Η Κλαίρη Θεοδώρου γεννήθηκε στην Ελλάδα και πέρασε τα πρώτα παιδικά της χρόνια στη Γερμανία, ενώ σήμερα ζει στην Αθήνα με τον άντρα της και τα τέσσερα σκυλιά τους. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και έχει πραγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές στη Διδακτική Ξένων Γλωσσών και την Εκπαιδευτική Αξιολόγηση, και έχει σπουδάσει και φωτογραφία. Τα προηγούμενα χρόνια είχε εργαστεί ως φωτογράφος και συντάκτρια σε ελληνικά περιοδικά, και σήμερα εργάζεται σε σχολεία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, χωρίς να έχει εγκαταλείψει την ενασχόλησή της με την καλλιτεχνική φωτογραφία, συμμετέχοντας σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις. 
Η πρώτη της λογοτεχνική απόπειρα έγινε το 2009, με το βιβλίο "Salvadera", ενώ το 2011 κυκλοφόρησε το δεύτερο μυθιστόρημά της, "Globus", και τα δύο με την υπογραφή των εκδόσεων Μπατσιούλας. Μετά από αποχή πέντε ετών, προς τα τέλη του 2016, εμφανίζεται ξανά στα λογοτεχνικά δρώμενα με το βιβλίο της "Η αποικία της λήθης", από τις εκδόσεις Ψυχογιός, ενώ ένα χρόνο αργότερα, παραμένοντας κάτω από την ίδια συγγραφική στέγη, κυκλοφόρησε το τέταρτο κατά σειρά έργο της, "Η αγάπη που δεν άκουσες".
Με αφορμή της πρόσφατη κυκλοφορία του τελευταίου, η κυρία Θεοδώρου μάς χάρισε λίγο από το χρόνο της, παραχωρώντας μας μια συνέντευξη καρδιάς, μοιράζοντας μαζί με 'μας και τους αναγνώστες της, όσα έχει στην καρδιά της, και την ευχαριστούμε πολύ γι' αυτό.

«Η αποικία της λήθης», που κυκλοφόρησε μόλις ένα χρόνο πριν, αγαπήθηκε εξαιρετικά από το κοινό. Ποια τα συναισθήματά σας σήμερα όπου, πλέον, το νέο σας πνευματικό παιδί βρίσκεται και αυτό στα χέρια σας;

Είναι πάντα απίστευτη η λαχτάρα και η χαρά που νιώθεις, όταν πρωτοπιάνεις στα χέρια σου το καινούριο σου βιβλίο. Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με την αίσθηση του πρώτου ξεφυλλίσματος, της πρώτης φοράς που θα χαϊδέψεις τις σελίδες του, που θα εισπνεύσεις το άρωμά τους. Μαγικά επίσης είναι τα συναισθήματα και την πρώτη φορά που το αντικρίζεις, με την καρδιά σου να χτυπά δυνατά, στις προθήκες των βιβλιοπωλείων. Και όλα αυτά τα νιώθεις εξίσου έντονα κάθε φορά είτε πρόκειται για το πρώτο είτε για κάποιο από τα επόμενα "παιδιά" σου, όπως τώρα, στην περίπτωση του "Η αγάπη που δεν άκουσες" που είναι το τέταρτο μυθιστόρημά μου.

Διαβάζοντας κανείς τα βιβλία σας αντιλαμβάνεται πως σας ιντριγκάρουν οι κάπως πιο ιδιαίτερες ιστορίες, αυτές που ξεφεύγουν από τα συνηθισμένα μοτίβα, και που στο επίκεντρό τους βρίσκονται άνθρωποι που θα λέγαμε πως είναι εκτός της κοινωνικής εξίσωσης. Ποια ανάγκη σάς ωθεί σ’ αυτό;

Δεν ξέρω αν μπορεί να πει κανείς πως άνθρωποι με ιδιαιτερότητες είναι εκτός κοινωνικής εξίσωσης. Η διαφορετικότητα δεν θα έπρεπε σε καμία περίπτωση να μετατρέπει κάποιον σε παρία. Και αυτό ακριβώς προσπαθώ σε μεγάλο βαθμό να προβάλλω μέσα από τα βιβλία μου.

Η Ειρήνη είναι ένα πλάσμα που παρά την κατάστασή της και τον τρόπο που μπορεί ν’ αντιμετωπίζεται από τον περίγυρό της, κρύβει μεγάλα αποθέματα αγάπης, δύναμης και αντοχής μέσα στην καρδιά και στην ψυχή της. Άραγε, υπάρχουν πραγματικά άνθρωποι σαν κι αυτήν;

Ναι, πιστεύω ακράδαντα πως υπάρχουν. Μπορεί να μην αποτελούν το σύνηθες και να μη γίνονται εύκολα αντιληπτοί, ας μην ξεχνάμε όμως πως είναι πάντα οι εξαιρέσεις αυτές που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

Όπως στην «Αποικία της λήθης» πρωταγωνιστούσε η Λέρος, αυτό το τόσο όμορφο και παρεξηγημένο νησί, έτσι και στο νέο σας βιβλίο, βλέπουμε πως σιωπηλός πρωταγωνιστής, που παρακολουθεί τα πάντα, είναι αυτό το τόσο ιδιόμορφο χωριό που απειλείται να εξαφανιστεί. Ποιος ο λόγος της προσέγγισής σας αυτής;

Όσον αφορά τη Λέρο, η σχέση μου μαζί της ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Τη λάτρεψα την πρώτη φορά που την επισκέφτηκα στα 18 μου, ένιωσα τη γοητεία και την αύρα της και θύμωσα για το στίγμα που "μαυρίζει' ένα από τα πιο όμορφα νησιά της Ελλάδας. "Η αποικία της Λήθης" λοιπόν είναι κατά μια έννοια ο καρπός αυτού του έρωτα, αφού την αγάπη μου για τη Λέρο την κουβαλάω μέσα μου. Στην "Αγάπη που δεν άκουσες" έχει επιλεγεί ως σκηνικό ένα χωριό, το Κάλλιο που δεν απειλείται να εξαφανιστεί, έχει ήδη εξαφανιστεί και μάλιστα ανεπιστρεπτί, αφού έχει βυθιστεί κάτω από τα νερά της τεχνητής λίμνης του Μόρνου. Γοητεύτηκα ιδιαίτερα από αυτήν την ιστορία, όπως επίσης και από το γεγονός πως χτίσματα του χωριού αναδύονται και πάλι στην επιφάνεια σε περιόδους μεγάλης ξηρασίας, σαν να διεκδικούν κατά κάποιον τρόπο το δικαίωμά τους στο φως.


Τι θεωρείτε πως πρέπει να γίνει για ν’ αρχίσουν ν’ αντιμετωπίζονται με ισότητα –και ίση αξιοπρέπεια- οι άνθρωποι που σήμερα, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, βρίσκονται στο περιθώριο;

Πρέπει αρχικά να ωριμάσουμε ως κοινωνία και ως άνθρωποι. Αντί να απομονώνουμε ή ακόμα και να εκμεταλλευόμαστε τους πιο αδύναμους, πρέπει να τους δίνουμε τα κατάλληλα μέσα, ώστε να μπορούν να ζουν με αξιοπρέπεια και σεβασμό. Πρωταρχικό ρόλο λοιπόν σε όλα αυτά τα θέματα παίζει η παιδεία και η καλλιέργεια της ενσυναίσθησης από μικρή ηλικία. Είναι πολύ σημαντικό τόσο το σχολείο όσο και η οικογένεια να "οπλίζει" τα παιδιά με τις αξίες εκείνες που τα μαθαίνουν να σέβονται: τον εαυτό τους και τους γύρω τους.

Πιστεύετε πως σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, οι άνθρωποι με διαφορετικότητες, μπορούν να ζήσουν πραγματικά ευτυχισμένοι;

Ζούμε σε μια χώρα που δεν έχει συνηθίσει να αντιμετωπίζει τα πράγματα με ανοιχτό μυαλό και αυτό είναι κάτι που το βιώνουμε δυστυχώς καθημερινά. Προσωπικά πιστεύω ότι ο κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα να είναι, να νιώθει, να σκέφτεται και να πιστεύει ό,τι τον εκφράζει, εφόσον αυτό δεν απειλεί ή βλάπτει άλλα άτομα.

Αν και είναι ακόμα αρκετά νωρίς, έχετε ήδη αρχίσει να δουλεύετε πάνω στην ιδέα του επόμενου μυθιστορήματός σας, ή προτιμάτε να πάρετε το χρόνο σας και ν’ αποστασιοποιηθείτε, συναισθηματικά και όχι μόνο, από την τωρινή σας ιστορία;

Η "Αγάπη που δεν άκουσες" ολοκληρώθηκε πέρσι τέτοια εποχή, οπότε έχει περάσει αρκετός χρόνος. Όπως κι αν έχει όμως, από τη στιγμή που παραδίδω ένα βιβλίο στον εκδοτικό, νιώθω έτοιμη να βυθιστώ στον κόσμο της επόμενης ιστορίας μου, αφού η συγγραφή είναι αλληλένδετη με την ύπαρξή μου, γιατί μέσα από αυτήν όχι μόνο επικοινωνώ με τον κόσμο, αλλά και γιατί αποτελεί ένα είδος εκτόνωσης, την καλύτερη ψυχοθεραπεία για μένα. Τώρα λοιπόν ολοκληρώνω το επόμενο βιβλίο μου, είμαι στις τελευταίες διορθώσεις.

Υπάρχει κάποιο λογοτεχνικό είδος που αγαπάτε να διαβάζετε και που σας γοητεύει η ιδέα να επιχειρήσετε να γράψετε κάτι ανάλογο στο μέλλον;

Αγαπώ τον μαγικό ρεαλισμό και το πρώτο μου μυθιστόρημα, η “Salvadera” είχε πάρα πολλά στοιχεία αυτού του λογοτεχνικού ρεύματος. Δεν αποκλείω λοιπόν να επιχειρήσω κάτι ανάλογο και στο μέλλον.

Αγαπημένος συγγραφέας και το λογοτεχνικό εκείνο έργο που σας ενέπνευσε –με όποιον τρόπο;

Δεν θα μπορούσα ποτέ να μιλήσω για έναν και μόνο αποκλειστικά αγαπημένο συγγραφέα. Υπάρχουν πολλά ονόματα που θαυμάζω και που απολαμβάνω πάντα να διαβάζω έργα τους. Από τους σύγχρονους ξεχωρίζω για παράδειγμα από την εγχώρια λογοτεχνία τον Γιάννη Ξανθούλη, τον Ισίδωρο Ζουργό και την Ευγενία Φακίνου, ενώ έχω ιδιαίτερη αγάπη για τους Ισπανόφωνους συγγραφείς, όπως ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, ο Κάρλος Ρουίθ Θαφόν, η Ιζαμπέλ Αλιέντε, ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ο Χουάν Μαρσέ, ο Χούλιο Κορτάσαρ και πολλοί ακόμα άλλοι. Από τους κλασσικούς συγγραφείς επηρεάστηκα ιδιαίτερα από τον Τζορτζ Όργουελ, τον Γκύντερ Γκρας και τον Ντοστογιέφσκι. 






Την παρουσίαση του βιβλίου "Η αποικία της λήθης" στο site μας μπορείτε να την βρείτε στο παρακάτω link:












Την παρουσίαση του βιβλίου "Η αγάπη που δεν άκουσες" στο site μας μπορείτε να την βρείτε στο παρακάτω link: