Συνοπτική περίληψη του έργου:
Ο Ιρλανδοαμερικάνος Priest Vallon, ηγέτης της συμμορίας Dead Rabbits, ετοιμάζεται για τη μάχη με την αντίπαλη ομάδα των Γηγενών της οποίας ηγείται ο Bill The Butcher. Στο τέλος αυτής της μάχης ο Vallon κείτεται νεκρός και οι Γηγενείς αποκτούν τον πλήρη έλεγχο της περιοχής.
16 χρόνια αργότερα, ο γιος του Vallon βγαίνει απ’ το ορφανοτροφείο κι επιστρέφει εκεί όπου πέθανε ο πατέρας του με σκοπό να εκδικηθεί τον άνθρωπο που ευθύνεται για τον θάνατό του.
Κερδίζοντας την εύνοιά του Bill, γίνεται ο ακόλουθός του. Προσπαθώντας να βρει την κατάλληλη ευκαιρία για να ολοκληρώσει την αποστολή του, μέσα του αμφιταλαντεύεται καθώς ένα κομμάτι του έχει αρχίσει να δένεται μαζί του.

Προσωπική άποψη:
Μια απ’ τις λίγες ταινίες του σύγχρονου αμερικάνικου κινηματογράφου που δεν κυκλοφόρησε για να αναδείξει το μεγαλείο του αμερικάνικου λαού, αλλά τη σαθρότητα πάνω στην οποία χτίστηκε ο σύγχρονος πολιτισμός και κουλτούρα της. Δεν μας δίνει μαθήματα ιστορίας αλλά σηματοδοτεί τα γεγονότα εκείνα που την επηρέασαν και σίγουρα όχι θετικά. Αυτό ήταν το μεγάλο στοίχημα του Scorsese και σ’ αυτό το σημείο τουλάχιστον βγήκε νικητής.

Πέραν όμως της ιστορίας, έχουμε να κάνουμε κυρίως με μια ταινία χαρακτήρων που μάλιστα έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Αυτοί δεν είναι λίγοι και σίγουρα η συναισθηματική τους προσέγγιση δεν είναι εύκολη. Το καλό είναι πως ο σκηνοθέτης μας αφήνει τον απαιτούμενο χρόνο να μπούμε στο μυαλό τους, να καταλάβουμε πως σκέφτονται και γιατί πράττουν αυτά που πράττουν. Πέρα από το θέλω βρίσκεται το κίνητρο κι εκεί βρίσκεται όλη η ουσία.

Αναμφίβολα ο Scorsese ξέρει να γυρίζει μεγάλες ταινίες. Η εναρκτήρια σκηνή άλλωστε είναι κάτι παραπάνω από μαγική. Ωστόσο πιστεύω πως αν η ταινία βρισκόταν στα χέρια κάποιου άλλου σκηνοθέτη τότε θα μπορούσαμε να μιλάμε για το απόλυτο επικό αριστούργημα. Η σκηνοθετική του προσέγγιση αν και σε ορισμένα σημεία γοητεύει, σε άλλα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κλισέ. Υπάρχουν κάποιες δόσεις ρομαντισμού μεγαλύτερες απ’ όσο χρειαζόντουσαν κι ορισμένες σκηνές που θα μπορούσαν να έχουν μεγαλύτερη ένταση χάνονται εξαιτίας της κλασσικής προσέγγισης της κάμερας.

Σε ότι έχει να κάνει με σκηνικά, κοστούμια και μακιγιάζ, σίγουρα ό,τι και να πει κανείς θα είναι λίγο. Ίσως να μη μπορώ να μεταφέρω το μεγαλείο και την αληθοφάνεια με την οποία μετέφεραν οι υπεύθυνοι της καλλιτεχνικής διεύθυνσης υπό την καθοδήγηση του σκηνοθέτη, το κλίμα και το πνεύμα της εποχής. Αυτό τουλάχιστον πρέπει να του το αναγνωρίσουμε. Η τελειομανία του προσφέρει οπτικά ένα απολαυστικό αποτέλεσμα.

Το αγαπημένο παιδί του σκηνοθέτη, Leonardo DiCaprio, σ’ έναν από τους πρώτους του ρόλους που προσπάθησαν να του βγάλουν την ταμπέλα του βουτυρομπεμπέ. Ως ένα βαθμό το αποτέλεσμα είναι ικανοποιητικό αν και σίγουρα δεν μπορεί να συγκριθεί με τις μεταγενέστερες στιβαρές και μακράν πιο ολοκληρωμένες παρουσίες του. Ο Amsterdam είναι ένας άνθρωπος που δεν είναι ούτε καλός ούτε κακός. Βράζει μέσα του η δίψα για εκδίκηση δεν έχει όμως ούτε την δύναμη, ούτε την αντοχή που πηγάζει από έναν ώριμο άντρα ώστε να αντεπεξέλθει στις καταστάσεις. Αυτό είναι και το σημείο που ανεβάζει κάπως ερμηνευτικά και τον πρωταγωνιστή.

Η απόλυτη παρουσία ωστόσο είναι του Daniel Day-Lewis στο ρόλο του χασάπη. Βίαιος και συνάμα, παρά την αποκρουστική του εμφάνιση και τα ζωώδη ένστικτά του, απόλυτα γοητευτικός ως ερμηνευτής ενός πολύ απαιτητικού ρόλου. Αν κάποιος ήθελε να πάρει μαθήματα ερμηνείας θα έπρεπε να τον δει σ’ αυτό το ρόλο και θα καταλάβαινε. Από την πιο σκληρή μέχρι την πιο τρυφερή κι ανθρώπινη πτυχή του χασάπη.

Όσο για την Diaz, δε θα πω ότι ήταν κακή, αλλά αν ο ρόλος της δεν επηρέαζε ζωτικά κάποια σημεία της πλοκής μάλλον θα πέρναγε απαρατήρητη. Δεν είναι συνηθισμένη άλλωστε, ούτε αυτή ως ερμηνεύτρια, ούτε εμείς ως θεατές να τη βλέπουμε σε ρόλους όπως αυτός, σε ρόλους με χαρακτήρα, με προσωπικότητα. Έχει τις καλές της στιγμές, όμως αποτέλεσμα σε πολλά σημεία ξενίζει.

Το τελικό αποτέλεσμα μπορεί να μην είναι το αναμενόμενο σίγουρα όμως το παρακολουθείς ευχάριστα. Μια κυνική ιστορία γεμάτη βία και στοιχεία μιας Αμερικής που πολλοί θα ήθελαν να κρύψουν. Ηθικολογικά είναι ο θρίαμβος του Scorsese, οπτικά όμως δεν ισχύει το ίδιο. Οι χαρακτήρες είναι στιβαροί κι ολοκληρωμένοι, βάθος στην ιστορία υπάρχει, όμως η σκοτεινή ματιά υπό την οποία ήθελε ο δημιουργός να δούμε την ταινία κάπου θαμπώνει. Ξεκινάς και τελειώνεις μαγικά, η πορεία όμως είναι η ίδια;
Βαθμολογία 7,5/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Οι Συμμορίες Της Νέας Υόρκης
Είδος: Εποχής
Σκηνοθέτης: Martin Scorsese
Πρωταγωνιστές: Leonardo DiCaprio, Daniel Day-Lewis, Cameron Diaz, Jim Broadbent, Liam Neeson, Pete Postlethwaite, John C. Reilly, Henry Thomas
Παραγωγή: 2002
Διάρκεια: 166’

Επίσημο site:
http://video.movies.go.com/gangsofnewyork/