Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Για να σώσεις ό,τι έχει απομείνει από τον κόσμο πρέπει να εξιχνιάσεις τον φόνο…
Πέρα από το νησί δεν υπάρχει τίποτα: ο κόσμος καταστράφηκε από μια ομίχλη που σάρωσε τον πλανήτη, σκοτώνοντας τα πάντα στο πέρασμά της. Στο νησί η ζωή είναι ειδυλλιακή. Οι εκατόν είκοσι δύο κάτοικοι ζουν γαλήνια και συνυπάρχουν αρμονικά με τους τρεις επιστήμονες. Οι κάτοικοι ψαρεύουν, καλλιεργούν και γλεντάνε, τηρώντας όμως τη νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας και κάνοντας ό,τι τους λένε οι επιστήμονες. Ώσπου ξαφνικά μία επιστήμονας βρίσκεται νεκρή – κάποιος τη μαχαίρωσε. Και οι κάτοικοι πληροφορούνται ότι ο φόνος έχει δημιουργήσει προβλήματα στο σύστημα ασφαλείας του νησιού, που ήταν η μοναδική τους προστασία από την ομίχλη. Αν ο φόνος δεν εξιχνιαστεί σε ενενήντα δύο ώρες, η ομίχλη θα πνίξει το νησί και τους ανθρώπους του. Όμως το σύστημα ασφαλείας έχει διαγράψει και τις αναμνήσεις τους από την περασμένη νύχτα, πράγμα που σημαίνει πως κάποιος στο νησί είναι φονιάς – χωρίς καν να το ξέρει.
Προσωπική άποψη:
Ήταν το 2020 όταν οι εκδόσεις Μεταίχμιο μάς σύστησαν για πρώτη φορά τον Stuart Turton με το εξαιρετικά ευρηματικό πρώτο του μυθιστόρημα, "Οι επτά θάνατοι της Έβελιν Χαρντκάστλ", το οποίο κατέκτησε το αναγνωστικό κοινό -και όχι άδικα-, για ν' ακολουθήσει έναν χρόνο αργότερα το σκοτεινό και μυστηριώδες "Ο διάβολος και τα σκοτεινά νερά", με τον Turton να αποδεικνύει περίτρανα πως όχι μόνο είναι ένας ευφάνταστος συγγραφέας, αλλά πως δεν διστάζει να κινηθεί με ευελιξία ανάμεσα στα διαφορετικά λογοτεχνικά είδη, αρνούμενος να βάλει μια συγκεκριμένη ταμπέλα στον εαυτό του.
Σήμερα, για μια ακόμα φορά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, κρατάμε στα χέρια μας το τελευταίο του μυθιστόρημα, που αυτή τη φορά ακροβατεί ανάμεσα στο θρίλερ μυστηρίου, στην επιστημονική φαντασία και τη δυστοπία, μεταφέροντάς μας σε ένα νησί εκατόν είκοσι δύο κατοίκων και τριών επιστημόνων, που είναι ότι έχει απομείνει στον κόσμο έπειτα από μια καταστροφική ομίχλη που κατέστρεψε τον πλανήτη. Κι ενώ η ζωή στο νησί μοιάζει ιδανική, μία εκ των επιστημόνων βρίσκεται νεκρή, με το σύστημα ασφαλείας του νησιού να έχει δεχθεί ζημιά, και με την ομίχλη ν' απειλεί να τους καταπνίξει αν δεν βρεθεί ο δολοφόνος μέσα στις επόμενες ενενήντα δύο ώρες. Με τις μνήμες τους, όμως, διαγραμμένες, δολοφόνος μπορεί να είναι ο καθένας...
Όπως όλα τα βιβλία του Turton, έτσι και το συγκεκριμένο, δεν είναι από εκείνα που θα χαρακτηρίζαμε εύκολα ως προς την ανάγνωσή τους. Έχουν πάρα πολλές πληροφορίες και η ανάπτυξή τους βασίζεται σε πολλά και διαφορετικά δεδομένα, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να χρειαζόμαστε τον χρόνο μας προκειμένου ν' αφομοιώσουμε όλα αυτά και να μπορέσουμε να τα επεξεργαστούμε ακολουθώντας τη σωστή κατεύθυνση. Και όπως όλα τα του τα βιβλία, έτσι κι αυτό δεν επικεντρώνεται σε μία θεματική, αλλά σε δύο: στο τέλος του κόσμου κατά το πρώτο μισό του βιβλίου και σε έναν φόνο κατά το δεύτερο μισό -με το πρώτο να υπερέχει κάπως έναντι του δεύτερου, κατά την ταπεινή μου άποψη.
Αρχικά ο συγγραφέας επιλέγει να εστιάσει στο τέλος του κόσμου, και παρά που σε ότι αφορά το δυστοπικό χτίσιμο του νέου κόσμου του δεν έχει δώσει το βάρος που θα μπορούσε έτσι ώστε ο κόσμος αυτός ν' αποδοθεί με πιο παραστατικό και ζωντανό τρόπο, σε ό,τι αφορά το δράμα που συνοδεύει την καταστροφή αυτή έχει κάνει το καλύτερο δυνατόν, δημιουργώντας μας ένα έντονο συναίσθημα αγωνίας και ανησυχίας που σφίγγει το στήθος μας σαν μέγγενη. Στη συνέχεια διαπράττεται ο φόνος και το ρολόι ξεκινά να μετρά αντίστροφα, κάτι που οδηγεί σε μια ξέφρενη πορεία γεγονότων, η αλληλουχία των οποίων είτε θα σε παρασύρει μαζί της είτε θα σε κάνει να αποσυντονιστείς και να χάσεις κάπως το ενδιαφέρον σου, και σε αυτό συμβάλλει και η πληθώρα χαρακτήρων που σίγουρα δεν μπορείς να θυμάσαι ή ν' ακολουθήσεις στο σύνολό τους.
Μια ακόμα ενδιαφέρουσα επιλογή του συγγραφέα έχει να κάνει με την αφήγηση της ιστορίας του, που άλλοτε γίνεται σε πρώτο κι άλλοτε σε τρίτο πρόσωπο, κάτι που οδηγεί στο να έχουμε πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις που είναι πιο συναισθηματικές και εσωτερικές, και τριτοπρόσωπες αφηγήσεις ενός παρατηρητή που φαίνεται να τα γνωρίζει όλα, οπότε και να τα ερμηνεύει μέσα από ένα πρίσμα ρεαλιστικότητας, χωρίς φίλτρα και δικαιολογίες, αποτυπώνοντας μόνο την πραγματικότητα. Αλλά στο τέλος της ημέρας, ίσως τελικά αυτά τα δύο άκρα να μην είναι τόσο αντίθετα και να συνδέονται περισσότερο απ' όσο πιστεύουμε. Εν κατακλείδι, έχουμε να κάνουμε με ένα δαιδαλώδες βιβλίο, που παρά την πολυπλοκότητα της πλοκής της, διατηρεί μια έντονη σε ροή αφήγηση, με δραματουργικά και μυστηριακά στοιχεία, που σε γοητεύει με τον δικό του μοναδικό τρόπο.
Βαθμολογία 8,5/10
Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Stuart Turton
Μεταφραστής: Κοντόπουλος Βασίλης
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2024
Αρ. σελίδων: 480
ISBN: 978-618-03-4208-6
Για να σώσεις ό,τι έχει απομείνει από τον κόσμο πρέπει να εξιχνιάσεις τον φόνο…
Πέρα από το νησί δεν υπάρχει τίποτα: ο κόσμος καταστράφηκε από μια ομίχλη που σάρωσε τον πλανήτη, σκοτώνοντας τα πάντα στο πέρασμά της. Στο νησί η ζωή είναι ειδυλλιακή. Οι εκατόν είκοσι δύο κάτοικοι ζουν γαλήνια και συνυπάρχουν αρμονικά με τους τρεις επιστήμονες. Οι κάτοικοι ψαρεύουν, καλλιεργούν και γλεντάνε, τηρώντας όμως τη νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας και κάνοντας ό,τι τους λένε οι επιστήμονες. Ώσπου ξαφνικά μία επιστήμονας βρίσκεται νεκρή – κάποιος τη μαχαίρωσε. Και οι κάτοικοι πληροφορούνται ότι ο φόνος έχει δημιουργήσει προβλήματα στο σύστημα ασφαλείας του νησιού, που ήταν η μοναδική τους προστασία από την ομίχλη. Αν ο φόνος δεν εξιχνιαστεί σε ενενήντα δύο ώρες, η ομίχλη θα πνίξει το νησί και τους ανθρώπους του. Όμως το σύστημα ασφαλείας έχει διαγράψει και τις αναμνήσεις τους από την περασμένη νύχτα, πράγμα που σημαίνει πως κάποιος στο νησί είναι φονιάς – χωρίς καν να το ξέρει.
Προσωπική άποψη:
Ήταν το 2020 όταν οι εκδόσεις Μεταίχμιο μάς σύστησαν για πρώτη φορά τον Stuart Turton με το εξαιρετικά ευρηματικό πρώτο του μυθιστόρημα, "Οι επτά θάνατοι της Έβελιν Χαρντκάστλ", το οποίο κατέκτησε το αναγνωστικό κοινό -και όχι άδικα-, για ν' ακολουθήσει έναν χρόνο αργότερα το σκοτεινό και μυστηριώδες "Ο διάβολος και τα σκοτεινά νερά", με τον Turton να αποδεικνύει περίτρανα πως όχι μόνο είναι ένας ευφάνταστος συγγραφέας, αλλά πως δεν διστάζει να κινηθεί με ευελιξία ανάμεσα στα διαφορετικά λογοτεχνικά είδη, αρνούμενος να βάλει μια συγκεκριμένη ταμπέλα στον εαυτό του.
Σήμερα, για μια ακόμα φορά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, κρατάμε στα χέρια μας το τελευταίο του μυθιστόρημα, που αυτή τη φορά ακροβατεί ανάμεσα στο θρίλερ μυστηρίου, στην επιστημονική φαντασία και τη δυστοπία, μεταφέροντάς μας σε ένα νησί εκατόν είκοσι δύο κατοίκων και τριών επιστημόνων, που είναι ότι έχει απομείνει στον κόσμο έπειτα από μια καταστροφική ομίχλη που κατέστρεψε τον πλανήτη. Κι ενώ η ζωή στο νησί μοιάζει ιδανική, μία εκ των επιστημόνων βρίσκεται νεκρή, με το σύστημα ασφαλείας του νησιού να έχει δεχθεί ζημιά, και με την ομίχλη ν' απειλεί να τους καταπνίξει αν δεν βρεθεί ο δολοφόνος μέσα στις επόμενες ενενήντα δύο ώρες. Με τις μνήμες τους, όμως, διαγραμμένες, δολοφόνος μπορεί να είναι ο καθένας...
Όπως όλα τα βιβλία του Turton, έτσι και το συγκεκριμένο, δεν είναι από εκείνα που θα χαρακτηρίζαμε εύκολα ως προς την ανάγνωσή τους. Έχουν πάρα πολλές πληροφορίες και η ανάπτυξή τους βασίζεται σε πολλά και διαφορετικά δεδομένα, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να χρειαζόμαστε τον χρόνο μας προκειμένου ν' αφομοιώσουμε όλα αυτά και να μπορέσουμε να τα επεξεργαστούμε ακολουθώντας τη σωστή κατεύθυνση. Και όπως όλα τα του τα βιβλία, έτσι κι αυτό δεν επικεντρώνεται σε μία θεματική, αλλά σε δύο: στο τέλος του κόσμου κατά το πρώτο μισό του βιβλίου και σε έναν φόνο κατά το δεύτερο μισό -με το πρώτο να υπερέχει κάπως έναντι του δεύτερου, κατά την ταπεινή μου άποψη.
Αρχικά ο συγγραφέας επιλέγει να εστιάσει στο τέλος του κόσμου, και παρά που σε ότι αφορά το δυστοπικό χτίσιμο του νέου κόσμου του δεν έχει δώσει το βάρος που θα μπορούσε έτσι ώστε ο κόσμος αυτός ν' αποδοθεί με πιο παραστατικό και ζωντανό τρόπο, σε ό,τι αφορά το δράμα που συνοδεύει την καταστροφή αυτή έχει κάνει το καλύτερο δυνατόν, δημιουργώντας μας ένα έντονο συναίσθημα αγωνίας και ανησυχίας που σφίγγει το στήθος μας σαν μέγγενη. Στη συνέχεια διαπράττεται ο φόνος και το ρολόι ξεκινά να μετρά αντίστροφα, κάτι που οδηγεί σε μια ξέφρενη πορεία γεγονότων, η αλληλουχία των οποίων είτε θα σε παρασύρει μαζί της είτε θα σε κάνει να αποσυντονιστείς και να χάσεις κάπως το ενδιαφέρον σου, και σε αυτό συμβάλλει και η πληθώρα χαρακτήρων που σίγουρα δεν μπορείς να θυμάσαι ή ν' ακολουθήσεις στο σύνολό τους.
Μια ακόμα ενδιαφέρουσα επιλογή του συγγραφέα έχει να κάνει με την αφήγηση της ιστορίας του, που άλλοτε γίνεται σε πρώτο κι άλλοτε σε τρίτο πρόσωπο, κάτι που οδηγεί στο να έχουμε πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις που είναι πιο συναισθηματικές και εσωτερικές, και τριτοπρόσωπες αφηγήσεις ενός παρατηρητή που φαίνεται να τα γνωρίζει όλα, οπότε και να τα ερμηνεύει μέσα από ένα πρίσμα ρεαλιστικότητας, χωρίς φίλτρα και δικαιολογίες, αποτυπώνοντας μόνο την πραγματικότητα. Αλλά στο τέλος της ημέρας, ίσως τελικά αυτά τα δύο άκρα να μην είναι τόσο αντίθετα και να συνδέονται περισσότερο απ' όσο πιστεύουμε. Εν κατακλείδι, έχουμε να κάνουμε με ένα δαιδαλώδες βιβλίο, που παρά την πολυπλοκότητα της πλοκής της, διατηρεί μια έντονη σε ροή αφήγηση, με δραματουργικά και μυστηριακά στοιχεία, που σε γοητεύει με τον δικό του μοναδικό τρόπο.
Βαθμολογία 8,5/10
Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Stuart Turton
Μεταφραστής: Κοντόπουλος Βασίλης
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2024
Αρ. σελίδων: 480
ISBN: 978-618-03-4208-6
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου