Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Η Δάφνη, κόρη Ελλήνων μεταναστών, κυνηγά το αμερικανικό όνειρο, ωστόσο αισθάνεται σαν να λείπει κάτι από τη ζωή της. Παγιδευμένη ανάμεσα στις οικογενειακές παραδόσεις και τις απαιτήσεις της καριέρας της, δεν μπορεί να αποφασίσει πού ανήκει.
Μόνο η αγαπημένη της γιαγιά, που μένει στην Ερεικούσσα, ένα μαγευτικό νησάκι βόρεια της Κέρκυρας, τη νιώθει και της συμπαραστέκεται. Οι πιο πολύτιμες αναμνήσεις της Δάφνης είναι οι στιγμές που περνούσε στην κουζίνα με τη γιαγιά της, μαγειρεύοντας και μαθαίνοντας τους αρχαίους μύθους. Και οι κουβέντες της ηλικιωμένης γυναίκας ήταν αυτές που την παρηγόρησαν μετά τον αναπάντεχο θάνατο του άντρα της.
Ύστερα από χρόνια και αγώνες προκειμένου να μεγαλώσει το παιδί της και να επιβιώσει, η Δάφνη, ιδιοκτήτρια εστιατορίου πια και φημισμένη σεφ, είναι αρραβωνιασμένη με έναν πλούσιο και γοητευτικό άντρα – έχει όλα όσα επιθυμούσε. Ωστόσο, από την άλλη άκρη του ωκεανού, η γιαγιά φαίνεται να ξέρει ότι η τέλεια ζωή της εγγονής της δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση. Και όταν η Δάφνη επιστρέφει επιτέλους στην Ερεικούσσα, η γιαγιά αποφασίζει να μοιραστεί μαζί της μυστικά από το παρελθόν, ιστορίες πολέμου και τόλμης απέναντι στον θάνατο, καθώς και ένα τελευταίο μάθημα: η ασφάλεια δεν είναι συνώνυμο της αγάπης και η ζωή μπορεί και πάλι να αποκτήσει νόημα.
Μύθοι, μαγεία, χρώματα και αρώματα συνδυάζονται σε μια ατμοσφαιρική ιστορία για το παρελθόν και το παρόν, την οικογένεια και τη μοίρα, τον έρωτα και τα όνειρα.
Προσωπική άποψη:
Διάβασα το βιβλίο αυτό περισσότερο από ενάμιση χρόνο πριν, όταν η κυρία Μάνεση δεν το είχε εκδώσει ακόμα στο εξωτερικό, και η άποψή μου γι' αυτό ήταν πολύ ξεκάθαρη. Ήταν ένα ευχάριστο στην ανάγνωσή του βιβλίο, μια ιστορία που έρεε σχετικά γρήγορα, αλλά χωρίς να μπορεί, ωστόσο, να με συγκινήσει. Διαβάζοντάς το σήμερα μεταφρασμένο στα ελληνικά, η άποψή μου δεν άλλαξε, παραμένει η ίδια, και θα έλεγα μάλιστα πως το κείμενο χάνει κάτι από την πρωτότυπη ιδιαιτερότητά του, αφού η συγγραφέας χρησιμοποιεί στο αρχικό αρκετές λέξεις ή εκφράσεις ελληνικής καταβολής που στην μετάφραση, όπως είναι λογικό και αναμενόμενο, χάνονται και δεν ξεχωρίζει αυτό το "παιχνίδι" που η ίδια κάνει με τις λέξεις. Βέβαια, αυτό είναι μια λεπτομέρεια που μ' ενοχλεί σε καθαρά προσωπικό επίπεδο.
Η Δάφνη είναι Ελληνίδα και ζει στην Αμερική, όντας μια από τις πιο γνωστές σεφ και ιδιοκτήτρια ενός εξαιρετικά δημοφιλούς εστιατόριου ελληνικής κουζίνας. Έξι χρόνια πριν έχασε τον άντρα της και έτσι, ζει μόνο της με την κόρη της αφού, εκτός από τον Άλεξ, έχουν πεθάνει και οι γονείς της. Σε μια προσπάθεια να ξαναφτιάξει τη ζωή της, ετοιμάζεται να παντρευτεί τον Στίβεν και για τον λόγο αυτό, μαζί με την κόρη της, ταξιδεύει στην Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα, στην Ερεικούσσα, ένα ευλογημένο νησί κοντά στην Κέρκυρα όπου ποτέ οι Γερμανοί δεν πάτησαν το πόδι τους, για να τακτοποιήσει ορισμένα διαδικαστικά αλλά και για να επισκεφτεί την γιαγιά της που ζει στο νησί και έχει να δει πολλά χρόνια. Εκεί θα γνωρίσει τον Γιάννη, έναν ντόπιο ψαρά, με τον οποίο θα έρθουν σε κόντρα από την πρώτη στιγμή. Όσο οι μέρες περνάνε, η Δάφνη έρχεται αντιμέτωπη με τις επιλογές και θα πρέπει να αποφασίσει ποια είναι η ζωή που θέλει πραγματικά να έχει.
Αν είστε από εκείνους που απόλαυσαν την ταινία "Γάμος αλά ελληνικά", τότε το συγκεκριμένο βιβλίο ίσως να είναι μια ιδανική επιλογή για εσάς, αν και πρέπει να γνωρίζετε εξ' αρχής πως τα γεγονότα της συγκεκριμένης ιστορίας δίνονται μέσα από ένα λιγότερο κωμικό πρίσμα, αν και υπάρχουν ορισμένες καλές, αστείες στιγμές. Το διασκεδαστικό στοιχείο της ανάγνωσης εντοπίζεται στους συγγενείς της Δάφνης -δηλαδή, στους δευτερεύοντες χαρακτήρες- που ως γνήσιοι Έλληνες της επαρχίας είναι έξω καρδιά, ζωντανοί, με νεύρο και κέφι, αλλά παράλληλα, ιδιαίτερα υπερβολικοί και κάθετοι στις ιδέες τους, αφού μεγάλωσαν με πολύ συγκεκριμένα ήθη, έθιμα αλλά και συνήθειες, που δεν μπορούν ν' αμφισβητηθούν από κανέναν, ακόμα κι αν έχει επιχειρήματα. Όλα αυτά, ασκούν μια κάποια γοητεία και σε κάνουν να χαμογελάς, αν και εξακολουθώ να πιστεύω πως η Δάφνη δεν είναι η ιδανική πρωταγωνίστρια αφού ουσιαστικά, θα έπρεπε να λειτουργεί ως δέκτης, κάτι που κάνει μεν, όχι με αρτιότητα δε.
Η κυρία Μάνεση περιγράφει με ιδιαίτερα καλό και παραστατικό τρόπο το νησί της Ερεικούσσας, μεταφέροντάς μας την ιστορία του τόπου, χωρίς ωστόσο αρκετά κατατοπιστικές και αναλυτικές λεπτομέρειες, ώστε ν' ασκήσει πάνω μας την γοητεία της ιστορικής γνώσης. Αντίθετα, έχει εστιάσει την προσοχή της στους μύθους και τους θρύλους του νησιού, επιθυμώντας κατά πάσα πιθανότητα να προσδώσει μια πιο μεταφυσική νότα στην αφήγησή της, κάτι που ίσως να πετύχαινε σε μεγαλύτερο βαθμό, αν κι εφόσον δεν αναλωνόταν σε κάποιες περιττές, σχεδόν εμμονικές επαναλήψεις, κι αν -όπως ανέφερα και παραπάνω- η Δάφνη ήταν πιο αποδοτικός δέκτης όλων αυτών και είχε μια ευρύτερα καλύτερα κατανοητή και πιο εύκολη στο να ερμηνευτεί, συμπεριφορά. Βέβαια, αυτός ίσως να είναι και ο λόγος που η ίδια η συγγραφέας δίνει μεγάλη βάση στην σχέση γιαγιάς-δισέγγονης, αφού συνήθως οι μικρότεροι σε ηλικία άνθρωποι, είναι πιο ανοικτοί στο να δουν και να νιώσουν αυτά που δεν μπορούν οι μεγάλοι.
Με πιο απλά λόγια, το βιβλίο διαβάζεται εύκολα, γρήγορα κι ευχάριστα, ωστόσο δεν είναι κάτι το εντυπωσιακό. Προσωπικά, μάλλον θα το χαρακτήριζα προβλέψιμο και μάλιστα, σε αρκετά σημεία. Το πρωτότυπο κείμενο ασκεί μια κάποια γοητεία παραπάνω, αλλά αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να βοηθηθεί στην προκειμένη περίπτωση. Άλλωστε, κάθε μεταφρασμένο βιβλίο παίζει με αυτό το ρίσκο, κάτι που συμβαίνει σε όλες τις ανάλογες περιπτώσεις και άσχετα από την πρωτότυπη γλώσσα γραφής. Και μπορεί να μην συμπάθησα ιδιαίτερα την Δάφνη, ούτε να την καταλαβαίνω ως άνθρωπο -πράγμα που με εμπόδισε και να ταυτιστώ-, ωστόσο οφείλω να ομολογήσω πως οι σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της οικογένειάς της είναι πολύ τρυφερές, εκπέμποντας κάτι το συγκινητικό και ανθρώπινο, κάτι που ακόμα και στις μέρες μας μάς θυμίζει την καταγωγή μας και τι σημαίνει αυτό.
Βαθμολογία 7/10
Η Δάφνη, κόρη Ελλήνων μεταναστών, κυνηγά το αμερικανικό όνειρο, ωστόσο αισθάνεται σαν να λείπει κάτι από τη ζωή της. Παγιδευμένη ανάμεσα στις οικογενειακές παραδόσεις και τις απαιτήσεις της καριέρας της, δεν μπορεί να αποφασίσει πού ανήκει.
Μόνο η αγαπημένη της γιαγιά, που μένει στην Ερεικούσσα, ένα μαγευτικό νησάκι βόρεια της Κέρκυρας, τη νιώθει και της συμπαραστέκεται. Οι πιο πολύτιμες αναμνήσεις της Δάφνης είναι οι στιγμές που περνούσε στην κουζίνα με τη γιαγιά της, μαγειρεύοντας και μαθαίνοντας τους αρχαίους μύθους. Και οι κουβέντες της ηλικιωμένης γυναίκας ήταν αυτές που την παρηγόρησαν μετά τον αναπάντεχο θάνατο του άντρα της.
Ύστερα από χρόνια και αγώνες προκειμένου να μεγαλώσει το παιδί της και να επιβιώσει, η Δάφνη, ιδιοκτήτρια εστιατορίου πια και φημισμένη σεφ, είναι αρραβωνιασμένη με έναν πλούσιο και γοητευτικό άντρα – έχει όλα όσα επιθυμούσε. Ωστόσο, από την άλλη άκρη του ωκεανού, η γιαγιά φαίνεται να ξέρει ότι η τέλεια ζωή της εγγονής της δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση. Και όταν η Δάφνη επιστρέφει επιτέλους στην Ερεικούσσα, η γιαγιά αποφασίζει να μοιραστεί μαζί της μυστικά από το παρελθόν, ιστορίες πολέμου και τόλμης απέναντι στον θάνατο, καθώς και ένα τελευταίο μάθημα: η ασφάλεια δεν είναι συνώνυμο της αγάπης και η ζωή μπορεί και πάλι να αποκτήσει νόημα.
Μύθοι, μαγεία, χρώματα και αρώματα συνδυάζονται σε μια ατμοσφαιρική ιστορία για το παρελθόν και το παρόν, την οικογένεια και τη μοίρα, τον έρωτα και τα όνειρα.
Προσωπική άποψη:
Διάβασα το βιβλίο αυτό περισσότερο από ενάμιση χρόνο πριν, όταν η κυρία Μάνεση δεν το είχε εκδώσει ακόμα στο εξωτερικό, και η άποψή μου γι' αυτό ήταν πολύ ξεκάθαρη. Ήταν ένα ευχάριστο στην ανάγνωσή του βιβλίο, μια ιστορία που έρεε σχετικά γρήγορα, αλλά χωρίς να μπορεί, ωστόσο, να με συγκινήσει. Διαβάζοντάς το σήμερα μεταφρασμένο στα ελληνικά, η άποψή μου δεν άλλαξε, παραμένει η ίδια, και θα έλεγα μάλιστα πως το κείμενο χάνει κάτι από την πρωτότυπη ιδιαιτερότητά του, αφού η συγγραφέας χρησιμοποιεί στο αρχικό αρκετές λέξεις ή εκφράσεις ελληνικής καταβολής που στην μετάφραση, όπως είναι λογικό και αναμενόμενο, χάνονται και δεν ξεχωρίζει αυτό το "παιχνίδι" που η ίδια κάνει με τις λέξεις. Βέβαια, αυτό είναι μια λεπτομέρεια που μ' ενοχλεί σε καθαρά προσωπικό επίπεδο.
Η Δάφνη είναι Ελληνίδα και ζει στην Αμερική, όντας μια από τις πιο γνωστές σεφ και ιδιοκτήτρια ενός εξαιρετικά δημοφιλούς εστιατόριου ελληνικής κουζίνας. Έξι χρόνια πριν έχασε τον άντρα της και έτσι, ζει μόνο της με την κόρη της αφού, εκτός από τον Άλεξ, έχουν πεθάνει και οι γονείς της. Σε μια προσπάθεια να ξαναφτιάξει τη ζωή της, ετοιμάζεται να παντρευτεί τον Στίβεν και για τον λόγο αυτό, μαζί με την κόρη της, ταξιδεύει στην Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα, στην Ερεικούσσα, ένα ευλογημένο νησί κοντά στην Κέρκυρα όπου ποτέ οι Γερμανοί δεν πάτησαν το πόδι τους, για να τακτοποιήσει ορισμένα διαδικαστικά αλλά και για να επισκεφτεί την γιαγιά της που ζει στο νησί και έχει να δει πολλά χρόνια. Εκεί θα γνωρίσει τον Γιάννη, έναν ντόπιο ψαρά, με τον οποίο θα έρθουν σε κόντρα από την πρώτη στιγμή. Όσο οι μέρες περνάνε, η Δάφνη έρχεται αντιμέτωπη με τις επιλογές και θα πρέπει να αποφασίσει ποια είναι η ζωή που θέλει πραγματικά να έχει.
Αν είστε από εκείνους που απόλαυσαν την ταινία "Γάμος αλά ελληνικά", τότε το συγκεκριμένο βιβλίο ίσως να είναι μια ιδανική επιλογή για εσάς, αν και πρέπει να γνωρίζετε εξ' αρχής πως τα γεγονότα της συγκεκριμένης ιστορίας δίνονται μέσα από ένα λιγότερο κωμικό πρίσμα, αν και υπάρχουν ορισμένες καλές, αστείες στιγμές. Το διασκεδαστικό στοιχείο της ανάγνωσης εντοπίζεται στους συγγενείς της Δάφνης -δηλαδή, στους δευτερεύοντες χαρακτήρες- που ως γνήσιοι Έλληνες της επαρχίας είναι έξω καρδιά, ζωντανοί, με νεύρο και κέφι, αλλά παράλληλα, ιδιαίτερα υπερβολικοί και κάθετοι στις ιδέες τους, αφού μεγάλωσαν με πολύ συγκεκριμένα ήθη, έθιμα αλλά και συνήθειες, που δεν μπορούν ν' αμφισβητηθούν από κανέναν, ακόμα κι αν έχει επιχειρήματα. Όλα αυτά, ασκούν μια κάποια γοητεία και σε κάνουν να χαμογελάς, αν και εξακολουθώ να πιστεύω πως η Δάφνη δεν είναι η ιδανική πρωταγωνίστρια αφού ουσιαστικά, θα έπρεπε να λειτουργεί ως δέκτης, κάτι που κάνει μεν, όχι με αρτιότητα δε.
Η κυρία Μάνεση περιγράφει με ιδιαίτερα καλό και παραστατικό τρόπο το νησί της Ερεικούσσας, μεταφέροντάς μας την ιστορία του τόπου, χωρίς ωστόσο αρκετά κατατοπιστικές και αναλυτικές λεπτομέρειες, ώστε ν' ασκήσει πάνω μας την γοητεία της ιστορικής γνώσης. Αντίθετα, έχει εστιάσει την προσοχή της στους μύθους και τους θρύλους του νησιού, επιθυμώντας κατά πάσα πιθανότητα να προσδώσει μια πιο μεταφυσική νότα στην αφήγησή της, κάτι που ίσως να πετύχαινε σε μεγαλύτερο βαθμό, αν κι εφόσον δεν αναλωνόταν σε κάποιες περιττές, σχεδόν εμμονικές επαναλήψεις, κι αν -όπως ανέφερα και παραπάνω- η Δάφνη ήταν πιο αποδοτικός δέκτης όλων αυτών και είχε μια ευρύτερα καλύτερα κατανοητή και πιο εύκολη στο να ερμηνευτεί, συμπεριφορά. Βέβαια, αυτός ίσως να είναι και ο λόγος που η ίδια η συγγραφέας δίνει μεγάλη βάση στην σχέση γιαγιάς-δισέγγονης, αφού συνήθως οι μικρότεροι σε ηλικία άνθρωποι, είναι πιο ανοικτοί στο να δουν και να νιώσουν αυτά που δεν μπορούν οι μεγάλοι.
Με πιο απλά λόγια, το βιβλίο διαβάζεται εύκολα, γρήγορα κι ευχάριστα, ωστόσο δεν είναι κάτι το εντυπωσιακό. Προσωπικά, μάλλον θα το χαρακτήριζα προβλέψιμο και μάλιστα, σε αρκετά σημεία. Το πρωτότυπο κείμενο ασκεί μια κάποια γοητεία παραπάνω, αλλά αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να βοηθηθεί στην προκειμένη περίπτωση. Άλλωστε, κάθε μεταφρασμένο βιβλίο παίζει με αυτό το ρίσκο, κάτι που συμβαίνει σε όλες τις ανάλογες περιπτώσεις και άσχετα από την πρωτότυπη γλώσσα γραφής. Και μπορεί να μην συμπάθησα ιδιαίτερα την Δάφνη, ούτε να την καταλαβαίνω ως άνθρωπο -πράγμα που με εμπόδισε και να ταυτιστώ-, ωστόσο οφείλω να ομολογήσω πως οι σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της οικογένειάς της είναι πολύ τρυφερές, εκπέμποντας κάτι το συγκινητικό και ανθρώπινο, κάτι που ακόμα και στις μέρες μας μάς θυμίζει την καταγωγή μας και τι σημαίνει αυτό.
Βαθμολογία 7/10
Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Μάνεση Ιβέτ
Μεταφραστής: Κνήτου Βασιλική
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2014
Αρ. σελίδων: 408
ISBN: 978-618-01-0762-3
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου