Η Μεταξία Κράλλη είναι ένα από τα δημοφιλέστερα πρόσωπα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Μετά την κυκλοφορία του πρώτου της βιβλίου, "Μια φορά κι ένα καλοκαίρι", από τις εκδόσεις Ψυχογιός τον Μάρτιο του 2012 -το οποίο σήμερα μετράει την 35η χιλιάδα-, δεν υπάρχει αναγνώστης του είδους που να μην την γνωρίζει και που να μην έχει αναρωτηθεί ποια είναι στην πραγματικότητα η γυναίκα που κρύβεται πίσω από το ψευδώνυμο αυτό. Ένα χρόνο μετά, τον Φεβρουάριο του 2013, κυκλοφόρησε και πάλι από τις εκδόσεις Ψυχογιός το βιβλίο της με τίτλο, "Η αγάπη φόβο φέρνει", το οποίο συζητήθηκε για ποικίλους λόγους και έχει καταφέρει μέχρι σήμερα να πουλήσει περισσότερα από 25.000 αντίτυπα. Τον Μάρτιο που μας πέρασε, οι εκδόσεις Ψυχογιός κυκλοφόρησαν το τρίτο της μυθιστόρημα με τίτλο, "Δεύτερη πράξη", που έχει φτάσει αισίως τα 15.000 αντίτυπα και από πολλούς θεωρείται ότι καλύτερο έχει γράψει. 
Η Μεταξία Κράλλη, δέχτηκε να μιλήσει στο blog, "Το Μεγαλείο των Τεχνών", και να δώσει με αυτό τον τρόπο στους αναγνώστες της μια ευκαιρία να ανακαλύψουν μερικά πράγματα για εκείνη που ίσως να μην γνώριζαν.

Μεταξία Κράλλη! Ένα όνομα που γνωρίζουν όλοι οι αναγνώστες της ελληνικής λογοτεχνίας, ωστόσο, κανείς δεν ξέρει ποια πραγματικά κρύβεται πίσω από αυτό. Σας αγχώνει το γεγονός πως ο κόσμος είναι εξαιρετικά περίεργος να ανακαλύψει ποια πραγματικά είστε;

Όχι. Το θεωρώ πολύ όμορφο κάποιος να έχει τόσο αγαπήσει ένα βιβλίο μου ώστε να θέλει να μάθει περισσότερα πράγματα και για τον άνθρωπο που το έγραψε. Εξάλλου, δεν προτίμησα να εκδοθώ με ψευδώνυμο από φόβο. Απλώς πιστεύω πως αυτό που ενδιαφέρει είναι οι ιστορίες μου κι όχι η γυναίκα πίσω από αυτές.

Από το πρώτο μόλις βιβλίο σας, το “Μια φορά κι ένα καλοκαίρι”, καταφέρατε να τραβήξετε τα βλέμματα πάνω σας και να κερδίσετε φανατικούς αναγνώστες που θαυμάζουν τη δουλειά σας και περιμένουν κάθε νέο σας βιβλίο, με ξεχωριστή αγωνία. Πώς σας κάνει να αισθάνεστε όλο αυτό; Η επιτυχία αυτή που βιώνετε ήταν κάτι που το περιμένατε ή που σας βρήκε απροετοίμαστη;

Απροετοίμαστη ναι, με βρήκε. Και μάλιστα πολύ. Είναι όμως από τα πιο συναρπαστικά πράγματα που έχω βιώσει οι αντιδράσεις του κόσμου στα βιβλία μου. Ιδίως με το πρώτο, το «Μια φορά κι ένα καλοκαίρι», έζησα αρκετούς μήνες σ’ ένα καθεστώς μόνιμης έκπληξης. Έλεγα «τώρα όντως συμβαίνει αυτό;»

Στο “Μια φορά κι ένα καλοκαίρι”, αλλά και στο “Η αγάπη φόβο φέρνει”, παρακολουθούμε την εξέλιξη περισσότερων από μία ιστορίες. Υπάρχει μεν ένα βασικό, κεντρικό ζευγάρι, ωστόσο εμφανίζονται και άλλα που στην πορεία της ιστορίας, διεκδικούν το χρόνο που τους αναλογεί. Αντίθετα, στη “Δεύτερη πράξη”, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Ήταν μια συνειδητή επιλογή ή προέκυψε;

Μάλλον στα δύο πρώτα προέκυψε. Εγώ και σ’ αυτά, ένα ζευγάρι είχα στο μυαλό μου. Τον Δημήτρη και τη Μάρθα για το «Μια φορά κι ένα καλοκαίρι» και τον Πέτρο και την Ειρήνη για το «Η αγάπη φόβο φέρνει». Τα άλλα ήρθαν από μόνα τους, καθώς έγραφα. Στη «Δεύτερη πράξη» δεν συνέβη και, όταν το κατάλαβα, δεν προσπάθησα να το αλλάξω. Περισσότερο από την ιστορία του Μάριου και της Μιλούς, ήθελα να μιλήσω για την ίδια τη Μιλού, τα προβλήματά της και τον αγώνα που κάνει να τα ξεπεράσει.

Θα μπορούσε να πει κανείς πως τα βιβλία σας χαρακτηρίζονται από μια αρκετά κινηματογραφική αφήγηση, κάτι που επιτρέπει στον αναγνώστη να δημιουργεί πιο εύκολα εικόνες. Μάλιστα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν δηλώσει πως θα τους άρεσε να δουν το “Μια φορά κι ένα καλοκαίρι”, μεταφερμένο στη μικρή οθόνη. Θα σας ενδιέφερε μια τέτοια προοπτική κι αν ναι, υπό ποιες προϋποθέσεις;

Δεν την σκέφτομαι καν μια τέτοια προοπτική. Ακόμα λιγότερο θέτω προϋποθέσεις. Αν ποτέ υπάρξει ενδιαφέρον να μεταφερθεί κάποια ιστορία μου στην τηλεόραση, μεγάλη μου χαρά, μεγάλη μου τιμή και οι όροι είναι για να διαμορφώνονται την στιγμή που έχει νόημα να τους συζητήσεις. 


Μέχρι στιγμής, έχετε γράψει τρία μυθιστορήματα. Ξεχωρίζει κάποιο από αυτά στην καρδιά σας κι αν ναι, για ποιον λόγο; Επιπλέον, υπάρχει κάποιος χαρακτήρας τον οποίο να αγαπάτε λίγο περισσότερο από τους υπόλοιπους και γιατί;

Θα σας δώσω μια κοινότοπη απάντηση που όμως είναι η μόνη αληθινή. Δεν μπορείς να ξεχωρίσεις κάποιο από τα βιβλία που γράφεις. Είναι πραγματικά σα να πρέπει να ξεχωρίσεις ανάμεσα σε παιδιά σου. Το καθένα έχει τα προτερήματά του που δεν τα έχει το άλλο. Το «Μια φορά κι ένα καλοκαίρι» ξεκίνησε αυτό το υπέροχο ταξίδι με τις εκδόσεις «Ψυχογιός» και, ως πρωτότοκο, έχει την ξεχωριστή του θέση. Το «Η αγάπη φόβο φέρνει» συνδέεται με μια πολύ ιδιαίτερη περίοδο της ζωής μου όταν το έγραφα. Το «Δεύτερη πράξη» έχει τις περισσότερες σκέψεις μου και τα περισσότερα κομμάτια του εαυτού μου από τα τρία.
Όμως, όσον αφορά τους χαρακτήρες, νομίζω ότι βαθιά μέσα μου, τρέφω μια παραπάνω αδυναμία στην Αλίκη από το «Μια φορά κι ένα καλοκαίρι». Θα ήθελα πολύ να φτάσω στην ηλικία της με τη δική της ισορροπία, ανεξαρτησία, κοφτερή σκέψη και αίσθηση του χιούμορ.

Υπάρχουν στοιχεία ή γεγονότα στα βιβλία σας, που αν μπορούσατε να γυρίσετε τον χρόνο πίσω, θα τα αλλάζατε;

Όχι. Με όλα τους τα τρωτά σημεία (και σίγουρα υπάρχουν πολλά), προσωπικά οι ιστορίες μου μ’ αρέσουν όπως ακριβώς είναι.

Έχετε επέμβει ποτέ σε κείμενό σας, σκεπτόμενη πως ίσως αυτό που γράψατε να προκαλέσει αντιδράσεις ή να μην αρέσει στους αναγνώστες σας, ή δεν αφήνετε τον εαυτό σας να επηρεαστεί από τέτοιες σκέψεις;

Στην πρώτη γραφή δεν σκέφτομαι καθόλου πιθανές κριτικές. Όταν ξαναπιάνω το κείμενο για να το «χτενίσω» ακούω πάντοτε τα σχόλια της κολλητής μου που είναι η πρώτη αναγνώστρια κάθε ιστορίας μου. Άλλες υποδείξεις της τις ακολουθώ, άλλες τις αγνοώ επιδεικτικά!

Χωρίς να θέλω να σας κολακέψω, σε κάθε σας βιβλίο, παρατηρώ σημαντική εξέλιξη στον τρόπο γραφή σας, κάτι που προσωπικά θεωρώ πολύ σπουδαίο για κάθε συγγραφέα που είναι σε θέση να το πετύχει. Εσείς τι πιστεύετε πως μπορεί να βοηθήσει έναν δημιουργό το να γίνει ακόμα καλύτερος με το πέρασμα του χρόνου;

Να διαβάζει. Να διαβάζει πολύ. Έχω την πεποίθηση πως μόνο άνθρωποι που είναι οι ίδιοι φανατικοί αναγνώστες, μπορεί, κάποια στιγμή, να περάσουν και στην απέναντι όχθη της συγγραφής.

Τα βιβλία σας υπάγονται στην κοινωνική-αισθηματική λογοτεχνία. Ορισμένοι, έχουν την τάση να την αποκαλούν ροζ. Πώς αντιμετωπίζετε το γεγονός πως στην Ελλάδα, οι γυναίκες συγγραφείς, κατηγοριοποιούνται με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο και κρίνονται σύμφωνα με το φύλο τους και όχι το καλλιτεχνικό τους έργο;

Τι έχει το ροζ; Ένα υπέροχο χρώμα είναι! Πέρα από την πλάκα, αν κάποιος διαχωρίζει στην Ελλάδα τους συγγραφείς βάσει φύλου, αυτό είναι σίγουρα ανόητο. Και προσβάλλει και τις γυναίκες αναγνώστριες που αποτελούν την συντριπτική πλειοψηφία του αναγνωστικού κοινού. Προσωπικά δέχομαι να έχει κάποιος την οποιαδήποτε άποψη για τα βιβλία μου. Μοναδική μου απαίτηση, να τα έχει διαβάσει πρώτα! Ύστερα ας τα εκθειάσει ή ας τα καταβαραθρώσει. Όλα δεκτά και σεβαστά.

Υπάρχει κάποιο λογοτεχνικό είδος με το οποίο θα θέλατε να ασχοληθείτε στο μέλλον;

Όχι. Ποτέ μη λες ποτέ βέβαια αλλά, προς το παρόν, ούτε που μου έχει περάσει από το μυαλό ν’ ασχοληθώ με κάτι άλλο.

Αν και είναι νωρίς, υπάρχουν στο μυαλό σας ιδέες τις οποίες σκοπεύετε να αξιοποιήσετε στο προσεχές μέλλον, έτσι ώστε να έχουμε το νέο σας πόνημα το συντομότερο δυνατόν στα χέρια μας;

Υπάρχει μια ιστορία στο μυαλό μου που εξελίσσεται στη Θεσσαλονίκη, αλλά όχι στο σήμερα. Δεν το επέλεξα. Μόνη της με βρήκε και με τριβελίζει τους τελευταίους μήνες. Και με δυσκολεύει. Δεν είμαι σίγουρη αν θα καταφέρω να μιλήσω για μια άλλη εποχή χωρίς να την προδώσω. 

Ευχαριστώ την κυρία Μεταξία Κράλλη για την τιμή που μου έκανε, αλλά και για τον χρόνο που διέθεσε, τόσο για μένα, όσο και γιατους αναγνώστες της που ελπίζω να βρουν την συγκεκριμένη συνέντευξη αρκετά ενδιαφέρουσα.