...

Παρασκευή, Ιουλίου 18, 2008

Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Έπειτα από το λεύκωμα “Τοιχοδρομίες”, ο φωτογράφος Δημήτρης Θεοδόσης με τη συμβολή του Παυσανία Καραθανάση, δημιούργησαν το “Stencil in Athens”, το δεύτερο μέρος του πρώτου λευκώματος.
Και δεν πρόκειται απλά για ένα ακόμα φωτογραφικό λεύκωμα. Περισσότερο ως ένα εκπαιδευτικό λεύκωμα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αφού, δεν έχει ως κύριο σκοπό απλά και μόνο να μας παρουσιάσει το stencil μέσω εικόνων, αλλά να μας μεταφέρει την ουσία της ορολογίας του.
Να μας εκπαιδεύσει στο πως θα το εντοπίζουμε, πως θα το αναγνωρίζουμε, πως θα ερμηνεύουμε τα κρυφά ή φανερά μηνύματά του.

Προσωπική άποψη:
Stencil! Σίγουρα για πολλούς η συγκεκριμένη ορολογία είναι άγνωστη όπως ήταν και για ‘μένα μέχρι να πέσει το συγκεκριμένο βιβλίο στα χέρια μου. Και εντάξει, μπορεί να πει κάποιος, πες ότι μαθαίνουμε τι είναι, μας ενδιαφέρει; Δεν ξέρω αν ναι, όμως σίγουρα θα έπρεπε, λαμβάνοντας δε υπ’ όψιν μας πως μέσω των καλλιτεχνικών εκφράσεων του δρόμου, εξωτερικεύονται από συνανθρώπους μας καλλιτέχνες, σκέψεις, συναισθήματα, ιδεολογίες και ιδανικά. Μπορεί να μην τα ασπαζόμαστε, αξίζουν όμως περισσότερο την προσοχή μας.

Αν κάτι δεν καταλαβαίνει ο κόσμος στις μέρες μας είναι πως τα πάντα βρίσκονται στο δρόμο. Όλη μας η ζωή βρίσκεται στο δρόμο και δεν εννοώ σε καμία περίπτωση πίσω απ΄ τις βιτρίνες πολυτελών καταστημάτων. Υπάρχουν τόσα μικρά πράγματα στο δρόμο που στην πραγματικότητα έχουν τόσο μεγάλη σημασία και περνάνε μπροστά από τα μάτια μας σχεδόν απαρατήρητα. Δεν τα βλέπουμε ή απλά παριστάνουμε πως δεν τα βλέπουμε; Πιθανόν να συμβαίνει το δεύτερο όμως είτε έτσι, είτε αλλιώς χάνουμε ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής μας, ένα σημαντικό κομμάτι του εαυτού μας.

Αυτό ακριβώς αντικατοπτρίζει το stencil graffiti. Μια καθημερινότητα την οποία βιώνουμε αλλά ίσως δεν αντιλαμβανόμαστε. Μια καθημερινότητα που ακόμα κι αν αντιλαμβανόμαστε δεν μπορούμε να επεξεργαστούμε. Το stencil graffiti υπάρχει εδώ και αρκετά χρόνια κι έχει καταλάβει ένα μεγάλος μέρος στους γκρίζους τοίχους μεγάλων αστικών κέντρων, όπως και της Αθήνας. Δεν τα παρατηρήσαμε αμέσως, όμως όταν το κάναμε καταλάβαμε τη διαφορά. Μια ακόμα έκφραση βανδαλισμού στους τοίχους; Δεν νομίζω... Το stencil όπως και το γνωστό σε όλους μας graffiti, αποτελεί ένα μέσον καλλιτεχνικής έκφρασης. Δεν βρίσκεται εκεί που βρίσκεται απλά για να πιάνει χώρο στον τοίχο, αλλά για να μεταφέρει στους περαστικούς ένα μήνυμα.

Δεν είναι μόνο τέχνη, συνδυάζεται και με την τεχνική. Δεν έχει αυτοσκοπό απλά και μόνο την αισθητική παρέμβαση αλλά και την κοινωνική κριτική. Ένα πολύπλευρο φαινόμενο που φέρνει πιο κοντά τις μέχρι τώρα διαφορετικές παραδόσεις στην αισθητική και κοινωνική παρέμβαση στον δημόσιο χώρο. Ένα φαινόμενο που μέσω των τοίχων και του βιβλίου αυτού προσπαθεί να περάσει στο υποσυνείδητο μας, προσπαθεί ν’ αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε και βιώνουμε το αστικό τοπίο. Μαζί με την πόλη μας καλούμαστε ν’ αλλάξουμε κι εμείς.

Το stencil είναι άμεσο κι επιθετικό. Δεν έχει σημασία ο όγκος που καταλαμβάνει σ’ έναν τοίχο, αλλά σε πόσα σημεία μπορεί να γίνει η αναπαραγωγή του. Σε αντίθεση με το graffiti δεν χρειάζονται τρελά έξοδα σε μπογιές και χρώματα, δεν χρειάζεται τεράστιος χρόνος για να δημιουργηθεί, μόνο έμπνευση. Δεν θα γίνει ένα κομμάτι που αυτό θα είναι και κανένα άλλο, αλλά θα κυκλοφορήσει σε πολλαπλά σημεία, αυτούσιο όπως το πρωτότυπο σε κάθε γωνιά μιας πόλης. Και τα σημεία αυτά δεν είναι τυχαία. Τίποτα δεν είναι τυχαίο στο stencil. Όλα μετράνε, όλα έχουν το λόγο τους.

Και φαίνεται πως όλα μετράνε και για τους δημιουργούς αυτού του λευκώματος. Καλογραμμένο, μικρό κι ευέλικτο, το “Stencil in Athens”, είναι ένα βιβλίο που σε κερδίζει με το που θα το πάρεις στα χέρια σου. Ακόμα και το εξώφυλλο είναι σχεδιασμένο με τεχνική stencil κάνοντας έτσι, ακόμα και τον πιο άπειρο γύρω από τις καλλιτεχνικές τάσεις του δρόμου να πιάσει το μήνυμα. Η ποιότητα του χαρτιού είναι εξαιρετική, έτσι όπως θ’ αρμόζει κι έτσι όπως κάθε καλλιτέχνης που σέβεται τον εαυτό του θα ήθελε να παρουσιάσει την εικαστική δουλειά του. Επιπλέον, είναι από τα λίγα βιβλία που μπορούν να πλασαριστούν άμεσα στο εξωτερικό καθώς και να διαβαστούν από κάθε άνθρωπο που δεν γνωρίζει την ελληνική, όντας γραμμένο δίγλωσσο σε μία και μόνο ενιαία έκδοση.

Δεν ξέρω κατά πόσο θα ταίριαζε ή καλύτερα, κατά πόσο θα άρμοζε μια κλασσική παρουσίαση ενός βιβλίου στο συγκεκριμένο. Γι’ αυτό και δεν το έκανα! Δεν μιλάμε για ένα λογοτεχνικό βιβλίο απ’ τα χιλιάδες που κυκλοφορούν στην αγορά, αλλά για μια μικρή εγκυκλοπαίδεια που προσπαθεί με τον τρόπο της να μας εντρυφήσει στην κουλτούρα του δρόμου, στην κουλτούρα των καλλιτεχνών του δρόμου. Δεν μιλάμε για μπογιατζήδες όπως πολλοί θέλουν να πιστεύουν αλλά για δημιουργούς, γι’ ανθρώπους που στα σχέδια τους, στο δρόμο και στον τοίχο καταθέτουν ένα κομμάτι της ψυχής τους.
Βαθμολογία 9/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Θεοδόσης Δημήτρης & Καραθανάσης Παυσανίας
Εκδόσεις: Οξύ
Κατηγορία: Φωτογραφικό λεύκωμα
Έτος Έκδοσης: 2008
Αρ. σελίδων: 96
ISBN: 960-436-189-9

Posted on Παρασκευή, Ιουλίου 18, 2008 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

4 comments

Πέμπτη, Ιουλίου 17, 2008

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Ο Richard είναι ένας νέος άντρας που στα πλαίσια των διακοπών του γυρίζει ανά τον κόσμο αναζητώντας νέες εμπειρίες κι απολαύσεις.
Τίποτα όμως δεν μοιάζει να τον γεμίζει μέχρι τη στιγμή που ένας νεαρός άντρας λίγο πριν αυτοκτονήσει του δίνει έναν χάρτη που θα τον οδηγήσει σ’ ένα απομακρυσμένο νησί, σ’ έναν επίγειο παράδεισο που κανείς δεν γνωρίζει.
Ξεκινώντας για το νησί αυτό θα γνωρίσει ένα ζευγάρι Γάλλων και θα τους προτείνει να τον ακολουθήσουν. Όταν φτάσουν στο νησί θ’ ανακαλύψουν ότι εκεί ζει μια μικρή κοινότητα η οποία και θα τους μυήσει στον μυστικό τους κόσμο. Τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι όπως τα ονειρεύονται.

Προσωπική άποψη:
Καταρχάς, για μια ακόμα φορά παίρνουμε μια πολύ γνωστή νουβέλα, αυτή τη φορά την ομώνυμη του Alex Garland. Παίρνουμε ένα νεαρό και όμορφο cast. Παίρνουμε ένα καταπράσινο νησί με γαλάζιες ακτές και αμμουδερές παραλίες που πολλοί λίγοι γνωρίζουν. Τοποθετούμε τους ήρωες πάνω σ’ αυτό τον επίγειο παράδεισο και τους παρακολουθούμε να ζουν μια ζωή ξεχασμένη, μακριά απ’ τον πολιτισμό και τις σκοτεινές προεκτάσεις του, μακριά απ’ τη βρώμα και τη δυσωδία της κοινωνίας. Έτσι τουλάχιστον θέλουν να το βλέπουν, δικαιολογώντας μ’ αυτό τον τρόπο της άπειρες ποσότητες χασίς που καταναλώνουν.

Τα χρόνια της μποέμικης ζωής βρίσκονται πολύ μακριά, καλά θαμμένα στο ξεχασμένο παρελθόν. Σε μια πιο μοντέρνα κι όχι τόσο ρεαλιστική του διάσταση προσπαθεί το σενάριο να την επαναφέρει σε μια ταινία με επίκεντρο τους ανθρώπινους χαρακτήρες, τη διαφορετικότητά τους και τις προσωπικές τους ανάγκες. Τι είναι αυτό που μας σπρώχνει στο να πάρουμε αποφάσεις; Ένα καλό κίνητρο, η περιέργεια ή η αδυναμία να πούμε όχι σε κάτι μυστηριώδες που μας σπρώχνει κάποιος άλλος. Το ταξίδι μπορεί να μοιάζει γοητευτικό, αλλά τόσο τους ήρωες όσο και τον θεατή, μπορεί να τον οδηγήσει στην τρέλα. Και τελικά μήπως ο παράδεισος είναι πιο επικίνδυνος από τον πραγματικό κόσμο;

Ο Danny Boyle είχε δημιουργήσει μεγάλες προσδοκίες στο κινηματογραφόφιλο κοινό με το “Trainspotting”. Και μπορεί η ταινία να ξεκινάει δυναμικά και κατά το πρώτο της μισό ν’ απολαμβάνουμε, τόσο τη σκηνοθεσία, όσο και τα τοπία, όμως δεν ισχύει το ίδιο και για το δεύτερο μισό. Το πρόβλημα οφείλεται στην αδυναμία διατήρησης σταθερού ρυθμού από πλευράς του σκηνοθέτη. Μοιάζει σα να τραμπαλίζεται πάνω σ’ ένα τεντωμένο σκοινί και πότε να γέρνει δεξιά ή αριστερά και πότε καταφέρνοντας τελικά να ισορροπήσει το βάρος του. Αυτό δυστυχώς έχει ως αποτέλεσμα να μην μένουμε ικανοποιημένοι.

Αυτό πάντως που κλέβει τις εντυπώσεις είναι η φωτογραφία. Μπορεί τα τοπία να είναι από μόνα τους μαγευτικά, όμως αν δεν υπάρχει από πίσω η κατάλληλη υποστήριξη η ομορφιά τους μπορεί όχι μόνο να μοιάζει θαμπή, αλλά και να εξαφανιστεί. Ποιος άλλωστε δεν θα ήθελε να κάνει διακοπές σ’ ένα μέρος σαν αυτό; Λίγο-πολύ όλοι!

Και μπορεί η συγκεκριμένη ταινία να μην είναι απ’ αυτές που κατάφεραν να οδηγήσουν τον DiCaprio στην κορύφωση της καριέρας του, αντίθετα, να την έθεσε σε κίνδυνο, όμως είναι τελικά ο μόνος που επιπλέει, κάνοντάς μας να την δούμε με μεγαλύτερη επιείκεια. Είναι αυτός που με την ερμηνεία του δίνει χρώμα, καθώς είναι εκείνος ο ήρωας με την περισσότερες και ίσως πιο ενδιαφέρουσες ψυχολογικές μεταπτώσεις και τους πιο έντονους προβληματισμούς.

Τελικά το “The Beach” δεν είναι αυτό που περιμένει κάποιος να δει. Δεν είναι ούτε αυτό για το οποίο προετοιμάζεται ότι θα δει κατά το πρώτο μισό. Ο Leo είναι αυτός που σώζει κάπως την κατάσταση και η ταινία δεν βυθίζεται στο απέραντο γαλάζιο της Καραϊβικής. Αν τύχει να πέσετε πάνω της στο ζάπινγκ μπορείτε να τη χαζέψετε αλλιώς δεν υπάρχει λόγος να το επιδιώξετε.
Βαθμολογία 5/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Η Παραλία
Είδος: Περιπέτεια
Σκηνοθέτης: Danny Boyle
Πρωταγωνιστές: Leonardo DiCaprio, Tilda Swinton, Robert Carlyle, Virginie Ledoyen, Victoria Smurfit
Παραγωγή: 2000
Διάρκεια: 119’

Σχετικά sites που αξίζουν τον κόπο:
http://www.imdb.com/title/tt0163978/
http://en.wikipedia.org/wiki/The_Beach_(film)

Posted on Πέμπτη, Ιουλίου 17, 2008 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

8 comments

Τρίτη, Ιουλίου 15, 2008

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Η Jesminder, μια νεαρή κοπέλα Ινδικής καταγωγής, ονειρεύεται ν’ ασχοληθεί επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο που τόσο πολύ αγαπάει και κάποια στιγμή να καταφέρει να γίνει μεγάλη και τρανή.
Το όνειρό της όμως έρχεται σε αντίθεση μ’ αυτό της οικογένειάς της που θέλει να τη δει μεγαλοδικηγόρο και σύζυγο στο πλευρό ενός άντρας της καταγωγής τους.
Μέσα σ’ όλα αυτά έχει ν’ αντιμετωπίσει και τα αισθήματά της για τον προπονητή της, κάτι που θα την φέρει σε σύγκρουση με την καλύτερή της φίλη.

Προσωπική άποψη:
Ως υπόθεση σε πρώτη φάση δε μπορούμε να πούμε πως είναι ότι πιο πρωτότυπο έχουμε δει. Μια νεαρή αμερικανίδα υπήκοος ξένης καταγωγής που θέλει να ζήσει το αμερικάνικο όνειρο, κάτι που πάει απόλυτα κόντρα στα οικογενειακά της πιστεύω και στις εθνικές της αξίες. Όπως αντιλαμβάνεστε αυτό φέρνει κόντρες και συγκρούσεις, χωρίς όμως ν’ αποκλείει ένα happy end.

Αν με κάτι είχα στραβομουτσουνιάσει όταν βγήκε αυτή η ταινία ήταν με τον τίτλο της. Γίνεται ταινία στις οποίας τον τίτλο σιδηρόδρομο ακούγεται το όνομα του Beckham να είναι της προκοπής; Εν τούτης, μπορεί το αποτέλεσμα να μην είναι κακό, σίγουρα όμως δεν σε κάνει ν΄ ανατριχιάσεις. Υπάρχουν οι κωμικέ στιγμές, υπάρχει το ρομάντζο, υπάρχει η δίψα για επιτυχία και αναγνωρισιμότητα κι όλα αυτά περικυκλωμένα από ένα κοινωνικό μήνυμα περί δικαιώματος στο όνειρο και τη διαφορετικότητα.

Κι όπως πάντα σε τέτοιες ιστορίες, οι κλισέ διάλογοι δεν αποφεύγονται ωστόσο μπορείς να τους αντέξεις. Οι κοιλίτσες στις οποίες υποπέφτει το σενάριο είναι αμελητέες και ευτυχώς για μας δεν μας βυθίζουν στην δίνη της ανίας και της βαρεμάρας. Άλλωστε, το ethnic στοιχείο κυριαρχεί έντονα. Οι μουσικές, τα ρούχα και τα χρώματα του περιβάλλοντος της Ινδής οικογένειας είναι ζωντανά κι αναζωογονητικά κι έτσι μυούμαστε σ’ έναν κόσμο που δεν είναι και τόσο οικείος με τις δικές μας καθημερινές συνήθειες.

Κι αν κάτι σώζει την υπόθεση από τον σωρό, είναι το γεγονός πως το κύριο μέλημά της δεν είναι η κατάκτηση ενός νεαρού γοητευτικού άντρα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως μένει απ’ έξω, αλλά η κατάκτηση του ονείρου της που είναι το ποδόσφαιρο. Αν μη τι άλλο είναι ασυνήθιστο για γυναίκα να κυνηγάει περισσότερο ένα τόπι από το τεκνό της διπλανής πόρτας. Κι αυτό ακριβώς αξιοποιεί και η Αγγλοκενυάτισσα σκηνοθέτιδα, παίζοντας πάνω στα γήπεδα, και μεταφέροντάς αρκετές στιγμές από το γυναικείο ποδοσφαιρικό τερέν.

Και τελικά η ομάδα είναι αυτή που αποδίδει. Με κέφι και ζωντάνια, οι νεαροί πρωταγωνιστές, καταφέρνουν να δημιουργήσουν ένα ευχάριστο κλίμα, στο τερέν του οποίου κυκλοφορεί η μπάλα, την οποία κι ακολουθούμε χωρίς μεγάλη δυσκολία. Δεν είναι σίγουρα η ταινία εκείνη που ανέδειξε το ερμηνευτικό μεγαλείο τους, υπήρξε όμως μια καλή αφετηρία για την μετέπειτα καριέρα τους, με την Keira Knightley να είναι η πιο ευλογημένη απ’ όλους, αν και προσωπικά τρέφω μια συμπάθεια στον Jonathan Rhys-Meyers.

Με άλλα λόγια, δεν είναι μια ταινία που θα σας μείνει αξέχαστη. Είναι όμως από εκείνες τις ταινίες που μπορούν να προσφέρουν διασκέδαση και να σε κάνουν να περάσεις καλά και ευχάριστα την ώρα σου χωρίς να κουράσεις και πολύ το μυαλουδάκι σου. Αν απέφευγε κι αυτό το γλυκανάλατο φινάλε που λίγο-πολύ ο καθένας θα περίμενε, θα μπορούσε να είχε κερδίσει καλύτερες εντυπώσεις.
Βαθμολογία 6,5/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Κάν’ το Όπως Ο Μπέκαμ
Είδος: Κωμωδία
Σκηνοθέτης: Gurinder Chadha
Πρωταγωνιστές: Parminder K. Nagra, Keira Knightley, Jonathan Rhys-Meyers, Anupam Kher, Archie Panjabi
Παραγωγή: 2002
Διάρκεια: 112’

Επίσημο site:
http://www.benditlikebeckham.nl/

Posted on Τρίτη, Ιουλίου 15, 2008 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

4 comments