Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Ο Θανάσης Βεργής χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του όταν, τον Μάιο του 1972, η δεκατριάχρονη κόρη του Δροσιά πνίγεται στο ορμητικό ποτάμι του χωριού τους. Το σώμα της δε θα βρεθεί, παρά μόνο τα παπούτσια και η ζακέτα της. Σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, ένα άλλο κορίτσι από το διπλανό χωριό εξαφανίζεται μυστηριωδώς∙ οι φήμες που κυκλοφορούν λένε πως κλέφτηκε με κάποιον που αγαπούσε τρελά. Λίγους μήνες μετά, ακόμη ένα κορίτσι από το πρώτο χωριό χάνεται αναίτια από προσώπου γης την ημέρα των γενεθλίων της. Ένας πνιγμός και δύο εξαφανίσεις στην ίδια περιοχή προκαλούν πολλά ερωτηματικά τόσο στους κατοίκους όσο και στη Χωροφυλακή που τις ψάχνει παντού, δίχως όμως απαντήσεις. Το χωριό στιγματίζεται ως καταραμένο, κι ένα σύννεφο φόβου βαραίνει τους κατοίκους του.
Είκοσι ολόκληρα χρόνια μετά τον χαμό της Δροσιάς, ένα δεκαπεντάχρονο κορίτσι βρίσκεται πνιγμένο στον ίδιο ποταμό. Η κατάρα ξαναχτυπά το χωριό. Η εξέταση του ιατροδικαστή είναι καταπέλτης. Μαζί με την υπόθεση ανοίγουν ξανά στην Αστυνομία τρεις ξεχασμένοι φάκελοι. Και τότε ξυπνούν οι δαίμονες. Γιατί αυτή τη φορά, κάποιος θα μιλήσει και θα πει αλήθειες που δε θέλει να πιστέψει κανείς. Τι συνέβη σε εκείνα τα κορίτσια που χάθηκαν; Πού πήγαν; Πού βρίσκονται τώρα;
Οι δαίμονες δεν έχουν όνομα. Έχουν όμως παρουσία και επιλέγουν ποιους θα βασανίσουν…

Προσωπική άποψη:
Έφτασε η ώρα να μιλήσουμε για το... "βιβλίο της χρονιάς". Πολλοί φανατικοί αναγνώστες της κυρίας Δημουλίδου το χαρακτήρισαν έτσι, και η ίδια ακόμα περισσότερο. Θύελλες αντιδράσεων στις διάφορες ομάδες βιβλίου και ανάγνωσης στο Facebook, με τους υπέρμαχους της συγγραφέως να σκοτώνονται με τους πολέμιούς της, και παλικάρια να σφάζονται στο βωμό της σύγκρουσης ανάμεσα στην σοβαρή και στην ασόβαρη -σοβαρά;- λογοτεχνία. Μέχρι ενός σημείου, δεν λέω, είχε και την πλάκα του όλο αυτό, καθότι όλοι κρύβουμε μια κατίνα μέσα μας που διασκεδάζει όταν βλέπει δυο γάιδαρους να μαλώνουνε σε ξένο αχυρώνα, αλλά κάποια στιγμή η όλη κατάσταση ξέφυγε και όλες οι σελίδες του φατσοβιβλίου θύμιζαν εμπόλεμη ζώνη στο Κόσοβο. Και όλο αυτό, γιατί; Για το τίποτα! Ακριβώς! Πολύ κακό για το τίποτα! Γιατί άσχετα από το αν μας αρέσει ένα βιβλίο ή όχι -ή και ένας συγγραφέας, είτε βάσει ιδιότητας είτε βάσει προσωπικότητας-, το να πέφτουμε σε τόσο χαμηλά επίπεδα, καταντάει γελοίο από κάποια στιγμή και μετά.

Και μετά από αυτόν τον τεράστιο πρόλογο, έφτασε η ώρα να εκφράσω και τη δική μου άποψη, η οποία ακροβατεί ανάμεσα σε αυτήν που έχουν τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Αν μου ζητούσαν, λοιπόν, να εκφράσω τις σκέψεις μου μέσα σε μία πρόταση, θα έλεγα τούτο: "Πρόκειται για ένα καλογραμμένο μεν, φλύαρο δε βιβλίο, το οποίο θίγει ένα εξαιρετικά ευαίσθητο κοινωνικό ζήτημα, που στις μέρες μας είναι πολύ συχνό φαινόμενο -δυστυχώς-, διανθισμένο με ορισμένα μεταφυσικά στοιχεία, αλλά και με νότες αστυνομικού δράματος, χωρίς ωστόσο να μπορείς να το χαρακτηρίσεις πηγαίο αστυνομικό μυθιστόρημα, όπως πολλοί προσπάθησαν να μας πείσουν". Υποψιάζομαι πως αυτή τη στιγμή κάποιοι χειροκροτάτε μπροστά στις οθόνες σας, ενώ κάποιοι άλλοι έχετε ανοίξει event στο Facebook προκειμένου να συγκεντρώσετε αρκετό κόσμο ώστε να με διαπομπεύσετε στο Σύνταγμα, εις ένδειξη διαμαρτυρίας. Σας νιώθω αμφότερους, αλλά αφήστε με να αναλύσω τα παραπάνω λίγο περισσότερο.

Δεδομένο πρώτο! Η κυρία Δημουλίδου, άσχετα από το αν είναι συμπαθής ή όχι, έχει μια πολύ καλή, δυνατή πένα, ενώ είναι από τις συγγραφείς εκείνες που δεν διστάζει να ρισκάρει, να τολμήσει, να κάνει αλλαγές, να γράψει για ιστορίες την θεματολογία των οποίων δεν θα πλησίαζε εύκολα κάποιος άλλος ομότεχνός της. Βέβαια, το γεγονός ότι έχει τέτοια αναγνωρισιμότητα και φανατικούς αναγνώστες τής προσφέρει μεγαλύτερη άνεση στο να τολμήσει κάτι τέτοιο, ωστόσο οφείλουμε να παραδεχτούμε πως δεν επαναπαύεται στις δάφνες της -στο κομμάτι του καλλιτεχνικού, λογοτεχνικού ρίσκου, τουλάχιστον. Δεδομένο δεύτερο! Η κυρία Δημουλίδου έχει ένα μεγάλο μειονέκτημα, που μπορεί να μην μειώνει απαραίτητα την αξία του έργου της -μεμονωμένο και συνολικά-, αλλά δεν παύει να είναι ενοχλητικό. Από την εποχή που έγιναν της μόδας τα μεγάλα και ογκώδη βιβλία, τόσο η ίδια όσο και άλλες συγγραφείς, έπεσαν στην παγίδα της φλυαρίας. Καλή η γλαφυρότητα, αλλά αν δεν την διαχειριστείς σωστά, μπορεί να γίνει υπερβολική. Όπως, επίσης, είναι πολύ εύκολο να υποπέσεις στο "αμάρτημα" των περιττών και κουραστικών επαναλήψεων που όχι, δεν συμβάλλουν στο να καταλάβει ο αναγνώστης καλύτερα την πλοκή -εκτός κι αν ο συγγραφέας τον θεωρεί ηλίθιο- αλλά αντίθετα, στο να βαρεθεί, ίσως ακόμα και να προσπεράσει σελίδες.

Και συνεχίζω... Δεδομένο τρίτο! Όπως προανέφερα, το βιβλίο δεν είναι αστυνομικό μυθιστόρημα, αλλά έχεις κάποιες πινελιές που ανήκουν στο λογοτεχνικό αυτό είδος. Αν ορισμένα δεδομένα τα είχε χειριστεί η συγγραφέας διαφορετικά, τότε ναι, ίσως και να μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε έτσι, αλλά τη δεδομένη στιγμή, παραμένει στο κοινωνικό μυθιστόρημα, γεγονός που προσωπικά καθόλου δεν μ' ενοχλεί, αλλά αντίθετα, μου αρέσει. Δεδομένο τέταρτο! Το κοινωνικό ζήτημα το οποίο πραγματεύεται η εν λόγω ιστορία, είναι πολύ λεπτό κι ευαίσθητο. Ειδικά αν είσαι γονιός, είναι εξαιρετικά δύσκολο να μην νιώσεις το στομάχι σου να σφίγγεται, σε αρκετά σημεία της αφήγησης, δεδομένου ότι δεν μπορείς ν' αποφύγεις την ταύτιση με τους χαροκαμένους γονείς, που τόσο άδικα στερήθηκαν τα νιάτα των παιδιών τους. Οι βάσεις πάνω στις οποίες αυτό το κοινωνικό ζήτημα αναπτύσσεται, είναι ακόμα πιο ευαίσθητες, ίσως και κάπως ασταθείς, αφού ουσιαστικά γίνεται προσπάθεια να δικαιολογηθεί ή έστω, να αιτιολογηθεί μέσω λογικών επιχειρημάτων, μια πράξη που στην συνείδηση κανενός συναισθηματικά σταθερού πλάσματος δεν θα μπορούσε να ευσταθεί η παραμικρή δικαιολογία.

Εν κατακλείδι, επειδή πολλά είπα πάλι και δεν ήταν αυτή η πρόθεσή μου, το βιβλίο δεν είναι κακό, ούτε κακογραμμένο. Απλά, είναι κάπως... άνευρο, ενώ οι πολλές -περιττές σε αρκετές περιπτώσεις- περιγραφές και επαναλήψεις κουράζουν τον αναγνώστη. Παράλληλα, η ιστορία είναι εξαιρετικά προβλέψιμη. Από πολύ νωρίς ανακαλύπτουμε ποιος είναι ο ένοχος, υποψιαζόμαστε σε μεγάλο βαθμό τα κίνητρά του, και απλά περιμένουμε την οριστική αποκάλυψη. Το τέλος ήταν αρκετά βεβιασμένο και κατά την ταπεινή μου άποψη, δοσμένο με υπερβολική ευαισθησία απέναντι στον ένοχο, μια ευαισθησία που προσωπικά δεν πιστεύω ότι του άξιζε. Ξέρω πολύ καλά πως κάποιοι θα διαφωνήσουν μαζί μου αλλά συγνώμη, ως μαμά, έχω κάποια πολύ λεπτά όρια και η συγκαλυμμένη ανηθικότητα που κρύβεται σε ορισμένες πράξεις που σηματοδοτούν το φινάλε της ιστορίας αυτής, εμένα με ενόχλησαν και οφείλω να το πω. Ωστόσο, δεν θα ισχυριστώ σε καμία περίπτωση πως το βιβλίο είναι κακό. Απλά, δεν είναι "Κελάρι", το οποίο εξακολουθώ να θεωρώ κατά πολύ καλύτερο.
Βαθμολογία 7/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Δημουλίδου Χρυσηίδα
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Κατηγορία: Ελληνική Πεζογραφία
Έτος Έκδοσης: 2016
Αρ. σελίδων: 616
ISBN: 978-618-01-1602-1