Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:

Μελένικο, αρχές του εικοστού αιώνα. Ένας τόπος εξορίας, ξεχασμένος από θεούς και ανθρώπους, σε μια εποχή όπου Έλληνες, Βούλγαροι και Τούρκοι μάχονται άγρια μεταξύ τους. Ένας κομιτατζής, ένας καλόγερος κι ένας έμπορος από τη Βιέννη διεκδικούν την καρδιά της ίδιας γυναίκας. Είναι η Θεοφανώ, με τη βυζαντινή καταγωγή, σκληροτράχηλη και σαγηνευτική όπως ο τόπος που τη γέννησε. Άνθρωποι δυνατοί που μεγαλούργησαν και προσπαθούν να αντισταθούν στη μοίρα που άλλοι έχουν χαράξει για εκείνους. Μια μοίρα σημαδεμένη από το κόκκινο του κρασιού, του αίματος και της αμαρτίας. Κόκκινο της πορφύρας.
Ένα βιβλίο για έναν τόπο ανυπότακτο και μια αδάμαστη γενιά σε σκοτεινούς καιρούς. Με φόντο ιστορικά γεγονότα που έρχονται να μας θυμίσουν πως οι άνθρωποι γίνονται ήρωες παρά τη θέλησή τους.

Προσωπική άποψη:
Κάθε νέο βιβλίο της Σοφίας Βόικου είναι μια εμπειρία που σε σημαδεύει και μένει μέσα σου για πολύ καιρό. Κάθε φορά λέω πως δεν θα μπορέσω ν' αγαπήσω το νέο της βιβλίο περισσότερο από τα προηγούμενα και όμως, πάντοτε με διαψεύδει, ταξιδεύοντάς μας σε άλλους τόπους, άλλες εποχές, συστήνοντάς μας ανθρώπους, ήθη, έθιμα, ψιθυρίζοντάς μας ιστορίες και θρύλους μέσα στους οποίους κρύβονται σπουδαία μαθήματα ζωής, μα και ιστορίες που έχουν βαθιά τις ρίζες τους στην ίδια την Ιστορία του τόπου μας, αυτή που είτε δεν γνωρίζουμε τόσο καλά όσο θα έπρεπε, ή που τείνουμε να λησμονούμε, για πάρα πολλούς λόγους -χωρίς κανένας τους να είναι αρκετά ισχυρός ώστε να δικαιολογείται η απαξίωσή μας απέναντι στο παρελθόν μας και σε όλα αυτά που θα έπρεπε να μας διδάσκει, ακολουθώντας τα ως ευαγγέλιο στην πορεία της ζωής μας.

Το "Νυφικό από πορφύρα" ξεκινάει στη Θεσσαλονίκη του 1990, όπου η Βασιλική, ξυπνάει από ένα όνειρο που εξελίσσεται σαν σε άλλο χρόνο και τόπο, σε μια εποχή που εκείνη δεν γνωρίζει, όπως και με ανθρώπους που δεν γνωρίζει. Όμως τα λόγια μιας γυναίκας σε αυτό την ταράζουν και την ανησυχούν, σαν η κατάρα της ν' αφορά την ίδια, αν και δεν μπορεί να φανταστεί το πως και το γιατί, ωστόσο είναι πρόθυμη να το ανακαλύψει. Και μετά απ' αυτή τη μικρή εισαγωγή, μεταφερόμαστε στην Θράκη των αρχών του 20ου αιώνα και πιο συγκεκριμένα στο χωριό Μελένικο -απ' όπου λένε πως καταγόταν και ο Σπάρτακος. Μικρό σε έκταση, με λίγους κατοίκους, σε μια τοποθεσία σχεδόν έρημη, ξεχασμένο από Θεό και ανθρώπους, βρίσκεται εν μέσω αναταραχών και μιας μόνιμης διαμάχης ανάμεσα σε Έλληνες, Τούρκους και Βούλγαρους, με τον καθένα τους να διεκδικεί αυτό που θεωρεί πως του ανήκει.

Στο χωριό αυτό ζει και η Θεοφανώ, μια όμορφη κοπέλα με βυζαντινή καταγωγή, που τα ξανθά μαλλιά της και τα μπλε μάτια της την κάνουν να ξεχωρίζει στη μικρή της κοινότητα. Όσο γοητευτική και σαγηνευτική κι αν είναι, όμως, κάνοντας τις καρδιές πολλών αυτών να σκιρτάν για χάρη της, την ίδια στιγμή είναι σκληροτράχηλη, αγέρωχη, δυναμική, στοιχεία που την κάνουν να ξεχωρίζει ακόμα περισσότερο από την εξωτερική ομορφιά της. Κι εκεί που οι καρδιές των ανδρών καίγονται για χάρη της, η δική της καίει για τον Ανδρέα, για τον δάσκαλο του χωριού, αλλά η μοίρα της δεν θέλει να εκπληρώσει αυτό που λαχταράει η καρδιά της και της επιφυλάσσει μαι διαφορετική πορεία. Έναν γάμο δίχως έρωτα και μια ζωή γεμάτη μάχες και αγώνες ενάντια στην υποταγή, γιατί έτσι είναι καμωμένοι οι άνθρωποι του τόπου τούτου, αδάμαστοι, αρνητές στο να σκύψουν το κεφάλι, ακόμα και την τελευταία τους στιγμή.

Το Μελένικο, όσο μικρό είναι σε έκταση, τόσο μεγάλη Ιστορία έχει. Και πραγματικά, χαίρομαι πολύ που η κυρία Βόικου αποφάσισε να καταπιαστεί με αυτήν, όχι μόνο γιατί πολλοί άνθρωποι δεν την γνωρίζουν, αλλά γιατί μέσα απ' αυτήν αποδεικνύεται πως για να είναι κάποιος, ή κάτι, σημαντικός και σπουδαίος, δεν χρειάζεται να είναι μεγάλος και τρανός, αλλά να έχει ψυχή, σθένος, πάθος, εσωτερική δύναμη και ιδανικά για τα οποία ξέρει πως αξίζει να παλέψει μέχρι την τελευταία του ανάσα. Και μέσα στο πέρασμα του χρόνου, μπορεί να έμειναν ως ήρωες στα κιτάπια της Ιστορίας, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε κι εκείνους τους αφανείς, τους ανθρώπους που τα ονόματά τους μπορεί να μην γράφτηκαν με χρυσά γράμματα, αλλά που το κόκκινο του αίματός τους που χύθηκε στο χώμα το πότισε για πάντα, έμεινε εκεί ως σφραγίδα και υπογραφή του ηρωισμού του και αυτό δεν μπορεί κανείς να τους το στερήσει.

Η γραφή της κυρίας Βόικου είναι στιβαρή, γεμάτη ένταση και δυναμισμό, ενώ η ροή της αφήγησής της ρέει ασταμάτητα, παρασύροντάς μας σε ένα αναγνωστικό ταξίδι που δεν θέλεις να τελειώσει. Και μπορεί κάποιες στιγμές να σου ματώνει την καρδιά και να κάνει το στήθος σου να σφίγγεται, όμως η αλήθεια πίσω από τις λέξεις είναι που κάνουν το αίμα σου να κυλά ξέφρενα στις φλέβες σου, νιώθοντας την ίδια στιγμή λύπη, περηφάνια, συγκίνηση, όλα μαζί, ένα κράμα συναισθημάτων και σκέψεων που σε κυριεύει και δεν σε αφήνει ακόμα και όταν γυρίσεις την τελευταία σελίδα του βιβλίου. Οι περιγραφές της είναι ζωντανές, παραστατικές, τόσο που νιώθεις σαν να βρίσκεσαι πλάι στη Θεοφανώ και να γίνεσαι μάρτυρας της άγριας ομορφιάς του τόπου της, που όσες κακουχίες κι αν πέρασε, δεν έχασε στιγμή την αξιοπρέπειά, την περηφάνια και τη δύναμή του. Γιατί υπάρχουν κάποια πράγματα που δεν μπορεί ποτέ κανείς να στα στερήσει.

Πάνω από την ίδια την ιστορία, όμως, αυτό που σε κερδίζει στο βιβλίο αυτό δεν είναι άλλο από τους χαρακτήρες του. Και όχι μόνο τη Θεοφανώ, που είναι ο κεντρικός άξονας όλων και που με την επιβλητική της παρουσία και το θάρρος που επέδειξε απέναντι σε κάθε δυσκολία και αναποδιά στη ζωή της κατακτά μια θέση στην καρδιά σου, αλλά και όλοι οι άλλοι, ακόμα και οι πιο "κακοί" χαρακτήρες, γιατί καθένας από αυτούς έχει μια μικρή προσωπική ιστορία, αλλά και το δικό του δράμα που δεν εξυπηρετεί απλά την πλοκή, αλλά εξηγεί τον πυρήνα της ψυχοσύνθεσής του και του πως ο ίδιος λειτουργεί και πράττει. Ο Κομνηνός που προσπαθεί να κρατήσει ό,τι μπορεί απ' την περιουσία και την αξιοπρέπειά του, η Ευγενία μοιρασμένη ανάμεσα στο καθήκον της ως σύζυγος και μητέρα και στη φύση της ως γυναίκα, ο Λάζαρος που μάχεται με την ανθρώπινη αδύναμη φύση του, με το πνεύμα του να κερδίζει έναντι της σάρκας του, ο Πέτκο που τυφλώνεται από το πάθος και τη ζήλια του και αφήνεται στην αδύναμη φύση του, ο Νεόφυτος που παρά την ασχήμια του έχει μια ομορφιά ψυχής και ένα ήθος που δεν φαντάζεσαι.

Καθένας απ' αυτούς τους ανθρώπους συμβάλλει με μοναδικό τρόπο στην ιστορία αυτή, δείχνοντάς μας όλες τις πλευρές της ανθρώπινης φύσης, αλλά και το πως μπορούν αυτές να συμβάλλουν στα εκάστοτε δρώμενα. Και τα δρώμενα της συγκεκριμένης ιστορίας είναι καταιγιστικά, σπαρακτικά, γεμάτες έντονες στιγμές που σημαδεύουν μνήμες και συνειδήσεις. Η αφήγηση φτάνει μέχρι και τη 5η Αυγούστου του 1913, όπου με την υπογραφή της συνθήκης του Βουκουρεστίου, το Μελένικο κατοχυρώθηκε οριστικά στη Βουλγαρία, με αποτέλεσμα οι Έλληνες του χωριού να πρέπει να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα. Το τι συνέβη τότε ή το που κατέληξαν οι ήρωές μας, δεν θα σας το πω, αλλά θα σας αφήσω να το ανακαλύψετε μόνοι σας. Θα αρκεστώ στο ότι η αυλαία πέφτει εκεί όπου άνοιξε, στη Θεσσαλονίκη του 1990, με τη λύτρωση ν' αποκτά ιδιαίτερη έννοια και ν' αγγίζει την ψυχή μας κάνοντάς μας να δακρύσουμε.
Βαθμολογία 10/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Βόικου Σοφία
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Κατηγορία: Ελληνική Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2021
Αρ. σελίδων: 560
ISBN: 978-618-01-3781-1