Συνοπτική περίληψη του βιβλίου: 
Στην καρδιά της Βαρκελώνης, σ’ ένα εγκαταλειμμένο μέγαρο, ένας νεαρός άντρας, ο Νταβίδ Μαρτίν, βγάζει τα προς το ζην γράφοντας ερωτικά μυθιστορήματα τρόμου με ψευδώνυμο. Στιγματισμένος από τα δύσκολα παιδικά του χρόνια και βασανισμένος από έναν ανέφικτο έρωτα, έχει βρει καταφύγιο στον κόσμο των βιβλίων και περνάει τις νύχτες του επινοώντας μπαρόκ ιστορίες για τον υπόκοσμο της πόλης.
Μια μέρα, τα βήματά του τον οδηγούν σ’ ένα μυστικό κλειδωμένο δωμάτιο, όπου ανακαλύπτει φωτογραφίες και γράμματα που μιλάνε για τον μυστηριώδη θάνατο του προηγούμενου ιδιοκτήτη του σπιτιού. Ο Νταβίδ αποφασίζει να εξιχνιάσει την υπόθεση που εμποτίζει σιγά σιγά το είναι του σαν αργό δηλητήριο.
Η παράλληλη πρόταση ενός Γάλλου εκδότη να γράψει ένα βιβλίο που όμοιό του δεν έχει υπάρξει ποτέ, με αντάλλαγμα μια περιουσία και κάτι παραπάνω, θα περιπλέξει ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Σύντομα ο Νταβίδ θα συνειδητοποιήσει ότι περιβάλλεται από σκιές που απειλούν την ίδια του τη ζωή.

Προσωπική άποψη:
Όπως μπορείτε να διαπιστώσετε από τα τελευταία posts τα οποία αφορούν βιβλιοπαρουσιάσεις, οι λογοτεχνικές μου ανησυχίες το τελευταίο διάστημα δεν είναι διόλου σταθερές, ταξιδεύοντάς με από το ένα είδος στο άλλο. Περνάω μάλιστα μια περίοδο όπου πολύ συχνά καταφεύγω στα αδιάβαστα βιβλία της βιβλιοθήκης μου όπου από την στιγμή κι όλας που τα παίρνω στα χέρια μου σκέφτομαι την πολυχρησιμοποιημένη μεν, σωστή δε ρήση που θέλει το βιβλίο να επιλέγει τον αναγνώστη και όχι το αντίστροφο καθώς, η επιλογή του κάθε βιβλίου δεν είναι προσωπική, δεν είναι συνειδητή αλλά, είναι σαν το ίδιο το έργο να με καλεί να του αφιερώσω το χρόνο μου. Μια από τις περιπτώσεις αυτές είναι και "Το Παιχνίδι Του Αγγέλου" που εδώ και πάνω από έναν χρόνο περίμενε υπομονετικά να έρθει η ώρα του, να έρθει η δικιά μου ώρα να το εκτιμήσω γιατί πραγματικά, πρόκειται για ένα λογοτεχνικό αριστούργημα υψηλής αισθητικής, απ' όποια μεριά κι αν το δεις.

Ο κεντρικός ήρωας της ιστορίας μας είναι ο Νταβίδ Μαρτίν τον οποίο και πρωτοσυναντάμε σε ηλικία μόλις 17 ετών. Έχοντας στις πλάτες του το βάρος της σκιάς ενός σκοτεινού παρελθόντος που ξεκίνησε από την εγκατάλειψή του από την μητέρα του και αργότερα από την ορφάνια που ακολούθησε την δολοφονία του πατέρα του, του δίνεται η μεγάλη ευκαιρία να κάνει τα πρώτα του βήματα ως συγγραφέας, για λογαριασμό της εφημερίδας στην οποία κι εργάζεται. Εκεί όμως που στη ζωή του φαίνεται να εισχωρεί το φως, το σκοτάδι επανέρχεται, με τον Νταβίδ να χάνει την δουλειά του και τελικά, να βρίσκεται λίγο αργότερα να εργάζεται ως κατά παραγγελία συγγραφέας με ψευδώνυμο για λογαριασμό ενός εκδοτικού που του επιτρέπει να βγάζει μεν τα προς το ζην, τον εκμεταλλεύεται δε και βυθίζει την πραγματική λογοτεχνική του δεινότητα στα σκοτάδια. Τότε είναι που στον δρόμο του θα βρεθεί ο Κορέλι, ένας Γάλλος εκδότης που του προσφέρει ένα υπέρογκο ποσό προκειμένου ο Νταβίδ να αναλάβει να γράψει για λογαριασμό του ένα βιβλίο, πολύ συγκεκριμένης θεματολογίας. Και ο Νταβίδ δέχεται, χωρίς όμως να γνωρίζει ή έστω, να μπορεί να μαντέψει τι σημαίνει αυτό για τον ίδιο και το μέλλον του.

Ο Καταλανός συγγραφέας Carlos Ruiz Zafón θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας σύγχρονος Cervantes. Η αφηγηματική του δομή απαρτίζεται από τα ίδια στοιχεία που καθιέρωσαν τον Cervantes, έστω κι αν πλησιάζουν περισσότερο το μεταφυσικό δράμα παρά το μεταφυσικό παραμύθι, μια εκδοχή που προσωπικά προτιμώ και η οποία δανείζεται τεχνικές που θυμίζουν την συγγραφική μαεστρία του Poe, στοιχεία που δεν είναι άλλα από την συνύπαρξη του πραγματικού και του φανταστικού, της λογικής συνείδησης και του σκοτεινού υποσυνείδητου κάθε ανθρώπου, της ανάγκης να ξεχωρίσει, της θέλησης να νικήσει τους αντιπάλους του και να κατακτήσει την δόξα. Όπως και ο Δον Κιχώτης, έτσι και ο ήρωας του Zafón, ο Νταβίδ, έχει να αντιμετωπίσει και να κερδίσει επικίνδυνους δράκους, βρίσκεται σε μια κατάσταση που τον κάνει να παραπαίει ανάμεσα σε αυτό που θα μπορούσε να είναι πραγματικό και σε εκείνο που θα μπορούσε να είναι καθαρή φαντασίωση, την ίδια στιγμή που η καρδιά του χτυπάει για την δικιά του Δουλτσινέα που συναντά στο πρόσωπο της Κριστίνα, που μοιάζει καταδικασμένη από το πρώτο κι όλας χαμόγελο που δειλά καταφέρνει να μοιραστεί μαζί μας.

Ο συγγραφέας επιλέγει η αφήγησή του να γίνει σε πρώτο πρόσωπο, μια απόφαση απόλυτα σωστή κατά την άποψή μου καθώς μας επιτρέπει να δεθούμε πραγματικά και ουσιαστικά με τον ήρωα, μας αφήνει να δούμε βαθύτερα στο υποσυνείδητό του, να κατανοήσουμε τους φόβους, τις αγωνίες, τις ελπίδες και τα πάθη του, τα πιο σκοτεινά και ταυτόχρονα, τα πιο φωτεινά μέρη της ψυχής και του μυαλού του ενώ παράλληλα, μας δίνει τη δυνατότητα να έχουμε μια ολοκληρωμένη και σφαιρική εικόνα την γεγονότων, από τον πιο μεγάλων και σημαντικών, μέχρι των πιο μικρών και θεωρητικά πάντα, ασήμαντων που στην πραγματικότητα, μέσα στην ασημαντότητά τους αυτή, μπορεί να κρύβουν το κλειδί για την πόρτα που θα οδηγήσει στην λύση του μυστηρίου, ενός μυστηρίου που μας κάνει να αμφιβάλλουμε όχι μία αλλά αρκετές φορές, για την ψυχική και πνευματική υγεία του Νταβίδ και για το κατά πόσο αυτά που βιώνει είναι πραγματικότητα ή γεννήματα της φαντασίας του, για να έρθει την αμέσως επόμενη στιγμή η βεβαιότητα να αναιρέσει τις όποιες αμφιβολίες μας, κάνοντάς μας να πιστέψουμε σε κάτι που μπορεί να υπερβαίνει τη λογική αλλά, μπορεί να προσεγγίζει το θείο, ή και το άθεο, και κακά τα ψέματα, η πίστη και η απιστία δεν μπαίνουν σε καλούπια, δεν έχουν στεγανά, ούτε λογική, πόσο μάλλον αποδείξεις.

Όποιος αναγνώστης έχει επισκεφτεί την Βαρκελώνη, θα μπορέσει αμέσως και χωρίς να καταβάλλει καμία προσπάθεια, να καταλάβει ότι το έδαφός της είναι το πιο προσοδοφόρο για την εξέλιξη της συγκεκριμένης ιστορίας που βρίθει από μυστικά, σκοτεινές συνωμοσίες και που παντρεύει τον ρεαλισμό με την μυθοπλασία, την φαντασία με την πραγματικότητα, περιδιαβαίνοντας στα γοτθικά μονοπάτια μιας όμορφης μεν, άγριας δε πόλης, γεμάτη από τα δικά της μυστικά, τους δικούς της θρύλους, που δανείζουν λίγη από την άγρια γοητεία της κατά τη δεκαετία του '20, στοιχεία της που φτάνουν μέχρι και το σήμερα, προκειμένου να ντύσουν με λέξεις την ιστορία ενός ανθρώπου που όσο λογική δείχνει κάποιες στιγμές, άλλο τόσο παράλογη δείχνει κάποιες άλλες, που μας κάνει να αναρωτιόμαστε στο τέλος ποιο πρόσωπο, ποια από τις προσωπικότητες που υιοθετεί ο Νταβίδ κατά την διάρκεια της αφήγησης, είναι τελικά και αυτή που υπερισχύει. Είναι η εικόνα που βλέπουμε ή αυτή που τελικά αφήνει να ξεχυθεί μέσα από το μελάνι στις σελίδες ενός βιβλίο που αποδεικνύει το ποιος είναι και τι συμβαίνει πραγματικά μέσα του;

Δεν είναι όμως μόνο η πλοκή, ο μυστικισμός της ιστορίας, τα σκοτεινά μυστικά και η γοτθική γοητεία της πόλης της Βαρκελώνης που καθηλώνουν τον αναγνώστη. Είναι οι ίδιοι οι χαρακτήρες που καταφεύγουν τακτικά σε φιλοσοφικούς στοχασμούς οι οποίοι όμως, αντί να ενοχλούν και να κουράζουν, προβληματίζουν και διεγείρουν τον αναγνώστη, τον προκαλούν να συμμετάσχει στο παιχνίδι της αναζήτησης της αλήθειας πίσω από τις λέξεις. Δεν μπορεί να μην αγαπήσεις τον σημαδεμένο από την ίδια τη μοίρα Νταβίδ, δεν μπορεί να μην νιώσεις θλίψη για την μελαγχολική Κριστίνα όσο και θυμό για της επιλογές της, δεν μπορεί να μην αναριγήσεις μπροστά στην ατάραχη εικόνα του Κορέλι που αν και ευγενική αποπνέει μόνο φόβο και ταραχή, δεν μπορεί να μην γοητευτείς από την Ισαβέλλα που με την οξυδέρκεια και την ειρωνεία της, οδηγεί τον Νταβίδ σε μια σειρά διαλόγων οι οποίοι είναι οι πιο δηκτικοί και παράλληλα, οι πιο απολαυστικοί μέσα σε ολόκληρο το βιβλίο, αναδεικνύοντας από τις κόντρες μικρά ψήγματα αλήθειας και αποδεικνύοντας πως αν είμαστε διαφορετικοί αυτό δεν αλλάζει και όσο κι αν ερχόμαστε στα όριά μας, έχουμε ανάγκη την διαφορετικότητα γιατί αυτή είναι που μας ολοκληρώνει.

Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε τρεις πράξεις όπου η κάθε μία από αυτές μας παραπέμπει και μας ταξιδεύει και σε μια διαφορετική προέκταση της ζωής του Νταβίδ, από τα μίζερα χρόνια στην άνοδο, στην πτώση και την επάνοδο που απαιτεί θυσίες, στην απόλυτη βύθιση του είναι στα σκοτάδια και από εκεί, στην συνειδητοποίηση και την προσπάθεια απελευθέρωσης από τα σατανικά δεσμά. Μπορεί η ιστορία αυτή να κυμαίνεται ανάμεσα στο αστυνομικό και το μεταφυσικό στοιχείο ωστόσο, από όποια οπτική γωνία και να το δεις, το εν λόγω βιβλίο είναι ένα καθ' όλα λογοτεχνικό κείμενο, γεμάτο μαγεία, συμβολισμούς και άπλετο λυρισμό που δεν μπορεί παρά να σε γοητεύσει, να σε καθηλώσει και να παρασύρει σε μια δίνη μυστηρίου όπου η εμμονή μπορεί να γίνει ο καλύτερος φίλος του ανθρώπινου νου, η κατευθυντήρια δύναμη προς το δυνατό και το αδύνατο, αλλά την ίδια στιγμή και ο χειρότερος εχθρός του. Χωρίς να πέφτει στην παγίδα της υπερβολής, ο συγγραφέας μας προσφέρει ένα εκπληκτικό μυθιστόρημα, από την πρώτη γραμμή μέχρι το ανατριχιαστικό φινάλε, που εξυψώνει το μυστήριο και την αγωνία ολόκληρης της πλοκής όπου διατηρείται σταθερή από αρχή μέχρι τέλους, χωρίς να ξεφεύγει, χωρίς να υποχωρεί, χωρίς να χάνει την ουσία της και το κυριότερο, χωρίς να χάνεται ο αναγνώστης μέσα στην δαιδαλώδη εξέλιξη. Αν ψάχνετε ένα μυθιστόρημα για απαιτητικούς αναγνώστες, τότε "Το Παιχνίδι Του Αγγέλου" είναι αυτό που ζητάτε.
Βαθμολογία 10/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Carlos Ruiz Zafón
Μεταφραστής: Ρούφου Κατερίνα
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2009
Αρ. σελίδων: 608
ISBN: 978-960-453-637-5