...

Παρασκευή, Απριλίου 06, 2012

Συνοπτική περίληψη βιβλίου:
Με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Τζόι, το αγαπημένο άλογο του νεαρού Άλμπερτ, πουλιέται στο ιππικό και στέλνεται με καράβι στη Γαλλία.
Με τον αξιωματικό του, ο Τζόι ρίχνεται εναντίον του εχθρού και γίνεται μάρτυρας της φρίκης της πρώτης γραμμής. Όταν ο αξιωματικός του σκοτώνεται, ο Τζόι προσφέρει τις υπηρεσίες του και στις δύο πλευρές μέχρι που θα βρεθεί ολομόναχος στην Ουδέτερη Ζώνη. 
Αλλά ο Άλμπερτ δεν μπορεί να ξεχάσει το αγαπημένο του άλογο, κι έτσι παίρνει την απόφαση να το βρει και να το φέρει πίσω στην πατρίδα του.

Προσωπική άποψη:
Τον τελευταίο χρόνο έπεσαν αρκετά βιβλία στα χέρια μου, οι ιστορίες των οποίων πραγματεύονται την σχέση ανθρώπου-ζώου. Ευτυχώς, η κάθε μία από αυτές είχε και την δικιά της, ιδιαίτερη βάση, κάνοντας έτσι το κάθε έργο ξεχωριστό στην καρδιά μου για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά. Ένα εξ' αυτών, είναι "Το Άλογο Του Πολέμου", ένα λογοτεχνικό έργο το οποίο φέρει μεγάλη καλλιτεχνική αξία αλλά, και εκδοτική ιστορία πίσω του. Ήταν το 1982 όταν για πρώτη φορά η ιστορία που με τόσο τρυφερότητα αφηγήθηκε μέσα από τις σελίδες του ο Michael Morpurgo είδε το φως τις δημοσιότητας. Ωστόσο, και παρά την απήχηση που είχαν στο κοινό τα προηγούμενα, αλλά και τα επόμενα βιβλία του, παρά τις καλές κριτικές που απέσπασε, παρά το ότι προτάθηκε για το Μεγάλο Εθνικό Βραβείο για το εν λόγω βιβλίο, το οποίο όμως δεν κατάφερε τελικά να κερδίσει, παρά τα δεκάδες βραβεία που ακολούθησαν στην καριέρα του, οι πωλήσεις του "Αλόγου" παρέμεναν σταθερά χαμηλές, μέχρι το 2007 τουλάχιστον όπου όλα άλλαξαν, χάρη στην φιλοξενία του έργου του στο National Theater, όπου ο κόσμος το γνώρισε και το αγάπησε.

Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από τον Τζόι ο οποίος όχι, δεν είναι άνθρωπος αλλά, ένα πανέμορφο άλογο με κατακόκκινο τρίχωμα. Πουλάρι ακόμα, ο Τζόι βρίσκεται στην ιδιοκτησία ενός μέθυσου αγρότη ο οποίος, παρά το γεγονός ότι δεν τον κακοποιεί, για να ακριβολογούμε δεν τον πλησιάζει καν, δεν τον συμπαθεί και αυτό είναι ξεκάθαρο εξ' αρχής. Φυσικά δεν ισχύει το ίδιο και για τον νεαρό γιο του αγρότη, τον Άλμπερτ, ένα παλικάρι με καλή καρδιά και ειλικρινή συναισθήματα. Ο Άλμπερτ και ο Τζόι μεγαλώνουν μαζί και με τον καιρό, η αρχική μεταξύ τους φλόγα γίνεται μια βαθιά και δίχως όρους αγάπη. Νιώθουν ευτυχισμένοι και ολοκληρωμένοι, έχοντα βρει ασφάλεια και τρυφερότητα ο ένας μέσα από τον άλλον. Όμως τα πράγματα αλλάζουν δραματικά όταν ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος ξεσπά και οι οικονομικές δυσκολίες αναγκάζουν τον πατέρα του Άλμπερτ να πουλήσει τον Τζόι στον στρατό. Φεύγοντας μακριά, ο Τζόι θα γνωρίσει την φρίκη του πολέμου αλλά και την αληθινή φιλία. Θα φτάσει πολλές φορές κοντά στον θάνατο αλλά ακόμα και μέσα στις ριπές του πολέμου, υπάρχουν άνθρωποι που τον αγαπάνε, τον νοιάζονται, αντιλαμβάνονται ότι είναι ξεχωριστός. Και εκτός αυτού, ο Άλμπερτ του έδωσε μια υπόσχεση πριν φύγει. Ότι όπου κι αν βρίσκεται θα τον βρει και θα είναι και πάλι μαζί.

Ίσως να αναρωτιέστε τι θα μπορούσε να μας πει ένα άλογο, τι θα μπορούσε να αισθανθεί. Κάνετε μεγάλο λάθος και σας το λέω εγώ που με τα συγκεκριμένα ζώα έχω εμπειρία. Η σχέση αλόγου-ζώου είναι κάτι περισσότερο σχέση αναβάτη-ίππου. Τα άλογα είναι υπέροχα πλάσματα, έχουν βαθιά και ειλικρινή συναισθήματα, αγαπάνε και μισούν παθιασμένα, καταλαβαίνουν πως αισθανόμαστε απέναντί τους, όλα όσα τους λέμε, κάθε τι που υπονοεί ένα άγγιγμα ή μια χειρονομία μας. Αν καταφέρεις να προσεγγίσεις με τον σωστό τρόπο ένα άλογο, τότε ο δεσμός που θα αναπτυχθεί μεταξύ σας θα είναι ισχυρός και θα διαρκέσει μέχρι τον θάνατο. Τα άλογα δεν αγαπάνε τα αφεντικά τους με την τυφλή δουλοπρέπεια των σκύλων. Πρέπει να παλέψεις για να κερδίσεις την εμπιστοσύνη αλλά και την εκτίμησή του, όσο παράδοξο και αν σας φαίνεται, και όταν το κάνεις θα έχεις όχι απλά έναν σύντροφο αλλά, έναν φίλο. Αυτή ακριβώς είναι και η σχέση που μοιράζεται ο Τζόι και ο Άλμπερτ, αγνή, ειλικρινής, ανιδιοτελής, γεμάτη αγάπη, εκτίμηση, σεβασμό και κατανόηση. Αυτή είναι η σχέση που μας συγκινεί και μας κάνει να ταυτιστούμε μαζί τους και με την ελπίδα ότι κάποτε θα ξαναβρεθούν. Αυτός ο δεσμός είναι που μας κάνει να πιστεύουμε ότι κάποια πράγματα δεν σβήνουν ποτέ, όπως η αληθινή φιλία, εκείνη που δεν έχει φραγμούς και μπορεί να κάνει κάθε θυσία.

Ο Τζόι κάνει ένα πολύ μεγάλο ταξίδι, γνωρίζει όχι μόνο νέους τόπους αλλά, και νέους ανθρώπους. Γνωρίζει τον πόλεμο και τα φρικτά αποτελέσματα που έχει, τις επιπτώσεις πάνω σε κάθε τι που αγγίζει. Χάνει φίλους και αποκτάει νέους. Καταλαβαίνει ότι πάντα υπάρχουν οι άνθρωποι εκείνοι που είναι σκληροί και αδίστακτοι όμως στην πραγματικότητα, όλοι θέλουν το ίδιο πράγμα. Την ελευθερία τους, το να γυρίσουν σπίτια τους, να αποκτήσουν και πάλι τις ζωές τους. Μπορεί στο πεδίο της μάχης να είναι στρατιώτες και να πολεμούν ο ένας ενάντια στον άλλον, σε έναν πόλεμο που ποτέ δεν επέλεξαν και ποτέ δεν θέλησαν να εμπλακούν ωστόσο αναγκάστηκαν, όμως έξω από αυτό είναι απλοί άνθρωποι, με αναμνήσεις, συναισθήματα και προσωπικές σκέψεις να τους βασανίζουν. Μακριά από τον πόλεμο θα μπορούσαν να είναι φίλοι και οι μικρές στιγμές που τους επιτρέπεται να έρθουν σε επαφή χωρίς όπλα στα χέρια, πραγματικά σε συνταράσσουν κάνοντάς σε να συνειδητοποιήσεις πόσες ζωές καταστρέφονται κάθε τόσο από την απληστία και τις εμμονές τρίτων. Ναι, αν λύναμε εμείς τις διαφορές μας και όχι οι αρχές εξουσίας, μπορεί ο κόσμος μας να ήταν καλύτερος. Αν μοιραζόμασταν απλόχερα την αγάπη, ίσως να μην υπήρχε τόσος πόνος και απώλειες.

Ο Morpurgo δεν θεωρείται τυχαία ένας από τους μεγαλύτερους και καλύτερους συγγραφείς στον κόσμο της παιδικής λογοτεχνίας. Αυτό δεν το αποδεικνύει μόνο η αναγνώριση, τα στατιστικά πωλήσεων των βιβλίων του ή τα βραβεία του. Το αποδεικνύει πάνω απ' όλα ο τρόπος γραφής του ο οποίος είναι πλημμυρισμένος από συναισθήματα που δεν διστάζει στιγμή να κρύψει. Μέσα από το βιβλίο του αυτό μιλάει για αγάπη, ανιδιοτέλεια, αυταπάρνηση, θυσία, θέληση και ενότητα. Κεντρικός του άξονας ο πόλεμος και πως η φιλία μπορεί να ανθίσει ή να αντέξει μέσα σε αυτόν. Μια φιλία ανάμεσα σε έναν άνθρωπο και ένα άλογο. Η φιλία ανάμεσα σε ένα άλογο και όλους όσους συνάντησε στο μεγάλο του ταξίδι για να τους θυμίσει ότι όπου υπάρχει θέληση, υπάρχει και τρόπος, όταν έχεις έναν σκοπό, αυτός είναι που σε καθοδηγεί. Ένα άλογο ξεχωριστό που όλοι αγάπησαν και πάλεψαν για να το βοηθήσουν, όχι απλά να ζήσει αλλά, για να ευτυχίσει, γιατί στην πραγματικότητα, με έναν παράδοξο τρόπο, αποτέλεσε το μέσον, ένα κίνητρο και για του ίδιους να παλέψουν. Μια ιστορία που ο συγγραφέας της αφηγείται, δοσμένη μέσα από τα μάτια αυτού του ιδιαίτερου αλόγου, με τρόπο απλό μεν ο οποίος όμως, καταφέρνει όχι μόνο να μας μεταφέρει την ζοφερότητα του πολέμου αλλά, και να γεννήσει μέσα μας την ελπίδα και εκεί είναι πραγματικά το ζητούμενο. Ότι όταν θυμάσαι ποιος είσαι και πως νιώθεις, δεν μπορείς να χάσεις τον δρόμο σου.
Βαθμολογία 9/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Michael Morpurgo
Μεταφραστής: Γεωργούλια Κωνσταντίνα
Εκδόσεις: Πατάκης
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2012
Αρ. σελίδων: 180
ISBN: 978-960-16-4018-1

Posted on Παρασκευή, Απριλίου 06, 2012 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

18 comments

Πέμπτη, Απριλίου 05, 2012

Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Η Σαμάνθα Κίνγκστον έχει τα πάντα: βγαίνει με ένα αγόρι που το θέλουν όλες, έχει τρεις απίστευτες κολλητές και μπορεί να κάνει ό,τι θέλει στο σχολείο της – απ’ το να διαλέγει το καλύτερο τραπέζι στο κυλικείο μέχρι το να πιάνει την καλύτερη θέση στο πάρκινγκ.
Η Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου θα έπρεπε να είναι ακόμα μία μέρα στην υπέροχη ζωή της. Να όμως που είναι η τελευταία της μέρα. Έπειτα όμως της δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία. Στην πραγματικότητα, έχει συνολικά επτά ευκαιρίες.
Ζει και ξαναζεί την τελευταία της μέρα επτά φορές – μέσα σ’ αυτή την εβδομάδα πρέπει να λύσει το μυστήριο που περιβάλλει το θάνατό της και να ανακαλύψει την πραγματική αξία όλων αυτών που κινδυνεύει να χάσει.

Προσωπική άποψη:
Είμαι σίγουρη πως όλοι έχετε αναρωτηθεί τι συμβαίνει όταν πεθαίνουμε. Η ψυχή μας είναι όντως αθάνατη; Περιφέρεται στον κόσμο μας μέχρι να βρει την ηρεμία της και μετά φεύγει για ένα άλλο μέρος, όμορφο και γαλήνιο; Πονάει; Θα σε θυμούνται όσοι αγάπησες όταν πλέον η εικόνα σου θα μοιάζει μακρινή; Αυτές είναι μάλλον ερωτήσεις τις απαντήσεις των οποίων θα πρέπει να περιμένουμε για όσο καιρό ακόμα μας είναι γραμμένο. Είμαι όμως εξίσου σίγουρη ότι έχετε σκεφτεί τι θα θέλατε να κάνετε πριν πεθάνετε, πόσο μάλλον αν το γνωρίζατε ότι σύντομα θα φύγετε. Να μαντέψω; Να κάνετε όσες τρέλες ονειρευτήκατε ή επιθυμήσατε αλλά δεν σας δόθηκε η ευκαιρία; Να φάτε το αγαπημένο σας φαγητό, να πείτε στην οικογένεια και τους φίλους σας πόσο τους αγαπάτε, να δείτε μια τελευταία ανατολή κι ένα τελευταίο δειλινό; Να μυρίσετε την αλμύρα της θάλασσας και να νιώσετε τον αέρα στο πρόσωπό σας; Να ξαπλώσετε στο δροσερό χορτάρι και να κλείσετε τα μάτια με τον ήλιο να πέφτει στο πρόσωπό σας; Να φιλήσετε εκείνο το πρόσωπο που κάνει την καρδιά σας να χτυπάει ξέφρενα; Μήπως να σώσετε κάποια ζωή; Όλα αυτές οι ιδέες και οι επιθυμίες είναι που ενέπνευσαν την Lauren Oliver και την οδήγησαν στην συγγραφή μιας ιστορίας που πραγματεύεται ακριβώς αυτό. Τι θα έκανες πριν φύγεις...

Πρωταγωνίστρια της ιστορίας, η δεκαεφτάχρονη Σαμάνθα, ή Σαμ όπως την φωνάζουν η οικογένεια, οι φίλοι και οι εχθροί της. Είναι ένα από τα πιο δημοφιλή κορίτσια του σχολείου της, οι κολλητές της ανήκουν στην ίδια κατηγορία και δεν είναι λίγοι εκείνοι που τις ζηλεύουν, έχει ένα αγόρι που τα περισσότερα κορίτσια θα ονειρεύονταν και γενικώς, μπορεί να κάνει ό,τι θέλει χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, έχοντας πάντα τα βλέμματα στραμμένα πάνω της. Η γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου αποτελεί μια ξεχωριστή μέρα στην παράδοση του σχολείου της καθώς, όσα πιο πολλά τριαντάφυλλα μαζέψεις, τόσο πιο δημοφιλής και αγαπητός είσαι. Αυτή είναι η μοναδική της σκέψη εκείνη την μέρα συν το ότι σκοπεύει να κάνει για πρώτη φορά έρωτα με τον Ρομπ, αποδεικνύοντάς του την αγάπη της. Όμως η μέρα εξελίσσεται πολύ διαφορετικά απ' όσο περίμενε. Εξαιτίας εκείνης και των φίλων της, συμβαίνει μια σειρά από γεγονότα τα οποία έχουν αντίκτυπο όχι μόνο στις ίδιες αλλά και στους γύρω τους. Η κορύφωση της ημέρας έρχεται όταν μετά από μια πρόσκρουση με το αυτοκίνητο της σούπερ κολλητής της, Λίντσι, η Σαμ χάνει την ζωή της. Ωστόσο, φαίνεται να μην έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της σε αυτή η γη και έτσι η Σαμ ξυπνάει το επόμενο πρωί στο κρεβάτι της και η μέρα είναι και πάλι, Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου.

Η Σαμ ζει την ημέρα του θανάτου της ξανά και ξανά για επτά συνεχόμενες φορές. Ωστόσο λάθε φορά είναι διαφορετική, ως προς την εξέλιξή της τουλάχιστον. Αρχικά η Σαμ πιστεύει ότι βλέπει ένα όνειρο και αργότερα ότι αρχίζει να τρελαίνεται όμως πολύ σύντομα καταλαβαίνει ότι σε αυτή την κατάσταση δεν βρέθηκε τυχαία. Της δίνεται μια ευκαιρία για να αλλάξει τα πράγματα, για να σωθεί. Ή μήπως όχι; Ό,τι και να κάνει η Σαμ, όσο κι αν προσπαθεί να αλλάξει την πορεία των πραγμάτων οδηγώντας τα σε ένα διαφορετικό αποτέλεσμα, πάντα το τέλος είναι δραματικό. Ακόμα κι όταν καταφέρνει να σώσει την ζωή της, τα πράγματα δεν είναι καλύτερα και ο λόγος δεν είναι άλλος από το ότι σκοπός της επαναλαμβανόμενης αυτής ευκαιρίας της δεν είναι να σώσει την ζωή της, όχι τουλάχιστον όπως το αντιλαμβάνεται εκείνη αρχικά. Μέσα από κάθε επαναλαμβανόμενη μέρα, η Σαμ παίρνει μαθήματα ζωής, γνωρίζει την αλήθεια πίσω από τα πρόσωπα που χλεύαζε, αντιλαμβάνεται ότι υπήρξε κακιά με τους γύρω της χωρίς ωστόσο να υπάρχει πραγματικός λόγος ή να τους μισεί, συνειδητοποιεί ότι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, οι πράξεις μας πάντα έχουν αντίκτυπο όχι μόνο σε μας, αλλά και όσους βρίσκονται γύρω μας και μπορεί να μην έχουμε εκτιμήσει τα πρόσωπα ή τις καταστάσεις όσο τους άξιζε, ότι μπορεί να χάνουμε μικρές στιγμές που θα ήταν ικανές να αλλάξουν όλο μας τον κόσμο.

Από την αρχή κι όλας της ιστορίας είναι ξεκάθαρο πως σκοπός της Oliver δεν είναι να μας κάνει να συμπαθήσουμε την Σαμ. Μάλλον συμβαίνει το αντίθετο γιατί τολμώ να πω ότι είναι από τους πιο αντιπαθητικούς λογοτεχνικούς χαρακτήρες που έχω συναντήσει ποτέ. Αυτό δε που σε εξοργίζει περισσότερο απ' όλα πάνω της είναι το γεγονός ότι είναι κακιά χωρίς στην πραγματικότητα να έχει λόγο να το κάνει, απλά ακολουθεί και υιοθετεί μία συμπεριφορά γιατί αυτή ήταν που στάθηκε ικανή να την βγάλει από την αφάνεια και να την κάνει να ξεχωρίσει. Έχει όλες τις προδιαγραφές που χρειάζονται προκειμένου να έχει μια όμορφη ζωή και να περιτριγυρίζεται από ανθρώπους που θα την αγαπάνε γι' αυτό που πραγματικά είναι και όχι γι' αυτό που φαίνεται κι εκείνη απλά τους γυρίζει την πλάτη. Αυτό ισχύει τόσο για την ίδια όσο και για τις φίλες της. Παρ' όλα ταύτα, η αντιπάθεια, και ο θυμός που αυτή προκαλεί, αρχίζει σταδιακά να μετατρέπεται σε κάτι άλλο. Όχι συμπάθεια, σε καμία περίπτωση, αλλά, σε κατανόηση, λύπη, ακόμα και οίκτο. Η Σαμ και οι παρέα της δεν είναι κακές για κανέναν άλλον λόγο πέραν του ότι αυτός είναι ο τρόπος τους να αμυνθούν σε όλα όσα τις φοβίζουν, σε όλες τις αναμνήσεις του παρελθόντος που πάντα τις κυνηγάνε, στα καλά κρυμμένα μυστικά που δεν θέλουν να βγουν στην επιφάνεια, στην αλήθεια που βρίσκεται βαθιά μέσα τους και νιώθουν ότι μπορεί να τις διαλύσει καθιστώντας τες αδύναμες και ανήμπορες.

Για να λέμε την αλήθεια, η Oliver είχε μια εξαιρετική ιδέα την οποία όμως δεν κατάφερε να αξιοποιήσει από την αρχή του βιβλίου. Οι δύο πρώτες μέρες της Σαμ μοιάζουν κάπως άνευρες κι αβέβαιες, κάτι που ευτυχώς δεν ισχύει από την τρίτη επανάληψη και μετά όπου η συγγραφέας φαίνεται πραγματικά να βρίσκει τον ρυθμό της. Παρά το γεγονός ότι μιλάει εφτά φορές για την ίδια μέρα, οι ομοιότητές τους είναι στα σημεία και οι επαναλήψεις ελάχιστες. Μέσα από την κάθε μέρα η Σαμ ανακαλύπτει και κάτι νέο για τον εαυτό της και κάνει ένα βήμα πιο κοντά στην αλήθεια που θα την λυτρώσει. Η ιστορία άλλες φορές μας προκαλεί υπερένταση και άλλες πάλι κινείται σε πιο χαμηλούς τόνους. Υπάρχουν εκρήξεις αγανάκτησης αλλά και απόλυτης κατανόησης. Θυμώνουμε μαζί της και μετά από λίγο την λυπόμαστε και ευχόμαστε τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Θέλουμε δικαίωση και ταυτόχρονα συγκινούμαστε με το δράμα που εκτυλίσσεται γύρω της και με τον τρόπο που ο κάθε εμπλεκόμενος στην ιστορία αυτή απογυμνώνεται λίγο-λίγο μπροστά στα μάτια μας από τους φόβους και τα πάθη του.

Με πολύ απλά λόγια, όσο κι αν αρχικά αυτός φαίνεται να είναι, σκοπός της δεύτερης ευκαιρίας που δίνεται στη Σαμ δεν είναι να μην πεθάνει αλλά, να σώσει την ζωή της και αυτά είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Να καταλάβει όλο το κακό που έχει προκαλέσει ασυναίσθητα εκείνη και οι φίλες της και να προσπαθήσει να το διορθώσει. Να συνειδητοποιήσει ότι ο έρωτας είναι κάτι περισσότερο από μια παιδική εμμονή που σε ακολουθεί μέχρι και την εφηβεία. Ότι στην πραγματική φιλία αγαπάμε τον άλλον γι' αυτό που είναι, ακόμα και για τον κακό του εαυτό, ακόμα κι αν δεν συμφωνούμε πάντα απόλυτα με τις πράξεις του, ακόμα κι όταν ανακαλύπτουμε τα πιο κρυφά μυστικά του που μπορεί να ρυτιδώνουν το πέπλο της τελειότητας. Μέσα από την ιστορία της Oliver παίρνουμε ένα μεγάλο και σημαντικό μήνυμα που δεν είναι άλλο από το ότι η ζωή είναι πολύ μικρή και ποτέ δεν ξέρουμε πότε θα τελειώσει. Ωστόσο πρέπει να κάνουμε ότι καλύτερο μπορούσε για όσο αυτή διαρκέσει. Πρέπει να προσπαθούμε να είμαστε όσο το δυνατόν καλύτεροι άνθρωποι, τόσο για τους γύρω μας όσο και για εμάς του ίδιους, όχι για να γίνουμε τέλειοι αλλά, για να φύγουμε όταν έρθει η ώρα μας όσο πιο ολοκληρωμένοι μπορούσαμε, έχοντας ζήσει κι αισθανθεί όσο το δυνατόν περισσότερα.
Βαθμολογία 8,5/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Lauren Oliver
Μεταφραστής: Μοσχονά Αριάδνη
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2011
Αρ. σελίδων: 448
ISBN: 978-960-453-890-4

Posted on Πέμπτη, Απριλίου 05, 2012 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

19 comments

Τετάρτη, Απριλίου 04, 2012

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Η Nina είναι μια μπαλαρίνα στην Νέα Υόρκη και ο χορός παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στη ζωή της, όπως γίνεται συνήθως στα επαγγέλματα αυτά. Ζει με την ψυχαναγκαστική πρώην μπαλαρίνα μητέρα της, η οποία της ασκεί ασφυκτική πίεση.
Όταν ο καλλιτεχνικός διευθυντής Thomas Leroy αποφασίζει να αντικαταστήσει την πρίμα μπαλαρίνα για την παράσταση “Η Λίμνη Των Κύκνων”, η Nina είναι η πρώτη του επιλογή, αλλά θα πρέπει να κερδίσει τον ρόλο από την ανταγωνίστρια της, την νέα χορεύτρια Lily.
Καθώς αναπτύσσεται μια ιδιόμορφη φιλία ανάμεσα στις δύο αντίπαλες χορεύτριες, η Nina έρχεται όλο και περισσότερο σε επαφή με την σκοτεινή της πλευρά.

Προσωπική άποψη:
Οι περισσότεροι θα ξέρετε πως έχω ένα θέμα με τον Aronofsky. Δεν τον θεωρώ σε καμία περίπτωση ατάλαντο και μπορώ να δεχτώ την όποια ψυχεδελική τάση έχει ο κάθε καλλιτέχνης, και δεν έχω καμία αντίρρηση να προσπαθεί να την ενσωματώσει και προσαρμόσει στα έργα του όμως, ο συγκεκριμένος, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, δεν είχε καταφέρει να με πείσει. Ναι, ντροπή μου θα πείτε αλλά ειλικρινά, δεν με νοιάζει. Δεν έχω καταφέρει να δω το "Ρέκβιεμ Για Ένα Όνειρο", παρά τις πάμπολλες προσπάθειες που έχω κάνει και ίσως συνεχίσω να κάνω σε κάποιο μακρινό μέλλον, ο "Παλαιστής" ήταν μια κάτω του μετρίου ταινία και το "The Fountain" απλά δεν έχει τύχει να το δω. Μπορεί να μην έχω πλήρη εικόνα του έργου του ωστόσο, δεν ταιριάζει στα δικά μου τα χνώτα τουλάχιστον. Όχι με τις προαναφερόμενες προδιαγραφές τουλάχιστον γιατί το  "Black Swan" αποτελεί μια άλλη ιστορία.

Όπως ακριβώς έκανε και στον "Παλαιστή", έτσι κι εδώ ο Aronofsky επιχειρεί να μας δείξει τι επιπτώσεις μπορεί να έχει ο κόσμος του θεάματος στην ψυχοσύνθεσή μας και τι κακοποίηση μπορούμε να προκαλέσουμε ακόμα κι εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας επιζητώντας την τελειότητα και την αναγνώριση, απλά αυτή τη φορά, αντί για έναν δήθεν σκληροτράχηλο, ξεπεσμένο γορίλα με στραπατσαρισμένη μούρη επιλέγει την ντελικάτη, ευαίσθητη και εύθραυστη φιγούρα μιας μπαλαρίνας. Και μπορεί οι τεχνικές της να είναι άψογες, να αποτελεί ένα αψεγάδιαστο πρότυπο στον χώρο της ωστόσο, μαθαίνοντας πως να χορεύει χωρίς λάθη, ξέχασε πως να ζει. Έγινε μια τέλεια τεχνικά επαγγελματίας αλλά παράλληλα, και μια άψυχη, χωρίς προσωπικότητα, με κατεστραμμένη εντύπωση για το τι είναι πραγματικά σημαντικό, κενή συναισθηματικά προσωπικότητα. Επιδιώκοντας πάντα το τέλειο αποτέλεσμα, φτάνει στο σημείο να κακοποιεί όχι μόνο την ψυχή της αλλά και το σώμα της, δύο έννοιες που στην πραγματικότητα συνδέονται απόλυτα αφού η υγεία του ενός συνδέεται απόλυτα με την υγεία του άλλου.

Το καλό στην όλη υπόθεση είναι πως ο Aronofsky δεν επιχειρεί να προσεγγίσει το όλο θέμα συγκινησιακά αλλά αντίθετα, να μας οδηγήσει σε μια ψυχολογική κόλαση, ταξιδεύοντας ως τον προορισμό μέσα από μια αλλοιωμένη εικόνα της πραγματικότητας, μια πλήρης διαστρέβλωση του πως φαίνονται τα πράγματα και πως είναι πραγματικά, ποιοι είμαστε εμείς οι ίδιοι, ποιοι μπορούμε να γίνουμε και μέχρι που μπορούμε να φτάσουμε για να το πετύχουμε αυτό. Η πάντα πειθαρχημένη και φοβισμένη Nina, σταδιακά βγαίνει από το καλούπι της και όταν πλέον αισθάνεται ότι απειλείται πραγματικά το όνειρό της, αφήνεται να παρασυρθεί από τον σκοτεινό εαυτό της, μέχρι που την κυριεύει ολοκληρωτικά, την οδηγεί στα άκρα και από εκεί, σε μια διεστραμμένη ψυχοσωματική ελευθερία που δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί. Η Nina έχει ουσιαστικά να αντιμετωπίσει μια μεγάλη πρόκληση και αυτή δεν είναι, παρά να αφεθεί και να ξεπεράσει τον εαυτό της ο οποίος, είναι το μοναδικό εμπόδιο ανάμεσα σε εκείνη και την επιτυχία, ανάμεσα στον Λευκό και το Μαύρο Κύκνο.

Το ότι η Natalie Portman θα κέρδιζε τελικά το Oscar Α' Γυναικείου Ρόλου ήταν αδιαμφισβήτητο, κανένας δεν αμφέβαλε γι' αυτό και τώρα μπορώ να καταλάβω απόλυτα το γιατί. Όμορφη και αέρινη, ακριβώς όπως θα έπρεπε κάθε μπαλαρίνα και ταυτόχρονα, τρομαγμένη, ευάλωτη, κυριευμένη από φοβίες και κατατρεγμένη από προσωπικούς δαίμονες, ανορεξική συναισθηματικά, ψυχολογικά και σωματικά, όπως ακριβώς είναι η Nina. Η κοριτσίστικη αθωότητα με την οποία μας συστήνεται σταδιακά καταρρέει στην εξέλιξη του έργου και από φερέφωνο των ανεκπλήρωτων ονείρων της μητέρας της μεταμορφώνεται σε κάτι διαφορετικό, σκοτεινό και άρρωστο. Ο Vincent Cassel είναι το αντρικό αντικείμενο του πόθου της ταινίας, κάτι που καταφέρνει να υποστηρίξει με άνεση και χωρίς υπερβολές και ουσιαστικά, αποτελεί το σημείο έναρξης της μετάλλαξης της Nina. Η Barbara Hershey από τη μία ως καταπιεστική μητέρα που στερήθηκε το όνειρο με το οποίο γαλούχησε αυστηρά την κόρη της καταπνίγοντας την ίδια την προσωπικότητα και θάβοντας την ζωή της και η Mila Kunis στον αντίποδα ως μπαλαρίνα η οποία ξεφεύγει από τα μέτρα και τα σταθμά που επιτάσσει ο χώρος, γεννώντας στη Nina ένα αίσθημα ζήλιας και ανταγωνισμού, οδηγώντας την στην υπέρβαση του εαυτού της, μπορεί να μην έχουν την λάμψη της Portman ωστόσο, σαφέστατα δεν χάνονται και δεν περνάνε απαρατήρητες.

Μέσα από ένα διαστρεβλωμένο πρίσμα της πραγματικότητας, μέσα από παραμορφωτικούς καθρέπτες που αιχμαλωτίζουν μια εικόνα πέραν από αυτή που μπορεί να δει κανείς με γυμνό μάτι, μέσα από τσακισμένες σάρκες που στάζουν αίμα, ζούμε μια νοσηρότητα που ίσως να μην μπορούμε να φανταστούμε καν πως μπορεί ν υφίσταται στην πραγματικότητα. Και όμως, όπως ο Λευκός και ο Μαύρος Κύκνος αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, έτσι και ο καθένας από εμάς, έτσι ακριβώς και η Nina, όλοι μας κρύβουμε μέσα μας τον καλό και τον κακό μας εαυτό, εκείνον που είναι λουσμένος στο φως και εκείνον που τον τυλίγει το σκοτάδι. Το θέμα δεν είναι να επιλέξεις κάποιον, ούτε να αφεθείς σε εκείνον που έχει τη μεγαλύτερη δύναμη αλλά, να μπορέσεις να τους ελέγξεις και να τους ισορροπήσεις βαθιά μέσα σου. Μέσα λοιπόν από της μελωδίες του Tchaikovsky και από εικόνες που περνάνε από την απόλυτη ηρεμία σε μια σταδιακή μεν, ανοδική δε προς την κορύφωση πορεία, από την μαγεία του μπαλέτου, την σκληρή πραγματικότητα πίσω από την επιτυχία που μπορεί να σε καταρρακώσει, μέσα από εικόνες που μοιάζουν να περνάνε από καλειδοσκόπιο, έχουμε μια ταινία που μοιάζει με σκοτεινό παραμύθι και παρά που δεν φτάνει την τελειότητα, μας προκαλεί μια ανατριχίλα με την ψυχεδελική της αλήθεια.
Βαθμολογία 8/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Μαύρος Κύκνος
Είδος: Θρίλερ
Σκηνοθέτης: Darren Aronofsky
Πρωταγωνιστές: Natalie Portman, Mila Kunis, Vincent Cassel, Winona Ryder, Ksenia Solo, Barbara Hershey, Toby Hemingway, Janet Montgomery, Christopher Gartin, Kristina Anapau, Deborah Offner, Benjamin Millepied, Sebastian Stan
Παραγωγή: 2010
Διάρκεια: 108'

Επίσημο site:

Posted on Τετάρτη, Απριλίου 04, 2012 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

12 comments

Δευτέρα, Απριλίου 02, 2012


Πρωταπριλιά χθες και το "Jack And Jill" που είχε καταφέρει να κάνει ρεκόρ υποψηφιοτήτων στα Χρυσά Βατόμουρα, με δέκα υποψηφιότητες σε σύνολο δέκα κατηγοριών, κατάφερε να κάνει και ρεκόρ βραβείων, κερδίζοντας και τα δέκα. Όπως αντιλαμβάνεστε, η 32η απονομή των Χρυσών Βατόμουρων κύλησε ομαλά, χωρίς εκπλήξεις και ανατροπές. Αναλυτικά οι ηττημένοι νικητές:

WORST PICTURE:
Jack And Jill
Bucky Larson: Born To Be A Star
New Year's Eve
Transformers: Dark Of The Moon
The Twilight Saga: Breaking Dawn Part 1

WORST ACTOR:
Adam Sandler - "Jack And Jill", "Just Go With It"
Russell Brand - "Arthur"
Nicolas Cage - "Drive Angry", "Season Of The Witch", "Trespass"
Taylor Lautner - "Abduction", "The Twilight Saga: Breaking Dawn Part 1"
Nick Swardson - "Bucky Larson: Born To Be A Star"

WORST ACTRESS:
Adam Sandler - "Jack And Jill"
Martin Lawrence - "Big Mommas: Like Father, Like Son"
Sarah Palin - "The Undefeated"
Sarah Jessica Parker - "I Don't Know How She Does It", "New Year's Eve"
Kristen Stewart - "The Twilight Saga: Breaking Dawn Part 1"

WORST SUPPORTING ACTOR:
Al Pacino - "Jack And Jill"
Patrick Dempsey - "Transformers: Dark Of The Moon"
James Franco - "Your Highness"
Ken Jeong - "Big Mommas: Like Father, Like Son", "The Hangover Part 2", "Transformers: Dark Of The Moon", "Zookeeper"
Nick Swardson - "Jack And Jill", "Just Go With It"

WORST SUPPORTING ACTRESS:
David Spade - "Jack And Jill"
Katie Holmes - "Jack And Jill"
Brandon T. Jackson - "Big Mommas: Like Father, Like Son"
Nicole Kidman - "Just Go With It"
Rosie Huntington-Whiteley - "Transformers: Dark Of The Moon"

WORST SCREEN ENSEMBLE:
Jack And Jill
Bucky Larson: Born to Be a Star 
New Year's Eve
Transformers: Dark Of The Moon
The Twilight Saga: Breaking Dawn Part 1 

WORST DIRECTOR:
Dennis Dugan - "Jack And Jill", "Just Go With It"
Michael Bay - "Transformers: Dark Of The Moon"
Tom Brady - "Bucky Larson: Born To Be A Star"
Bill Condon - "The Twilight Saga: Breaking Dawn Part 1"
Garry Marshall - "New Year's Eve"

WORST PREQUEL, REMAKE, RIP-OFF, OR SEQUEL:
Jack And Jill
Arthur
Bucky Larson: Born To Be A Star
The Hangover Part 2
The Twilight Saga: Breaking Dawn Part 1

WORST SCREEN COUPLE:
Adam Sandler & either Katie Holmes, Al Pacino, or Adam Sandler - "Jack and Jill"
Nicolas Cage & Anyone Sharing the Screen with Him in Any of His Three 2011 Movies
Shia LaBeouf & Rosie Huntington-Whiteley - "Transformers: Dark Of The Moon"
Adam Sandler & either Jennifer Aniston or Brooklyn Decker - "Just Go With It"
Kristen Stewart & either Robert Pattinson or Taylor Lautner - "The Twilight Saga: Breaking Dawn Part 1"   

WORST SCREENPLAY:
Steve Koren & Adam Sandler, Story by Ben Zook - "Jack And Jill"
Adam Sandler, Allen Covert & Nick Swardson - "Bucky Larson: Born To Be A Star"
Katherine Fugate - "New Year's Eve"
Ehren Kruger - "Transformers: Dark Of The Moon"
Melissa Rosenberg, from the Novel by Stephenie Meyer - "The Twilight Saga: Breaking Dawn Part 1"

Posted on Δευτέρα, Απριλίου 02, 2012 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

2 comments