Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Κανείς μας δεν κατάλαβε πότε άρχισαν όλα… Όταν αρχίσαμε να ζωγραφίζουμε τα ανθρωπάκια από κιμωλία ή όταν αυτά άρχισαν να εμφανίζονται από μόνα τους;
Το καλοκαίρι του 1986 μια παρέα δωδεκάχρονων παιδιών πηγαίνει στο πανηγύρι του Αντέρμπερι, μιας κωμόπολης στη νότια Αγγλία. Είναι ο Έντι, ο Γκαβ, ο Μίκι, ο Χόπο και η Νίκι, η κόρη του ιερέα. Ένα μεγαλύτερο κορίτσι τραυματίζεται βαριά στο λούνα παρκ και ο Έντι βοηθά στη διάσωσή της μαζί με τον νέο δάσκαλο του σχολείου, τον κύριο Χάλοραν, τον άνθρωπο κιμωλία…
Όταν ο Μίκι επιστρέφει στο Αντέρμπερι μετά από τριάντα χρόνια, ανακοινώνει στον Έντι ότι θα γράψει βιβλίο για τα γεγονότα του 1986 και ζητά τη βοήθειά του. Την επόμενη μέρα, ο Μίκι βρίσκεται πνιγμένος στο ίδιο ποτάμι όπου είχε πνιγεί και ο αδερφός του… Ένα ασθματικό θρίλερ στα χνάρια του Stephen King.
Αφήστε τα φώτα ανοιχτά!

Προσωπική άποψη:
Η C.J. Tudor είναι μία πρωτοεμφανιζόμενη συγγραφέας, το πρώτο βιβλίο της οποίας προκάλεσε ποικίλες συζητήσεις κι άλλες τόσες αντιδράσεις, με μια αρκετά μεγάλη μερίδα αναγνωστών να το εκθειάζει και με μια άλλη, αντίστοιχη μερίδα, να θεωρεί πως το όλο εγχείρημα θα μπορούσε να έχει καλύτερο αποτέλεσμα. Για μένα, η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση, αφού δεν μπορώ να κρίνω υπερβολικά αυστηρά την Tudor ενώ από την άλλη, αναπόφευκτα, δεν μπορώ να μην μπω στη διαδικασία να συγκρίνω το δικό της έργο με αυτό που, ξεκάθαρα, την έχει εμπνεύσει. Άλλωστε, η ίδια δηλώνει φανατική αναγνώστρια του King και του Hembert, με τις επιρροές και των δυο τους να είναι απόλυτα εμφανείς, τόσο όσον αφορά την δομή και την εξέλιξη της πλοκής, αλλά και ως προς την αφηγηματική προσέγγιση.

Έχουμε να κάνουμε, λοιπόν, με την ιστορία μιας παρέας παιδιών, τεσσάρων αγοριών κι ενός κοριτσιού, τα οποία, στα δώδεκά τους χρόνια, πίσω στο 1986, μπλέχτηκαν σε διάφορες καταστάσεις -τις οποίες δεν θ' αναλύσω για να μην σας κάνω περιττά spoilers που θα σας χαλάσουν τις όποιες εκπλήξεις μπορεί να επιφυλάσσει το βιβλίο-, έχοντας ν' αντιμετωπίσουν τα εμπόδια που τους έβαζαν οι ενήλικες, μα και τους δικούς τους, εσωτερικούς, καλά κρυμμένους φόβους. Τριάντα χρόνια αργότερα, κι ενώ τα παιδιά έχουν γίνει πλέον ενήλικες, έχοντας φτάσει στο μέσον της ζωής τους, ο ένας εξ αυτών, ο Μίκι, επιστρέφει στη μικρή πόλη του Αντέρμπερι όπου και ζητά από τον φίλο του Έντι, να τον βοηθήσει στην συγγραφή της ιστορίας τους απ' όταν ήταν παιδιά. Όμως, τα γεγονότα τούς προλαβαίνουν, και ο Μίκι θα βρεθεί νεκρός στο ίδιο ποτάμι που κάποτε πνίγηκε ο αδερφός του. Άραγε, έχουν αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς με το παρελθόν τους;

Αν και το ανάφερα και στην εισαγωγή μου, όπως το έχουν κάνει και πολλοί άλλοι πριν από μένα, διαβάζοντας τις πληροφορίες που αφορούν την ιστορία του βιβλίου, νομίζω πως μπορείτε κι εσείς, πολύ ξεκάθαρα, ν' αντιληφθείτε τις ομοιότητές της με "Το Αυτό" του King. Βέβαια, η Tudor περνάει και δεν αγγίζει το εν λόγω έργο, όχι επειδή είναι ανίκανη να το κάνει, προς Θεού, αλλά γιατί δεν έχει την απαιτούμενη εμπειρία για να το κάνει, ενώ θα ήταν αφελές ν' αντιγράψει πλήρως μια τόσο πετυχημένη και διαδεδομένη, ανά τον πλανήτη, ιδέα. Ωστόσο, πρέπει να της αναγνωρίσω πως παρά την εμφανέστατη επιρροή της από το προαναφερόμενο best seller, έχει κάνει μια πολύ τίμια, τόσο προσπάθεια όσο και προσέγγιση, του όλου θέματος, κρατώντας τον άξονα αυτού και αφαιρώντας τον πυρήνα του. Τι εννοώ με αυτό; Ότι έχει αφαιρέσει κάθε ίχνος παραφυσικού-μεταφυσικού στοιχείου, κάτι που καθιστά τη δική της ιστορία πιο γήινη, σύγχρονη και ρεαλιστική.

"Ο άνθρωπος κιμωλία", επί της ουσίας, είναι ένα κοινωνικό θρίλερ, αν θα έπρεπε να του φορέσουμε μία συγκεκριμένη ταμπέλα. Είναι η ιστορία μιας ομάδας παιδιών που μεγαλώνουν μέσα σε μια κοινωνία που βρίθει παραβατικών και βίαιων συμπεριφορών, που γίνονται μάρτυρες και μυούνται -κυριολεκτικά ή μη, αυτό θα το ανακαλύψετε μόνοι σας- σε μικρά και μεγάλα εγκλήματα, ενώ καλούνται να μεγαλώσουν και να ωριμάσουν μέσα σ' ένα τέτοιο περιβάλλον, παίρνοντας αποφάσεις που δεν θα επηρεάσουν μόνο τη δική τους ζωή, αλλά και τις ζωές εκείνων που συνδέονται μαζί τους, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Είναι μία ιστορία που σου θυμίζει σε κάθε της πράξη πως μπορεί να νομίζεις πως έχεις την αλήθεια μπροστά στα μάτια σου, αλλά πως πίσω της μπορεί να κρύβεται κάτι που δεν φαίνεται με μια πρώτη ματιά, αλλά και το αντίστροφο. Γιατί, καμιά φορά, ενώ η αλήθεια στέκεται ολοκάθαρη μπροστά μας, εμείς εθελοτυφλούμε.

Η Tudor, λοιπόν, στο πρώτο της αυτό μυθιστόρημα, μπορεί να μην καταφέρνει να μας καθηλώσει ή να μας κόψει την ανάσα, δεν μας αφήνει, όμως, να βαρεθούμε ή να κυριευτούμε από ένα αίσθημα μονοτονίας, ούτε για μια στιγμή. Είναι ειλικρινής απέναντι στον εαυτό της και στις προθέσεις της και κατ' επέκτασιν, είναι ειλικρινής απέναντι και σε μας ως αναγνώστες. Μπορεί το βιβλίο της να μην χαρακτηρίζεται από πολύ έντονο σασπένς και αγωνία, αλλά έχει κάποιες πολύ έντονες σκηνές που σίγουρα θα χαραχτούν στη μνήμη σας, μια πολύ καλή αφηγηματική ροή με μια πλοκή που, με ελάχιστες εξαιρέσεις, σε καταφεύγει σε υπερβολές και διατηρεί σωστές ισορροπίες, μα και μια ενδιαφέρουσα αποδόμηση χαρακτήρων όσο πλησιάζουμε προς το φινάλε. Κι ακόμα κι αν έχουμε υποψιαστεί από νωρίς τον δολοφόνο, αυτό δεν θα έλεγα πως μας χαλάει τη διάθεση, αφού καμιά φορά δεν έχει σημασία το ποιος, αλλά το γιατί.
Βαθμολογία 8/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: C.J. Tudor
Μεταφραστής: Ισμυρίδου Παλμύρα
Εκδόσεις: Κλειδάριθμος
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2018
Αρ. σελίδων: 368
ISBN: 978-960-461-819-4