"Υπουργός Νύχτας" του Γιώργου Σκαμπαρδώνη
Ένας μοναχικός τυχοδιώκτης, χαρτοπαίκτης αναρριχάται σε μια κοινωνία διαλυμένων θεσμών, προσωπείων, συμβατικότητας, κλισέ αντιλήψεων και ψεύδους. Γίνεται καταρχήν καθωσπρέπει επαγγελματίας, ιδιοκτήτης γραφείου τελετών, και με αυτή τη βιτρίνα μπλέκει στον βαθύ υπόκοσμο. Αναλαμβάνει αρχηγός συμμορίας που ελέγχει όλες σχεδόν τις νυχτερινές, σκοτεινές συναλλαγές –τράφικινγκ, ναρκωτικά, τοκογλυφία, πορνεία, αρχαιοκαπηλία– και παίρνει τον τίτλο «υπουργός νύχτας». Από εκεί διεισδύει στη μολυσμένη πολιτική τάξη και ανελίσσεται ραγδαία, γίνεται ένα από τα κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης. Η τριπλή παράλληλη πορεία του, ως καθωσπρέπει επαγγελματία, μαφιόζου και πολιτικού, φωταγωγεί ειρωνικά, σαρκαστικά τον σαθρό περίγυρο, την ανατροπή των ιεραρχιών, την έλλειψη αντίστασης από την κοινωνία και τους θεσμούς, την κατάρρευση των ιδεολογιών, τη γενικευμένη παραφροσύνη, την αρπαγή και τον κυνισμό. Εμφανίζεται ως σωτήρας, αυτός που απεχθάνεται κάθε σωτηρία. Μόνο ένας δύσκολος, τυφλός έρωτας για μια αγγελική πόρνη έρχεται να εκτρέψει τη μοιραία διαδρομή του. Αλλά για πόσο, σε αυτή την πορεία όπου το τραγικό εναλλάσσεται με το κωμικό, ο θάνατος γίνεται γλέντι και η εξουσία έρμαιο;
Ο σκοτεινός τραγέλαφος ενός κόσμου που θα μπορούσε να είναι και ο δικός μας.
"Νεοελληνική μυθολογία" του Αυγούστου Κορτώ
«Καλώς το παλικάρι μου» λέει ο Ουρανός στον Κρόνο που ζύγωνε απ’ την άκρη της παραλίας κρατώντας κάτι περίεργο στο χέρι, κρυμμένο απ’ την αντηλιά.
«Γεια σου, φάδερ» απαντά εκείνος. «Ήρθα να παίξουμε ρακέτες».
«Μπαλάκια δε βλέπω».
«Κι ούτε θα ξαναδείς».
Πόσα ξώγαμα είχε τέλος πάντων ο Δίας; Τι έπινε η Πυθία κι έβγαζε τέτοιους αλλοπρόσαλλους χρησμούς; Ήταν όντως δώδεκα οι άθλοι της Ηρακλάρας ή μήπως ο Ευρυσθέας του ’παιξε μπινιά στο ενενήντα; Κι η κοπελιά η Ειλείθυια ήταν στ’ αλήθεια τόσο στόκος όσο αφήνει να εννοηθεί τ’ όνομά της ή πρόκειται για παρεξήγηση και την κακολογούνε τζάμπα; Αυτά και άλλα φλέγοντα ερωτήματα έρχεται ν’ απαντήσει η Νεοελληνική Μυθολογία. Παρωδώντας τους μύθους του Ησίοδου με τρόπο παραληρηματικό και σ’ έναν διαρκή διάλογο με την αξεπέραστη Ελληνική Μυθολογία του Τσιφόρου, το βιβλίο αναπλάθει όλες τις αγαπημένες ιστορίες των παιδικών μας χρόνων, φωτίζοντας την ιλαρή πλευρά της συναρπαστικής περιπέτειας που οι αρχαίοι Έλληνες σκαρφίστηκαν για να ερμηνεύσουν τον κόσμο. Γιατί χωρίς τους θεούς, τους ημίθεους και τα ατέλειωτα καμώματά τους, η αλήθεια που γύρευαν και γυρεύουν ακόμα οι φιλόσοφοι ίσως και να ’ναι λίγο βαρετή.
"Όλα τα ωραία άρχισαν μετά" του Simon Van Booy
Η Ρεβέκκα είναι νέα, χαµένη και όµορφη. Μια χαρισµατική ζωγράφος που αναζητά παρηγοριά και έµπνευση στον µεσογειακό καύσωνα της Αθήνας, προσπαθώντας να καταλάβει ποια είναι και πώς να αγαπήσει χωρίς φόβο. Ο Τζορτζ έχει έρθει στην Αθήνα για να µάθει αρχαίες γλώσσες έχοντας µεγαλώσει σε οικοτροφεία της Νέας Αγγλίας και στα καλύτερα αµερικάνικα πανεπιστήµια. Χωρίς να διατηρεί στενές σχέσεις µε κανέναν, περνά τις µέρες του σκυµµένος πάνω από βιβλία ή περιπλανιέται στην πόλη µες στον λήθαργο της µέθης. Ο Χένρυ βρίσκεται στην Αθήνα για ανασκαφές. Ένας προικισµένος νεαρός αρχαιολόγος, ο οποίος αποκαλύπτει µε αφοσίωση το παρελθόν της πόλης ως έναν τρόπο για να ξεφύγει από το δικό του, που φέρει ένα µυστικό για το οποίο ούτε καν οι στοργικοί γονείς του δε µιλούν... Και τότε, µε µια σειρά τυχαίων συναντήσεων, η Ρεβέκκα, ο Τζορτζ και ο Χένρυ βρίσκονται ξαφνικά στην ίδια τροχιά, οι ζωές τους γίνονται πιο χαρούµενες και φωτεινές, καθώς βουτούν ορµητικά σε ένα καλοκαίρι που θα τους καθορίσει για πάντα στα χρόνια που θα έρθουν...
"Βιβλίο - «Με λένε Βιβλίο και θα σου πω την ιστορία της ζωής μου...»" του John Agard
Για αιώνες έλεγα ιστορίες άλλων. Τώρα ήρθε η ώρα να πω τη δική μου. Την ιστορία των περιπετειών μου μέχρι να φτάσω σ’ αυτό το ράφι. Μου τσάκισαν τις σελίδες. Γέλασαν μαζί μου. Έκλαψαν μαζί μου. Μ’ απαγόρευσαν και μ’ έκαψαν. Μ’ έθαψαν στην έρημο. Είδα την ακμή και την πτώση πολιτισμών. Μα επέζησα. Και θα δεις, αγαπητέ αναγνώστη, ότι η ιστορία μου είναι όντως συναρπαστική.
Ένας μοναχικός τυχοδιώκτης, χαρτοπαίκτης αναρριχάται σε μια κοινωνία διαλυμένων θεσμών, προσωπείων, συμβατικότητας, κλισέ αντιλήψεων και ψεύδους. Γίνεται καταρχήν καθωσπρέπει επαγγελματίας, ιδιοκτήτης γραφείου τελετών, και με αυτή τη βιτρίνα μπλέκει στον βαθύ υπόκοσμο. Αναλαμβάνει αρχηγός συμμορίας που ελέγχει όλες σχεδόν τις νυχτερινές, σκοτεινές συναλλαγές –τράφικινγκ, ναρκωτικά, τοκογλυφία, πορνεία, αρχαιοκαπηλία– και παίρνει τον τίτλο «υπουργός νύχτας». Από εκεί διεισδύει στη μολυσμένη πολιτική τάξη και ανελίσσεται ραγδαία, γίνεται ένα από τα κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης. Η τριπλή παράλληλη πορεία του, ως καθωσπρέπει επαγγελματία, μαφιόζου και πολιτικού, φωταγωγεί ειρωνικά, σαρκαστικά τον σαθρό περίγυρο, την ανατροπή των ιεραρχιών, την έλλειψη αντίστασης από την κοινωνία και τους θεσμούς, την κατάρρευση των ιδεολογιών, τη γενικευμένη παραφροσύνη, την αρπαγή και τον κυνισμό. Εμφανίζεται ως σωτήρας, αυτός που απεχθάνεται κάθε σωτηρία. Μόνο ένας δύσκολος, τυφλός έρωτας για μια αγγελική πόρνη έρχεται να εκτρέψει τη μοιραία διαδρομή του. Αλλά για πόσο, σε αυτή την πορεία όπου το τραγικό εναλλάσσεται με το κωμικό, ο θάνατος γίνεται γλέντι και η εξουσία έρμαιο;
Ο σκοτεινός τραγέλαφος ενός κόσμου που θα μπορούσε να είναι και ο δικός μας.
"Νεοελληνική μυθολογία" του Αυγούστου Κορτώ
«Καλώς το παλικάρι μου» λέει ο Ουρανός στον Κρόνο που ζύγωνε απ’ την άκρη της παραλίας κρατώντας κάτι περίεργο στο χέρι, κρυμμένο απ’ την αντηλιά.
«Γεια σου, φάδερ» απαντά εκείνος. «Ήρθα να παίξουμε ρακέτες».
«Μπαλάκια δε βλέπω».
«Κι ούτε θα ξαναδείς».
Πόσα ξώγαμα είχε τέλος πάντων ο Δίας; Τι έπινε η Πυθία κι έβγαζε τέτοιους αλλοπρόσαλλους χρησμούς; Ήταν όντως δώδεκα οι άθλοι της Ηρακλάρας ή μήπως ο Ευρυσθέας του ’παιξε μπινιά στο ενενήντα; Κι η κοπελιά η Ειλείθυια ήταν στ’ αλήθεια τόσο στόκος όσο αφήνει να εννοηθεί τ’ όνομά της ή πρόκειται για παρεξήγηση και την κακολογούνε τζάμπα; Αυτά και άλλα φλέγοντα ερωτήματα έρχεται ν’ απαντήσει η Νεοελληνική Μυθολογία. Παρωδώντας τους μύθους του Ησίοδου με τρόπο παραληρηματικό και σ’ έναν διαρκή διάλογο με την αξεπέραστη Ελληνική Μυθολογία του Τσιφόρου, το βιβλίο αναπλάθει όλες τις αγαπημένες ιστορίες των παιδικών μας χρόνων, φωτίζοντας την ιλαρή πλευρά της συναρπαστικής περιπέτειας που οι αρχαίοι Έλληνες σκαρφίστηκαν για να ερμηνεύσουν τον κόσμο. Γιατί χωρίς τους θεούς, τους ημίθεους και τα ατέλειωτα καμώματά τους, η αλήθεια που γύρευαν και γυρεύουν ακόμα οι φιλόσοφοι ίσως και να ’ναι λίγο βαρετή.
"Όλα τα ωραία άρχισαν μετά" του Simon Van Booy
Η Ρεβέκκα είναι νέα, χαµένη και όµορφη. Μια χαρισµατική ζωγράφος που αναζητά παρηγοριά και έµπνευση στον µεσογειακό καύσωνα της Αθήνας, προσπαθώντας να καταλάβει ποια είναι και πώς να αγαπήσει χωρίς φόβο. Ο Τζορτζ έχει έρθει στην Αθήνα για να µάθει αρχαίες γλώσσες έχοντας µεγαλώσει σε οικοτροφεία της Νέας Αγγλίας και στα καλύτερα αµερικάνικα πανεπιστήµια. Χωρίς να διατηρεί στενές σχέσεις µε κανέναν, περνά τις µέρες του σκυµµένος πάνω από βιβλία ή περιπλανιέται στην πόλη µες στον λήθαργο της µέθης. Ο Χένρυ βρίσκεται στην Αθήνα για ανασκαφές. Ένας προικισµένος νεαρός αρχαιολόγος, ο οποίος αποκαλύπτει µε αφοσίωση το παρελθόν της πόλης ως έναν τρόπο για να ξεφύγει από το δικό του, που φέρει ένα µυστικό για το οποίο ούτε καν οι στοργικοί γονείς του δε µιλούν... Και τότε, µε µια σειρά τυχαίων συναντήσεων, η Ρεβέκκα, ο Τζορτζ και ο Χένρυ βρίσκονται ξαφνικά στην ίδια τροχιά, οι ζωές τους γίνονται πιο χαρούµενες και φωτεινές, καθώς βουτούν ορµητικά σε ένα καλοκαίρι που θα τους καθορίσει για πάντα στα χρόνια που θα έρθουν...
"Βιβλίο - «Με λένε Βιβλίο και θα σου πω την ιστορία της ζωής μου...»" του John Agard
Για αιώνες έλεγα ιστορίες άλλων. Τώρα ήρθε η ώρα να πω τη δική μου. Την ιστορία των περιπετειών μου μέχρι να φτάσω σ’ αυτό το ράφι. Μου τσάκισαν τις σελίδες. Γέλασαν μαζί μου. Έκλαψαν μαζί μου. Μ’ απαγόρευσαν και μ’ έκαψαν. Μ’ έθαψαν στην έρημο. Είδα την ακμή και την πτώση πολιτισμών. Μα επέζησα. Και θα δεις, αγαπητέ αναγνώστη, ότι η ιστορία μου είναι όντως συναρπαστική.
"Η άλλοτε δυσχερής, άλλοτε γόνιμη συνάντηση ανάμεσα στον αρχαίο και στον σύγχρονο κόσμο αποτελεί, από πολλές απόψεις, τη βασική θεματική που συνδέει τα είκοσι τέσσερα δοκίμια της συλλογής αυτής, που με μεγάλη χαρά παρουσιάζω για πρώτη φορά στο αναγνωστικό κοινό της Ελλάδας, μιας χώρας της οποίας η κουλτούρα, τόσο η αρχαία όσο και η σύγχρονη, διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό το πώς γράφω και το πώς ζω. Ορισμένα από τα κείμενα του βιβλίου είναι, αναπόφευκτα, αφιερωμένα στον πολιτισμό της κλασικής Ελλάδας […] Πολλά όμως από τα «κλασικά» δοκίμια του βιβλίου εξετάζουν τους τρόπους με τους οποίους το παρόν, και ιδίως η αμερικανική ποπ κουλτούρα, αναμετράται, άλλοτε επιτυχώς, άλλοτε όχι, με την ελληνική κληρονομιά […] Σε άλλα «κλασικά» δοκίμια μελετώ το πώς ορισμένα κεντρικά θέματα των ελληνικών μύθων εξακολουθούν να διαμορφώνουν με τρόπους απροσδόκητους τη μαζική εμπειρία, από την εμμονή μας με τη δολοφονία του Κέννεντυ έως την άρνησή μας να ταφεί η σορός του βομβιστή της Βοστόνης. Αλλά ακόμα και πολλά από τα δοκίμια που δεν είναι εμφανώς «ελληνικά» προδίδουν, ενδεχομένως, μια ισόβια πνευματική ενασχόληση με την αρχαιοελληνική κουλτούρα και λογοτεχνία και την επιρροή τους επάνω μου". Από τον πρόλογο του συγγραφέα.
"Σκληρό να σκοντάφτεις σε πέτρες" της Λένιας Ζαφειροπούλου
Ένα ποίηµα για τους πρόσφυγες που καµιά ακτή δεν τους θέλει και για τον Ιπτάµενο Ολλανδό που δεν µπορεί να αράξει πουθενά. Τρεις σκέψεις πάνω στον προφήτη Τσέχωφ. Μία φαντασία πάνω στον Άµλετ. Ένα άλλο τέλος για το παραµύθι Χένσελ και Γκρέτελ. Μια σεστίνα για τον Ρήνο, την κοίτη του Ροµαντισµού. Μια ποιητική αναδροµή στην ιστορία της Γερµανίας. Πέντε έξι ανάποδες βιβλικές παραβολές. Ο άναρθρος µονόλογος ενός Ιώβ του καιρού µας. Και δύο συλλογισµοί για το σήµερα που µοιάζει όλο και περισσότερο µε πέµπτη πράξη σαιξπηρικού δράµατος.
Το δεύτερο βιβλίο της Λένιας Ζαφειροπούλου, µια σύνθεση από ποιήµατα, πεζά και θεατρικές µινιατούρες, είναι µια περιπειώδης, αγωνιώδης αλλά και ειρωνική βυθοµέτρηση της πλούσιας και δύσκολης ευρωπαϊκής ταυτότητας.
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου