"Ο αμόλυντος και άλλες ιστορίες" του Θεόδωρου Πάλλα

«Χαρακώνω δέντρα», του κάνω. «Και παγκάκια στις σκοτεινιές. Δεν πονούν. Το ξέρω. Ούτε αυτός πόνεσε. Αυτοί δε νιώθουν πόνο. Τους έχει φύγει ως και το αίμα με τον αντρισμό τους. Αυτός βέβαια σαν να είχε λίγο. Το είδα και τρόμαξα. Μάλλον δεν ήταν αίμα. Ήταν κάτι πηχτό που δεν έτρεχε. Προχώρησε και κάθισε στην κοιλιά του. Γι’ αυτό έτρεξα. Φοβήθηκα τι θα βγει από μέσα του. Κάτι φρικτό». (Ο αμόλυντος)

«Πέθανε εκείνος ο γέρος», άκουσα.
«Είναι τα ραμφίσματα», είπα.
«Εκείνος που φόλιασε τα γατιά μου. Μια φορά τον έπιασα να κουβαλά και να ρίχνει στα σκουπίδια ένα τσουβάλι με γατάκια. Εκείνα που είχα συμμαζέψει. Τον άκουγα όλη τη νύχτα να ουρλιάζει. Είχε πεθάνει και η ψυχή του ούρλιαζε. Δεν μπορούσε να ησυχάσει. Με τόσα θανατικά». Μου μιλούσε το παιδί και ήξερα πως ήταν τα γατιά που το θύμωσαν και όχι εκείνα τα λόγια: “Έμεινες λειψός; Σημαδεμένος είσαι από τις αμαρτίες”… (Το παιδί)

25 ιστορίες που η ζωή ψάχνει να βρει τον δρόμο της και άνθρωποι αναζητούν όσα οι άνθρωποι τους στέρησαν.