Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Για τον πεντάχρονο Τζακ το Δωμάτιο είναι ο κόσμος. Εκεί γεννήθηκε, εκεί τρώει, εκεί κοιµάται, εκεί παίζει και µαθαίνει µαζί µε τη Μαµά του.
Γι’ αυτόν, το Δωµάτιο κρύβει αµέτρητα θαύµατα, πλούσια και ανεξάντλητη τροφή για τη φαντασία του: ο Αυγοφίδης στο Κάτω Από το Κρεβάτι, φτιαγµένος από τσόφλια αυγών, ο φανταστικός κόσµος της Τηλεόρασης, η παρηγορητική ζεστασιά της Ντουλάπας, κάτω από τα κρεµασµένα ρούχα, εκεί όπου η Μαµά τον ασφαλίζει τα βράδια, για την περίπτωση που ο ΣαταΝίκ τους επισκεφθεί.
Το Δωµάτιο είναι σπίτι για τον Τζακ, για τη Μαµά όµως δεν είναι παρά η φυλακή όπου είναι κλεισµένη από τα δεκαεννιά της – εφτά χρόνια τώρα.
Με οδηγό την αδιαπραγµάτευτη αγάπη της για το γιο της, η Μαµά έχει δηµιουργήσει για χάρη του µια ολόκληρη ζωή σ’ ένα χώρο µόλις έντεκα τετραγωνικών. Όσο όµως µεγαλώνει η λαχτάρα του Τζακ να γνωρίσει τον κόσµο του, τόσο γιγαντώνεται και η απελπισία της Μαµάς.

Προσωπική άποψη:
Λίγο-πολύ, όλοι μας έχουμε ακούσει σχετικά με την υπόθεση του Αυστριακού Φριτζλ ο οποίος κρατούσε φυλακισμένη την κόρη του την οποία και βίαζε συστηματικά με αποτέλεσμα να αποκτήσει μαζί της εφτά παιδιά, προϊόντα μιας αρρωστημένης αιμομιξίας. Το συγκεκριμένο περιστατικό λοιπόν σε συνδυασμό με το μυθιστόρημα του Cormac McCarthy, "Ο Δρόμος", έδωσαν στην Emma Donoghue το έναυσμα και την έμπνευση προκειμένου να προχωρήσει στο να συγγράψει "Το Δωμάτιο", ένα βιβλίο που μετά από καριέρα 19 χρόνων στον χώρο του βιβλίου, την έφερε μόλις ένα βήμα από το να κατακτήσει την μεγαλύτερη διάκριση που θα μπορούσε στην παρούσα φάση, το Βραβείο Booker 2010. Και μπορεί η Donoghue να μην κατάφερε τελικά να κερδίσει το βραβείο, κατάφερε όμως να κερδίσει την προσοχή κριτικών και μέσων ενημέρωσης και κατ' επέκτασιν, το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού.

Ο κεντρικός άξονας της ιστορίας δεν είναι καθόλου πρωτότυπος. Πολλάκις έχει χρησιμοποιηθεί ως βάση μια απαγωγή και ως επέκτασή της η σωματική και ψυχική κακοποίηση του θύματος, τόσο στην αστυνομική λογοτεχνία, πόσο μάλλον στην κινηματογραφική οθόνη. Τι είναι λοιπόν αυτό που κάνει την ιστορία της Donoghue να ξεχωρίζει ανάμεσα σε τόσες και τόσες άλλες; Το γεγονός ότι η αφήγηση των γεγονότων δεν γίνεται ούτε μέσα από την οπτική γωνία ενός αμέτοχου τρίτου προσώπου, πράγμα που ίσως να τον έκανε να φαίνεται στα μάτια του αναγνώστη ψυχρός και απόμακρος αλλά, ούτε και μέσα από τα μάτια του θύματος που από την πρώτη στιγμή που ξεκινάει το δράμα του έχει απόλυτη γνώση και συνείδηση, τόσο της κατάστασής του όσο και των πιθανών καταλήξεων αυτής. Την αφήγηση κάνει ένα πεντάχρονο αγόρι, ο Τζακ, και αυτό είναι το ιδιαίτερο του θέματος.

Ο Τζακ είναι καρπός του καθημερινού βιασμού της Μαμάς από τον ΣαταΝίκ. Εκείνη όμως, αντί να τον βλέπει ως ένα ακόμα πρόβλημα στην ήδη δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκεται, τον αντιμετωπίζει ως την σωτηρία της ψυχής της. Αγαπάει αυτό το μικρό αγόρι με όλο της το είναι και κάνει τα πάντα προκειμένου να τον προστατέψει και να τον αναθρέψει όσο καλύτερα μπορεί μέσα στα μόλις δέκα τετραγωνικά του Δωματίου που ζουν φυλακισμένοι, ακόμα και να δέχεται σιωπηλά και υπάκουα ότι ο ΣαταΝίκ θέλει από εκείνη. Ο Τζακ όμως δεν το γνωρίζει αυτό. Δεν γνωρίζει ότι το Δωμάτιο είναι η φυλακή του. Για εκείνον δεν είναι απλά το σπίτι του, είναι όλος του ο κόσμος τον οποίο η Μαμά έχει προσπαθήσει να κάνει όσο δημιουργικό και όμορφο της προσφέρεται η δυνατότητα. Έτσι είναι τουλάχιστον τα πράγματα μέχρι τα πέμπτα του γενέθλια, τότε που η Μαμά αποφασίζει να του μιλήσει για το Έξω, για την αλήθεια πίσω από τους τοίχους του Δωματίου αλλά και για την αληθινή ιστορία του πως κατέληξαν εκεί. Είναι η στιγμή που πρέπει να την βοηθήσει να ελευθερωθούν.

Για μένα η ιστορία της Donaghue έχει τόσο τα θετικά όσο και τα αρνητικά της αλλά, επειδή τα δεύτερα είναι λιγότερα από τα πρώτα, επιλέγω να ξεκινήσω με αυτά. Σε γενικά πλαίσια η ιστορία έχει μια δυναμική η οποία όμως κατανέμεται άνισα στο σύνολό της. Υπάρχουν στιγμές που η δράση είναι διαρκώς κορυφωμένη και άλλες που είναι αρκετά υποτονική με αποτέλεσμα να κουράζεσαι σε επιμέρους σημεία. Πιο συγκεκριμένα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το πρώτο μέρος του βιβλίου και μέχρι την απόδραση, είναι κάπως πληκτικό αφού υπάρχει μια διαρκής επανάληψη την οποία θα επιθυμούσαμε σε μικρότερη κλίμακα. Από την άλλη δεν ξέρω κατά πόσο μπορώ όλα αυτά να τα καταλογίσω πραγματικά στα αρνητικά του βιβλίου. Το πρώτο μισό μιλάει για μια κατάσταση εγκλεισμού, για μια καθημερινότητα που δεν μπορεί η μία μέρα να διαφέρει σε τίποτα από την άλλη εκ των πραγμάτων. Μια καθημερινότητα μάλιστα την οποία βλέπουμε μέσα από τα μάτια ενός μικρού παιδιού του οποίου η αντίληψη δεν μπορεί να φτάσει στα βαθύτερα κλιμάκια των συνθηκών.

Από την απόδραση και μετά βέβαια τα πράγματα αλλάζουν άρδην. Μπορεί να μην υπάρχει η αγωνία του να ελευθερωθούν ο Τζακ και η Μαμά από τα δεσμά του Δωματίου και του ΣαταΝίκ όμως, αποδεικνύεται πως το να απελευθερωθούν από τον ίδιο τους τον εαυτό είναι πιο δύσκολο. Η προσαρμογή στον Έξω κόσμο δεν είναι εύκολη, για τον Τζακ γιατί δεν τον έχει γνωρίσει παρά μόνο μέσα από την τηλεόραση και χωρίς να ξέρει ότι όλα αυτά είναι πραγματικά, κατά συνέπεια δεν ξέρει πως να ζήσει μέσα του. Για τη Μαμά δεν είναι εύκολο γιατί αν και έχει γνωρίσει το Έξω, έχει ξεχάσει πως είναι να ζεις μέσα σε αυτόν. Ο καθένας λοιπόν από τους ήρωές μας πρέπει να δώσει μια μεγάλη και σκληρή μάχη γιατί ο αγώνας της επιβίωσής τους, δεν τελείωσε με την δραπέτευσή τους αντιθέτως, μόλις τώρα ξεκινάει. Ο μικρός Τζακ ανακαλύπτει σιγά-σιγά τον κόσμο, προσπαθεί να κοινωνικοποιηθεί, να κατανοήσει τα νέα ερεθίσματα και να αποβάλλει τον φόβο που του προκαλεί το άγνωστο. Η Μαμά19χρονο κορίτσι που στερήθηκε την ζωή της και να προσαρμοστεί, όχι σα να μην έφυγε ποτέ αλλά, σα να γύρισε αποφασισμένη να ζήσει και να κερδίσει το χαμένο έδαφος.

Αυτό που καταφέρνει να πετύχει πάνω απ' όλα η συγγραφέας και μάλιστα με έναν, διόλου επιτηδευμένο τρόπο, είναι το να αφηγηθεί μια τόσο σκληρή ιστορία μέσα από τα μάτια ενός αθώου και απονήρευτου πεντάχρονου αγοριού. Το πιο δύσκολο δε σε μια τέτοια περίπτωση είναι να διαχειριστείς σωστά την διαφορά στην αντίληψη και στην ικανότητα επεξεργασίας των καταστάσεων αλλά και της λεκτικής τους απόδοσης αφού το επίπεδο ενός παιδιού και ενός ενήλικου απέχουν κατά πολύ. Έτσι η Donaghue έπλασε έναν ευρηματικό τρόπο έκφρασης για τον μικρό Τζακ και κέντησε την πλοκή της ιστορίας της ανάλογα, δυσκολεύοντας παράλληλα τους μεταφραστές ανά τον κόσμο. Φυσικά πρέπει να έχει κανείς μεγάλη υπομονή και ψυχραιμία για να διαβάσει την εν λόγω ιστορία, για πολλούς και διάφορους λόγους. Δεν μπορείς διαβάζοντάς την να μην νιώσεις αγωνία, θυμό, αγανάκτηση, λύπηση, συμπόνοια, κατανόηση, όλα αυτά ανακατεμένα και δοσμένα μέσα από τις ψυχικές και συναισθηματικές διακυμάνσεις των ίδιων των εμπλεκόμενων. Στο τέλος όμως, δεν είναι μια ιστορία μίσους και εκδίκησης αλλά, μια ιστορία αγάπης, της αληθινής αγάπης και του δεσίματος ανάμεσα σε μια μητέρα και το παιδί της, που δεν έχει φραγμούς και όρια.
Βαθμολογία 8,5/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Emma Donaghue
Μεταφραστής: Τσιρώνη Ευθυμία
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2011
Αρ. σελίδων: 432
ISBN: 978-960-496-006-4