Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
«Τι διαφορά έχει η πενθερά από την πεθερά»;
«Καμία!»
«Τότε προς τι αυτό το παραπανίσιο νι;»
«Δεν ξέρω. Κατά μία εκδοχή, η λέξη προέρχεται από τη σύνθεση των όρων πένθος και έρως και υποδηλώνει τον θάνατο του έρωτα».
«Μεγαλειώδες! Πενθερά: ο θάνατος του έρωτα!»
Δύο ηλικιωμένες γυναίκες δέχονται δολοφονική επίθεση την ίδια μέρα και ώρα, σε δύο διαφορετικές πόλεις της Ελλάδας. Άγνωστες μεταξύ τους, τις ενώνει ένα αόρατο νήμα: είναι πεθερές που αντιπαθούν τις νύφες τους.
Η Αγορίτσα, μια σκληρή Μανιάτισσα από το Οίτυλο, βλέπει τα όνειρά της να γκρεμίζονται όταν ο γιος της, ο δικηγόρος Σαράντος Πιερόγιαννης, παντρεύεται με μια χειρουργό, αφοσιωμένη στην καριέρα της.
Η Μόσχω, μια καλοκάγαθη Πόντια από την Καλαμαριά, ζει κάτω από την ίδια στέγη με τον μοναχογιό της, τον οδηγό νταλίκας Ηρακλή Τερκενλεκίδη, και την καλλονή σύζυγό του.
Δύο πεθερές, που κάποιοι τις θέλουν νεκρές. Δύο νύφες, που εύχονται να είχαν ορφανούς συζύγους. Δύο γιοι, που συνθλίβονται στις συμπληγάδες της μητρικής αγάπης και του έρωτα. Οικογενειακές συνωμοσίες και μιαρά μυστικά. Άγραφοι νόμοι κι αγδίκιωτα αισθήματα. Κι ένας γρίφος-φωτιά: η πεθερά σκότωσε τον έρωτα ή ο έρωτας την πεθερά;
Ένα κοινωνικό-αστυνομικό μυθιστόρημα που επιχειρεί να ρίξει φως σε ένα διαχρονικό στερεότυπο της ελληνικής κοινωνίας: υπάρχουν πεθερές-αράχνες ή πρόκειται για ένα άλλοθι των ζευγαριών που δεν καταφέρνουν να κατακτήσουν το «για πάντα»;

Προσωπική άποψη:
Ένα από τα θέματα που πάντα θα αποτελούν "καυτό" αντικείμενο συζήτησης, ιδίως ανάμεσα σε γυναίκες, δεν είναι άλλο από τη σχέση πεθεράς-νύφης, που φήμες την θέλουν να βρίσκεται πάντοτε στην κόψη του ξυραφιού, ακόμα και τις φορές εκείνες που αρχικά όλα φαίνεται να έχουν ξεκινήσει με τους καλύτερους οιωνούς. Μια ατέρμονη κόντρα που τροφοδοτείται τόσο από τις φήμες και τα δήθεν σχόλια, όσο και από την ίδια την πραγματικότητα. Γιατί εκεί που η μητρική αγάπη έρχεται σε σύγκρουση με την ερωτική, με καμία απ' τις δύο πλευρές να μην είναι πρόθυμη, όχι να υποχωρήσει, αλλά να αναγνωρίσει, να παραδεχθεί και να αποδεχθεί την διαφορετικότητα ανάμεσα στις δύο αυτές αγάπες, με την κάθε μία να έχει το μερίδιο που της αναλογεί, με κατανόηση και σεβασμό, εκεί είναι που ξεκινάει η κόλαση.

Η Μαρία Παναγοπούλου, έπειτα από την έκδοση δύο μυθιστορημάτων της στις εκδόσεις Ωκεανός, μετακόμισε φέτος σε νέα εκδοτική στέγη, αυτή των εκδόσεων Ψυχογιός, παρουσιάζοντάς μας ένα νέο μυθιστόρημα που μπορεί να είναι και αυτό εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα, όπως και τα προηγούμενά της έργα, αλλά συγκριτικά με εκείνα, το συγκεκριμένο, φαντάζει πολύ περισσότερο βγαλμένο μέσα από τη ζωή, ίσως γιατί, παρά την όποιες ακρότητές του στιγμές στιγμές, είναι αυτό με την υπόθεση και την αλήθεια του οποίου μπορεί να ταυτιστεί η μεγαλύτερη μερίδα γυναικών εκεί έξω. Γυναικών που τα αγόρια τους έπεσαν στα δίχτυα της λάθος γυναίκας και γυναικών που είχαν την ατυχία να αποκτήσουν μια πεθερά-αράχνη που τους ρουφάει τη ζωή. Όμως, όπως όλα τα πράγματα στη ζωή, έτσι και σε αυτή την περίπτωση, τα πράγματα δεν είναι μόνο άσπρα ή μαύρα. Ανάμεσά τους, δεκάδες άλλα χρώματα, αρκεί να έχουμε την ικανότητα να τα διακρίνουμε.

Έτσι κι εδώ, δυο ιστορίες όμοιες μα και τόσο διαφορετικές. Δυο ιστορίες που αν και εξελίσσονται σε δύο εντελώς διαφορετικές γωνιές της Ελλάδας, πορεύονται σε παράλληλους δρόμους, με την κάθε μία να κρύβει τα δικά της μυστικά και με κανέναν να μην είναι το απόλυτο θύμα ή ο απόλυτος θύτης. Κάθε νόμισμα έχει δύο πλευρές, όπως και κάθε άνθρωπος και ως εκ τούτου, κάθε ιστορία έχει δύο όψεις ή ακόμα και περισσότερες, καμιά φορά. Αυτή που θέλουν οι άλλοι να δούμε, αυτή που θέλουμε εμείς να δούμε -ή ακόμα και αυτή που πρέπει να δούμε, ή και που επιλέγουμε να δούμε, επειδή αρνιόμαστε πεισματικά να κοιτάξουμε την αλήθεια κατάματα, ίσως γιατί μέσα της να δούμε και πράγματα που δεν είμαστε έτοιμοι ν' αποδεχθούμε, πως δεν θα μας αρέσουν, που θ' αποτελούν κομμάτια της δικιάς μας αλήθειας που πασχίζουμε να κρύψουμε.

Δύο πεθερές που γίνονται θύματα επιθέσεων. Η μία στον Πόντο, η άλλη στη Μάνη, και όλοι να αναρωτιούνται ποιος μπορεί να ήθελε να τις βγάλει απ' τη μέση. Αυτό, ίσως να μην είναι δύσκολο να το απαντήσει κανείς, το γιατί, όμως, είναι μια άλλη υπόθεση, πολύ πιο πολύπλευρη και λιγότερο επιφανειακή απ' όσο πιθανότατα να θαρρεί κανείς. Και κάπως έτσι, έχουμε μια ιστορία με έντονα αστυνομικά στοιχεία, αλλά που ο πυρήνας της είναι καθαρά κοινωνικός, με μια ανθρωποκεντρική προσέγγιση που ακολουθεί μια αφηγηματική ροή που ο χαρακτήρας και το ύφος της έχουν ιδιαίτερα έντονα δημοσιογραφικά στοιχεία, πράγμα που δεν μας εκπλήσσει ιδιαίτερα, λόγω της επαγγελματικής ιδιότητας της συγγραφέως, που σαφέστατα την έχει επηρεάσει στον τρόπο γραφής της και την ιστορία της, στην προκειμένη περίπτωση, πολύ θετικά.

Έχω κάποιες μικρές ενστάσεις, όσον αφορά ορισμένα ζητήματα, αλλά δεδομένου πως δεν είναι ξεκάθαρο το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διαδραματίζεται η ιστορία μας, επιλέγω να μην τις αναφέρω, γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν μάλλον ατυχές. Συνοψίζοντας, λοιπόν, "Η πενθερά" είναι ένα βιβλίο που παρά τα ζητήματα που θίγει, που δεν τα λες ιδιαιτέρως... "ελαφρά", είναι στο σύνολό του ένα ευχάριστο ανάγνωσμα με έντονο ρυθμό, γρήγορες εξελίξεις και ανατροπές που βοηθούν στο να διατηρηθεί αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Πάνω απ' όλα, όμως, είναι ένα βιβλίο αρκετά ειλικρινές και τίμιο, όσον αφορά την σχέσης νύφης-πεθεράς. Μια σχέση που ίσως να έπρεπε να ζυγίζουμε περισσότερο, όχι τόσο προσωπικά, μα με μεγαλύτερη αντικειμενικότητα και διάθεση γι' αλήθεια.
Βαθμολογία 8,5/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Παναγοπούλου Μαρία
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Κατηγορία: Ελληνική Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2020
Αρ. σελίδων: 312
ISBN: 978-618-01-3376-9