Συνοπτική περίληψη του έργου:
Ο Ray είναι ένας χωρισμένος άντρας, που αναλαμβάνει να τα κρατήσει για ένα σαββατοκύριακο τα παιδιά του με τα οποία βρίσκεται σε αποξένωση, ώστε η πρώην γυναίκα του να επισκεφθεί τους γονείς της με τον νέο σύζυγό της.
Κι ενώ το προβληματικό Σαββατοκύριακο ξεκινάει, θα εξελιχθεί πολύ χειρότερα απ’ ότι θα περίμενε ο καθένας τους, καθώς θα συμβεί για ολόκληρο τον κόσμο, το αναπάντεχο.
Εξωγήινοι εξαπολύουν μαζική επίθεση στην πόλη και ξεκινάει ένα εφιαλτικό ταξίδι μέχρι να φτάσουν οι 3 τους στην Βοστόνη όπου και θα συναντήσουν την μητέρα τους.

Προσωπική άποψη:
Ταινίες σαν κι αυτή αποδεικνύουν περίτρανα πως όταν μια ταινία έχει ήδη γυριστεί, δεν χρειάζεται ένα ακόμα remake της μόνο και μόνο γιατί τα τεχνολογικά μέσα είναι πλέον πιο εξελιγμένα απ’ ότι το 1952. Ωστόσο ο Spielberg, θέλοντας προφανώς να διατηρήσει τον τίτλο του ως ο μάστορας της επιστημονικής φαντασίας, εμπνεύστηκε πριν 4 χρόνια απ’ το ομότιτλο best seller του H.G. Wells, ενός συγγραφέα που έχει την τέχνη και την μαεστρία να κάνει κατανοητό στον άνθρωπο την πηγή της εξέλιξης που του στερεί την ελευθερία, καθώς και τον φόβο του απέναντι στο άγνωστο.

Οι εξωγήινοι αποφασίζουν για μια ακόμα φορά να εισβάλλουν στον πλανήτη μας, αυτή τη φορά μέσω καλά θαμμένων μηχανών, όπου απλά ήρθε η ώρα τους να ξυπνήσουν και να δράσουν. Και φανταστείτε από πού ξεκινάει αυτό, απ’ την Αμερική βέβαια! Φαίνεται τελικά πως όχι μόνο ολόκληρος ο πλανήτης, αλλά και το outer space την έχουν στο μάτι. Παρ’ όλα ταύτα, είναι πιο δυνατοί από την Ευρώπη και πιο αδύναμοι από τους Ιάπωνες. Ίσα μωρή έχω να πω εγώ, που θα μας πεις για την Ευρώπη. Που όταν εμείς φτιάχναμε ιστορία εσείς βόσκατε γελάδια στο Brokeback, που το παίζεται υπερδύναμη και να μην πω… κουνιόντουσαν. Αλλά καλύτερα να μην συνεχίσω, όχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά γιατί θα συγχυστώ και στην κατάστασή μου δεν κάνει.

Το σενάριο, χωρίς πολλά-πολλά και χωρίς να κάνει καμιά εκτενή χαρτογράφηση των κεντρικών προσώπων, ξεκινάει άμεσα και βίαια, θυμίζοντάς μας στην προσέγγιση το “Signs”, αλλά τίποτα παραπάνω. Ο πόλεμος είναι η κεντρική ιδέα, αυτός είναι η ουσία, τα πάντα περιστρέφονται γύρω του και το μόνο που έχουμε να κάνουμε ως θεατές είναι να παρακολουθήσουμε τον αγώνα επιβίωσής τους, αθόρυβα και με αγωνία. Δεν έχει σημασία αν δεν ξέρουμε τίποτα σχεδόν γι’ αυτούς, δεν υπάρχει άλλωστε λόγος να δεθούμε συναισθηματικά, η ουσία είναι ότι τα άρπαξαν χοντρά για να παίξουν και πρέπει να φτάσουν σώοι στο τέρμα σαν σε videoπαιχνίδι.

O Spielberg μοιάζει σαν να έχει χωρίσει την ταινία σε δύο διαφορετικά μέρη. Στο πρώτο, ο ρυθμός είναι συνεχής, γρήγορος, βίαιος και καταστροφικός. Όλοι προσπαθούν αγωνιωδώς να ξεφύγουν, έχοντας μια μεγάλη περιοχή κίνησης και δράσης. Οι εξωγήινοι το μόνο που κάνουν είναι να σπέρνουν την καταστροφή και τον όλεθρο και οι κάτοικοι να προσπαθούν να ξεφύγουν απ’ τα πυρά τους. Η κίνησή αυτή περιορίζεται και η δράση καταλαγιάζει στο δεύτερο μισό, όπου έχουμε επαφές τρίτου τύπου με τα εξωγήινα όντα, τα οποία πλέον, προσπαθούν μέσα απ’ τα συντρίμμια να προσεγγίσουν με πιο ήπιο τρόπο τους επιζήσαντες.

Εντάξει, μην γίνομαι και παράλογη, σε ότι έχει να κάνει με ειδικά, οπτικοακουστικά εφέ, ο Spielberg έχει δώσει ρέστα. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι τα ποσά που δαπανήθηκαν ήταν υψηλότερα, ακόμα και από εκείνα του “Τιτανικού”. Ως προς τον εντυπωσιασμό και την οπτική καθήλωση του θεατή, η ταινία παίρνει άριστα. Εξαιρετικές και οι μουσικές επιλογές δια χειρός John Williams, σε μια ακόμα δουλειά που δικαιολογεί τόσο τα 5 Oscars που έχει κατακτήσει όσο και τις άνω των 40 υποψηφιοτήτων του.

Ο Tom Cruise έχει τον πρώτο ρόλο, όμως δεν είναι αυτός που καταφέρνει να κλέψει την παράσταση. Όχι ότι ο ρόλος του έτσι όπως αναπτύσσεται του προσφέρει ιδιαίτερα περιθώρια εξέλιξης, αλλά κάτι λείπει. Ναι, πείθει ως περιθωριακός και άχρηστος πατέρας, αλλά αδυνατεί να μας πείσει, τουλάχιστον στο βαθμό που θα θέλαμε, για τον πανικό που τον έχει καταβάλει και για την κρίση του καλού γονιού που τον κυριαρχεί ξαφνικά.

Ο Tim Robins στο εικοσάλεπτο που του αναλογεί, μας πείθει για μια ακόμα φορά για το πόσο καλός ηθοποιός είναι, ακόμα και όταν τα μέτρα ανάπτυξής του είναι στενά και περιθωριακά. Ο Justin Chatwin στο ρόλο του γιου της οικογένειας, για το μόνο που μπορεί να μας πείσει είναι το ότι έχει κάψει φλάντζα και είναι χαζοχαρούμενο. Πραγματική ηρωίδα είναι η Fαnning, που δικαίως θεωρείται ένα απ’ τα σύγχρονα αστέρια του Hollywood. Οι εκφράσεις και οι κινήσεις της είναι μοναδικές και το μόνο που μένει, είναι να δούμε αν στο πέρασμα των χρόνων θα διατηρήσει την ικανότητα της αυτήν.

Αν έχετε διαβάσει το βιβλίο του Wells, ίσως η άποψη του Spielberg να σας δυσαρεστήσει. Όχι, οι εξωγήινοι δεν είναι πλάσματα απ’ τον Κόκκινο Πλανήτη, αλλά πολεμικές και θανατηφόρες μηχανές, που παρά την τεχνολογική τους δύναμη κι εξέλιξη, μας ζηλεύουν. Είδατε τι είμαστε εμείς οι γήινοι; Όλοι μας φθονούν και θέλουν το κακό μας, ειδικά των Αμερικάνων. Όσο και αν εντυπωσιάζει το οπτικό αποτέλεσμα, όσο κι αν τα εφέ και η μουσική είναι επιβλητικά, οι ερμηνείες συνολικά και το εύρος των χαρακτήρων δεν πείθουν όσο θα θέλαμε ή όσο θα μπορούσαμε να περιμένουμε. Μάλλον η ταινία διευκολύνει την Αμερικανική προπαγάνδα για ακόμα μια φορά και σίγουρα το γελοίο και λόγου χάριν ευκολίας φινάλε θα σας ξενίσει.
Βαθμολογία 5/10

Ταυτότητα ταινίας:

Ελλ. τίτλος: Ο Πόλεμος Των Κόσμων
Είδος: Επιστημονικής Φαντασίας
Σκηνοθέτης: Steven Spielberg
Πρωταγωνιστές: Tom Cruise, Dakota Fanning, David Alan Basche, Justin Chatwin, Tim Robbins, Miranda Otto
Παραγωγή: 2005
Διάρκεια: 116’

Επίσημο site:
http://www.waroftheworlds.com/