Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Χειμώνας 1999.
Ένας ηλικιωμένος άντρας επιστρέφει οδηγώντας στο σπίτι του. Ο δρόμος είναι σκοτεινός και παγωμένος και φαίνεται να είναι ο μόνος που κυκλοφορεί αυτή την ώρα. Ξαφνικά οι προβολείς του αυτοκινήτου θα φωτίσουν κάτι σε μικρή απόσταση μπροστά και θα φρενάρει μανιασμένα. Μερικά εκατοστά από το καπό, βρίσκεται ένα νεαρό αγόρι παγωμένο και σε κατάσταση σοκ.
Φοράει κέρατα ελαφιού στο κεφάλι του.
Απρίλιος 2013. Μια μπαλαρίνα είκοσι ενός χρόνων βρίσκεται άγρια δολοφονημένη, να επιπλέει σε μια ορεινή λίμνη. Στο κοντινό δάσος, οι αστυνομικοί ανακαλύπτουν μια κάμερα σε τρίποδο, στραμμένη προς το σκηνικό του εγκλήματος. Ο φακός της κάμερας έχει χαραγμένο τον αριθμό 4.
Ο ντετέκτιβ Μουνκ θα προσφερθεί να αναλάβει την υπόθεση. Αντίθετα η Μία, κορυφαία ερευνήτρια και συνεργάτιδά του, έχοντας μόλις τελειώσει με την απεξάρτηση έχει έναν και μοναδικό σκοπό: να φροντίσει τον εαυτό της.
Ο δολοφόνος όμως φαίνεται να έχει άλλα σχέδια για εκείνη…
Καθώς τα θύματα αυξάνονται, το σκηνικό κάθε εγκλήματος είναι λίγο διαφορετικό από το προηγούμενο. Παρουσιάζουν όμως απίστευτες ομοιότητες με παλιές υποθέσεις της Μία.
Τα όρια της λογικής της θα δοκιμαστούν, όταν θα δει ένα γνώριμο πρόσωπο στο λεωφορείο. Είναι η αδελφή της η Σίγκρι. Μόνο που αυτό είναι αδύνατον. Έχει το πιστοποιητικό θανάτου που το αποδεικνύει…

Προσωπική άποψη:
Τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει, όσον αφορά τον χώρο της αστυνομικής λογοτεχνίας, μία πιο μακάβρια αισθητική και διάθεση, με όλο και περισσότερους εκπροσώπους του είδους να κάνουν ανά τακτά διαστήματα την εμφάνισή τους. Νομίζω, όμως, πως μπορούμε να πούμε με σιγουριά, πως οι εκδόσεις Διόπτρα ήταν οι πρωτοπόροι της υποστήριξης της τάσης αυτής στη χώρα μας, τουλάχιστον σε τόσο μαζικό επίπεδο. Δεν είναι ούτε ένας ούτε δύο οι συγγραφείς που ανήκουν στη σχολή αυτή, που έχουν φέρει στη χώρα μας, ενώ μπορούμε να πούμε με τα βεβαιότητας πως ο ένας είναι καλύτερος από τον άλλον και πως δύσκολα μπορούμε να πούμε ποιος προτιμάμε λίγο περισσότερο, ή ποιος έχει τις πιο τρομαχτικές και ανατριχιαστικές ιστορίες να αφηγηθεί. Ωστόσο, αναμφίβολα, ο Samuel Bjork ανήκει σε αυτούς.

Στην τρίτη περιπέτεια των Χόλγκερ Μουνκ και Μία Κρούγκερ, ο Bjork δείχνει το καλύτερό του πρόσωπο, παρουσιάζοντάς μας μία ιστορία που "παντρεύει" το παρελθόν με το παρόν, οδηγώντας σε ένα αμφίβολο μέλλον, εμπλέκοντας πολλά περισσότερα απ' όσα αρχικά θα μπορούσε να υποθέσει κανείς πως θα μπορούσαν να συνδέονται σε μία και μόνο υπόθεση. Ένα νεαρό αγόρι που βρέθηκε παγωμένο και σοκαρισμένο στα βουνά μία κρύα νύχτα του 1999, φορώντας κέρατα ελαφιού στο κεφάλι του. Μία μπαλαρίνα είκοσι ενός ετών που βρίσκεται δολοφονημένη, με το σώμα της να επιπλέει σε μια ορεινή λίμνη. Μία κάμερα που μοιάζει να έχει τοποθετηθεί έτσι ώστε να καταγράφει το αποτρόπαιο έγκλημα. Ένας ντετέκτιβ που καλείται να βρει τη λύση σε ένα μυστήριο που φαντάζει δυσεπίλυτο. Μία γυναίκα που ακροβατεί ανάμεσα στο καθήκον και στην προσπάθειά της να ξανασταθεί στα πόδια της, παίρνοντας και πάλι τη ζωή της στα χέρια της. Μία γυναίκα που θα έπρεπε να είναι νεκρή και, όμως, ίσως τελικά να μην είναι.

Έχω την αίσθηση πως το συγκεκριμένο μυθιστόρημα του Bjork είναι λίγο μικρότερο σε σχέση με τα δύο προηγούμενα της σειράς, πράγμα που βοήθησε στο να είναι πιο σφιχτοδεμένη η πλοκή, στην αποφυγή περιττών επαναλήψεων και κατ' επέκτασιν στη διατήρηση της έντασης και της αγωνίας, που όσο πλησιάζουμε προς το τέλος, όλο και περισσότερο κλιμακώνεται. Η πλοκή εξελίσσεται με γρήγορους, σχεδόν κινηματογραφικούς ρυθμούς, δεν χάνει ούτε για μια στιγμή το νεύρο και τη δυναμική της, ενώ διαθέτει μια νουάρ αισθητική που δεν διστάζει, όμως, την ίδια στιγμή, να συμπεριλάβει σε αυτήν πιο γκροτέσκα στοιχεία, αξιοποιώντας τα θετικά και των δύο στον μέγιστο βαθμό, δημιουργώντας, εν τέλει, ένα κράμα μοναδικό και ιδιαίτερο που φέρει την σφραγίδα του Bjork και που μπορεί κανείς να την ξεχωρίσει ανάμεσα σε δεκάδες άλλες. 

Κάτι ακόμα που πρέπει να αναγνωρίσουμε στον Bjork είναι το πόσο καλά "παίζει" με τους χαρακτήρες του. Μέσα στα χρόνια, είναι φυσικό επόμενο να τους έχει εξελίξει και να τους έχει οδηγήσει ένα βήμα παραπέρα, ωστόσο, εκείνος μοιάζει να θέλει να εμβαθύνει όλο και περισσότερο στην ψυχή, στην καρδιά, στο μυαλό και συνείδησή τους, προχωρώντας σε μία εκ βαθέων ενδοσκόπηση του φανερού μα και του κρυφού εαυτού τους. Γιατί, όλοι οι άνθρωποι, διαθέτουμε δύο πλευρές. Μία απ' αυτές είναι πιο δυνατή και φωτεινή, ενώ η άλλη είναι πιο σκοτεινή κι επιρρεπής στα πάθη της. Πάνω ακριβώς σε αυτήν την ιδέα, σε αυτή τη φιλοσοφία, ο Bjork δομεί και αναπτύσσει τους χαρακτήρες του και στις προσωπικές του ιστορίες, με το δράμα που πηγάζει από αυτές να έχει άμεση σχέση και αλληλεπίδραση με το σύνολο της ιστορίας που αφηγείται σε εμάς. Και αυτό είναι κάτι που δεν αφορά μόνο τους πρωταγωνιστές, αλλά και τους δεύτερους χαρακτήρες, όπου κανένας τους δεν είναι περιττός παρά στρατηγικά τοποθετημένος εκεί που πρέπει ώστε να αποδώσει με τον ιδανικό τρόπο.

Αυτό είναι το τρίτο βιβλίο της σειράς, όπως προανέφερα, και βρισκόμαστε ακριβώς στη μέση αυτής, δεδομένου ότι ο συγγραφέας έχει δηλώσει πως σκοπεύει να την τερματίσει μόλις φτάσει στο έκτο βιβλίο. Αυτό σημαίνει πως έχουμε ακόμα πολλά να δούμε από τον Bjork και αν λάβουμε υπόψιν μας πως σε κάθε νέο βιβλίο του ανεβάζει τον πήχη όλο και περισσότερο, σίγουρα μπορούμε να περιμένουμε αριστουργηματικά πράγματα από εκείνον. Άλλωστε, το όνομά του ήδη βρίσκεται υψηλά στις λίστες των αγαπημένων Σκανδιναβών συγγραφέων, οπότε το μόνο που έχει να κάνει είναι να υπερασπιστεί τη φήμη του και γιατί όχι, να την ενισχύσει. Και με πρωταγωνιστές τον Μουνκ και τη Μία, το ψυχογράφημα της οποίας έφτασε σε άλλο επίπεδο και που το λατρέψαμε περισσότερο από κάθε τι άλλο στο βιβλίο αυτό, νομίζω πως μπορεί να το πετύχει και προσωπικά αναμένω και ανυπομονώ για τη στιγμή αυτή.
Βαθμολογία 9/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Samuel Bjork
Μεταφραστής: Παπαγρηγοράκη Δέσποινα
Εκδόσεις: Διόπτρα
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2019
Αρ. σελίδων: 512
ISBN: 978-960-605-715-1