"Μόνο καλοκαίρια" της Νέλλης Σπαθάρη

Από την κατάρρευση του χρηματιστήριου της Γουόλ Στριτ το 1929 στη χρεοκοπία της Ελλάδας το 1932. Με φόντο την Αθήνα του Μεσοπολέμου, η Σόνια αναζητεί να καταγράψει τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία με τον φωτογραφικό της φακό και τις συγγραφικές της δοκιμές. Έχοντας χάσει τον άνδρα της στην ισπανική γρίπη του 1918, απομονωμένη στο σπίτι της στη Δεξαμενή, αποφασίζει να βγει στην κοινωνία και να ταξιδέψει στον χώρο και στις εμπειρίες. Ο Φιλιππουπολίτης Αγησίλαος, μηχανικός ο οποίος δραστηριοποιείται επαγγελματικά στη Γαλλία μετά τη δραματική διαφυγή του από την Ανατολική Ρωμυλία, θα είναι ο άνθρωπος που θα την ταξιδέψει στη ζωή. Από τη Ντοβίλ της Νορμανδίας, στην Ονφλέρ του Μποντλέρ και το Καμπούρ –το μυθικό Μπαλμπέκ– του Μαρσέλ Προυστ, στο Ζιβερνί του Μονέ, την περιδιάβαση στο Παρίσι με την εναλλακτική ματιά του, την Αθήνα, το Ναύπλιο, την Ύδρα της εξόριστης φεμινίστριας Καλλιρρόης Παρρέν και τον Πόρο της δισέγγονης του γιατρού του Καποδίστρια που πάλεψε την πανώλη Κλοντίν Γκος, η ανήσυχη Σόνια θα προσπαθεί να δώσει απαντήσεις στις σκέψεις που την κατατρύχουν με στήριγμα τη Λουίζα, το alter ego της. Μέχρι την ολοκληρωτική καταστροφή. Μια καταστροφή που ωστόσο, ανοίγει έναν νέο κύκλο ζωής.

"Τα μάτια που φίλησε η βροχή" της Παναγιώτας Τσολάκη-Αγγελοπούλου

Τα λόγια της γριάς ακόμη στοίχειωναν τις νύχτες της, η ταραγμένη της ψυχή τα φώναζε ακόμα.
Τα βράδια μούσκεμα στον ιδρώτα πεταγόταν και κοιτούσε τον άντρα που κοιμόταν πλάι της.
Στα αυτιά της ηχούσε δυνατά η βροντερή φωνή…
«Μείνε μακριά από το Μ, το Μ που θα σε καταστρέψει!»
«Το Α και το Α θα ’ναι μαζί, είναι της μοίρας προσταγή, υπόσχεση μεγάλη…»
Δεν ήθελε ν’ ακούει πια, δεν ήθελε να ξέρει, έκλεινε τα αυτιά της ελπίζοντας τα λόγια αυτά να σωπάσουν…
Πού ήταν η αλήθεια και πού το ψέμα δεν το γνώριζε μα πλέον πια δεν ήθελε να μάθει.
Ήταν οι φόβοι της που έπνιγαν τα όνειρά της;
Ήταν τα τόσα βάσανα που άφηναν ακόμα ανοιχτά τα τραύματά της;
Ή ήταν της μοίρας τα μηνύματα που πρόσταζαν τα βήματά της;
Και τότε ερχόταν πάλι η βροχή…
Σαν λύτρωση, σαν μόνη επιλογή…
Ερχόταν η βροχή για να σβήσει τις φωτιές και να ποτίσει τη διψασμένη της ψυχή.
Κι ήταν τα μάτια της, τα μάτια εκείνα που φίλησε ξανά η βροχή…
Το μυθιστόρημα «ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΠΟΥ ΦΙΛΗΣΕ Η ΒΡΟΧΗ» είναι το τρίτο και τελευταίο μέρος της τριλογίας «ΥΦΑΝΤΟ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ».
Μία διαθήκη, μία σύλληψη και μία δική, έρχονται για να δώσουν απαντήσεις, ενώνοντας όλα τα κόμματα του παζλ.
Άραγε θα αποδοθεί η δικαιοσύνη; Θα πληρώσει ο δολοφόνος;
Ή ο ένοχος θα μείνει για πάντα ατιμώρητος;
Η μοίρα πλέκει το υφαντό της κι ό,τι γέγραφε, γέγραφε.
Ένα δυνατό βιβλίο για ένα δυνατό φινάλε!