Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Το νεκρό σώµα του τρίχρονου Ντέιβιντ Ριντ ανακαλύπτεται σ’ ένα χαντάκι: στραγγαλισµένο, ακρωτηριασµένο, πεθαµένο εδώ και πολύ καιρό. Και είναι µόλις το πρώτο. Ένας κατά συρροή δολοφόνος παραµονεύει στους παγωµένους δρόµους της γρανιτένιας πόλης του Αµπερντίν, την ώρα που τα τοπικά µέσα ενηµέρωσης αναζητούν ενόχους και αποδίδουν ευθύνες.
Πολύ σύντοµα τα νεκρά σώµατα των παιδιών θα συσσωρευτούν στο νεκροτοµείο µε την ίδια ταχύτητα που το χιόνι θα καλύψει τους δρόµους της πόλης.
Ο αρχιφύλακας Λόγκαν ΜακΡέι γνωρίζει ότι δεν έχει πολύ χρόνο στη διάθεσή του. Κι άλλα παιδιά εξαφανίζονται, κι άλλα παιδιά κινδυνεύουν να πεθάνουν. Και αν ο Λόγκαν δεν προσέξει, είναι πολύ πιθανό να έχει κι αυτός την ίδια µοίρα.

Προσωπική άποψη:
Ο "Ψυχρός γρανίτης" είναι ένα βιβλίο που εδώ κι αρκετούς μήνες βρισκόταν συνεχώς στο δρόμο μου, ενώ δεν ήταν λίγοι οι φίλοι και οι αναγνώστες που με προέτρεπαν να το διαβάσω, ζητώντας να τους πω την άποψή μου σχετικά με αυτό, αφού τόσα και τόσα ακούστηκαν κι άλλα τόσα γράφτηκαν. Κάποιοι εκθείασαν το βιβλίο, κάποιοι άλλοι, περισσότερο "ευαίσθητοι", το κατέκριναν ως υπερβολικά περιγραφικό, βίαιο και σιχαμένο. Όσον αφορά εμένα, νομίζω πως θα ταχθώ με το μέρος των πρώτων αφού, παρά που είμαι μητέρα και ως εκ τούτου έχω αρκετές ευαισθησίες σε θέματα που αφορούν παιδιά, δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω το αφηγηματικό ταλέντο κάποιου συγγραφέα, όταν αυτό υπάρχει, ούτε τη μοναδική του ικανότητα να "παίζει" με τους χειρότερούς μας φόβους και αντί να μας αποστρέφει απ' αυτούς, να μας τραβάει όλο και πιο βαθιά μέσα στην κόλασή τους.

Στο Αµπερντίν της Σκωτίας, το νεκρό σώμα ενός τρίχρονο αγοριού ανακαλύπτεται σε ένα χαντάκι, σε κακή κατάσταση. Το σοκ για την τοπική κοινωνία είναι μεγάλο, αυτή, όμως, είναι μόνο η αρχή. Σταδιακά, όλο και περισσότερα παιδιά εξαφανίζονται κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, ενώ τα νεκρά, ανήλικα θύματα όλο και αυξάνονται και μάλιστα, με δραματικά γρήγορους ρυθμούς. Ένας μανιακός κατά συρροήν δολοφόνος κυκλοφορεί ελεύθερος και οι κάτοικοι ζητούν απαντήσεις, λύσεις και απόδοση ευθυνών εκεί που πρέπει, πριν ο τρόμος και η φρίκη χτυπήσει και τη δικιά τους πόρτα. Ο αρχιφύλακας Λόγκαν ΜακΡέι, ο οποίος και έχει αναλάβει την διαλεύκανση της υπόθεσης, ξέρει πως τα πάντα κρέμονται από μια κλωστή, ενώ ο χρόνος δεν είναι υπέρ του και πως αν δεν βιαστεί, θα θρηνήσουν ακόμα περισσότερα θύματα.

Είναι εντυπωσιακό, θα έλεγα, το ότι χρειάστηκε να περάσουν 12 χρόνια από την πρώτη κυκλοφορία του εν λόγω βιβλίου -που αποτελεί το πρώτο μιας σειράς που μετράει, αισίως, 11 βιβλία, σήμερα- μέχρι να ενδιαφερθεί κάποιος εκδοτικός να το κυκλοφορήσει και στη χώρα μας. Βέβαια, ίσως σε όλο αυτό να έπαιξε ρόλο το γεγονός πως μέχρι πριν από 1,5-2 χρόνια, σχεδόν κανείς δεν θα ρίσκαρε να εκδώσει ένα βιβλίο, η βία του οποίου θα είχε ως αποδέκτη αθώα κι απροστάτευτα πλάσματα, όπως είναι τα παιδιά, πράγμα αρκετά οξύμωρο θα τολμούσα να πω. Σε μια εποχή που έχουμε εκατοντάδες παιδιά θύματα, είναι σχεδόν αστείο να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας και να λέμε: "Αυτά δεν συμβαίνουν στην πραγματική ζωή" ή "Όσο έγραψε ο συγγραφέας είναι ακραίες υπερβολές". Δυστυχώς, η ζωή έχει αποδείξει πως μπορεί να γράψει τα χειρότερα, τα πιο ανατριχιαστικά σενάρια, οπότε η όποια υπερβολή του MacBride, προσωπικά, δεν με αγγίζει, γιατί έχω ζήσει τη βιαιότητα και την ανθρώπινη αρρώστια στη διπλανή μου πόρτα.

Η πλοκή της ιστορίας, σαφέστατα και εμπεριέχει όλα εκείνα τα στοιχεία που οφείλει να έχει ένα θρίλερ που σέβεται τον εαυτό του, και που επιθυμεί να καθηλώσει τον αναγνώστη. Διαθέτει ένταση, αγωνία, έντονη δράση, ανατροπές που οξύνουν το ενδιαφέρον μας και που ισορροπούν την ύπαρξη των όποιων υπερβολών χρησιμοποιούνται στην προκειμένη -που ούτε αυτές μπορούν ν' απουσιάζουν από βιβλία όπως αυτό-, μα κι έναν κεντρικό χαρακτήρα που είναι ιδιαίτερα συμπαθής και που υπόσχεται πολλά, ως προς την εξέλιξη κι ανάπτυξη του προφίλ του, στο μέλλον, και για το οποίο, ειλικρινά, ανυπομονώ. Η πινελιά, όμως, που κάνει ξεχωριστή την ιστορία αυτή, μέσα στην μακαβριότητα και τον σκοταδισμό της, είναι η γραφή του MacBride και οι πινελιές του κυνικού χιούμορ που την καθιστούν ξεχωριστή, ιδιαίτερη και διεστραμμένα εθιστική.

Ο MacBride, με ωμό ρεαλισμό και ακραία, σοκαριστική περιγραφικότητα -νιώθεις ότι ακούς, μυρίζεις, βλέπεις, όχι ότι απλά διαβάζεις-, αφηγείται μια ιστορία που βρίθει μίσους, αρρώστιας, εγωκεντρικής μανίας και βιαιότητας που, όμως, την ίδια στιγμή, είναι απόλυτα ειλικρινής και ξεκάθαρη, απογυμνωμένη από κάθε στοιχείο ή προσπάθεια ωραιοποίησης συνθηκών και δεδομένων. Κάποια πράγματα, δεν απαιτούν μια λογική εξήγηση γιατί πολύ απλά, ορισμένα πράγματα είναι πέραν πάσας λογικής, και ο MacBride το γνωρίζει πολύ καλά αυτό. Οπότε, αφηγείται μια ιστορία την οποία, πολύ έξυπνα, δεν προσπαθεί να εκλογικεύσει, αλλά να μας συστήσει την αρρωστημένη της αλήθεια και την διαστρεβλωμένη της ανάγκη για βία, αίμα, και την ικανοποίηση που μπορεί να λαμβάνει μέσω όλων αυτών ο θύτης. Και ναι, σίγουρα κάνει το στομάχι μας να σφίγγεται όχι μόνο μία, αλλά πολλές φορές, καθ' όλη την διάρκεια της αφήγησής του, μας βάζει, ωστόσο, σε μια πολύ συγκεκριμένη λογική κριτικής σκέψης, ανάλυσης και, τελικά, απόδοσης ευθυνών και δικαιοσύνης, έννοιες που δεν είναι πάντοτε ξεκάθαρες, ούτε αντικειμενικές.
Βαθμολογία 9/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Stuart MacBride
Μεταφραστής: Μπακοδήμου Αγορίτσα
Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2018
Αρ. σελίδων: 460
ISBN: 978-960-19-0687-4