Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Στο είδωλο του καθρέφτη έβλεπα το μπουντουάρ με τις κούκλες ματριόσκα στημένες στη σειρά. Έκλεισα τα μάτια μου και φαντάστηκα μια χρυσή γραμμή να εκτείνεται από τη Σαγκάη ως τη Μόσχα. «Μαμά, μαμά», είπα από μέσα μου, «να προσέχεις. Κοίτα να επιζήσεις και θα επιζήσω κι εγώ, μέχρι να μπορέσουμε να ξαναβρεθούμε».
Η Λευκή Γαρδένια, ξεκινώντας από μια περιοχή κοντά στα σινο-ρωσικά σύνορα κατά τις τελευταίες μέρες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αφηγείται την ιστορία μιας μητέρας και μιας κόρης που τις χωρίζει ο πόλεμος. Σε μια συνοικία της πόλης Χαρμπίν, καταφύγιο για τις ρωσικές οικογένειες από την εποχή της ρωσικής κομμουνιστικής επανάστασης, η Αλίνα Κόζλοβα πρέπει να πάρει μια οδυνηρή απόφαση αν επιθυμεί να ζήσει η μοναχοκόρη της, η Άνια.
Η Λευκή Γαρδένια διατρέχει κουλτούρες και ηπείρους, από τα μαγευτικά νυχτερινά κέντρα της Σαγκάης ως τη σκληρή ψυχροπολεμική σοβιετική Ρωσία της δεκαετίας του 1960, από ένα ερημικό νησί στον Ειρηνικό σε μια νέα ζωή στη μεταπολεμική Αυστραλία. Και η μητέρα και η κόρη πρέπει να κάνουν θυσίες, αλλά μήπως το τίμημα της επιβίωσης είναι πολύ υψηλό; Και, το σημαντικότερο, θα ξαναβρούν η μία την άλλη;

Προσωπική άποψη:
Η πρώτη μου αναγνωστική συνάντηση με την Belinda Alexandra ήταν πριν από περίπου ένα χρόνο, όταν στα χέρια μου έπεσε "Το Ρόδο της Τοσκάνης" που φέρει την υπογραφή της ίδιας, αλλά και των εκδόσεων Διόπτρα, όπως και η "Λευκή γαρδένια" -στην φετινή της επανέκδοση, αφού το 2005 είχε κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Φυτράκη- για την οποία θα μιλήσουμε σήμερα. Προσωπικά, βρίσκω στην γραφή της συγγραφέως πολλά πράγματα που μου αρέσουν, αλλά όπως είχα τονίσει και πέρσι τέτοια εποχή, αυτό που θεωρώ ως το μεγάλο της μειονέκτημα δεν είναι άλλο από το ότι ορισμένες στιγμές της αφήγησής της παρασύρεται, με αποτέλεσμα να γίνεται όχι απλά φλύαρη, αλλά και κάπως κουραστική στα σημεία. Ε, αυτό λοιπόν, είναι και το βασικό μειονέκτημα της "Λευκής γαρδένιας", κάτι που θα αναλύσω περισσότερο στη συνέχεια.

Η ιστορία του βιβλίου μάς μεταφέρει στις τελευταίες ημέρες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, σε μια συνοικία της πόλης Χαρμπίν, η οποία αποτελεί το καταφύγιο των ρωσικών οικογενειών της κομμουνιστικής επανάστασης. Εκεί ζει και η Αλίνα, μαζί με την μοναχοκόρη της Άνια, και σύντομα καλείται να πάρει μια πολύ δύσκολη για εκείνη απόφαση, η οποία και θα καθορίσει το αν η Άνια θα ζήσει η όχι. Η απόφαση της Αλίνα, θα χωρίσει μάνα και κόρη, με τις δυο τους να καλούνται μέσα στο πέρασμα του χρόνου να πάρουν ολοένα και πιο σκληρές αποφάσεις προκειμένου να επιβιώσουν, κάτι όμως που δεν θα τις απομακρύνει από το τίμημα που πρέπει κάποια στιγμή να πληρώσουν, ενώ στο ταξίδι της προσωπικής τους αναζήτησης, πάντα έχουν να τις βαραίνει η αγωνία του αν θα ξαναβρούν ποτέ η μία την άλλη.

Ομολογώ πως όσον αφορά την συγκεκριμένη χρονική και ιστορική περίοδο, κατά την οποία λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα του πρώτου σκέλους της ιστορίας μας, δεν γνωρίζω πάρα πολλά στοιχεία, εκτός όσον έχω δεχτεί ως αναγνώστρια μέσω διαφόρων μυθιστορημάτων τοποθετημένα την εποχή εκείνη, αλλά και των όσων λίγων έχω εισπράξει κατά την διάρκεια των σχολικών μου χρόνων. Και πάλι, όμως, όλα αυτά δεν με καθιστούν ιστορικά ενημερωμένη σε τέτοιο βαθμό ώστε να μπορώ να πω αν η συγγραφέας έχει καταφέρει ν' αποδώσει καλά το κλίμα της εποχής, ή αν έχει επιτύχει ν' αποδώσει σωστά το ρεαλιστικό κομμάτι της αφήγησης πάνω στο οποίο χτίζει τις βάσεις την μυθιστορίας της. Ωστόσο, έχω την αίσθηση πως έχει πετύχει σε αρκετά μεγάλο βαθμό, αφού οι εικόνες που πλάθει και μεταφέρει στο χαρτί είναι αρκετά παραστατικές και φαίνεται να κρύβουν μέσα τους ακριβώς όση φρίκη χρειάζεται προκειμένου να "ντυθούν" με τα βασικά χαρακτηριστικά της εποχής εκείνης.

Όπως ανέφερα και στον πρόλογο, η βασική μου ένταση έχει να κάνει με τον όγκο της ιστορίας, όχι τόσο επειδή το βιβλίο είναι μεγάλο -έχω διαβάσει πολύ μεγαλύτερα βιβλία απ' αυτό-, αλλά επειδή ήταν αρκετά φλύαρο στα σημεία με αποτέλεσμα να υπάρχουν στιγμές όπου η αφήγηση έκανε την επιλεγόμενη "κοιλιά". Ως όρος δεν μου αρέσει και πολύ, αλλά νομίζω πως είναι ο πλέον χαρακτηριστικός στην προκειμένη περίπτωση ώστε να μεταφέρω ακριβώς το πως αισθάνθηκα. Επιπλέον, επειδή έχουμε να κάνουμε με την ιστορία επιζησάντων μιας δύσκολης συνθήκης, ιστορικά και όχι μόνο, θα ήθελα η μετάβαση από τη μια εποχή και κατάσταση στην άλλη, να είναι λίγο πιο ομαλή και ισορροπημένη, τόσο συναισθηματικά όσο και αφηγηματικά, αφού νιώθω πως υπάρχουν κάποια κενά στην ιστορία που δεν καλύφτηκαν έτσι όπως θα έπρεπε ή τουλάχιστον, έτσι όπως θα το ήθελα ως αναγνώστρια.

Εν κατακλείδι, έχουμε να κάνουμε με ένα μυθιστόρημα η ιστορία του οποίου, στον πυρήνα της, είναι βαθιά συναισθηματική, ανθρώπινη κι ενδιαφέρουσα, ικανή να προκαλέσει και να τραβήξει την προσοχή του αναγνώστη. Το πρόβλημά της έγκειται στο ότι δεν καταφέρνει με την ίδια ευκολία να την διατηρήσει κιόλας, κάτι που μας οδηγεί ορισμένες φορές στο να κουραζόμαστε και να επιθυμούμε οι εξελίξεις να ήταν λίγο πιο γρήγορες, πιο δυναμικές, με την απόδοσή τους να περιορίζεται σε λιγότερα λόγια, κάτι που ίσως να μπορούσε να βοηθήσει στην ενδυνάμωση του συναισθήματος. Παρ' όλα ταύτα, δεν θα ισχυριστώ πως πέρασα δυσάρεστα διαβάζοντάς το, αφού πρέπει να παραδεχτώ πως η πένα της συγγραφέως είναι πολύ καλή, έστω κι αν δεν καταφέρνει πάντα να αποδώσει τα μέγιστα, παρασυρόμενη ίσως από εσωτερικά συναισθήματα που ίσως καλό θα ήταν να χαλιναγωγήσει στο μέλλον.
Βαθμολογία 7/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Belinda Alexandra
Μεταφραστής: Μπαρουξής Χρήστος
Εκδόσεις: Διόπτρα
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2016
Αρ. σελίδων: 592
ISBN: 978-960-605-023-7