Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Αυτή είναι αναμφίβολα μια πολύ κακή χρονιά για τη Σμαράγδα. Η οικονομική κρίση τής παίρνει τη δουλειά, η τράπεζα τής παίρνει το σπίτι και ό,τι έχει μέσα, καθώς και το αυτοκίνητο, και η εικοσάχρονη Μις Τουρισμός τής παίρνει τον αγαπημένο. Κάτι ακριβές τσάντες, παλτά και παπούτσια τής απομένουν μόνο, αλλά αναγκάζεται να τα πουλήσει κι αυτά για να ζήσει.
Μόνο ο θείος της φαίνεται πως έχει κάτι να της δώσει, κι αυτό δεν είναι άλλο από ένα παλιό αρχοντικό σ’ ένα απομακρυσμένο χωριό. Το κληρονομεί υπό την προϋπόθεση ότι δε θα το πουλήσει αν δεν κατοικήσει εκεί για έναν ολόκληρο χρόνο. Εκείνη, αφού δεν έχει άλλη επιλογή, μαζεύει τα υπάρχοντά της κι εγκαταλείπει την πόλη για να ζήσει μόνη στην Κερασιά.
Βέβαια, δε φαντάζεται ότι, όχι μόνο δεν είναι μόνη της στο αρχοντικό, αλλά και ότι δεν είναι καν η πρωταγωνίστρια αυτού του βιβλίου…

Προσωπική άποψη:
Τις περισσότερες φορές, προσπαθώ να είμαι ελαστική και όχι ιδιαίτερα σκληρή, ακόμα και με τα βιβλία που δεν μου αρέσουν, σεβόμενη πρώτα απ' όλα τον κόπο του ίδιου του δημιουργού, που έχει καταθέσει σε κάθε του βιβλίο ένα κομμάτι της ψυχής του, αλλά και των αναγνωστών που στην ιστορία αυτή που εμένα δεν θα με κερδίσει, θα καταφέρουν να βρουν κάποιο στοιχείο ν' αγαπήσουν. Προσωπικά, δεν έχω διαβάσει κάποιο από τα βιβλία της Ελένης Δαφνίδη που έχουν κυκλοφορήσει από το 2005 μέχρι και σήμερα, εκτός από το τελευταίο της δημιούργημα, το "Μόνα, Μόνα Είσαι Εδώ;", το οποίο μπορώ να δηλώσω χωρίς κανέναν φόβο αλλά με πολύ πάθος, πως δεν ήταν βιβλίο για μένα και που πέραν από μερικές ώρες εύκολης ανάγνωσης, δεν κατάφερε να μου προσφέρει τίποτα που θα μπορούσε να με κατακτήσει.

Η Σμαράγδα είναι μια 35χρονη γυναίκα η οποία ζει στην Ελλάδα της κρίσης, άνεργη, με τον Αχιλλέα να της έχει ζητήσει να κάνουν ένα διάλειμμα από τη σχέση τους και με τις τράπεζες να βρίσκονται στο κατόπι της ζητώντας τα λεφτά με τα οποία έχει φορτώσει τις πιστωτικές της κάρτες, την ίδια ώρα που εκείνη κρύβεται τόσο από αυτούς, όσο και από τον ίδιο της τον εαυτό. Με το άνοιγμα της διαθήκης του θείου της, αδερφού του πατέρα της με τον οποίο εκείνος είχε φρικτές σχέσεις, γίνεται ιδιοκτήτρια ενός τεράστιου αρχοντικού στην εξοχική Κερασιά, στο οποίο πρέπει να ζήσει για έναν χρόνο, σύμφωνα με τους όρους της διαθήκης, προκειμένου να μπορέσει να το πουλήσει, αν φυσικά αποφασίσει κάτι τέτοιο. Βέβαια, η Σμαράγδα ανατριχιάζει στην ιδέα και μόνο, όταν όμως η τράπεζα της κατάσχει τα πάντα εκτός από τα ρούχα της, δεν έχει λεφτά για να αγοράσει ούτε έναν καφέ και ανακαλύπτει πως ο πρώην της την εγκατέλειψε για την Μις Τουρισμός, αποφασίζει να μετακομίσει στην Κερασιά, χωρίς να γνωρίζει τι να περιμένει αλλά και πως στο σπίτι αυτό δεν θα ζήσει μόνη της, όπως αρχικά πίστευε.

Είναι ξεκάθαρο τι έχει προσπαθήσει να κάνει η κυρία Δαφνίδη στο βιβλίο αυτό, που δεν είναι άλλο από μια ατυχή προσπάθεια να παντρέψει το κωμικό με το αστυνομικό στοιχείο, δημιουργώντας μια δήθεν διασκεδαστική περιπέτεια, με παραψυχολογικές προεκτάσεις. Δεν λέω, ως σύλληψη και ως ιδέα, χωρίς να είναι ιδιαίτερα πρωτότυπη, έχει κάποιο ενδιαφέρον αλλά καμιά φορά μια καλή ιδέα δεν από μόνη της αρκετή. Απαιτείται να την έχεις σκεφτεί, αναλύσει, σχεδιάσει και τελικά, να την έχεις αποτυπώσει στο χαρτί με τέτοιον τρόπο που να διατηρούνται οι ισορροπίες και το αποτέλεσμα να την δικαιώνει. Κάτι τέτοιο, δεν συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση και όσο κι αν είχα καλές προθέσεις ξεκινώντας να διαβάζω την ιστορία της Σμαράγδας, τόσο έπιανα τον εαυτό μου να βαριέται όλο και περισσότερο σε κάθε επόμενο κεφάλαιο, προχωρώντας την ανάγνωση με καθαρά διεκπεραιωτικές διαδικασίες, απλά επειδή έπρεπε να το ολοκληρώσω και δεν ήταν πια τόσο βαρετό ώστε να με βάλει σε αυτού του είδους τον πειρασμό.

Όπως προανέφερα, δεν έχω διαβάσει άλλα βιβλία της κυρίας Δαφνίδη, αλλά μπορώ να αντιληφθώ πως το χιούμορ είναι ένα έντονο στοιχείο του χαρακτήρα της, το οποίο της αρέσει να το εντάσσει στα μυθιστορήματά της. Και πράγματι, δεν είναι κακό αλλά αντίθετα θα σε κάνει αρκετές φορές να χαμογελάσεις. Τουλάχιστον, στην αρχή, γιατί όσο η ιστορία προχωράει κι εξελίσσονται τα γεγονότα, τόσο αρχίζει να σε κουράζει αυτή η συνεχής διάθεση αστεϊσμού. Καλό το κυνικό χιουμοράκι, δεν είναι όμως για όλες τις ώρες και ένα κείμενο, προκειμένου να χαρακτηριστεί αστείο και κωμικό, δεν είναι ανάγκη να στερείται σχεδόν της παραμικρής σοβαρότητας. Όσο για το σκέλος του μυστηρίου, δεν θα το χαρακτήριζα και τόσο μυστήριο, αφού είναι αρκετά εμφανές που θέλει να οδηγήσει τα πράγματα, ιδιαίτερα προβλέψιμο και χωρίς να έχει καταβάλει ιδιαίτερη προσπάθεια να συγκαλύψει κάποια πράγματα τα οποία ίσως να είχαν βοηθήσει στο να παραταθεί λίγο το όποιο αίσθημα αγωνίας για την συνέχεια.

Εν κατακλείδι, το "Μόνα, Μόνα, Είσαι Εδώ;" είναι ένα βιβλίο που διαβάζεις ναι μεν ευχάριστα και χωρίς να καταβάλεις μεγάλη προσπάθεια, ωστόσο, είναι ένα βιβλίο την ύπαρξη του οποίου θα ξεχάσεις με το που θα φτάσεις στην τελευταία σελίδα, θα το κλείσεις και θα το τοποθετήσεις στο ράφι κάποιας βιβλιοθήκης. Θα ζήσετε στιγμές από εποχή "Καφέ Της Χαράς" κι αν και μπορεί να χαμογελάσετε, θεωρώ αρκετά δύσκολο το να γελάσετε. Και, βασικά, το μεγαλύτερο πρόβλημα με βιβλία όπως αυτό είναι πως η Ελλάδα δεν είναι Αμερική, η Αθήνα δεν είναι το Μανχάταν και πως η σύγχρονη γυναίκα, όσο κι αν θα ήθελε να είναι κοσμική κυρία της Νέας Υόρκης, έχει σταματήσει εδώ και πολλά χρόνια να ονειροπολεί και όσο κι αν θα το ήθελε, ακόμα και προ κρίσης, δεν θα υιοθετούσε ένα στυλ ζωής και διαβίωσης όπως αυτό της Σμαράγδας, πράγμα που σε προσωπικό επίπεδο, με εμποδίζει να ταυτιστώ με αυτό τον τύπο γυναίκας. Συμπαθέστατη η Carrie Bradshaw, αλλά δεν θέλουμε όλες οι γυναίκες να πάρουμε τη θέση της.
Βαθμολογία 4/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Δαφνίδη Ελένη
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Κατηγορία: Ελληνική Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2014
Αρ. σελίδων: 312
ISBN: 978-618-01-0632-9