Συνοπτική περίληψη του έργου:
Οι ζωές τριών ανθρώπων διασταυρώνονται απρόοπτα.
Ενός Αμερικανού υπαλλήλου που έχει το χάρισμα να επικοινωνεί με τους νεκρούς.
Μιας Γαλλίδας δημοσιογράφου η οποία γλυτώνει ως εκ θαύματος από ένα φονικό τσουνάμι.
Τέλος, ενός Βρετανού μαθητή που χάνει τον δίδυμο αδερφό του.

Προσωπική άποψη:
Το να φέρει μια ταινία την υπογραφή του Clint Eastwood είναι σίγουρα ένα καλό κίνητρο για να επιλέξει κάποιος να την παρακολουθήσει. Βέβαια, όταν ο γηραιός σκηνοθέτης μπλέκεται σε μονοπάτια που δεν του είναι γνώριμα αλλά ανήκουν σε μια άλλη, νεότερη και πιο ψαγμένη γενιά, το πράγμα αναμφίβολα μπερδεύεται. Εκεί που ο Eastwood θα έπρεπε να επανέλθει με μια ταινία δυναμίτη, επιλέγει να το κάνει με μια παράξενη για τα δικά του δεδομένα επιλογή η οποία τελικά αποδεικνύεται ότι δεν είναι εύκολο να την διαχειριστεί καταλήγοντας σε ένα αποτέλεσμα που είσαι σαφώς μπερδεμένο και αρκετά μακριά από αυτό που υπέθεται ο καθένας από εμάς ότι είναι πριν το δει.

Η ταινία παίζει με την επιθυμία, της πλειοψηφίας ίσως των ανθρώπων ανά τον πλανήτη, να υπάρχει κάτι περισσότερο από πυκνό σκοτάδι με το θανατό μας. Να τελειώνει η γήινη ζωή μας αλλά να αρχίζει μία άλλη που έστω και διαφορετική θα μας επιτρέπει να συνεχίσουμε να υπάρχουμε και γιατί όχι, να είμαστε καλύτερα απ' ότι υπήρξαμε ποτέ ως ζωντανοί. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους. Πρώτον, για να ικαναποιήσουμε την ανάγκη μας να υπάρχουμε έστω και ως πνεύματα αφού δεν έχουμε πλέον την ιδιότητα της οντότητας. Δεύτερον, για να τρέφουμε την ελπίδα ότι οι δικοί μας άνθρωποι που άφησαν τον κόσμο έχουν πάει σε ένα μέρος καλύτερο, δεν έχουν χαθεί αλλά, μας βλέπουν, μας παρακολουθούν και μας προστατεύουν. Η ελπίδα άλλωστε πεθαίνει τελευταία και η εσωτερική μας ανάγκη να μην φοβόμαστε τον θάνατο μας σπρώχνει σε ποικίλες σκέψεις.

Ο Eastwood επιλέγει να σκηνοθετήσει την ταινία του με ιδιαίτερα αργούς, μελαγχολικούς ρυθμούς προσπαθώντας σε παράλληλο χρόνο να μας ταξιδέψει σε τρεις διαφορετικές ιστορίες οι οποίες έχουν ναι μεν κοινό τον θάνατο αλλά στην κάθε περίπτωση, με σαφέστατα διαφορετική διάσταση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορούμε να μπούμε εύκολα στο πνεύμα του έργου και μόλις λίγο πριν το τέλος να κατανοήσουμε ποια είναι η σύνδεση ανάμεσα στους τρεις εκ διαμέτρου αντίθετους πρωταγωνιστές των τριών ιστοριών που παρακολουθούμε να εκτυλίσσεται. Σίγουρα η όλη υπόθεση έχει κάποιο ενδιαφέρον όχι όμως εκείνο που θα αναμέναμε. Σκηνοθετικά μπορεί να στέκει αρκετά ψηλά, ως αισθητικό σύνολο, ίσως όμως η όλη ιδέα να είχε αξιοποιηθεί καλύτερα στα χέρια κάποιου άλλου.

Οι πρωταγωνιστές της ταινίας μοιάζουν ελαφρώς χαμένοι όντας περιτριγυρισμένοι από τον θάνατο με τον Matt Damon να βρίσκεται ίσως στην μειονεκτικότερη θέση αφού ουσιαστικά είναι ο ενήλικας με την λιγότερο στιβαρή προσωπικότητα. Ο μικρός Frankie McLaren βρίσκεται λίγο καλύτερη θέση και αυτό εξαιτίας της ηλικίας του η οποία του επιτρέπει την όποια ψυχολογική κατάπτωση ενώ η γαλλίδα Cecile De France στέκεται αξιοπρεπώς, βοηθούμενη πάντα από την φινέτσα της χώρας της που την συνοδεύει σε κάθε της κίνηση, σε ένα σύνολο που δείχνει να μπάζει νερά.

Ποιο είναι λοιπόν το μεγαλύτερο πρόβλημα της ταινίας; Το ότι σενάριο και σκηνοθεσία δεν αλληλοϋποστηρίζονται όπως θα έπρεπε. Τα κενά είναι εμφανή και όσο και να προσπαθεί ο Eastwood να τα καλύψει δεν τα καταφέρνει γιατί στην προκειμένη δεν αρκεί μόνο να είσαι καλός σκηνοθέτης αλλά να κατέχεις και το θέμα ή έστω, να είσαι πραγματικά σίγουρος που θες να καταλήξεις. Το βεβιασμένο μάλιστα και πρόχειρο φινάλε της ταινίας που είναι πρόθυμο να ικανοποιήσει τους πάντες, ενισχύει όλα τα παραπάνω οδηγώντας μας τελικά σε ένα συμπέρασμα που ενώ θα μπορούσε να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, είναι κατώτερο των περιστάσεων.
Βαθμολογία 6/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Η Ζωή Μετά
Είδος: Φαντασίας
Σκηνοθέτης: Clint Eastwood
Πρωταγωνιστές: Matt Damon, Bryce Dallas Howard, Jenifer Lewis, Cecile De France, Jay Mohr, Richard Kind, Frankie McLaren, Lyndsey Marshal, Mylene Jampanoi
Παραγωγή: 2010
Διάρκεια: 129'

Επίσημο site: