"Τσικ του τσικ με τον Διάβολο" της Χαβανίδου-Παπανδρέου

Ποια είναι η Σόφη, που μεταμορφώνεται και σε Σοφάκι και σε… σοφάρα;
Ποιοι είναι οι διάβολοι που την κυνηγάνε;
Η Μαίρη Χαβανίδου – Παπανδρέου, όταν αφήνει τα πινέλα, τους καμβάδες και τα χρώματα, καταπιάνεται με τη συγγραφή. Αποτέλεσμα μία μεγάλης δημιουργικής έκρηξης ήταν το μυθιστόρημα «Τσικ του τσικ με τον Διάβολο», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λυκόφως.
Η συγγραφέας αφηγείται τη ζωή της Σόφης, μιας πενηντάρας νοικοκυράς, με στιλ ιδιαίτερο, ενίοτε λογοτεχνικά απρεπές ή εκτός συνηθισμένης φόρμας. Αυτή είναι η λογοτεχνική της ιδιαιτερότητα, που κορυφώνεται με τους διαλόγους, οι οποίοι διακρίνονται για την κινηματογραφική τους αμεσότητα.
Ένα μυθιστόρημα, σαν ποίημα, που παρακολουθεί τις πάντα γρήγορες ανάσες της Σόφης, κάθε στιγμή που αναμετράται με τους διαβόλους της. Ένα μυθιστόρημα, σαν σκωπτικό παρατράγουδο, που πότε άμεσα πότε έμμεσα, μια κι έχει ιδιαίτερο ρυθμό, ανατέλλει, εξελίσσεται, δύει στα διαβολεμένα κουπλέ μιας αυγουστιάτικης γενέθλιας μέρας. Στη στραφταλιστή φεγγαριά τ’ ουρανού, στη στροφή της παράνοιας του ανεκπλήρωτου παράνομου έρωτα, απειλεί την ανάσα.
Την ανάσα της Σόφης που αφήνει πνοές σε κλεφτρόνια ζωής. Στους διαβόλους της κοινής λογικής. Σε ανέραστους πόθους τής καθωσπρέπει ηθικής. Στης δειλίας τον τρίκερο... που τσιράκι του χρόνου χαριεντίζεται άσκεφτα με τη φτήνια του πόνου… βγάζει κραυγή.
Κορυφώνεται πρόστυχα στα παμπόνηρα μάτια της νέκρας, μιας και μοναχά σ’ αυτήν την ξετσίπωτη υψώνουν φωνή κι αυτοί οι δειλοί εραστές της διαολοτύχης της…