...

Παρασκευή, Απριλίου 16, 2010

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Γόνος θεού, αλλά μεγαλωμένος από ανθρώπους, ο Περσέας προσπαθεί μάταια να σώσει την οικογένειά του από τον Άδη, τον εκδικητικό θεό του Κάτω Κόσμου.
Μην έχοντας τίποτε άλλο να χάσει, προσφέρεται να ηγηθεί μιας επικίνδυνης αποστολής, με σκοπό να κατατροπώσει τον Άδη, πριν εκείνος καταφέρει να ανατρέψει τον Δία και να σπείρει το χάος στον κόσμο.
Επικεφαλής μιας γενναίας ομάδας πολεμιστών, ο Περσέας θα ξεκινήσει ένα παράτολμο ταξίδι σε απαγορευμένους κόσμους.
Αντιμαχόμενος ανίερους δαίμονες και τρομερά τέρατα, θα καταφέρει να επιβιώσει, μόνο αν αποδεχθεί τη δύναμή του ως θεός, αψηφήσει τη μοίρα του κι αγκαλιάσει το πεπρωμένο του.

Προσωπική άποψη:
Θεωρώ τον εαυτό μου ένα αρκετά ισσοροπημένο και συνειδητοποιημένο άτομο, κινηματογραφικά τουλάχιστον. Όταν επιλέγω να δω μια ταινία, το κάνω με γνώμονα του τι ακριβώς πρόκειται να παρακολουθήσω. Αυτός είναι ένας καλός και συνάμα, ασφαλής τρόπος να αντιμετωπίσω, θετικά ή αρνητικά κατά περίπτωση, αυτό που με περιμένει στο κινηματογραφικό πανί. Χάρη λοιπόν σ' αυτή μου την ικανότητα, δεν βρέθηκα προ δυσσάρεστων εκπλήξεων βλέποντας την "Τιτανομαχία", μια ταινία που κατά πάσα πιθανότητα, θα ανήκει μελλοντικά, στις αδιάφορες κατά γενική ομολογία που προκάλεσαν παράλληλα μια σχετική αντιπάθεια σε μεγάλη μερίδα κοινού.

Συγκριτικά με το πρωτότυπο, το οποίο μπορεί να μην διακατέχεται από μεγάλη αισθητική ικανότητα έχει όμως καλή διάθεση, το remake μοιάζει να υστερεί σχεδόν σε όλους τους τομείς. Δεν θέλω να εστιάσω στο γεγονός ότι τα μυθολογικά και όχι μόνο γεγονότα της δικιάς μας Αρχαίας Ελλάδας και ιστορίας, για μια ακόμη φορά γίνονται θύματα του μανιερισμού του Hollywood. Πρόκειται άλλωστε για συνηθισμένο φαινόμενο το οποίο, μοιάζει σχεδόν λάθος να μας καταβάλει και να μας προκαλεί σύγχιση για τον οποιονδήποτε λόγο. Αποτελεί φυσικό επόμενο μιας gadget ψηφιακής εποχής όπου τα πάντα κινούνται και εξελίσσονται σε μυστήριους και γρήγορους ρυθμούς.

Ο Louis Leterrier ίσως να έχει κρυμμένα μέσα του όλα τα φόντα εκείνα που χρειαζόντουσαν προκειμένου μια παραγωγή σαν κι αυτή να ξεχωρίσει. Το ερώτημα είναι, αν κι εφόσον υπάρχουν, γιατί δεν τα άφησε να βγουν προς τα έξω. Όπου υπάρχει δράση αυτή είναι έντονη και δυνατή, ικανοποιώντας την δίψα μας για περιπέτεια. Όταν όμως η υπόθεση ξεπερνάει τα στενά όρια της δράσης αυτής, η ταινία μοιάζει να βαλτώνει. Μπορεί σεναριακά να μην υπάρχουν κενά, βάση πάντα της δομής η οποία ακολουθείται όμως, οι χαρακτήρες είναι τόσο πεζοί και καρικατουρίστικοι που, σε συνδυασμό με ένα αλλοπρόσαλο και μπερδεμένο υπόβαθρο των πράξεών τους, μοιάζουν σαν να μην έχουν λογική, νόημα, ακόμα και ισχυρό κίνητρο για να δικαιολογηθούν όλα αυτά.

Και αν θεωρεί κάποιος πως το 3D είναι ένας καλός λόγος για να επιλέξεις να δεις την ταινία, υπάρχουν δύο διαφορετικά πρίσματα μέσω των οποίων μπορείς να κοιτάξεις και να επιλέξεις. Ναι, όπου υπάρχει δράση το 3D δρα καταλυτικά και το αποτέλεσμα χορταίνει το μάτι και ικανοποιεί τις λοιπές αισθήσεις. Όταν όμως ξεπερνάμε τα στενά της όρια, τότε το παιχνίδι χάνεται ακόμα μια φορά, όπως ακριβώς και με το σενάριο που αναφέρθηκε παραπάνω. Στα χρονικά αυτά όρια, το 3D μοιάζει τόσο ακανόνιστο και άχρηστο που καταλήγει να περάσει σχεδόν απαρατήρητο. Δεν είναι μάλιστα λίγες οι φορές που ξεχνιέσαι, κατεβάζοντας τα γυαλιά σου προκειμένου να χορτάσει το μάτι σου λίγο χρώμα παραπάνω.

Μπορεί πάντως ο Sam Worthington να μην αντιπροσωπεύει τον Περσέα της παιδικής μου φαντασίας όμως, οφείλω να ομολογήσω πως, αν και δεν επέδειξε τίποτα ιδιαίτερες ερμηνευτικές ικανότητες, όχι πως προσφερόταν φυσικά και η ταινία για κάτι τέτοιο, είναι μια ωραία παρουσία και τουλάχιστον, σε θέμα οφθαλμόλουτρου οι γυναίκες θα χορτάσουν. Ο Neeson φαντάζει κάπως γελοίος στο ρόλο του χαζοπηδίκουλα Δία όμως, όχι τόσο όσο ο φυματικός Άδης του Fiennes. Και μπορεί η Ανδρομέδα αδίκως να μένει με το μαράζι αφού η ιστορία άλλα έχει γράψει όμως, η Ιώ, Gemma Arterton, της κλέβει εκτός από τον άντρα, και την παράσταση και μάλιστα, με απλή, λιτή και απέριττη προσπάθεια.

Τελικά, καταλήγω στο συμπέρασμα πως ίσως, το μεγαλύτερο πρόβλημα της ταινίας να είναι η διάρκειά της. Για όνομα του θεού, μιλάμε για ένα από τα πιο πολυαναμενώμενα blockbusters της χρονιάς. Θα μπορούσε ο κύριος Leterrier να μην είναι τόσο τσιγγούνης αλλά, να μας δώσει κάτι παραπάνω. Τα trailers άλλωστε μας προδιαθέταν για κάτι καλύτερο και ειλικρινά, είναι κρίμα που μια παραγωγή που θα μπορούσε να τσακίζει κόκκαλα, καταλήγει να αναλώνεται στην κινηματογραφική μετριότητα, ακροβατώντας επικίνδυνα πάνω στην διαχωριστική γραμμή που την κρατάει λίγο πιο μακριά από άλλους, πιο δυσσάρεστους χαρακτηρισμούς.
Βαθμολογία 4/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Η Τιτανομαχία
Είδος: Φαντασίας
Σκηνοθέτης: Louis Leterrier
Πρωταγωνιστές: Sam Worthington, Liam Neeson, Ralph Fiennes, Gemma Arterton, Alexa Davalos, Jason Flemyng, Mads Mikkelsen, Natalia Vodianova
Παραγωγή: 2010
Διάρκεια: 106'

Επίσημο site:
http://clash-of-the-titans.warnerbros.com/

Posted on Παρασκευή, Απριλίου 16, 2010 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

6 comments

Δευτέρα, Απριλίου 12, 2010

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Ο επιτυχημένος προπονητής της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της Γαλλίας, εν ώρα πανηγυρισμών για την κατάκτηση του παγκοσμίου κυπέλλου, πέφτει νεκρός από το ύπουλο κτύπημα ενός αγνώστου. Ταυτόχρονα όμως από το χέρι του λείπει και το πανάκριβο δακτυλίδι, το οποίο κοσμεί ένα μυθικής αξίας διαμάντι, με την ονομασία Ροζ Πάνθηρας.
Οι γαλλικές αστυνομικές αρχές βρίσκονται σε συναγερμό, την στιγμή που ο ματαιόδοξος αρχηγός τους, επιθεωρητής Dreyfus, αποφασίζει να αναθέσει τις έρευνες στον γκαφατζή επαρχιώτη αστυνόμο Clouseau, που καταφτάνει στο Παρίσι, δίνοντας όρκο να εντοπίσει τον δολοφόνο του κόουτς και κλέφτη του περίφημου κοσμήματος.

Προσωπική άποψη:
Παρακολουθώντας την δεύτερη συνέχεια του remake του "The Pink Panther" αναρωτιόμουν αν υπήρχε πραγματικά κάποιος σοβαρός λόγος για την δημιουργία του. Έχοντας παρακολουθήσει πλέον και την ταινία που αποτέλεσε την έναρξη αυτής της νέας εποχής του θρυλικού επιθεωρητή, όχι απλά διακατέχομαι ακόμα από την ίδια απορία αλλά, θα τολμούσα να πω πως έχει γίνει αρκετά μεγαλύτερη. Το πιο ανησυχητικό δε όλων όσον αφορά το συμπέρασμα στο οποίο και έχω καταλήξει είναι πως, παρά το γεγονός ότι η πρώτη ταινία είναι καλύτερη από την δεύτερη, δεν είναι αρκετά καλή ώστε να με πείσει και να με μεταπείσει.

Το πρώτο αρνητικό στοιχείο της ταινίας εντοπίζεται στο σενάριό του. Ένα σενάριο που μοιάζει παιδαριώδες και σαχλά χουμοριστικό, πολύ περισσότερο δε στα μάτια κάποιου που έχει δει, έχει απολαύσει κι έχει γελάσει με την χρυσή σειρά ταινιών της δεκαετίας του '60. Μπορεί να νιώθουμε μια γλυκιά νοσταλγία ακούγωντας την μουσική των τίτλων του Henry Mancini όμως, αυτό δεν είναι αρκετό. Με το να βάλουμε το cd να παίξει στο ανάλογο μηχάνημα, μπορούμε να νιώσουμε ακόμα μεγαλύτερη ικανοποίηση. Κατά τ' άλλα, η συγκεκριμένη απόπειρα δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα σχεδόν ναυάγιο.

Έχω μια γενική αίσθηση πως ο Shawn Levy έχει γεννηθεί για να γυρίζει μέτριες έως αδιάφορες ταινίες. Δεν ξέρω αν φταίει η έλλειψη ταλέντου ή καλής διάθεσης πάντως, αν όχι εξαιρετικά, έχουμε και κάποια καλύτερα δείγματα από μεριά του, αλλά έτσι θα μπούμε σε μια ακόμα διαδικασία σύγκρισης και θα ήθελα να το αποφύγω στην προκειμένη περίπτωση. Βασικά, το μεγαλύτερο λάθος του Levy αναφέρθηκε και παραπάνω. Είναι στο ότι επέλεξε να γυρίσει το remake μιας ταινίας η οποία δεν το είχε ανάγκη και για να πω την μαύρη μου αλήθεια, πιστεύω ότι θα περνούσαν ακόμα πάρα πολλά χρόνια προκειμένου να φτάσει σε αυτό το σημείο.

Ο Steve Martin είναι αδιαμφισβήτητα ένας αγαπημένος και αξιόλογος κωμικός ηθοποιός, με πολλές αγαπημένες κωμικές ταινίες κι ερμηνείες στο βιογραφικό του όλα αυτά τα χρόνια που υπηρετεί τον κινηματογράφο. Ίσως να μπορούσαμε να μιλάμε σε μια διαφορετική βάση αν δεν είχαμε την αναπόφευκτη σύγκριση με το μεγαθήριο της κωμωδίας που ακούει στο όνομα Peter Sellers. Μια τέτποια σύγκριση φυσικά, θα μπορούσε να θεωρηθεί άδικη όμως από την άλλη, όταν η φιγούρα και το χιούμορ του Sellers κάνουν τις ταινίες του να μοιάζουν τόσο σύγχρονες και απολαυστικές, είναι δύσκολο να αποφύγεις αυτόν τον τόσο μεγάλο και δύσκολο σκόπελο. Φυσικά αναγνωρίζουμε τον σεβασμό του Martin στον πρωτότυπο χαρακτήρα όμως, από 'κει κι έπειτα, σαφέστατα προσπαθεί να προστέσει και τα δικά του στοιχεία που δεν θα λέγαμε ότι είναι απόλυτα επιτυχημένα.

Θα τολμούσα να πω πως στην συγκεκριμένη ταινία τουλάχιστον, η παρουσία του Jean Reno στον ρόλο του Ponton είναι αρκετά διασκεδαστική, όπως και του Kline στο ρόλο του Dreyfus. Το ίδιο βέβαια δεν ισχύει και για την Mortimer που είναι πιο άχρωμη και από το μαλλί της Τζούλιας αφού άρπαξε στο ντεκαπάζ. Όσο για το υποκριτικό ταλέντο της κατά τ' άλλα πολύ όμορφης και sexy Beyonce Knowles, είναι θα έλεγα, ευφάμιλλο με εκείνο μιας τσιπούρας που υποδύεται ένα βόδι. Αν θεωρείτε ότι είμαι αυστηρή στην κριτική μου, τότε πρέπει να σας κοιτάξει κάποιος γιατρός.

Μπορεί η πρώτη ταινία να είναι λιγότερο σαχλή από την δεύτερη όμως, αυτό δεν έχει και πολλή μεγάλη σημασία. Ένα θετικό δεν είναι αρκετό να ισοσταθμίσει τα υπόλοιπα αρνητικά που πλεονάζουν, σε μια παραγωγή που με δυσκολία καταφέρνει να μας προκαλέσει γέλιο. Δεν ισχυρίζομαι ότι δεν έσπασε το χειλάκι μου όμως, αν μου ζητούσαν να επιλέξω ανάμεσα σε αυτό και το πρωτότυπο, σίγουρα και χωρίς καμία ενοχή, θα επέλεγα την παλιά καλή συνταγή του Sellers.
Βαθμολογία 5/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Ο Ροζ Πάνθηρας
Είδος: Κωμωδία
Σκηνοθέτης: Shawn Levy
Πρωταγωνιστές: Steve Martin, Kevin Kline, Beyonce Knowles, Jean Reno, Emily Mortimer, Henry Czerny, William Abadie
Παραγωγή: 2006
Διάρκεια: 93'

Επίσημο site:
http://www.sonypictures.com/homevideo/thepinkpanther/index.html

Posted on Δευτέρα, Απριλίου 12, 2010 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

2 comments