"Η δεσμοφύλακας" του Νίκου Δαββέτα
Όταν η νόσος του Αλτσχάιμερ είχε καταβάλει πλήρως τη μητέρα μου, εκείνη εξακολουθούσε να θυμάται με τον δικό της τρόπο τα χρόνια που υπηρετούσε ως σωφρονιστική υπάλληλος στις γυναικείες φυλακές Αβέρωφ και Κορυδαλλού. Μπορεί να μη θυμόταν ποιος ήμουν, πού ζούσε και σε ποια εποχή, όμως ανέφερε συχνά, με τα μικρά τους ονόματα, δεκάδες κρατούμενες, ποινικές και πολιτικές, με τις οποίες είχε συγχρωτιστεί. Και όσο εκείνη ξαναζούσε «τα χρόνια του καθήκοντος», ως δεσμοφύλακας, αναγκαστικά τα ξαναζούσα κι εγώ, καθώς η παιδική μου ηλικία είχε σημαδευτεί από διαδοχικές επισκέψεις «στη δουλειά της μαμάς».
Το κοινό μας ταξίδι ως το αναπότρεπτο τέλος της, οι παραληρηματικοί μονόλογοι και οι καθημερινοί μας διάλογοι, μέσα από τον παραμορφωτικό φακό της ασθένειας, διασώθηκαν σε δυο πυκνογραμμένα τετράδια. Τώρα, δεν ξέρω αν συνιστούν μια εξομολόγηση μεταμφιεσμένη σε μυθοπλασία ή μυθοπλασία μεταμφιεσμένη σε αυτοβιογραφική εξομολόγηση.
Ν.Δ.
Όταν η νόσος του Αλτσχάιμερ είχε καταβάλει πλήρως τη μητέρα μου, εκείνη εξακολουθούσε να θυμάται με τον δικό της τρόπο τα χρόνια που υπηρετούσε ως σωφρονιστική υπάλληλος στις γυναικείες φυλακές Αβέρωφ και Κορυδαλλού. Μπορεί να μη θυμόταν ποιος ήμουν, πού ζούσε και σε ποια εποχή, όμως ανέφερε συχνά, με τα μικρά τους ονόματα, δεκάδες κρατούμενες, ποινικές και πολιτικές, με τις οποίες είχε συγχρωτιστεί. Και όσο εκείνη ξαναζούσε «τα χρόνια του καθήκοντος», ως δεσμοφύλακας, αναγκαστικά τα ξαναζούσα κι εγώ, καθώς η παιδική μου ηλικία είχε σημαδευτεί από διαδοχικές επισκέψεις «στη δουλειά της μαμάς».
Το κοινό μας ταξίδι ως το αναπότρεπτο τέλος της, οι παραληρηματικοί μονόλογοι και οι καθημερινοί μας διάλογοι, μέσα από τον παραμορφωτικό φακό της ασθένειας, διασώθηκαν σε δυο πυκνογραμμένα τετράδια. Τώρα, δεν ξέρω αν συνιστούν μια εξομολόγηση μεταμφιεσμένη σε μυθοπλασία ή μυθοπλασία μεταμφιεσμένη σε αυτοβιογραφική εξομολόγηση.
Ν.Δ.
"Το γάβγισμα" της Μαρίας Παπαγεωργίου
“Το γάβγισμα” είναι ο απόηχος των σκέψεών μου που δεν έγιναν ποτέ τραγούδι. Ενδόμυχες σκέψεις ή αφηγήσεις άλλων πάνω σε ένα λεπτό σχοινί, όπου το πραγματικό συναντά τη μυθοπλασία και η εικόνα το κείμενο. Ή μήπως το ανάποδο;
“Το γάβγισμα” είναι ο απόηχος των σκέψεών μου που δεν έγιναν ποτέ τραγούδι. Ενδόμυχες σκέψεις ή αφηγήσεις άλλων πάνω σε ένα λεπτό σχοινί, όπου το πραγματικό συναντά τη μυθοπλασία και η εικόνα το κείμενο. Ή μήπως το ανάποδο;
"Μια χαραμάδα πανικού" της Μαρίας Παπαγεωργίου
«Δεν ξέρω πόσο εύκολο είναι να εξηγήσω τη στιγμή που κάποιος άλλος άνθρωπος, κάποια άλλη Μαρία, μπαίνει μέσα στο κεφάλι μου και το διατάζει. Το διατάζει να με φοβίσει, να κάνει το σώμα μου να ιδρώσει, την καρδιά μου να τρεμοπαίζει, τα μάτια μου να θολώνουν, την ανάσα μου να κόβεται. Τα πιο απλά καθημερινά πράγματα γίνονται δύσκολα… Θεέ μου, ας πάρει κάποιος το τιμόνι από τα χέρια μου, το λεωφορείο πίσω μου με καταδιώκει, δεν έχω πού να σταματήσω. Το τηλέφωνο χτυπάει, σ’ αγαπώ άλλα αυτή τη στιγμή δεν έχω ανάσες για να απαντήσω στην κλήση σου και να σ’ το πω».
Οι κρίσεις άγχους είναι ένα νόμισμα με δύο όψεις.
Ζώντας για περισσότερο από δέκα χρόνια με κρίσεις πανικού, προσπάθησα να συνοψίσω τις εμπειρίες μου, τις ενδόμυχες σκέψεις μου και τα συμπεράσματά μου από αυτή τη «συνύπαρξη» και να τα μοιραστώ μαζί σας.
Ελπίζω, διαβάζοντας αυτή την προσωπική μου αφήγηση, να στρίψετε το νόμισμα προς την αισιόδοξη όψη.
Υπάρχει η όψη αυτή, αρκεί να θελήσουμε να τη δούμε!
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
"Μπόουλντερ, η γυναίκα του βράχου" της Eva Baltasar
Έπειτα από επαγγελµατικές απογοητεύσεις και προσωπικές διαψεύσεις, η µοναχική ηρωίδα της Εύα Μπαλταζάρ βρίσκει δουλειά ως µαγείρισσα σε εµπορικό πλοίο. Ο συγκεκριµένος τρόπος ζωής την κάνει ευτυχισµένη: απολαµβάνει την ελευθερία του ταξιδιού στον ωκεανό χωρίς να λογοδοτεί σε κανέναν, αναζητώντας ενίοτε κάποια ερωµένη στα διάφορα λιµάνια. Μέχρι που ερωτεύεται τη Σάµσα, µια γεωλόγο που θα της χαρίσει το προσωνύµιο Μπόουλντερ, από τους µοναχικούς βράχους που στέκουν σιωπηλά καταµεσής της θάλασσας αέναα εκτεθειµένοι στα στοιχεία της φύσης.
Όταν παρουσιάζεται µια εξαιρετική επαγγελµατική ευκαιρία για τη Σάµσα στο Ρέικιαβικ, η Μπόουλντερ ξεµπαρκάρει για να την ακολουθήσει. Ύστερα από δέκα χρόνια ανέφελης, πλην συµβατικής, συµβίωσης, η Σάµσα αποφασίζει να αποκτήσουν παιδί µε τη µέθοδο της υποβοηθούµενης αναπαραγωγής. Η Μπόουλντερ συναινεί απρόθυµα και βιώνει δύσκολα την εµπειρία της µητρότητας, που επιπλέον την αποξενώνει ερωτικά από τη γυναίκα που αγάπησε. Καλείται εν τέλει να αποφασίσει τι έχει µεγαλύτερη αξία γι’ αυτήν: η λαχτάρα της για ελευθερία ή µια αγάπη που θα τη φυλακίσει στις συµβάσεις της οικογενειακής ζωής;
"Το κακό που κάνουν οι άνθρωποι" του Sandrone Dazieri
Πολλά χρόνια πριν, η αστυνομικός Ίταλα Καρούζο, η επονομαζόμενη «Βασίλισσα», επικεφαλής ενός κυκλώματος διαφθοράς, ανέλαβε να συγκεντρώσει τα αποδεικτικά στοιχεία προκειμένου να οδηγηθεί στη φυλακή ο άντρας που κατηγορούνταν ότι ήταν ο Πέρσικο, απαγωγέας και δολοφόνος τριών έφηβων κοριτσιών. Η Ίταλα δεν μπορούσε να αρνηθεί, γνώριζε όμως ότι τα πράγματα δεν ήταν έτσι.
Τώρα, ένας άντρας με μακριά λευκά μαλλιά αρπάζει στην κυριολεξία τη δεκαεξάχρονη Αμάλα Καβαλκάντε από την πόρτα του όμορφου σπιτιού της, στις παρυφές της μεσαιωνικής Τσιττά ντελ Φιούμε στη βόρεια Ιταλία, και τη φυλακίζει στο υπόγειο ενός παλιού κτιρίου. Η Αμάλα συνειδητοποιεί ότι δεν πρόκειται να βγει ζωντανή από εκεί αν δε βρει έναν τρόπο να δραπετεύσει.
Η δικηγόρος Φραντσέσκα Καβαλκάντε, θεία της Αμάλα, είχε υπερασπιστεί τότε ανεπιτυχώς τον άντρα που κατηγορούνταν ότι ήταν ο Πέρσικο. Είναι πεπεισμένη ότι ο πελάτης της ήταν αθώος και ότι ο πραγματικός δολοφόνος κυκλοφορεί ακόμη ελεύθερος. Και είναι πιθανότατα αυτός που έχει απαγάγει την ανιψιά της.
Ο Ισραηλινός Γκέρσομ Πέρετζ ή Τζέρρυ, που ισχυρίζεται ότι είναι τουρίστας, φτάνει στην πόλη αμέσως μετά την απαγωγή της Αμάλα και μοιάζει αποφασισμένος να κάνει τα πάντα για να τη βρει.
Ακόμα και να σκοτώσει.
Το Κακό που κάνουν οι άνθρωποι, με τίτλο δανεισμένο από τον σαιξπηρικό Ιούλιο Καίσαρα («Το κακό που κάνουν οι άνθρωποι ζει και μετά απ’ τους ίδιους, το καλό συχνά θάβεται με τα κόκαλά τους» εξηγεί ο Μάρκος Αντώνιος), είναι ένα εντυπωσιακά δομημένο μυθιστόρημα, που διαβάζεται απνευστί, για την έμφυλη βία, για το σκοτεινό πρόσωπο της καλής κοινωνίας της επαρχίας και τη, χρονίζουσα, διαφθορά στους κόλπους της κρατικής ασφάλειας.
"Σχέδιο για Ηλέκτρα – Σχέδιο για Ιφιγένεια – Σχέδιο για Φαίδρα" του Γιώργου Βέλτσου
Τρία αρχαιόθεμα σχέδια για τρεις τραγωδίες, τρεις δηλαδή μεταγραφές και τρεις εφαρμογές των «τρόπων» της ελληνικής γλώσσας – με όλο τον οφειλόμενο σεβασμό στους τραγικούς, αλλά και με την αναπόφευκτη προδοσία από τη μετανεωτερική εποχή μας, τη μουσική της και το θέατρό της. Μια ακόμη προσπάθεια να γράψω υπερβαίνοντας τα «είδη» του λόγου και –ενστερνιζόμενος τη θέση του Ναμπόκοφ, «κάθε μεγάλος συγγραφέας είναι και μεγάλος απατεώνας, όπως άλλωστε είναι και η ίδια η φύση»– να αποδείξω ότι η λογοτεχνία είναι μια εφεύρεση. Και το να αναζητάς την «αλήθεια» ή να κόπτεσαι για το «νόημα» με την υποκρισία σεβάσμιου όσο και ευπώλητου θεμιστοπόλου είναι προσβολή τόσο για την τέχνη όσο και για την αλήθεια. Τα τρία αυτά σχέδια είδαν τα φώτα της ράμπας στο θέατρο σε σκηνοθεσία του Γιάννη Λεοντάρη, το 2015, στη Σκηνή της οδού Κυκλάδων και στην πράνα των ενεργειακών στοιχείων της ηλεκτρονικής μουσικής, το 2025, από τον συνθέτη Δημήτρη Καμαρωτό στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.
Ιδού, λοιπόν, πώς η Ηλέκτρα ωρύεται, η Ιφιγένεια κάνει γιόγκα και η Φαίδρα ερωτεύεται θανάσιμα.
Γ.Β.
"Υπερτουρισμός. Ανέμελος καπιταλισμός και κοινωνική κρίση της πόλης" του Γιώργου Ράκκα
Ένα δημοφιλές σύνθημα από τον παρισινό Μάη του ’68 έλεγε χαρακτηριστικά «κάτω απ’ το λιθόστρωτο, η παραλία»· έξι δεκαετίες μετά συνοψίζει παραστατικά την τουριστική εμπειρία των μεγάλων ευρωπαϊκών μητροπόλεων. Ένας ανέμελος καπιταλισμός-πανδέκτης «αυθεντικών» εμπειριών, με όχημα τις βραχυχρόνιες μισθώσεις και την εναλλακτική διασκέδαση, μεταμορφώνει τις άλλοτε υποβαθμισμένες γειτονιές.
Ωστόσο το τίμημα των «πόλεων που ποτέ δεν κοιμούνται» είναι υψηλό: τα λαϊκά και μεσαία στρώματα τις εγκαταλείπουν, το κόστος στέγης και διαβίωσης κορυφώνεται, οι υποδομές λυγίζουν από τον συνωστισμό, ενώ η οικονομία εθίζεται στο εύκολο κέρδος μένοντας πίσω στους αναγκαίους τεχνολογικούς και παραγωγικούς μετασχηματισμούς. Τελικά, η τουριστική πόλη είναι όντως «ζωντανή πόλη» ή μήπως την παριστάνει υποκρύπτοντας μια βαθιά υπαρξιακή κρίση;
«Δεν ξέρω πόσο εύκολο είναι να εξηγήσω τη στιγμή που κάποιος άλλος άνθρωπος, κάποια άλλη Μαρία, μπαίνει μέσα στο κεφάλι μου και το διατάζει. Το διατάζει να με φοβίσει, να κάνει το σώμα μου να ιδρώσει, την καρδιά μου να τρεμοπαίζει, τα μάτια μου να θολώνουν, την ανάσα μου να κόβεται. Τα πιο απλά καθημερινά πράγματα γίνονται δύσκολα… Θεέ μου, ας πάρει κάποιος το τιμόνι από τα χέρια μου, το λεωφορείο πίσω μου με καταδιώκει, δεν έχω πού να σταματήσω. Το τηλέφωνο χτυπάει, σ’ αγαπώ άλλα αυτή τη στιγμή δεν έχω ανάσες για να απαντήσω στην κλήση σου και να σ’ το πω».
Οι κρίσεις άγχους είναι ένα νόμισμα με δύο όψεις.
Ζώντας για περισσότερο από δέκα χρόνια με κρίσεις πανικού, προσπάθησα να συνοψίσω τις εμπειρίες μου, τις ενδόμυχες σκέψεις μου και τα συμπεράσματά μου από αυτή τη «συνύπαρξη» και να τα μοιραστώ μαζί σας.
Ελπίζω, διαβάζοντας αυτή την προσωπική μου αφήγηση, να στρίψετε το νόμισμα προς την αισιόδοξη όψη.
Υπάρχει η όψη αυτή, αρκεί να θελήσουμε να τη δούμε!
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
"Μπόουλντερ, η γυναίκα του βράχου" της Eva Baltasar
Έπειτα από επαγγελµατικές απογοητεύσεις και προσωπικές διαψεύσεις, η µοναχική ηρωίδα της Εύα Μπαλταζάρ βρίσκει δουλειά ως µαγείρισσα σε εµπορικό πλοίο. Ο συγκεκριµένος τρόπος ζωής την κάνει ευτυχισµένη: απολαµβάνει την ελευθερία του ταξιδιού στον ωκεανό χωρίς να λογοδοτεί σε κανέναν, αναζητώντας ενίοτε κάποια ερωµένη στα διάφορα λιµάνια. Μέχρι που ερωτεύεται τη Σάµσα, µια γεωλόγο που θα της χαρίσει το προσωνύµιο Μπόουλντερ, από τους µοναχικούς βράχους που στέκουν σιωπηλά καταµεσής της θάλασσας αέναα εκτεθειµένοι στα στοιχεία της φύσης.
Όταν παρουσιάζεται µια εξαιρετική επαγγελµατική ευκαιρία για τη Σάµσα στο Ρέικιαβικ, η Μπόουλντερ ξεµπαρκάρει για να την ακολουθήσει. Ύστερα από δέκα χρόνια ανέφελης, πλην συµβατικής, συµβίωσης, η Σάµσα αποφασίζει να αποκτήσουν παιδί µε τη µέθοδο της υποβοηθούµενης αναπαραγωγής. Η Μπόουλντερ συναινεί απρόθυµα και βιώνει δύσκολα την εµπειρία της µητρότητας, που επιπλέον την αποξενώνει ερωτικά από τη γυναίκα που αγάπησε. Καλείται εν τέλει να αποφασίσει τι έχει µεγαλύτερη αξία γι’ αυτήν: η λαχτάρα της για ελευθερία ή µια αγάπη που θα τη φυλακίσει στις συµβάσεις της οικογενειακής ζωής;
"Το κακό που κάνουν οι άνθρωποι" του Sandrone Dazieri
Πολλά χρόνια πριν, η αστυνομικός Ίταλα Καρούζο, η επονομαζόμενη «Βασίλισσα», επικεφαλής ενός κυκλώματος διαφθοράς, ανέλαβε να συγκεντρώσει τα αποδεικτικά στοιχεία προκειμένου να οδηγηθεί στη φυλακή ο άντρας που κατηγορούνταν ότι ήταν ο Πέρσικο, απαγωγέας και δολοφόνος τριών έφηβων κοριτσιών. Η Ίταλα δεν μπορούσε να αρνηθεί, γνώριζε όμως ότι τα πράγματα δεν ήταν έτσι.
Τώρα, ένας άντρας με μακριά λευκά μαλλιά αρπάζει στην κυριολεξία τη δεκαεξάχρονη Αμάλα Καβαλκάντε από την πόρτα του όμορφου σπιτιού της, στις παρυφές της μεσαιωνικής Τσιττά ντελ Φιούμε στη βόρεια Ιταλία, και τη φυλακίζει στο υπόγειο ενός παλιού κτιρίου. Η Αμάλα συνειδητοποιεί ότι δεν πρόκειται να βγει ζωντανή από εκεί αν δε βρει έναν τρόπο να δραπετεύσει.
Η δικηγόρος Φραντσέσκα Καβαλκάντε, θεία της Αμάλα, είχε υπερασπιστεί τότε ανεπιτυχώς τον άντρα που κατηγορούνταν ότι ήταν ο Πέρσικο. Είναι πεπεισμένη ότι ο πελάτης της ήταν αθώος και ότι ο πραγματικός δολοφόνος κυκλοφορεί ακόμη ελεύθερος. Και είναι πιθανότατα αυτός που έχει απαγάγει την ανιψιά της.
Ο Ισραηλινός Γκέρσομ Πέρετζ ή Τζέρρυ, που ισχυρίζεται ότι είναι τουρίστας, φτάνει στην πόλη αμέσως μετά την απαγωγή της Αμάλα και μοιάζει αποφασισμένος να κάνει τα πάντα για να τη βρει.
Ακόμα και να σκοτώσει.
Το Κακό που κάνουν οι άνθρωποι, με τίτλο δανεισμένο από τον σαιξπηρικό Ιούλιο Καίσαρα («Το κακό που κάνουν οι άνθρωποι ζει και μετά απ’ τους ίδιους, το καλό συχνά θάβεται με τα κόκαλά τους» εξηγεί ο Μάρκος Αντώνιος), είναι ένα εντυπωσιακά δομημένο μυθιστόρημα, που διαβάζεται απνευστί, για την έμφυλη βία, για το σκοτεινό πρόσωπο της καλής κοινωνίας της επαρχίας και τη, χρονίζουσα, διαφθορά στους κόλπους της κρατικής ασφάλειας.
"Σχέδιο για Ηλέκτρα – Σχέδιο για Ιφιγένεια – Σχέδιο για Φαίδρα" του Γιώργου Βέλτσου
Τρία αρχαιόθεμα σχέδια για τρεις τραγωδίες, τρεις δηλαδή μεταγραφές και τρεις εφαρμογές των «τρόπων» της ελληνικής γλώσσας – με όλο τον οφειλόμενο σεβασμό στους τραγικούς, αλλά και με την αναπόφευκτη προδοσία από τη μετανεωτερική εποχή μας, τη μουσική της και το θέατρό της. Μια ακόμη προσπάθεια να γράψω υπερβαίνοντας τα «είδη» του λόγου και –ενστερνιζόμενος τη θέση του Ναμπόκοφ, «κάθε μεγάλος συγγραφέας είναι και μεγάλος απατεώνας, όπως άλλωστε είναι και η ίδια η φύση»– να αποδείξω ότι η λογοτεχνία είναι μια εφεύρεση. Και το να αναζητάς την «αλήθεια» ή να κόπτεσαι για το «νόημα» με την υποκρισία σεβάσμιου όσο και ευπώλητου θεμιστοπόλου είναι προσβολή τόσο για την τέχνη όσο και για την αλήθεια. Τα τρία αυτά σχέδια είδαν τα φώτα της ράμπας στο θέατρο σε σκηνοθεσία του Γιάννη Λεοντάρη, το 2015, στη Σκηνή της οδού Κυκλάδων και στην πράνα των ενεργειακών στοιχείων της ηλεκτρονικής μουσικής, το 2025, από τον συνθέτη Δημήτρη Καμαρωτό στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.
Ιδού, λοιπόν, πώς η Ηλέκτρα ωρύεται, η Ιφιγένεια κάνει γιόγκα και η Φαίδρα ερωτεύεται θανάσιμα.
Γ.Β.
"Υπερτουρισμός. Ανέμελος καπιταλισμός και κοινωνική κρίση της πόλης" του Γιώργου Ράκκα
Ένα δημοφιλές σύνθημα από τον παρισινό Μάη του ’68 έλεγε χαρακτηριστικά «κάτω απ’ το λιθόστρωτο, η παραλία»· έξι δεκαετίες μετά συνοψίζει παραστατικά την τουριστική εμπειρία των μεγάλων ευρωπαϊκών μητροπόλεων. Ένας ανέμελος καπιταλισμός-πανδέκτης «αυθεντικών» εμπειριών, με όχημα τις βραχυχρόνιες μισθώσεις και την εναλλακτική διασκέδαση, μεταμορφώνει τις άλλοτε υποβαθμισμένες γειτονιές.
Ωστόσο το τίμημα των «πόλεων που ποτέ δεν κοιμούνται» είναι υψηλό: τα λαϊκά και μεσαία στρώματα τις εγκαταλείπουν, το κόστος στέγης και διαβίωσης κορυφώνεται, οι υποδομές λυγίζουν από τον συνωστισμό, ενώ η οικονομία εθίζεται στο εύκολο κέρδος μένοντας πίσω στους αναγκαίους τεχνολογικούς και παραγωγικούς μετασχηματισμούς. Τελικά, η τουριστική πόλη είναι όντως «ζωντανή πόλη» ή μήπως την παριστάνει υποκρύπτοντας μια βαθιά υπαρξιακή κρίση;
"Το Κακό Παπί και το φτερό της τύχης" του Chris Judge
Ο Έντι και η Φλο, τα δίδυμα παπάκια, μένουν στον παππού τους και φέρνουν τα παπάνω κάτω!
«Προσοχή! Είμαι ο Ατρόμητος Φρανκ Πάπιας!»
Αρχικά αποκαλύπτουν τη μυστική του ταυτότητα: είναι υπερήρωας.
«Επιτέλους ελεύθερος!»
Έπειτα απελευθερώνουν κατά λάθος τον σούπερ κακό που βρίσκεται στη σοφίτα.
Θα καταφέρουν η Φλο και ο Έντι να σκαρώσουν ένα σχέδιο για να οδηγήσουν τον σούπερ κακό στη δικαιοσύνη;
Ο Έντι και η Φλο, τα δίδυμα παπάκια, μένουν στον παππού τους και φέρνουν τα παπάνω κάτω!
«Προσοχή! Είμαι ο Ατρόμητος Φρανκ Πάπιας!»
Αρχικά αποκαλύπτουν τη μυστική του ταυτότητα: είναι υπερήρωας.
«Επιτέλους ελεύθερος!»
Έπειτα απελευθερώνουν κατά λάθος τον σούπερ κακό που βρίσκεται στη σοφίτα.
Θα καταφέρουν η Φλο και ο Έντι να σκαρώσουν ένα σχέδιο για να οδηγήσουν τον σούπερ κακό στη δικαιοσύνη;
"Η καμήλα που όλο γκρίνιαζε" της Rachel Bright
Καθώς ξημερώνει πάνω από την έρημο, μια μικρή καμήλα ξυπνάει και νιώθει ΧΑΛΙΑ!
Ζεσταίνεται, νιώθει κουρασμένη και δεν έχει καμία διάθεση ν’ αρχίσει πάλι το περπάτημα.
Γι’ αυτό ΓΚΡΙΝΙΑΖΕΙ!
Όταν, όμως, γνωρίσει το πιο χοροπηδηχτό και χαρούμενο πλάσμα στην έρημο, θα καταλάβει ότι βρισκόταν μόλις ένα χαμόγελο μακριά από την καλύτερη μέρα της ζωής της…
Γιατί, κάποιες φορές, το να βλέπεις την αισιόδοξη πλευρά των πραγμάτων μπορεί να σε βοηθήσει να φτιάξεις τη μέρα σου!
Καθώς ξημερώνει πάνω από την έρημο, μια μικρή καμήλα ξυπνάει και νιώθει ΧΑΛΙΑ!
Ζεσταίνεται, νιώθει κουρασμένη και δεν έχει καμία διάθεση ν’ αρχίσει πάλι το περπάτημα.
Γι’ αυτό ΓΚΡΙΝΙΑΖΕΙ!
Όταν, όμως, γνωρίσει το πιο χοροπηδηχτό και χαρούμενο πλάσμα στην έρημο, θα καταλάβει ότι βρισκόταν μόλις ένα χαμόγελο μακριά από την καλύτερη μέρα της ζωής της…
Γιατί, κάποιες φορές, το να βλέπεις την αισιόδοξη πλευρά των πραγμάτων μπορεί να σε βοηθήσει να φτιάξεις τη μέρα σου!
"Ο βασιλιάς μυγιάστηκε" της Βάσιας Παρασκευοπούλου
Αυτή είναι η ιστορία ενός βασιλιά και μίας μύγας που ήρθαν κοντά.
Αυτή είναι η ιστορία για ένα μικρό (ή μεγάλο) παιδί. Και ένα ΖΖΖΖΖΖ που μπορεί να ακουστεί.
Είναι η ιστορία για μία φιλία.
Μία ιστορία που θέλει να πει ότι από όλα του κόσμου τα πράγματα πιο ψηλά, πιο πολύτιμα είναι τα πλάσματα.
Πάντα. Στο τώρα, το χτες, το αύριο. Και σε κάθε εποχή. Υπάρχει κάτι πιο όμορφο από τον χρόνο που περνάμε μαζί;
Αυτή είναι η ιστορία ενός βασιλιά και μίας μύγας που ήρθαν κοντά.
Αυτή είναι η ιστορία για ένα μικρό (ή μεγάλο) παιδί. Και ένα ΖΖΖΖΖΖ που μπορεί να ακουστεί.
Είναι η ιστορία για μία φιλία.
Μία ιστορία που θέλει να πει ότι από όλα του κόσμου τα πράγματα πιο ψηλά, πιο πολύτιμα είναι τα πλάσματα.
Πάντα. Στο τώρα, το χτες, το αύριο. Και σε κάθε εποχή. Υπάρχει κάτι πιο όμορφο από τον χρόνο που περνάμε μαζί;
"Ντύνω τις κούκλες με αυτοκόλλητα: Η νεράιδα του κήπου" της Fiona Watt
Ντύσε με τα αυτοκόλλητα την Ανθή και τη νεραϊδοπαρέα της, καθώς ανοίγουν τα φτερά τους και πετούν παντού στις σελίδες αυτού του μαγικού βιβλίου.
Ντύσε με τα αυτοκόλλητα την Ανθή και τη νεραϊδοπαρέα της, καθώς ανοίγουν τα φτερά τους και πετούν παντού στις σελίδες αυτού του μαγικού βιβλίου.
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου