Όπως, ίσως, γνωρίζετε, στο εξωτερικό, η τελευταία λέξη της μόδας στον χώρο της λογοτεχνίας είναι τα graphic novels τα οποία, ουσιαστικά, δεν είναι τίποτα περισσότερο από σκιτσαρισμένη απόδοση γνωστών κι εμπορικών βιβλίων, που μέσα από την εικόνα των χαρακτήρων που αποκτούν υπόσταση στο χαρτί, αφηγούνται σε μορφή νουβέλας, την ιστορία που ήδη γνωρίζουμε μέσα από το λογοτεχνικό κείμενο, σε μια πιο συμπτυγμένη μορφή. Ουσιαστικά, φανταστείτε μια τεχνική η οποία, στις μέρες, θυμίζει πολύ την αισθητική των Ιαπωνικών manga, κάτι που όπως φαίνεται έχει μεγάλη ανταπόκριση, τόσο από τους φανατικούς του εκάστοτε βιβλίου, όσο και από το νεαρότερο σε ηλικία κοινό που προτιμά τον συνδυασμό εικόνας και συνεπτυγμένου κειμένου, παρά τον όγκο ενός κανονικού βιβλίου.

Το ότι λατρεύω τη σειρά "Δαιμονικές Μηχανές" της Cassandra Clare, το ξέρουν μέχρι και οι πέτρες, έτσι, δεν υπάρχει λόγος να προσπαθήσω να κρυφτώ πίσω από το δάχτυλό μου, ούτε όμως και να δικαιολογηθώ γι' αυτό. Ο καθένας μας, έχει τα πάθη και τις εμμονές του. Αλλά ας αφήσω το παραλήρημα και ας περάσω στο παρασύνθημα. Η τεράστια επιτυχία που γνώρισε η συγκεκριμένη σειρά της Clare, σε συνδυασμό με το βικτοριανό περιβάλλον στο οποίο και επέλεξε να τοποθετήσει την ιστορία της, οδήγησαν την Yen Press στην απόφαση να προχωρήσει σε μια graphic novel έκδοση της σειράς, αποτελούμενη από τρία βιβλία, ακολουθώντας τη γραμμή και το πνεύμα των ομότιτλων βιβλίων. Και έχοντας το πρώτο βιβλίο στα χέρια μου, μπορώ να πω ότι τα κατάφεραν περίφημα και ως fan της σειράς -ίσως και κορυφαίος όλων- δηλώνω τρισευτυχισμένη που μπορώ να έχω ένα τέτοιο συλλεκτικό κόσμημα στην κατοχή μου.

Όσον αφορά το ίδιο το story line, δεν θέλω να επεκταθώ ιδιαίτερα. Όσοι γνωρίζετε για ποια σειρά μιλάμε, κατά πάσα πιθανότητα, γνωρίζετε και το περιεχόμενό της, οπότε μάλλον θα σας κουράσω παρά θα σας προσφέρω κάτι το καινούργιο. Αυτό που μπορώ να πω είναι πως, παρά την όποια σύμπτυξη της ιστορίας, ώστε να αποδοθεί σε σύντομη έκταση κειμένου, είναι ολοκληρωμένη και δεν αφήνει κενά, ακόμα και σε κάποιον που, μια στις χίλιες, δεν έχει διαβάσει τα βιβλία. Σίγουρα λείπουν κομμάτια, όχι όμως κάποια που να είναι ζωτικής σημασίας. Στο σχέδιο τώρα... χαίρομαι που ο καλλιτέχνης είναι Ιαπωνικών καταβολών, κάτι που οδηγεί τη δουλειά του να μοιάζει πιο ρεαλιστική και ανθρώπινη, παρά ξενέρωτη όπως των Αμερικάνων. Ο Hyekyung Baek, αξίζει τα εύσημα αυτής της δουλειάς, καθώς οπτικοποίησε αυτό που φανταζόμασταν με έναν μοναδικό τρόπο, δίνοντας ζωή σε χαρακτήρες που λατρεύουμε, καλύτερα απ' όσο θα μπορούσαμε να ελπίζουμε.