Συνοπτική περίληψη του έργου:
Ο Maximus είναι ένας δυναμικός Ρωμαίος στρατηγός, αγαπητός όχι μόνο από τους στρατιώτες του αλλά κι απ’ τον ηλικιωμένο αυτοκράτορα Marcus Aurelius.
Λίγο πριν το θάνατό του, ο αυτοκράτορας επιλέγει τον Maximus ως κληρονόμο του και όχι τον ίδιο του το γιο, τον Commodus. Στην αναμέτρηση που ακολουθεί ο Maximus και η οικογένεια του καταδικάζονται σε θάνατο.
Ο δυναμικός στρατηγός δε μπορεί να σώσει την οικογένειά του κι ο ίδιος συλλαμβάνεται και οδηγείται στην αρένα των μονομάχων μέχρι το θάνατό του. Το μόνο πράγμα που επιθυμεί πλέον είναι να φτάσει στην κορυφή και να πάρει την εκδίκησή του.

Προσωπική άποψη:
Μια παραγωγή που σχολιάστηκε όσο λίγες. Υπήρξαν αυτοί που την λάτρεψαν και την έχουν δει ένα σωρό φορές κι αυτοί που την κατέκριναν ως μια ταινία που στα τεχνικά σημεία δεν έχασε πόντους αλλά χιλιόμετρα. Από ‘κει κι έπειτα έγκειται στη διάθεση του κάθε θεατή πως θέλει να την αντιμετωπίσει. Να λοιπόν πως την αντιμετώπισα εγώ.

Η ταινία περιστρέφεται γύρω από τον Maximus. Απ’ την ώρα που ξεκινάει η ταινία ξέρουμε ότι αν πεθάνει δεν θα είναι πριν το φινάλε. Περιστρεφόμενοι λοιπόν γύρω απ’ αυτό τον άξονα η μόνη μας αγωνία είναι για το πως θα επιβιώσει από την κάθε μάχη κι από την κάθε μονομαχία. Δεν είναι αντιήρωας, αλλά ένας ήρωας σοβαρός και θετικός που κερδίζει πέρα για πέρα τη συμπάθειά μας.

Ο Maximus πέραν της στρατιωτικής και πολεμικής του φύσης, είναι ένας άνθρωπος με βαθιά αισθήματα, πληγωμένος και χτυπημένος από μια σκληρή μοίρα. Αυτό τον κάνει να έχει μεταφυσικές ανησυχίες, να πιστεύει και να ονειρεύεται τη μεταθάνατον ζωή. Ένα μέρος γαλήνιο κι όμορφο που θα μπορεί να βρίσκεται για πάντα με την οικογένειά του. Οι σκηνές αυτές που ξεπροβάλλουν κάθε λίγο ανάμεσα στο αίμα και στη βία της αρένας είναι πραγματικά ξεχωριστές κι όμορφες κι αλλάζουν τη διάθεσή του θεατή. Χαρακτηριστική είναι άλλωστε η σκηνή με τα στάχυα που υιοθετήθηκε από ‘κείνη τη στιγμή και μετά σε πολλές επικές παραγωγές που ακολούθησαν.

Ο Ridley Scott είναι ένας έμπειρος μεν, ακαδημαϊκός δε σκηνοθέτης. Ξέρει να εντυπωσιάζει, ξέρει να δημιουργεί στυλιζαρισμένες σκηνές δράσης και να καθηλώνει τον θεατή. Αυτό όμως δεν το κάνει να ξεχωρίζει! Όσο καλά κι αν το κάνει, υπάρχουν τόσοι και τόσοι που κάνουν ακριβώς το ίδιο. Δεν έχει το στίγμα εκείνο που θα μπορούσε να κάνει τον θεατή να τον ξεχωρίσει βλέποντας μια ταινία χωρίς να ξέρει ότι είναι δικιά του. Θα αναρωτιέται ίσως κανείς αν αυτό είναι απαραίτητο. Όχι βέβαια, ούτε είναι, ούτε σε κάνει καλό ή κακό στη δουλειά σου, απλά σε κάνει να ξεχωρίζεις.

Για να μπορέσει ν’ αναβιώσει η εποχή, η αρχαία Ρώμη κι η αρένα των μονομάχων, χρειάστηκε να επιστρατευτεί πληθώρα ψηφιακών μέσων. Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό κι αν κι η ταινία χαρακτηρίστηκε ως αυτή με τα περισσότερα τεχνικά λάθη στην ιστορία του κινηματογράφου, το μάτι του μέσου θεατή είναι δύσκολο να τα συλλάβει. Περίτεχνα ρωμαϊκά κτίρια πήραν σάρκα κι οστά, σωστά μελετημένοι φωτισμοί έτσι ώστε να έχουμε τις σωστές ανακλάσεις και τις απαραίτητες δευτερογενείς σκιές που θα συμπλήρωναν έναν κόσμο μοχθηρίας και συνομωσιών. Εκεί είναι που εστίασαν οι περισσότεροι κι όχι στα φέι-βολάν που μοιράζονταν έξω από το Κολοσσαίο ή τα πανό υπεράσπισης του Maximus μέσα σ’ αυτό.

Το σενάριο της ταινίας μπορεί να είναι κάπως φλύαρο κι ορισμένοι διάλογοι να μην αντιστοιχούν στον τότε τρόπο σκέψης, αλλά σ’ έναν άλλο, πιο σύγχρονο, πιο αμερικάνικο, αλλά φαντάζομαι ότι αυτό είναι κάτι το αναμενόμενο. Όσοι πήγαν να το δουν πήγαν για να παρακολουθήσουν μια επική περιπέτεια κι όχι μια αυτού καθέ αυτού ιστορική αναπαράσταση. Αυτό άλλωστε θα ήταν αδύνατον αφού έχουμε να κάνουμε με μυθοπλασίες.

Πολύ όμορφη όμως είναι και η μουσική που ντύνει την ταινία. Ένα soundtrack επικό και βάρβαρο, γεμάτο λυρισμούς, χορωδίες και τύμπανα από τον Hans Zimmer που αν μην τι άλλο απέδειξε ότι ήξερε πολύ καλά τι έπρεπε να κάνει ώστε ο ήχος να συμβαδίζει με την εικόνα. Ταιριαστή και ραφιναρισμένη, πλασμένη ξεχωριστά για κάθε σκηνή.

Ο Russell Crowe μπορεί να μην είναι στο top της λίστας μου, δε μπορώ όμως να μην του αναγνωρίσω ότι έχει σταθερά καλές ερμηνείες. Ως Maximus κερδίσει τις εντυπώσεις. Το όλο στυλ του πάει κι η ερμηνεία του έχει συναισθηματικό βάθος, διαφορετικές αποχρώσεις κι εστιάζει σε σημαντικές λεπτομέρειες που καθορίζουν τον χαρακτήρα του. Ήταν όμως αυτό αρκετό για να κερδίσει το Oscar εκείνη τη χρονιά; Δε νομίζω, ειδικά όταν την προηγούμενη χρονιά του το είχαν στερήσει άδικα και την επόμενη θα μπορούσε να το πάρει επάξια με το “A Beautiful Mind” όπου ήταν συγκλονιστικός. Αλλά αυτή είναι μια κακή συνήθεια της Ακαδημίας!

Αυτός που ήταν συγκλονιστικός στο ρόλο του κι απέδειξε ίσως για πρώτη φορά το πηγαίο κι όχι όσο θα μπορούσε αξιοποιούμενο ταλέντο του ήταν ο Joaquin Phoenix. Μπορεί επί ιστορικής βάσης η προσωπικότητα του Commodus να μην πείθει, ερμηνευτικά όμως απ’ την μεριά του νεαρού πρωταγωνιστή, είναι μια ολοκληρωμένη, δοσμένη εις βάθος διεστραμμένη προσωπικότητα, που όσο κι αν γίνεται αντιπαθής θέλεις να την ερμηνεύσεις σε κάθε της πτυχή.

Μπορεί το “Gladiator” να μην διεκδικεί δάφνες ανάμεσα σε άλλες αντίστοιχες παραγωγές, αλλά είτε έτσι είτε αλλιώς, με τα όποια ψεγάδια της, παραμένει μια αξιόλογη επική ταινία περιπέτειας και δράσης. Δεν ξεφεύγει από τις σύγχρονες mainstream καταβολές, αλλά σίγουρα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα με εξαιρετικές ερμηνείες, τόσο από τους πρώτους, όσο κι από τους βοηθητικούς ρόλους.
Βαθμολογία 8/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Ο Μονομάχος
Είδος: Εποχής
Σκηνοθέτης: Ridley Scott
Πρωταγωνιστές: Russell Crowe, Joaquin Phoenix, Connie Nielsen, Oliver Reed, Richard Harris
Μουσική: Hans Zimmer
Παραγωγή: 2000
Διάρκεια: 153’

Επίσημο site:
http://www.gladiator-thefilm.com/