Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:

Όταν η Λούσυ εξασφαλίζει μια θέση στο πανεπιστήμιο, πιστεύει ότι το Λονδίνο, αυτή η ολοζώντανη μητρόπολη με τα μπαράκια και τα φώτα νέον που καταυγάζουν τον Τάμεση τη νύχτα, θα ξεκλειδώσει το μέλλον της. Έχει μεγαλώσει σ’ έναν εντελώς διαφορετικό, όπως νομίζει, κόσμο, αυτόν της εργατικής τάξης στην επαρχιακή πόλη του Σάντερλαντ, με οικογενειακές ιστορίες για Ιρλανδούς μετανάστες, ξενώνες φιλοξενίας εργατών, ερειπωμένα παγοδρόμια κι ένα δαχτυλίδι αρραβώνων σε κάποια ψαραγορά. Όμως αυτή η νέα ζωή θα αποδειχτεί πολύ πιο σαρωτική από ό,τι περίμενε.
Ενώ αναγκάζεται να κάνει πολύωρες βάρδιες για να τα βγάλει πέρα και πηγαινοέρχεται σε ξέφρενα πάρτι από αποθήκες του ανατολικού Λονδίνου σε επαύλεις του Σάουθ Κένσινγκτον, εξακολουθεί να νιώθει σαν ξένο σώμα ανάμεσα στους συμφοιτητές της...
Λυρικό και ρηξικέλευθο, το Θαλασσινό νερό διερευνά την πολυπλοκότητα της σχέσης μητέρας και κόρης, τη μετατόπιση της ταξικής ταυτότητας και τις προκλήσεις της, και τον τρόπο με τον οποίο τα ισχυρότερα αισθήματα αγάπης μπορεί να είναι και τα πιο δύσκολα να ορίσουμε.

Προσωπική άποψη:
Το "Θαλασσινό νερό" είναι πρώτο βιβλίο της Jessica Andrews, η οποία κατάφερε να κάνει μια πολύ δυναμική είσοδο στον χώρο της σύγχρονης λογοτεχνίας, εξιστορώντας μια ιστορία του σήμερα, που όλοι μας έχουμε βιώσει λίγο πολύ, "ταξιδεύοντάς" μας μέσω μιας μετάβασης που ποτέ δεν είναι εύκολη, σε μια ενηλικίωση που μπορεί ν' απαιτεί από εμάς, κάποιες φορές, περισσότερα, όχι απ' όσα μπορούμε να δώσουμε, αλλά απ' όσα είμαστε προετοιμασμένοι να προσφέρουμε. Γιατί, όταν κάνουμε τα πρώτα μας βήματα στην ενήλικη ζωή, μπορεί να νομίζουμε πως ξέρουμε τι μας περιμένει, πως είμαστε προετοιμασμένοι για όλα όσα θα έρθουν στον δρόμο μας, όμως στην πραγματικότητα κανείς και τίποτα δεν μας έχει προετοιμάσει για όσα πράγματι έχει σκοπό η ζωή να μας φέρει.

Η Λούσυ είναι μια νεαρή κοπέλα όπως τόσες και τόσες άλλες. Έχει όνειρο να κερδίσει μια θέση στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου και να φύγει μακριά από τη μικρή Ιρλανδική πόλη στην οποία μεγάλωσε, στην οποία ένιωθε να μην έχει ζωή και πως οι δυνατότητες και οι επιλογές της ήταν περιορισμένες. Πράγματι, τα καταφέρνει, και μετακομίζει στη μεγαλούπολη, όμως η καθημερινότητάς της αποδεικνύεται πολύ διαφορετική απ' ό,τι περίμενε και πολύ πιο δύσκολη ως προς το πως να την διαχειριστεί. Οι μέρες της είναι τόσο γεμάτες που δεν προλαβαίνει να πάρει ανάσα, από το πανεπιστήμιο στη δουλειά της κι από εκεί σε ξέφρενα πάρτι, χωρίς, όμως, να νιώθει πως μπορεί να ενσωματωθεί σε αυτό το νέο περιβάλλον και ν' ακολουθήσει τους ρυθμούς του όσο κι αν το προσπαθήσει. Πολύ απλά, δεν ταιριάζει εκεί και τα πάντα είναι τόσο σαρωτικά που την παρασέρνουν και δεν μπορεί ν' αναπνεύσει.

Κάπως έτσι, η Λούσυ παίρνει την απόφαση να επιστρέψει στον πατρικό της τόπο και πιο συγκεκριμένα στην αγροικία του παππού της. Εκεί είναι που αρχίζει να κάνει μια αναδρομή στο παρελθόν της, σε όλα εκείνα τα σημαντικά γεγονότα που καθόρισαν τον ερχομό της στον κόσμο και την πορεία της μέσα σε αυτόν, με την ίδια να καλείται να ωριμάσει πραγματικά και ουσιαστικά, κάνοντας μια ενδοσκόπηση που θα την βοηθήσει να κατανοήσει το ποια είναι, το τι θέλει απ' τη ζωή της και τι χρειάζεται να κάνει προκειμένου να πετύχει τους στόχους εκείνους που θα την κάνουν πράγματι ευτυχισμένη και θα την ολοκληρώσουν, όχι γιατί αυτοί θα έπρεπε να ήταν οι αναμενόμενοι, αλλά γιατί είναι εκείνοι που μπορούν να την κάνουν να μαζέψει τα σπασμένα της κομμάτια, να τα βάλει σε μια σειρά και τελικά να τα ενώσει, έτσι ώστε να είναι ολοκληρωμένη μέσα της και όχι ημιτελής.

Το βιβλίο είναι γραμμένο σε μικρά κεφάλαια με έντονη πρόζα κι αρκετές δόσεις λυρισμού, προσδίδοντας με τον τρόπο αυτό, σε ένα πολύ σύγχρονο και μοντέρνο κείμενο, μια νότα ταξιδιάρικη κι αέρινη, που της επιτρέπεται να μας παρασύρει μαζί της, σε ένα "ταξίδι" που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο είναι οικείο σε καθέναν από εμάς. Όλοι μας έχουμε βρεθεί σε κομβικά σταυροδρόμια της ζωής μας και έχουμε κληθεί να πάρουμε αποφάσεις που ίσως να μην ήμασταν έτοιμοι, ούτε αρκετά ώριμοι για να τις πάρουμε, κι όμως δεν υπήρχε κανένας τρόπος διαφυγής απ' όλο αυτό. Ως εκ τούτου, το να δεθούμε με τη Λούσυ είναι εξαιρετικά απλό και συμβαίνει εύκολα κι αβίαστα, γιατί μας ξυπνάει μνήμες ενός εαυτού μας που έχει κρυφτεί καλά μέσα στις σκιές των αναμνήσεών μας -και για τους μεγαλύτερους, μας κάνει να την βλέπουμε όπως τα παιδιά μας, που δεν χρειάζονται κήρυγμα τις περισσότερες φορές, αλλά χρόνο για να τα βρουν με τον εαυτό τους, με το μέσα τους, για να κατανοήσουν τα θέλω και τα μπορώ τους.

Η ζωή της Λούσυ δεν ήταν εύκολη, δεν ήταν όμως και η χειρότερη που θα μπορούσε να έχει, και η συγγραφέας εστιάζει στα σημαντικότερα γεγονότα αυτής, ώστε να κάνει την ίδια να καταλάβει και μέσα από τη δική της συνειδητοποίηση των πραγμάτων, να καταλάβουμε κι εμείς. Οι οικονομικές δυσκολίες που πέρασε η οικογένεια, ο αλκοολισμός του πατέρα της, η γέννηση του αδερφού της, τα δικά της χρόνια της εφηβείας και η επανάστασή της, η περίπλοκη και ιδιαίτερη σχέση με τη μητέρα της, είναι ορισμένα από τα θέματα που μπαίνουν στο μικροσκόπιο, με τη συγγραφέα να κάνει αναδρομές στο παρελθόν, όχι με χρονολογική σειρά, αλλά σύμφωνα με τα εκάστοτε ερεθίσματα, χωρίς, ωστόσο, να μας προκαλεί αναγνωστική σύγχυση. Ίσως γιατί η ουσία δεν βρίσκεται στο να έχουμε ένα αφηγηματικό χρονικό, αλλά μια "εξομολόγηση" και μια διερεύνηση του κόσμου μιας νεαρής κοπέλας που μεταμορφώνεται σιγά σιγά σε γυναίκα και καλείται να βρει τη θέση της στον κόσμο και να ενηλικιωθεί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Βαθμολογία 9/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Jessica Andrews
Μεταφραστής: Παπακωνσταντοπούλου Ουρανία
Εκδόσεις: Πατάκης
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2022
Αρ. σελίδων: 360
ISBN: 978-960-16-9003-2