν κι αυτούς και υποχρεώνονται να αντιμετωπίσουν το απόλυτο κακό.

Προσωπική άποψη:
Όταν γύρισα και την τελευταία σελίδα αυτού του βιβλίου, αναστέναξα με ανακούφιση. Η ανάγνωσή του με κατέβαλλε, αισθάνθηκα ιδιαίτερα κουρασμένη, πράγμα που δε μου συμβαίνει συνήθως, ακόμα κι όταν κάποιο βιβλίο είναι τελείως βαρετό. Μη βιάζεστε να βγάλετε συμπεράσματα όμως. Ο λόγος που αισθάνθηκα αυτή την κόπωση, καθαρά πνευματική, είναι πολύ συγκεκριμένος και έχει δύο προεκτάσεις. Η πρώτη εξ' αυτών, το γεγονός ότι δεν αισθανόμουν πραγματικά, βαθιά και απόλυτα σίγουρη ότι είχα κατανοήσει το μυθιστόρημα αυτό εις βάθος, φέρνοντας ξανά και ξανά στο μυαλό μου στοιχεία τα οποία ίσως να ήταν σημαντικά κι εγώ, δεν είχα καταφέρει να αποκρυπτογραφήσω. Η δεύτερη είχε να κάνει καθαρά με τον προβληματισμό στον οποίο βυθίστηκα, έναν προβληματισμό που σχετίζεται, όχι μόνο με τις ικανότητες που μπορεί να έχουμε και να μην γνωρίζουμε αλλά, με το που μπορούμε να φτάσουμε προκειμένου να τις κατακτήσουμε.

Για πολύ λίγα βιβλία το τελευταίο διάστημα έχω ισχυριστεί κάτι τέτοιο όμως, νομίζω ότι οφείλω να το επισημάνω προς αποφυγήν πάσης φύσεως παρεξήγησης ή παρανόησης όσων ειπωθούν παρακάτω. Το βιβλίο αυτό δεν είναι εύκολο και απευθύνεται όχι μόνο σε απλούς λάτρεις του φανταστικού αλλά, σε εκείνη την μερίδα αναγνωστών η οποία είναι πρόθυμη να προβληματιστεί και να πάει την σκέψη της ένα βήμα παραπέρα. Αν δεν ανήκετε στην κατηγορία αυτή, τότε ίσως καλύτερα να μην το επιλέξετε και γιατί όχι, ίσως είναι καλύτερο να μην διαβάσετε παρακάτω. Αν συνεχίζετε, πάρα πολύ ωραία αλλά, αν κάψετε εγκεφαλικά κύτταρα, σαν εμένα καλή ώρα, δεν φέρω καμία ευθύνη. Αλλά ποιος ξέρει, μπορεί να σας αρέσει αυτή η αίσθηση 'καψίματος' όσο αρέσει και σε 'μένα. Γιατί καλή η φαντασία όμως, όταν στηρίζεται σε μια λογική πέρα από τα συμβατικά όρια, τα πράγματα είναι ακόμα πιο ενδιαφέροντα.

Βρισκόμαστε λοιπόν σε μια εποχή όπου οι πολίτες των διαφόρων πόλεων μιας χώρας, ζουν κάτω από ένα παράξενο καθεστώς. Σε κάθε τι, ακόμα και στην ίδια τους την ύπαρξη, υπάρχει μια κλίμακα η οποία καθορίζει την ιεραρχία, την δύναμη, την θέση σου στην κοινωνία, από τα ανώτερα μέχρι τα κατώτερα στρώματα, χαρακτηριστικό μάλιστα που κληρονομείται από γενιά σε γενιά. Από όποια τάξη κι αν προέρχεσαι, δεν μπορείς να ανέβεις αλλά ούτε και να κατέβεις, ακόμα και αν το θέλεις αφού, δεν υπάρχουν περιθώρια που να σου επιτρέπουν να το προσπαθήσεις. Όχι πως θα το ήθελε κανείς θα μπορούσε να το πετύχει αφού, αυτή είναι η ιδέα με την οποία ανατρέφεται και γαλουχείται, κάνοντάς τον να υπακούει τυφλά στο κατεστημένο. Παράλληλα, στα δέκατα τέταρτα γενέθλιά του, κάθε πολίτης θεωρείται ενήλικας και με μια καθορισμένη τελετή, αρχίζει να λαμβάνει το Ιχώρ, δημιούργημα και προσφορά του Δόκτορα Σιγμούνδου, αρχηγού και καθοδηγητή όλων όσων βρίσκονται στα εδάφη που ελέγχει, που δεν τους επιτρέπει να κάνουν κακές και βίαιες σκέψεις, προκαλώντας έτσι το χάος, την αναρχία και την εγκληματικότητα.

Και μπορεί να αναρωτιέστε τώρα που ακριβώς βρίσκεται το κακό σε μια χώρα σαν αυτή... Μα φυσικά στο γεγονός ότι κανένας από τους πολίτες της δεν έχει προσωπικότητα, ελεύθερη βούληση, ανεξάρτητη λογική, πνεύμα και ικανότητα να πράττει. Δεν έχει φαντασία, στερείται δημιουργικότητας και το σημαντικότερο όλων, έχει πάψει να ονειρεύεται. Με άλλα λόγια, μιλάμε για μια ρομποτική κοινωνία, όπου τα πάντα λειτουργούν καλοκουρδισμένα, ελεγχόμενα από ένα και μόνο άτομο και για το καλό και μόνο του ανθρώπου αυτού αλλά και για την δύναμη και την εξουσία που έχει στα χέρια του. Σκοπός του δεν είναι η δημιουργία μιας ειδυλλιακής και ειρηνικής κοινωνίας αλλά, μιας κοινωνίας καθ' όλα υποταγμένης, ανίκανης να εναντιωθεί στα θέλω και στα πιστεύω ενός, απόλυτου άρχοντα ο οποίος ωστόσο δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τα μέσα που φαινομενικά καταδικάζει, προκειμένου να πετύχει τον σκοπό του και να διατηρήσει τον έλεγχο.

Ο Brian Keaney μας συστήνει έναν τρομακτικά ομαλά ρυθμισμένο κόσμο. Αντιλαμβανόμαστε ότι η αρμονία μέσα σε αυτόν δεν είναι τίποτα άλλο από μια ψευδαίσθηση και ανατριχιάζουμε στην ιδέα του απόλυτου ελέγχου, της ολοκληρωτικής καθυπόταξης και της αδυναμίας ή ακόμα χειρότερα, της έλλειψης πάσης επιθυμίας για αντίσταση. Επιπλέον, έχουμε μια καλή εισαγωγή στον κόσμο της οδυλικής ενέργειας, η οποία μας προκαλεί να την ανακαλύψουμε και πολύ περισσότερο, να εξερευνήσουμε, τόσο τις δυνατότητες που αυτή προσφέρει, όσο και τις δυνατότητες που έχουμε εμείς οι άνθρωποι, σε συσχέτιση πάντα με την δύναμη της σκέψης και την αλληλεπίδραση αυτής με κάθε τι υλικό στον κόσμο. Ξέρω, ακούγεται λίγο μπερδεμένο και σε καμία περίπτωση δεν θα ισχυριστώ πως δεν θα μείνετε με απορίες αλλά, ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται απλά για το πρώτο μέρος μιας πολλά υποσχόμενης τριλογίας, την οποία και αδημονώ να συνεχίσω.
Βαθμολογία 9/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Brian Keaney
Μεταφραστής: Γασπάρης Νίκος
Εκδόσεις: Πατάκης
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2008
Αρ. σελίδων: 274
ISBN: 978-960-16-2507-2

Posted on Παρασκευή, Οκτωβρίου 07, 2011 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

2 comments

Πέμπτη, Οκτωβρίου 06, 2011

Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Καθώς πλησιάζουν τα δέκατα τρίτα γενέθλια της Μπέθανι, οι γονείς της αρχίζουν να φέρονται πολύ παράξενα. Η µητέρα της δε σταµατάει να κλαίει και ο πατέρας της δεν την αφήνει στιγµή µόνη της.
Ένα πρωί µετακοµίζει και αφήνει την Μπέθανι στην άγνωστη θεία Μίρλι. Όµως κανείς δεν της εξηγεί γιατί οι άνθρωποι της µικρής πόλης αντιδρούν λες και είδαν φάντασµα κάθε φορά που τη βλέπουν.
Το µυστήριο εντείνεται όταν η Μπέθανι λαµβάνει ένα δέµα που περιέχει τέσσερα διαφορετικά πιστοποιητικά γέννησης.

Προσωπική άποψη:
Είναι ορισμένα βιβλία για τα οποία μου είναι εξαιρετικά δύσκολο να μιλήσω. Δεν είναι ότι δεν μπορώ να εκφράσω αυτά που σκέφτομαι, να περιγράψω τα συναισθήματα που μου προκάλεσε ή να μεταφέρω την ουσία του. Το πρόβλημα έγκειται στο πόσα μπορώ να συγκαλύψω έτσι ώστε να μην 'κάψω' την υπόθεση πριν καν μπει κάποιος στην διαδικασία ανάγνωσης. Ένα από αυτά τα βιβλία είναι και η "Διπλή Ταυτότητα", δια χειρός Margaret Peterson Haddix, μια συγγραφέας με αρκετές διακρίσεις στον χώρο της νεανικής λογοτεχνίας η οποία έχει δείξει ιδιαίτερα καλά δείγματα, ακόμα και σε περιπτώσεις όπως η συγκεκριμένη που από τις πρώτες κι όλας σελίδες του βιβλίου, έχεις μια πολύ συγκεκριμένη εικόνα για το τι συμβαίνει, έστω κι αν δεν έχεις την βεβαιότητα για το τι και με τι σειρά θα συμβεί.

Έχουμε λοιπόν να αντιμετωπίσουμε την Μέρεντιθ, ένα κορίτσι που λίγο πριν κλείσει τα δεκατρία του χρόνια, εγκαταλείπεται, χωρίς καμία απολύτως εξήγηση, από τους υπερπροστατευτικούς γονείς της στο σπίτι μιας θείας την ύπαρξη της οποίας και αγνοούσε. Παράλληλα, ανακαλύπτει ότι μοιάζει εξαιρετικά με ένα άλλο κορίτσι, την Ελίζαμπεθ, η οποία όμως έχει πεθάνει πολλά-πολλά χρόνια πριν από την γέννησή της. Η Μέρεντιθ λοιπόν έχει να ανακαλύψει τα εξής: Πρώτον και κύριον, τον λόγο που οδήγησε τους γονείς της στο να πάρουν την απόφαση να την αποχωριστούν όταν μέχρι πρότινος δεν την άφηναν στιγμή από τα μάτια και την προστασία τους. Δεύτερον, το κρυφό παρελθόν των γονιών της, για το οποίο φαίνεται πως τελικά δεν γνωρίζει τίποτα και που είναι γεμάτο σκοτεινά μυστικά. Τρίτον, ποια είναι η μυστηριώδης Ελίζαμπεθ και πολύ περισσότερο, τι είναι αυτό που την συνδέει μαζί της, κάνοντας την ομοιότητά τους τόσο τρομακτική.

Η ιστορία παίζει σε τρία διαφορετικά ταμπλό. Το ένα από αυτά, είναι εκείνο των οικογενειακών σχέσεων, πόσο δυνατές μπορούν να είναι αυτές, πόση εξάρτηση μπορεί να έχει το κάθε μέλος από κάποιο άλλο και πως η ανάγκη μας να δείξουμε την αγάπη και να προστατεύσουμε τον άλλον μπορεί να γίνει μια καταπιεστική και κυρίως, ψυχαναγκαστική για εμάς τους ίδιους. Το δεύτερο έχει να κάνει με τον θάνατο και κατά πόσο οι άνθρωποι είμαστε έτοιμοι να τον αντιμετωπίσουμε όταν έρθει στον δρόμο μας, κατά πόσο μπορούμε να συμβιβαστούμε μαζί του και όσο κι αν αυτός μας πληγώνει, να συνεχίζουμε να ζούμε με την θύμηση των αγαπημένων μας προσώπων, αφήνοντας πίσω μας τα συντρίμμια που άφησε ο χαμός του. Τέλος, έχουμε να κάνουμε με την επιστήμη, τις δυνατότητές της αλλά κυρίως, τους φραγμούς που αυτή έχει και κατά πόσο θα έπρεπε να τους ξεπερνάμε, εξελίσσοντάς την, παραβιάζοντας ωστόσο την ανθρώπινη φύση και γιατί όχι, τις ίδιες της βουλές του Θεού.

Η συγγραφέας αναπτύσσει την ιστορία της με γρήγορους και καθηλωτικούς ρυθμούς. Θυμίζει θρίλερ επιστημονικής φαντασίας το οποίο συνοδεύεται με αρκετά ισορροπημένες δόσεις δράσης, δεδομένου ότι απευθύνεται κατά κύριο και πρώτο λόγο σε άτομα νεαρής ηλικίας. Η ατμόσφαιρα η οποία χτίζει είναι ιδιαίτερα σκοτεινή, προκαλώντας αρκετές στιγμές, ένα αίσθημα κλειστοφοβίας θα λέγαμε, ακόμα και αγχωτικού πανικού. Ωστόσο, προς το τέλος του βιβλίου φαίνεται πως ο ειρμός της χάνεται και η συγκέντρωσή της αποσπάται καθώς μας δημιουργείται η αίσθηση ότι οδηγούμαστε στο φινάλε με τρόπο βιαστικό ενώ θα περιμέναμε μια σημαντική έκπληξη να μας φτάσει στην κορύφωση τους δράματος. Πιο απλά, δημιουργείται μια αίσθηση προχειρότητας και άνευ λόγου βιασύνης η οποία δυστυχώς αποδυναμώνει την τελική αίσθηση που το μυθιστόρημα καταφέρνει να αφήσει.

Η "Διπλή Ταυτότητα" διακατέχεται από αρκετά μεγάλο σασπένς και αγωνία, στοιχεία που κάνουν την ανάγνωσή της εύκολη, γρήγορη κι ευχάριστη, παρά το γεγονός ότι από πολύ νωρίς υποψιαζόμαστε τι περίπου έχει συμβεί ώστε να φτάσει η κατάσταση στο σημείο όπου ξεκινήσαμε να την παρακολουθούμε. Η Μπέθανι είναι μια συμπαθέστατη ηρωίδα, με το πολύ νεαρό της ηλικίας της να παίζει καταλυτικό ρόλο στο να την συμπαθήσουμε και πολύ περισσότερο, να συμπάσχουμε μαζί της αλλά και με το προσωπικό της δράμα. Αν το φινάλε ήταν διαφορετικό, τότε θα μπορούσαμε να μιλάμε για ένα πάρα πολύ καλό και όχι απλώς για ένα καλό βιβλίο. Ελπίζω ότι στο μέλλον, αν κι εφόσον τύχει να ξανασυναντήσω κάποιο βιβλίο της συγγραφέως, δεν θα έχει παρασυρθεί από την αγωνία του να δώσει ένα τέλος, όποιο κι αν είναι αυτό, καταφεύγοντας σε ευκολίες.
Βαθμολογία 7,5/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Margaret Peterson Haddix
Μεταφραστής: Γιαννακοπούλου Χαρά
Εκδόσεις: Πατάκης
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2008
Αρ. σελίδων: 256
ISBN: 960-16-2796-0

Posted on Πέμπτη, Οκτωβρίου 06, 2011 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

2 comments

Τετάρτη, Οκτωβρίου 05, 2011

Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Η Τέσσα είναι μόλις δεκαέξι χρόνων. Και της μένουν μόνο λίγοι μήνες ζωής. Ύστερα από τέσσερα χρόνια θεραπείας για τη λευχαιμία, δεν υπάρχει πια επιστροφή. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να περιμένει το θάνατο.
Όμως, αυτό που δεν μπορεί να δεχτεί είναι το γεγονός ότι θα πεθάνει χωρίς να έχει βιώσει πρώτα κάποια πράγματα. Έτσι, φτιάχνει μια λίστα με αυτά που θα ήθελε να κάνει πριν έρθει το τέλος: Σεξ, ναρκωτικά, παρανομίες, έρωτας...

Προσωπική άποψη:
Σίγουρα κατά καιρούς, και ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα, έχουν πέσει βιβλία νεανικής κι εφηβικής λογοτεχνίας στα χέρια μου τα οποία και έχουν αναφορές στον θάνατο. Όμως η ύπαρξή του είναι καθαρά για λειτουργικούς λόγους, απλά και μόνο για να εξυπηρετηθεί η πλοκή. Ο συγγραφέας δεν εισχωρεί σε βάθος στην ιδέα του, τον αναφέρει μεν αλλά ταυτόχρονα, τον προσπερνάει σχετικά γρήγορα κι εύκολα, σα να θέλει να βγάλει τον αναγνώστη από την δύσκολη θέση, να αποφύγει να του προκαλέσει δυσφορία ή να καλλιεργήσει την θλίψη του. Και όμως, ο θάνατος μπορεί να είναι λυπηρός ωστόσο, είναι ταυτόχρονα κάτι μεγάλο και εξαιρετικά σημαντικό, κάτι μπροστά στο οποίο δεν πρέπει να κλείνουμε τα μάτια μας αλλά, να το αγκαλιάζουμε, να το δεχόμαστε όσο κι αν μας πονάει και στο τέλος, μαζί με την θλίψη, να μας μένει η ικανοποίηση ότι κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε και η ελπίδα να παραμένει ζωντανή μέσα μας. Αυτό το θέμα λοιπόν που πολλοί δεν τολμάνε να αγγίξουν, η Jenny Downham το κάνει κεντρικό της άξονα.

Η Τέσσα είναι ένα δεκαεξάχρονο κορίτσι, που κάθε άλλο παρά συνηθισμένο θα χαρακτήριζε κανείς και αυτό όχι γιατί έχει κάποια μοναδική, εξαιρετική ικανότητα αλλά, γιατί πάσχει από λευχαιμία και μάλιστα, στην χειρότερή της μορφή. Έχει περάσει τέσσερα βασανιστικά χρόνια μπαινοβγαίνοντας στο νοσοκομείο, κάνοντας επίπονες αγωγές οι οποίες ωστόσο, ξέρει ότι δεν θα της σώσουν την ζωή αλλά, μπορεί μόνο να την παρατείνουν. Κι ενώ κλείνεται όλο και περισσότερο στον εαυτό της, συνειδητοποιεί ότι ο χρόνος που της μένει είναι λίγος και όσα θα ήθελε να κάνει στην ζωή της, πολλές. Έτσι λοιπόν φτιάχνει μια λίστα με τις κορυφαίες της επιθυμίες τις οποίες και αποφασίζει να ικανοποιήσει. Φυσικά η επιθυμία της να ολοκληρώσει όλα τα παραπάνω, δεν την οδηγούν σε μια μόνιμη κατάσταση ευθυμίας. Ο πόνος, η οργή και η θλίψη δεν την εγκαταλείπουν ξαφνικά αλλά αντίθετα, λειτουργούν ως κινητήρια δύναμη των πράξεών της οι οποίες, άλλες φορές την οδηγούν στην απόλυτη ευτυχία και άλλες, στην βαθύτερη μιζέρια και δυστυχία.

Μπορεί η Τέσσα να είναι βαριά άρρωστη ωστόσο, δεν παύει να είναι έφηβη. Αυτό σημαίνει αυτόματα πως η συμπεριφορά της συνοδεύεται από όλη εκείνη την οργή που χαρακτηρίζει την ηλικία αυτή. Σε συνδυασμό δε με τον κυνισμό που γεννά η ασθένειά της, τα στοιχεία αυτά οδηγούν τους γύρω της αλλά και εμάς ως αναγνώστες στα όριά μας. Όχι, η Τέσσα δεν προκαλεί μόνο την λύπη και την κατανόησή μας αλλά, και την αγανάκτησή μας εξαιτίας της κατά στιγμές εγωιστικής και εγωκεντρικής συμπεριφοράς της. Άνθρωποι είμαστε, όπως και οι συγγενείς και οι φίλοι της, και το συναίσθημα αυτό είναι πάρα πολύ φυσικό και νομίζω άλλωστε ότι και ο σκοπός της συγγραφέας δεν είναι απλά να την συμπαθήσουμε αλλά, να την καταλάβουμε επιτρέποντάς μας ωστόσο να ανασάνουμε κάποιες στιγμές. Όμως φυσικό είναι και το να είναι κι εκείνη εγωίστρια, να θέλει όλη την προσοχή και την αγάπη στραμμένη πάνω της. Όλοι οι υπόλοιποι θα συνεχίσουμε να είμαστε εδώ όταν εκείνη θα έχει φύγει. Εκείνη θα έχει χαθεί, δεν θα υπάρχει όμως εμείς, θα συνεχίσουμε να αναπνέουμε, να αισθανόμαστε, να ονειρευόμαστε.

Η Jenny Downham αποδίδει την ιστορία της με την βοήθεια της φωνής της Τέσσα, πλημμυρισμένη από μαύρο χιούμορ και κυνισμό, αποφεύγοντας με επιδέξιο τρόπο να καταφύγει σε φτηνούς μελοδραματισμούς. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί μπορεί να είναι σκληρή παράλληλα όμως, είναι αληθινή, ρεαλιστική, πέρα για πέρα ειλικρινής, γεγονός που μας αγγίζει μέχρι τα βάθη της ψυχής μας συγκινώντας μας βαθιά και ουσιαστικά. Η φιλία, η αγάπη, ο έρωτας, όλα αποτυπώνονται μέσα από μικρές ή μεγάλες στιγμές που θα ολοκληρώσουν τον κύκλο της ζωής της ηρωίδας η οποία όσο και να θέλει, δεν μπορεί και το ξέρει καλά, να ξεφύγει από τον θάνατο. Μπορεί η Τέσσα να υποφέρει και όμως, αποδεικνύεται ότι είναι η πιο δυνατή απ' όλους, μπορεί να μας ζηλεύει και να ξεσπάει απέναντί μας για το άδικο της μοίρας της ωστόσο, δεν ταπεινώνεται, δεν σκύβει το κεφάλι αλλά λέει εγώ είμαι εδώ και θα το παλέψω όσο μπορώ. Την ύστατη στιγμή όμως δεν προσπαθεί να τον πολεμήσει αλλά με γενναιότητα, να τον καλοδεχτεί, αποχωρώντας με την συνείδησή της γεμάτη με τις πιο όμορφες εικόνες και συναισθήματα που άλλοι μπορεί να μην συναντήσουν σε μια ολοκληρωμένη ζωή, εικόνες που με υπέροχο τρόπο μεταφέρονται και σε μας κάνοντάς μας να πιστέψουμε ότι βρίσκονται πολύ κοντά στην αλήθεια, έστω κι αν δεν έχουμε συναντήσει τον θάνατο.

Πόσο εύκολο είναι για ένα βιβλίο νεανικής λογοτεχνίας να μιλήσει για τον θάνατο και μάλιστα, τον θάνατο ενός δεκαεξάχρονου κοριτσιού; Πόσο εύκολα μπορεί ένα παιδί ή ένας έφηβος να καταλάβει, να κατανοήσει σε βάθος και τελικά, να αντιμετωπίσει τον θάνατο; Πολύ πιο εύκολα από κάθε ενήλικο και θέλετε κάποια απόδειξη γι' αυτό, στραφείτε σε κάποιο παιδί που βρίσκεται κοντά σας ή ακόμα καλύτερα, αναζητήστε στις μνήμες σας τα χρόνια εκείνα που ήσασταν εσείς παιδί και προσπαθήστε να θυμηθείτε αν αντιμετωπίζατε τον θάνατο με την ίδια μακαβριότητα που πιθανότατα το κάνετε ως ενήλικες. Όχι, το να μιλήσεις στους νέους για τον θάνατο δεν θα τους μαυρίσει την καρδιά αφού, έχουν μεγαλύτερο και ισχυρότερο σθένος από εμάς και σαφέστατα, πολύ πιο ισχυρή λογική η οποία και τους επιτρέπει να πονέσουν μεν, να προχωρήσουν δε, ξέροντας πως η ζωή δεν τελειώνει όταν κάποιος φεύγει αλλά αντίθετα, συνεχίζεται και αυτοί πρέπει απλά να κάνουν ότι καλύτερο μπορούν. Αυτό το σπαρακτικό, συγκινητικό και γεμάτο έντονα συναισθήματα μυθιστόρημα, είναι αναμφίβολα μια εμπειρία που μικροί και μεγάλοι πρέπει να βιώσουν και να μοιραστούν.
Βαθμολογία 10/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Jenny Downham
Μεταφραστής: Γιαννακοπούλου Χαρά
Εκδόσεις: Πατάκης
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2008
Αρ. σελίδων: 346
ISBN: 978-960-16-2797-7

Posted on Τετάρτη, Οκτωβρίου 05, 2011 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

11 comments

Τρίτη, Οκτωβρίου 04, 2011

Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Πριν από το "Βότανο της αγάπης" ήμουν αγόρι, σκέφτεται. Πριν από το "Βότανο της αγάπης" ήμουν παιδί.
Όταν εμφανίστηκε μέσα από την ομίχλη, τα κόκκινα μαλλιά της φώτισαν το πρωινό του -τη ζωή του ολόκληρη. Αλλά αυτό ήταν πριν.
Τώρα το αγόρι βρίσκεται στο δωμάτιο του. Ένα δεκαεξάχρονο αγόρι που περιμένει ένα τηλεφώνημα. Ελπίζοντας ν' ακούσει ότι όλα ήταν αλήθεια. Ότι όλα ήταν τόσο τέλεια όσο είχε φανταστεί. Όμως το τηλέφωνο παραμένει σιωπηλό.
Το αγόρι εξακολουθεί να περιμένει, καταστρέφοντας ένα ένα όλα τα αντικείμενα που θυμίζουν εκείνη. Σκίζει την κάρτα λεωφορείου στα δύο και μετά στα τέσσερα και... Το τηλέφωνο δε χτυπά.
Το αγόρι ανοίγει την μπαλκονόπορτα και πετάει τη γλάστρα στον κήπο με όλη του τη δύναμη. Δε χτυπά.
Και η κάθε μέρα που πέρασαν μαζί περνάει στο μυαλό του σαν ταινία. Και αναρωτιέται. Τι θα γίνει αν το τηλέφωνο δε χτυπήσει; Θ΄ αξίζει τότε να ζει;

Προσωπική άποψη:
Η Σουηδία έχει να επιδείξει πολλά καλλιτεχνικά ταλέντα. Ανάμεσα σε αυτά, πληθώρα συγγραφέων και λογοτεχνών. Ένας από αυτούς, είναι και ο Per Nilsson, πρώην καθηγητής μουσικής και μαθηματικών ο οποίος, τα τελευταία δώδεκα χρόνια έχει αφιερώσει ολοκληρωτικά τον εαυτό του στην συγγραφή. Τα βιβλία του αφορούν κατά κύριο λόγο νέους και εφήβους αλλά, και όλους εκείνους που παρά το πέρασμά τους στην ενηλικίωση, μπορούν ακόμα να θυμηθούν την αθώα αυτή ηλικία που άφησαν πίσω τους. Άλλωστε όπως υποστηρίζει και ο ίδιος ο συγγραφέας, γράφει για όλους εκείνους που μπορούν και ονειρεύονται, για όλους όσους έχουν φαντασία αλλά, και για εκείνους που προσπαθούν να κατανοήσουν πως τα πράγματα συνδέονται μεταξύ τους. Τα βιβλία του, αποτελούν έναν διάλογο με τους νέους, μια αποτύπωση των σκέψεων και των συναισθημάτων τους, για την ίδια τη ζωή, τον θάνατο, το μέλλον και στην προκειμένη περίπτωση, για την αγάπη και τον έρωτα.

"Το Βότανο Της Αγάπης" είναι η προσωποποίηση του πρώτου έρωτα, που ο καθένας από εμάς βίωσε κάποια στιγμή στα πρώτα στάδια της ζωής του. Είναι η προσωποποίηση της ανάγκης του ανθρώπου να βιώσει συναισθήματα, να τα εκφράσει με όλη την ειλικρίνεια της εφηβείας και μοιραία, να πληγωθεί εξαιτίας της αφέλειας της ηλικίας αυτής, όπου το πάθος δεν διαχωρίζεται, δεν ελέγχεται και μας αφήνει να παρασυρθούμε χωρίς να σκεφτόμαστε τις συνέπειες. Κεντρικός ήρωας της ιστορίας του ένα δεκαεξάχρονο αγόρι που για πρώτη φορά συναντάει τον έρωτα, έναν έρωτα δυνατό και μοναδικό, έτσι όπως μπορεί να είναι μόνο όταν χαρακτηρίζεται από την φλόγα της πρώτης αγάπης. Είναι ο έρωτας εκείνος που μπορεί να σε απογειώσει, που σε οδηγεί στο να ωραιοποιήσεις την κάθε στιγμή, να θεοποιήσεις το αντικείμενο του πόθου σου και τελικά, ο έρωτας εκείνος που διακατέχεται από απογοητεύσεις, φόβο και ανασφάλεια, μέχρι να σε οδηγήσει στο σημείο της οριστικής συντριβής, στο σημείο εκείνο όπου όλος ο κόσμος είναι πολύ μικρός και δεν σημαίνει τίποτα χωρίς αυτόν που αγαπάς.

Βρισκόμαστε λοιπόν σε αυτό, το τελικό σημείο, όπου ο δεκαεξάχρονος ερωτευμένος, αδιαφορώντας να μαζέψει τα κομμάτια του, ξεφορτώνεται με την σειρά που βρίσκονται στην λίστα του, όλα εκείνα τα αντικείμενα που του θυμίζουν το κοκκινομάλλικο κορίτσι που τον οδήγησε από την απόλυτη ευτυχία στην βαθύτερη δυστυχία. Κάθε ένα από αυτά, μικρό ή μεγάλο, μας ταξιδεύει στον χρόνο, από την στιγμή που την αντίκρισε για πρώτη φορά, σε εκείνη που μπήκε τελικά στην ζωή του και σε όλες όσες ακολούθησαν για να την οδηγήσουν κατευθείαν στα βάθη της καρδιάς του και από εκεί, στην συντριπτική απώλειά της. Τα συναισθήματα είναι σαφώς εναλλασσόμενα, μεταπηδώντας από την απόλυτη ευφορία στην ολοκληρωτική απόγνωση. Με καθαρό πλέον μυαλό, μελετάει τα σημάδια εκείνα που υπήρξαν και αρνήθηκε να τα δει, εκείνα που είχαν αρχίσει να μετράνε αντίστροφα οδηγώντας την καθημερινότητά του, η οποία προσδιοριζόταν πλέον μόνο από εκείνην, στο τέλος της. Κάθε τι που την θυμίζει και το ξεφορτώνεται, είναι ένα λιθαράκι που τον φέρνει πιο κοντά... αλήθεια, σε τι;

Ο Nilsson απευθύνεται αρχικά στους νέους, σε όλους εκείνους που βιώνουν ή που ετοιμάζονται να βιώσουν μια παρόμοια κατάσταση. Μέσα από ένα σύντομο και ευέλικτο οδοιπορικό, προσπαθεί να τους ετοιμάσει γι' αυτό που αναπόφευκτα θα αντιμετωπίσουν έτσι ώστε να πάρουν μια ιδέα σχετικά με το πως πρέπει να το χειριστούν ή, για το πως πρέπει να βγουν από τον θρήνο τους αν ήδη βρίσκονται μπλεγμένοι στα δίχτυα ενός ανάλογου δράματος. Μιλάει με ειλικρίνεια, η οποία μπορεί και να φαντάζει σκληρή κάποιες στιγμές ωστόσο, καταφέρνει να μιλήσει απευθείας στην καρδιά μας προκαλώντας μας τελικά συγκίνηση η οποία, είτε πηγάζει από την θλίψη των αναμνήσεων είτε από την συνειδητοποίηση ότι καλώς ή κακώς, έτσι έχουν τα πράγματα, έτσι είναι η ζωή και αυτό κανείς δεν μπορεί να το αλλάξει. Ακόμα και μέσα από τον μεγαλύτερο πόνο μας, κάτι έχουμε να κερδίσουμε με πιο σημαντικό ίσως, πως η ζωή δεν τελειώνει, δεν σταματάει ποτέ αλλά αντίθετα, μας περιμένει να σηκωθούμε, να σταθούμε ξανά στα πόδια μας και να την ακολουθήσουμε.

Όχι, σε καμία περίπτωση δεν προσπαθεί να μειώσει την δύναμη της πρώτης αγάπης. Άλλωστε κάτι τέτοιο θα ήταν τραγικό και άδικο αφού, θέλοντας και μη, η αγάπη αυτή είναι ίσως η πιο σημαντική που θα βιώσουμε στην ζωή μας. Η εμπειρία της είναι αυτή που σε μεγάλο βαθμό θα καθορίσει ποιοι θα είμαστε μεθαύριο στις ενήλικες σχέσεις μας. Γιατί μιλάω σαν να είμαι έφηβος; Μα φυσικά επειδή, έστω κι αν πλέον δεν ανήκω σε αυτή την κατηγορία, δεν μπορώ να ξεχάσω την δικιά μου πρώτη αγάπη και την συντριβή που αυτή μου προκάλεσε. Αυτό είναι και το μεγάλο στοίχημα του συγγραφέα, να καταφέρει να μιλήσει στις καρδιές των ενήλικων μέσω μιας εφηβικής ιστορίας, ξυπνώντας τις αναμνήσεις που βρίσκονται καλά φυλαγμένες στην καρδιά του. Γρήγορο, ειλικρινές, συγκινητικό μα πάνω απ' όλα, ρεαλιστικό, "Το Βότανο Της Αγάπης" δεν είναι μια ιστορία που δεν ξέρουμε αλλά, αυτό είναι που την κάνει σημαντική. Γιατί είναι στην πραγματικότητα η αφήγηση τους χρονοδιαγράμματος της δικιάς μας, πρώτης ερωτικής περιπέτειας.
Βαθμολογία 8,5/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Per Nilsson
Μεταφραστής: Παπαφίγκου Άννα
Εκδόσεις: Πατάκης
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2007
Αρ. σελίδων: 176
ISBN: 960-16-2576-3

Posted on Τρίτη, Οκτωβρίου 04, 2011 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

3 comments

Δευτέρα, Οκτωβρίου 03, 2011

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Μια συγγραφέας από τη Δανία ζει στην αποικιακή Κένυα και έχει στην ιδιοκτησία της μια φυτεία καφέ την οποία και διευθύνει με δυναμισμό.
Παράλληλα ζει μια μοναχική ζωή καθώς ο άντρας της την απατά, ενώ σύντομα θα βρει τον έρωτα στο πρόσωπο ενός άλλου άντρα.

Προσωπική άποψη:
Δεν θα περίμενα ποτέ ότι θα έβλεπα στο σήμερα, για πρώτη φορά, μια ταινία που έχει τα ίδια χρόνια με 'μενα και θα κατάφερνε όχι απλά να με κερδίσει αλλά, να με ταξιδέψει και να με συγκινήσει, όσο λίγες σύγχρονες παραγωγές μπορούν. Βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Karen Blixen, μια αληθινή ιστορία για τα όσα η ίδια βίωσε κι αισθάνθηκε κατά την παραμονή της στην Μαύρη Ήπειρο, το "Out Of Africa" είναι μια ταινία εξαιρετικής γοητείας και ομορφιάς, που από το πρώτο της κι όλας πλάνο σε καθηλώνει χωρίς να σου επιτρέπει να αποσπάσεις το βλέμμα σου από την οθόνη, έστω για μια μικρή, μηδαμινή στιγμή. Είναι μια ιστορία θέλησης, πίστης και αφοσίωσης μα πάνω απ' όλα, μια ιστορία αγάπης που δεν εκφράζεται μόνο μέσα από το πρόσωπο ενός συντρόφου αλλά, μέσα από κάθε εικόνα της Αφρικής και όλων όσων αντιπροσωπεύει για την ίδια.

Ο Syndney Pollack δεν μας μεταφέρει απλά στην Αφρική. Μας αφήνει να την εξερευνήσουμε από άκρη σε άκρη. Μας επιτρέπει να την ζήσουμε σε κάθε της μορφή κι έκταση, να κατανοήσουμε τους άγραφους νόμους της, τον τρόπο ζωής των κατοίκων αλλά και τις διαφορές που έχει αυτός από εκείνον των Δυτικών που βίαια εισέβαλαν στα δικά τους χωράφια προσπαθώντας δήθεν μου τάχα να τους εκπολιτίσουν. Μια προσπάθεια άχρηστη αφού πολύ σύντομα αντιλαμβανόμαστε ότι οι βάρβαροι δεν είναι εκείνοι αλλά εμείς. Η σκηνοθεσία του είναι κάτι περισσότερο από αριστοτεχνική, το μοντάζ σφιχτοδεμένο και κάθε εικόνα του, είτε συνοδεύεται από λέξεις είτε όχι, έχει τόσα πολλά να πει και να εκφράσει και είναι τόσο απίθανο να μην μπορέσεις να τα καταλάβεις. Είναι όλα τόσο γοητευτικά και μοναδικά που πολύ απλά, σου κόβουν την ανάσα.

Μπορεί βέβαια το σενάριο να αφιερώνει περισσότερο χρόνο απ' ότι το βιβλίο στο ειδύλλιο της Karen μα τον Denys, και σαφέστατα χωρίς την συγκάλυψη της λογοτεχνικής πένας της ίδιας της αφηγήτριας ωστόσο, αυτό κάθε άλλο παρά ενοχλεί. Άλλωστε, κι επειδή μιλάμε για μια κινηματογραφική μεταφορά, αυτό είναι ένα στοιχείο λίγο-πολύ αναμενόμενο καθώς, υπήρχε μεγάλη πιθανότητα χωρίς την απόλυτη εκδήλωση ενός παρθένου έρωτα, όπως θα έπρεπε δηλαδή σε μια χώρα όπως η Αφρική, η ταινία να μην είχε την απήχηση που πέτυχε τελικά. Όπως και να 'χει όμως, αυτός ο έρωτας που ξετυλίγεται με φόντο την εξαιρετική φωτογράφιση μιας παράξενης, επικίνδυνης αλλά συνάμα γοητευτικής χώρας, είναι κάτι περισσότερο. Είναι το σύμβολο της απόλυτης ελευθερίας και της δύναμης να την εκφράζεις. Είναι ένα ακόμη μέσω για να καταλάβει η Karen ποια είναι, τι θέλει, αποτινάζοντας από πάνω της κάθε μικροπρέπεια της υψηλής κοινωνίας. Τα πάντα είναι στιγμές και αυτές είναι που καθορίζουν ποιοι είμαστε.

Τι θα μπορούσε άραγε να πει κανείς για την μοναδική, την υπέροχη Meryl Streep Όσα χρόνια κι αν περάσουν, σε όσες ταινίες κι αν την δω, δεν μπορώ παρά να την λατρεύω, όχι μόνο για τις ταινίες εκείνες που είναι πραγματικά αξιόλογες αλλά, και για εκείνες που ενώ δεν αξίζουν καταφέρνει να τις στολίζει και να τις αναβαθμίζει με την παρουσία της και μόνο. Γοητευτική, με μυστηριώδη θλίψη και την ανάγκη ενός ανθρώπου να αγαπήσει και να αγαπηθεί ολοκληρωτικά, χωρίς κανόνες και όρια, η Streep ζωντανεύει την Karen της λογοτεχνικής φαντασίας μας, τόσο ρεαλιστικά όσο δεν θα μπορούσα να ελπίζω. Από την άλλη, οι Klaus Maria Brandauer και Robert Redford, εκπροσωπώντας δύο εκ δια μέτρου αντίθετα πρότυπα αρσενικών, είναι επίσης μοναδικοί, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, υποστηρίζοντας επάξια το καθήκον που τους έχει ανατεθεί, με τον Redford ωστόσο να κερδίζει την συμπάθεια του κοινού σε μεγαλύτερο βαθμό εξαιτίας της γοητείας, τόσο του ίδιου όσο και του ασυμβίβαστου και αδάμαστου του χαρακτήρα που υποδύεται.

Η μαγική αυτή παραγωγή που κατάφερε να κερδίσει τα 7 από τα 11 Oscars για τα οποία προτάθηκε, είναι μια συγκλονιστική κινηματογραφική εμπειρία που αναμφίβολα θα σημαδέψει το μυαλό και την καρδιά σας, πλημμυρίζοντάς τα με ομορφιά, χρώματα, αρώματα και γεύσεις μιας χώρας και των ανθρώπων της, που έστω κι αν δεν γνωρίσατε ποτέ πλέον, θα σας φαντάζουν οικείοι και λατρευτοί. Οι μοναδικές ερμηνείες είναι ένας ακόμα λόγος να μείνει αναλλοίωτη στη μνήμη σας καθώς, είναι αδύνατον να ξεχάσετε την αγάπη, την νοσταλγία, την λαχτάρα, τον πόνο και κάθε άλλο δυνατό και αδύνατο συναίσθημα που καθρεπτίζεται στα πρόσωπά τους. Ναι, ο Pollack είναι καταπληκτικός σκηνοθέτης και χωρίς να θέλω να λέω μεγάλα λόγια, το "Out Of Africa" είναι το αριστούργημα εκείνο για το οποίο μπορεί να παινεύεται χωρίς το παραμικρή ίχνος σεμνότητας και 'μεις να το απολαμβάνουμε ξανά και ξανά, ταξιδεύοντας νοερά εκεί που το σώμα αδυνατεί να φτάσει.
Βαθμολογία 9/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Πέρα Από Την Αφρική
Είδος: Κοινωνική
Σκηνοθέτης: Sydney Pollack
Πρωταγωνιστές: Meryl Streep, Robert Redford, Klaus Maria Brandauer, Michael Kitchen, Malick Bowens, Joseph Thiaka, Stephen Kinyanjui, Michael Gough, Graham Crowden, Leslie Phillips, Shane Rimmer
Παραγωγή: 1985
Διάρκεια: 161'

Σχετικά sites που αξίζουν τον κόπο:

Posted on Δευτέρα, Οκτωβρίου 03, 2011 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

5 comments

Κυριακή, Οκτωβρίου 02, 2011

Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Είναι δυνατότεροι, τα τραύματά τους επουλώνονται γρηγορότερα και το μυαλό τους σκέφτεται εκατό φορές ταχύτερα από του πιο έξυπνου ανθρώπου και πρέπει να εξολοθρευτούν. Όμως ούτε κι αυτός ο Βίκτωρ Ήλιος, πάλαι ποτέ Φρανκενστάιν, δεν μπορεί πια να σταματήσει τους κατασκευασμένους δολοφόνους που ο ίδιος έχει σπείρει στη σύγχρονη Νέα Ορλεάνη.
Η μόνη ελπίδα είναι ένα πρώην «τέρας». Η ιστορία του Δευκαλίωνα ξεκίνησε πριν από αιώνες, όντας η πρώτη αποτυχημένη προσπάθεια του Βίκτωρα να κατασκευάσει το τέλειο ανθρώπινο ον και ο επίλογος της ιστορίας του μέλλει να γραφτεί με την ύστατη σύγκρουση ανάμεσα σ' ένα καταραμένο πλάσμα και τον παρανοϊκό πλάστη του.

Προσωπική άποψη:
Είχα αναφέρει και σε προηγούμενη ανάρτησή μου, η οποία και αφορούσε το πρώτο βιβλίο της σειράς, πως είναι εξαιρετικά δύσκολο να κρίνει κανείς ένα βιβλίο, πόσο μάλλον μια σειρά βιβλίων, που έχει εμπνευστεί από το μεγαλειώδες αριστούργημα της Mary Shelley. Εξίσου άδικο είναι συνήθως να κρίνεις το δεύτερο βιβλίο μιας τριλογίας καθώς, απουσιάζει το στοιχείο της έκπληξης, ή ακόμα και του εντυπωσιασμού, όπου και μπορεί να προσφέρει το πρώτο, βυθίζοντάς σε έναν κόσμο νέο και άγνωστο που περιμένει να τον εξερευνήσεις αλλά, δεν έχει και την αγωνία του τρίτου που θα ολοκληρώσει και θα κορυφώσει το δράμα. Με πιο απλά λόγια, το δεύτερο βιβλίο μιας τριλογίας, συνήθως αποτελεί μια γέφυρα μετάβασης ανάμεσα στα γεγονότα του πρώτου και του τελευταίου, γεγονός που μπορεί να το καταστήσει βαρετό. Ευτυχώς για τον αναγνώστη, κάτι τέτοιο δεν υφίσταται στην προκειμένη περίπτωση.

Ο Βίκτωρ Ήλιος, έτσι όπως έχει επιλέξει να αποκαλείται ο κάποτε Φρανκενστάιν, συνεχίζει την παράλογη και ακραία επιστημονική του δράση, δημιουργώντας μια Νέα Ράτσα, βασισμένη στα πρότυπα των ανθρώπων με την διαφορά ότι, θα είναι πιο ισχυρή, πιο ικανή και το σημαντικότερο όλων, απόλυτα υποταγμένη σε εκείνον, στα θέλω και τις αρρωστημένες ανάγκες του που ξεπερνάνε κατά πολύ την δίψα για δύναμη και εξουσία. Θέλει να έχει τον απόλυτο έλεγχο, να είναι όχι απλά ένας αρχηγός ή ένας ηγέτης αλλά, να γίνει Θεός στην θέση ενός θεού που ούτε καν πιστεύει ή δέχεται την ύπαρξή του. Ο θεός και η φύση είναι για εκείνον απλές και αόριστες έννοιες, δημιουργήματα του ανθρώπου για να ικανοποιήσει την άγνοια, την αδυναμία ή ακόμα και την αφέλειά του και εκείνος, με το επιστημονικό του έργο, σκοπεύει να το αποδείξει σύντομα, αντικαθιστώντας κάθε ανθρώπινη ζωή με μια νέα, υβριδική που θα τον υπακούει τυφλά, που θα μπορεί να την καθοδηγεί απόλυτα.

Ο Koontz ουσιαστικά μας μεταφέρει ακριβώς στο σημείο που μας άφησε. Δεν έχουν περάσει παρά ελάχιστες ώρες από τα τελευταία γεγονότα του πρώτου βιβλίου και οι ήρωές του πρέπει και αναλαμβάνουν άμεσα δράση. Ο μεν Βίκτωρ για να προστατέψει το έργο μιας αιώνιας ζωής, μην σκοπεύοντας να αφήσει τίποτα και κανέναν να μπει εμπόδιο στο δρόμο του, σκορπώντας ακόμα περισσότερο θάνατο. Οι δε Κάρσον και Μάικλ για να σώσουν το τομάρι τους, έστω προσωρινά, τόσο όσο θα χρειαστεί για να εμποδίσουν τα δολοφονικά σχέδια του Βίκτωρ, τόσο όσο χρειάζεται για να προστατέψουν την ανθρωπότητα, έστω κι αν αυτό σημαίνει ότι για να το πετύχουν θα πρέπει να πέσουν νεκροί την ώρα της μάχης. Όσο για τον Δευκαλίωνα, είναι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στα αντίπαλα στρατόπεδα, μια μυστική δύναμη την έκταση και την επιρροή της οποίας, σίγουρα δεν έχουμε δει ακόμα στον ολοκληρωτικό της βαθμό.

Πλέον ο συγγραφέας, δεν χρειάζεται να βασιστεί στον πρωτότυπο μύθο. Έχει ήδη αρχίσει να δημιουργεί τον δικό του και με κάθε νέο του βιβλίο, τον διαπλάθει έτσι ώστε να δώσει στην ιστορία του νέα πνοή και νέες προεκτάσεις. Μας συστήνει νέους, ιδιαίτερα ενδιαφέροντες χαρακτήρες ενώ παράλληλα, μας αφήνει να δούμε περισσότερες πτυχές όσων γνωρίσαμε ήδη από το πρώτο μέρος της ιστορίας αλλά, και την διαμόρφωση χαρακτήρων μέσα από την επιστήμη του Βίκτωρα. Αυτή τη φορά, ο τρόμος και η ανατριχίλα είναι πιο αισθητά στοιχεία της αφήγησης του Koontz, παρουσιάζοντάς μας μια ακόμα πιο τρομακτική πλευρά του κόσμου του Φρανκενστάιν, όπου η δύναμη της επιστήμης τελικά, μπορεί να μην είναι απόλυτα και ολοκληρωτικά στα χέρια του ανθρώπου αλλά, να αρχίζει να χάνει έδαφος μπροστά στην ίδια της την μεγαλομανία από την Φύση που είναι υπεράνω όλων. Το θέμα είναι πως θα εξελιχθούν τα πράγματα και ποια μεριά θα καταλάβει πιο γρήγορα προς τα που πρέπει να κινηθεί προκειμένου να κερδίσει τον πόλεμο.

Και μιας και ανέφερα τον πόλεμο, με αυτόν θα κλείσω την ανάρτηση αυτή. Γιατί το τρίτο μέρος της σειράς θα είναι ακριβώς αυτό. Μια μάχη ανάμεσα στο καλό και το κακό, ένας αγώνας για την επιβίωση της ανθρωπότητας έναντι της αρρωστημένης ανάγκης για παντοκυριαρχία, ένας πόλεμος ανάμεσα στην επιστήμη, την θρησκεία και την φύση όπου νικητής δεν θα αποδειχτεί απαραίτητα ο πιο δυνατός ή ο πιο έξυπνος αλλά, εκείνος που θα διαλέξει το σωστό στρατόπεδο και θα παλέψει με περισσότερο πάθος για να προστατέψει όσα πιστεύει ή γιατί όχι, όλα όσα αγαπάει. Βρισκόμαστε με άλλα λόγια προ των πυλών μιας μεγάλης σύγκρουσης της οποίας, αν και μπορούμε να υποθέσουμε ποιος θα είναι ο μεγάλος νικητής, δεν τολμάμε καν να σκεφτούμε ποιες θα είναι οι απώλειες, σε μια ιστορία στην οποία με μαεστρία μας βυθίζει όλο και περισσότερο ο Koontz.
Βαθμολογία 8/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Dean Koontz
Μεταφραστής: Μιαούλης Ανδρέας
Εκδόσεις: Πλατύπους
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2007
Αρ. σελίδων: 475
ISBN: 960-6665-20-8

Posted on Κυριακή, Οκτωβρίου 02, 2011 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

3 comments

Σάββατο, Οκτωβρίου 01, 2011

Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Η Σίτα, η γοητευτική ηρωίδα που μετράει πέντε χιλιάδες χρόνια στη Γη σε σώμα δεκαεφτάχρονης, αντιλαμβάνεται ότι η ανθρωπότητα κινδυνεύει από κάποιο τέρας που δημιουργεί συνεχώς βαμπίρ και σκοτώνει ασυλλόγιστα.
Ορκίζεται λοιπόν να το καταστρέψει δίχως να ενδιαφέρεται για τον εαυτό της. Ο θεός Κρίσνα βρίσκεται στο πλευρό της μαζί με τον Γιάκσα, το πρώτο βαμπίρ στη Γη, που θέλει πια να ενωθεί με τον θεό.
Όμως ο εχθρός έχει απίστευτες δυνάμεις και καμία καλοσύνη. Σκοτώνει για το κέφι του και προσπαθεί να εξαφανίσει όλα τα πλάσματα που αγαπάει η Σίτα. Θα καταφέρει η Σίτα να νικήσει ή θα πλημμυρίσει ο κόσμος από βαμπίρ;

Προσωπική άποψη:
Όταν τον Ιούλιο που μας πέρασε διάβασα το πρώτο βιβλίο της σειράς του Christopher Pike, "Δίψα", βρέθηκα στην ίδια ακριβώς κατάσταση με αυτήν που περιγράφει ο τίτλος του. Δίψασα ακόμα περισσότερο για να μάθω την συνέχεια της ιστορίας της Σίτα, να βυθιστώ και πάλι στον σκοτεινό και αιματηρό της κόσμο και να ταξιδέψω ξανά σε κόσμους, λατρείες και δοξασίες που ποτέ δεν θα μου είχε περάσει από το μυαλό πως θα μπορούσαν να συνοδέψουν μια ιστορία με βρικόλακες. Αυτή άλλωστε ήταν και η ιδιαιτερότητα του βιβλίου που τράβηξε την προσοχή μου και τελικά, κατάφερε να με κερδίσει. Και μπορεί τελικά το δεύτερο βιβλίο να μην ήταν καλύτερο από το πρώτο ωστόσο, ήταν εξίσου ενδιαφέρον, δουλεύοντας τα στοιχεία που είχαμε ήδη αποκομίσει και τοποθετώντας τα σε μια εντελώς διαφορετική βάση.

Είχαμε αφήσει την Σίτα να ψυχορραγεί έξω από την έπαυλή της, όταν μια τεράστια ξύλινη σφήνα καρφώθηκε στο στήθος της έπειτα από μια ισχυρή έκρηξη. Το δεύτερο βιβλίο της σειράς μας μεταφέρει εξήμισι βδομάδες μετά το προαναφερόμενο γεγονός και την κεντρική ηρωίδα να έχει καταφέρει να επιβιώσει ωστόσο, χωρίς το τραύμα στην καρδιά της να έχει καταφέρει να γιατρευτεί τελείως, προσφέροντάς της πόνο και παράλληλα, την συνειδητοποίηση ότι τίποτα δεν είναι άφθαρτο σε αυτό τον πλανήτη, ακόμα και οι πιο ισχυρή και θεωρητικά, αλώβητη δύναμη. Ο πόνος όμως δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει καθώς, μια σειρά από μυστηριώδεις και αποτρόπαιους θανάτους έλκουν την προσοχή της, κάνοντάς την να πιστέψει πως ίσως υπάρχουν κι άλλοι βρικόλακες, γεγονός που αν υφίσταται, πρέπει εκείνη να το τερματίσει οριστικά, όχι μόνο για να σώσει την ανθρωπότητα αλλά, και για να κρατήσει τον όρκο τον δικό της και του δημιουργού της απέναντι στον θεό τους.

Παρακολουθούμε λοιπόν την Σίτα σε ένα ακόμη ξέφρενο κυνηγητό με τη διαφορά ότι αυτή τη φορά, δεν προσπαθεί να ξεφύγει από αυτό που την κυνηγάει για να προστατέψει την ζωή της αλλά αντίθετα, οδηγείται κατευθείαν πάνω του προκαλώντας το σε μάχη. Μία ακόμα βασική διαφορά είναι πως σε αντίθεση με την προηγούμενη που γνώριζε πολύ καλά τον αντίπαλό της, δίνοντάς της έτσι κάποιο πλεονέκτημα ή έστω, κάποια επιπλέον προσόντα να υπερασπιστεί τον εαυτό της, τώρα δεν γνωρίζει τίποτα, ούτε για τον ίδιο, ούτε για τις προθέσεις του. Το μόνο που ανακαλύπτει και μάλιστα πολύ σύντομα, είναι ότι πρόκειται για έναν αντίπαλο εξαιρετικής δύναμης και πονηράδας, τόσο πολύ μάλιστα που καταφέρνει να αντικρούσει κάθε της επίθεση και δράση. Εκτός αυτού, έχει να αντιμετωπίσει και τον Ρέυ ο οποίος δυσκολεύεται εξαιρετικά να προσαρμοστεί στη νέα του κατάσταση και παρά τα συναισθήματα που τρέφει για την ίδια, δεν καταφέρνει να ξεπεράσει όλα εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν μια ανθρώπινη οντότητα.

Ο Pike ξέρει πως το βασικό χαρτί όλων για την ιστορία του είναι η ίδια η πρωταγωνίστριά του. Ναι, η Σίτα είναι δυναμική, γοητευτική, μυστηριώδης, με ατσάλινη θέληση και πίστη κατά συνέπεια, μπορεί να πετύχει τα πάντα. Το πονηρό και έξυπνο χιούμορ είναι σημαντικό χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς και αν νομίζεις κανείς ότι αυτό δεν ταιριάζει σε μια ιστορία με βρικόλακες κάνει λάθος αφού έτσι, η όλη πλοκή είναι πιο διασκεδαστική, δημιουργική και αν θέλετε, πιο πιπεράτη. Αυτή τη φορά ο συγγραφέας δεν επαναλαμβάνεται οδηγώντας μας πίσω στην γέννηση των πρώτων βρικολάκων αλλά, με μικρές αναδρομές στο παρελθόν τους, προσπαθεί να μας δώσει κάποια περισσότερα στοιχεία για την προσωπικότητα και την ιστορία τους. Το σημείο εκείνο που εστιάζει, δεν είναι η αιμοβόρα ανάγκη τους αλλά εκείνη η βαθύτερη που γεννάει το αίσθημα της πίστης, την απελπισμένη ανάγκη να πιστέψεις σε κάτι, να πιστέψεις ότι με την αθανασία δεν έχεις χάσει την ψυχή σου αλλά αντίθετα, έχεις έναν διαφορετικό στόχο πλέον να εκπληρώσεις.

Δεν ξέρω αν τελικά οι εκδόσεις "Πατάκης" να ολοκληρώσουν την σειρά αυτή στα 3 ή στα 6 βιβλία, αν και αυτή τη στιγμή ακούγεται το πρώτο ωστόσο, είναι βέβαιο πως περιμένω με αγωνία να περάσει αυτός ο μήνας έτσι ώστε να ολοκληρώσω τον πρώτο κύκλο της. Γιατί δεν έχουμε να κάνουμε απλά με άλλη μια βαμπρική ιστορία αλλά, με μια ιστορία γεμάτη αρχέγονα μυστικά και θρύλους, γεμάτη δοξασίες και χαμένες στο πέρασμα του χρόνου θρησκείες, προσπαθώντας παράλληλα να μας κάνουν να κατανοήσουμε πως ο θεός, όπως κι αν τον αποκαλεί ο καθένας μας, είναι ένας, είναι φιλεύσπλαχνος αλλά αν χρειαστεί, μπορεί και να τιμωρεί ή έστω, να οδηγήσει στην καταστροφή τα στοιχεία εκείνα της φύσης που παραβιάζουν το νόμο της ζωής. Αν το παγανιστικό πρώτο μέρος της σειράς μιλούσε για πεπρωμένο, αυτό εδώ καλεί ξεκάθαρα τους πρωταγωνιστές του να το ακολουθήσουν σε ένα τέλος που δεν θα έχει επιστροφή καθώς η δίψα για εξουσία απειλεί την ανθρωπιά.
Βαθμολογία 9/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Pike Christopher
Μεταφραστής: Κουμπαρέλη Μπελίκα
Εκδόσεις: Πατάκης
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2011
Αρ. σελίδων: 200
ISBN: 978-960-16-4010-5

Posted on Σάββατο, Οκτωβρίου 01, 2011 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

22 comments