Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΤΑ ΙΔΙΑ
Η Ρέιτσελ παίρνει το ίδιο τρένο κάθε πρωί. Ξέρει ότι θα σταματήσει στον ίδιο σηματοδότη, την ίδια ώρα, και θα αντικρίσει τα ίδια σπίτια δίπλα στις ράγες. Αρχίζει, μάλιστα, να νιώθει οικεία με το ζευγάρι που ζει σ’ ένα από αυτά. «Τζες» και «Τζέισον» τους αποκαλεί. Η ζωή τους, στα δικά της μάτια, είναι τέλεια. Μακάρι να μπορούσε και η Ρέιτσελ να είναι τόσο ευτυχισμένη.
ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ
Και μια μέρα βλέπει κάτι που τη σοκάρει. Κρατάει μόλις μία στιγμή μέχρι να ξεκινήσει και πάλι το τρένο, αλλά είναι αρκετό. Κι αυτό αλλάζει τα πάντα. Τώρα η Ρέιτσελ έχει την ευκαιρία να γίνει μέρος της ζωής που παρακολουθούσε από μακριά. Τώρα ήρθε η ώρα να το καταλάβουν κι εκείνοι: είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα κορίτσι του τρένου…

Προσωπική άποψη:
Όταν "Το κορίτσι του τρένου" κυκλοφόρησε στην αγορά, οι περισσότεροι έσπευσαν να το συγκρίνουν και να βρουν κοινά σημεία με δύο άλλα πετυχημένη αστυνομικά, ψυχολογικά θρίλερ, "Το κορίτσι που εξαφανίστηκε" και το "Αμνησία", δύο βιβλία που έχουν εκδοθεί και στη χώρα μας, έχοντας κινηθεί πολύ καλά σε εμπορικό επίπεδο. Βέβαια, και όσον αφορά εμένα προσωπικά, τέτοιες συγκρίσεις ποτέ δεν μου άρεσαν και πάντα μου προκαλούν έναν κάποιον προβληματισμό και ίσως μια προκατάληψη, ειδικά αν έχω διαβάσει και αγαπήσει τα βιβλία με τα οποία προσπαθούν κάποιοι να δημιουργήσουν αυτού του είδους την ταύτιση. Τοποθετώντας μια τέτοια ταμπέλα σε ένα βιβλίο πιθανότατα να αποσκοπούμε στο να κάνουμε ένα είδος ψευδής διαφήμισης, και από την άλλη κινδυνεύουμε να πέσουμε στην παγίδα της σύγκρισης, με σύνηθες χαμένο το πιο φρέσκο σε κυκλοφορία βιβλίο. Σε ό,τι αφορά "Το κορίτσι του τρένου", η πραγματικότητα βρίσκεται μάλλον κάπου στη μέση.

Η Ρέιτσελ είναι μια γυναίκα που δεν μοιάζει με όλες τις άλλες. Έχοντας ένα διαζύγιο στην πλάτη της και μια ζωή που δεν την ικανοποιεί σε κανένα επίπεδο, το έχει ρίξει στο ποτό, ξεκινώντας μάλιστα να υποκύπτει στον εθισμό της πριν καλά-καλά επιστρέψει από τη δουλειά της στο σπίτι της. Κάθε μέρα παίρνει το ίδιο τρένο και περνώντας από το σημείο εκείνο που της θυμίζει το παρελθόν της, νοσταλγεί και αναπολεί. Κάθε μέρα βλέπει ένα ζευγάρι, αγαπημένο και μονοιασμένος, και έχει φτάσει μέχρι και στο σημείο να τους δώσει δικά της ονόματα, κάνοντάς τους μέρος της πραγματικότητάς της. Μέχρι που μια μέρα το σκηνικό αλλάζει. Η νεαρή γυναίκα είναι αγκαλιά με έναν άλλον άντρα, και ο κόσμος της Ρέιτσελ έρχεται τα πάνω-κάτω για ακόμα μία φορά. Και την επόμενη, η νεαρή αυτή γυναίκα έχει εξαφανιστεί και η Ρέιτσελ, που ποτέ δεν θυμάται τι κάνει όταν βρίσκεται στην κορύφωση του μεθυσιού της, φέρει σημάδια πάλης, αναζητώντας απαντήσεις και καταφεύγοντας για βοήθεια στον πρώην σύντροφό της, διαταράσσοντας την οικογενειακή του ηρεμία.

Τελικά, οι φήμες, ήταν πέρα για πέρα αληθείς. Πράγματι, σε πολλά σημεία, "Το κορίτσι του τρένου" θυμίζει τα βιβλία στα οποία βασίστηκε για να διαφημιστεί, κάτι που έχει θετικές και αρνητικές προεκτάσεις. Θα ξεκινήσω, λοιπόν, από τις αρνητικές. Το μεγάλο πρόβλημα του βιβλίου είναι η προβλεψιμότητά του, όπως ακριβώς και στο "Κορίτσι που εξαφανίστηκε", αλλά και στην "Αμνησία". Μπορεί η συγγραφέας να χτίζει περίτεχνο τρόπο την αφήγησή της, αφήνοντάς μας συνεχώς στην κόψη του ξυραφιού και πριν μας αποκαλυφθεί αυτό που πραγματικά θέλουμε να μάθουμε, και να μοιράζει παράλληλα τον αφηγηματικό χρόνο ανάμεσα σε τρία πρόσωπα, που κανένα από αυτά δεν είναι απολύτως αξιόπιστο ώστε να βασιστούμε στα λεγόμενά του, όμως δεν καταφέρνει τόσο καλά, όσο πιθανότατα θα ήθελε, να αποκρύψει τις μικρές εκείνες λεπτομέρειες που ίσως δεν θα μας οδηγούσαν σε ένα τόσο εύκολο συμπέρασμα, ή να δημιουργήσει μια διαφορετική, πρωτότυπη βάση που θα μας εκπλήξει στο τέλος.

Από 'κει και έπειτα, και αφήνοντας στην άκρη τα παραπάνω, οφείλουμε να παραδεχτούμε πως το βιβλίο είναι αρκούντως καλογραμμένο, και η εξελικτική πορεία της ιστορίας είναι στρωτή, νευρώδης και θετικά αγχωτική, κάνοντάς μας να θέλουμε να μάθουμε περισσότερα, παρά που κάνουμε διάφορες εικασίες. Το ψυχογραφικό προφίλ των χαρακτήρων της συγγραφέως είναι πολύ καλοδουλεμένο και φαίνεται πως το έχει μελετήσει σε βάθος, αποτυπώνοντάς το στο χαρτί με τρόπο ωμό και ρεαλιστικό, αλλά πηγαίο και αληθινό και κυρίως, ειλικρινές. Κανένας από τους τρεις πρωταγωνιστές δεν είναι εν γένει συμπαθής αλλά αντίθετα, σου προκαλεί μια φυσική αντιπάθεια, κυρίως εξαιτίας των αδυναμιών τους που δεν μπορούν να διαχειριστούν αλλά τους κυριεύουν. Και η Ρέιτσελ, που παραμένει το κεντρικό πρόσωπο, δεν είναι ηρωίδα, αλλά μια προβληματική αντιηρωίδα που με τον δικό της τρόπο σε κάνει να νιώθεις αντιπάθεια και συμπόνοια την ίδια στιγμή.

Η συγγραφέας δεν έχει πρόθεση μέσα από το βιβλίο αυτό να εστιάσει στο έγκλημα, αλλά στους ίδιους της τους ήρωες, οι φωνές των οποίων παλεύουν να ακουστούν και να εκφράσουν τις προσωπικές, εσωτερικές τους συγκρούσεις και ανασφάλειες. Η ουσία δεν βρίσκεται στο γιατί η Μέγκαν εξαφανίστηκε, αλλά τι συνέβη πριν και μετά την εξαφάνισή της, και πως αυτό επηρεάζει τις ζωές των άλλων, και πως αντανακλώνται οι δράσεις και οι αντιδράσεις μέσα από πράξεις, συμπεριφορές, σκέψεις και συναισθήματα. Επί της ουσίας, έχουμε να κάνουμε περισσότερο με ένα ψυχολογικό θρίλερ που δημιουργεί τερατώδες πορτρέτα των ανθρώπων του σήμερα, παρά με μια αστυνομική περιπέτεια που αναζητά λύση στο μυστήριο ενός ειδεχθούς εγκλήματος, αν υποθέσουμε πως αυτό έχει γίνει. Ναι, είναι προβλέψιμο και χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις αλλά στο τέλος, δεν θα πιάσετε τον εαυτό σας να έχει μετανιώσει που το διάβασε.
Βαθμολογία 8/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Paula Hawkins
Μεταφραστής: Αργυρίου Αναστάσιος
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2015
Αρ. σελίδων: 360
ISBN: 978-618-01-1023-4