"Σελήνη - Ταξιδεύοντας πίσω στη Γη (δεύτερη έκδοση)" της Φωτεινής Μπομπολάκη

Μια ρομαντική ιστορία που εισάγει τον αναγνώστη σε έννοιες, όπως οι καρμικές σχέσεις, η μετενσάρκωση και η αφύπνιση της ψυχής, μέσα από καταστάσεις, γεγονότα ή «συμπτώσεις» που δεν συμβαίνουν τυχαία αλλά για κάποιον ανώτερο σκοπό που αργά ή γρήγορα θα ανακαλύψουμε…
Η Σελήνη κοιτάζει με αγάπη την τυρκουάζ κλωστή που της χάρισε ο αγαπημένος της Ενδυμίωνας και που τώρα φωσφορίζει πάνω στον καρπό του χεριού της καθώς σκέφτεται με ένα βεβιασμένο χαμόγελο το ταξίδι που την περιμένει. Θα είναι δύσκολο, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία. Θα τα καταφέρω άραγε; αναρωτιέται για μια στιγμή και δαγκώνει αμήχανα το κάτω χείλος της. Υπολογίζει τα απαιτούμενα λεπτά, που αντιστοιχούν σε γήινα χρόνια και μπαίνει στην πύλη, όπου την καταπίνει μια δίνη φωτός, οδηγώντας την στο τρισδιάστατο πεδίο της Γης.
Θα εκπληρώσει η Σελήνη τον σκοπό για τον οποίο κατέβηκε αυτήν τη φορά στη Γη; Θα μπορέσει να αναγνωρίσει τη δίδυμη φλόγα της και να παραμείνουν ψυχικά συνδεδεμένοι; ή μήπως τα εμπόδια που θα αντιμετωπίσουν στην τρισδιάστατη πραγματικότητά τους είναι ικανά να κόψουν αυτήν την αιθέρια κλωστή;

"Το νησί των χαρούμενων αιδοίων" του Βασίλη Μπουντούρη

Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ραδάμανθυς το συναρπαστικό ιστορικό μυθιστόρημα του βραβευμένου συγγραφέα και σκηνοθέτη Βασίλη Μπουντούρη. Έργο ζωής βασισμένο σε κείμενο που γράφτηκε πολλά χρόνια πριν και ταξίδεψε στο διάβα του χρόνου, περνώντας από χέρι σε χέρι, ώσπου να δει το φως.
«Με τις γνώσεις που είχα τότε, κατάλαβα ότι η ιστορία που μου διάβαζε ο Λεόντιος, ήταν μια καταπληκτική ιστορία… Βέβαια είναι αυτονόητο, πως αυτό το ντοκουμέντο που σώθηκε στο μοναστήρι -όπως τόσα άλλα αρχαία κείμενα- ήταν μετεγγραφή στα Βυζαντινά χρόνια κάποιας αφήγησης των χρόνων της Ελληνιστικής εποχής και καμία σχέση δεν είχε, κι ούτε βεβαίως έχει με τη χριστιανική θρησκεία, όπως διαμορφώθηκε με τις Οικουμενικές Συνόδους. Θα έλεγα πως είναι το εντελώς αντίθετο. Οι άνθρωποι τότε ζητούσαν τον Παράδεισο στη Γη, εδώ και τώρα και όχι στους ουρανούς. Όμως για τον Λεόντιο, αφού το βρήκε στο μοναστήρι, ήταν γράμματα αγιασμένα. Υποψιάζομαι πως ήταν το αγαπημένο του ένοχο ανάγνωσμα μέσα στη μοναξιά του και στη σιωπή του Θεού. Έβρισκε τώρα επιτέλους κάποιον να μοιραστεί την κρυφή χαρά, κάτω απ’ το πρόσχημα της σωτηρίας της ψυχής, να διαβάζει ένα ανάγνωσμα σε έναν νέο, που μιλούσε για την περιπέτεια ενός σκλάβου να βρει την Πολιτεία της δικαιοσύνης, της κοινοκτημοσύνης και του ελεύθερου έρωτα. Ένα ανάγνωσμα αμαρτωλό, δηλαδή. Ένα απόκρυφο κείμενο», γράφει ο Βασίλης Μπουντούρης στον πρόλογο.