Συνοπτική περίληψη του έργου:
Στην Όπερα του Παρισιού ψιθυρίζονται ιστορίες για το Φάντασμα της Όπερας, το οποίο τρομοκρατεί τους διευθυντές της Όπερας αποσπώντας μεγάλα ποσά και το καλύτερο θεωρείο.
Εκεί ζει υπό την κηδεμονία της Madame Giry η Christine, ένα κορίτσι που έμεινε ορφανό σε παιδική ηλικία και εργάζεται ως χορεύτρια ενώ παράλληλα δέχεται μαθήματα φωνητικής από τον “Άγγελο της Μουσικής” όπως τον αποκαλεί.
Με τη βοήθειά του, γίνεται το νέο αστέρι της Όπερας. Τα πάντα όμως θ’ αλλάξουν όταν ερωτευτεί τον Raul, κάτι που θα προκαλέσει την οργή του Αγγέλου της, πίσω απ’ τον οποίο δεν κρύβεται άλλος από το Φάντασμα.

Προσωπική άποψη:
Ο Joel Schumacher εδώ και χρόνια ονειρευόταν μαζί με τον Webber να γυρίσουν “Το Φάντασμα Της Όπερας” μέσω της δικής τους οπτικής ματιάς. Το διαζύγιο όμως του Webber (η γυναίκα του κρατούσε το ρόλο της Christine στη θεατρική παράσταση) τον τράβηξε πίσω κι αυτό το όνειρο έμεινε απλά μια σκέψη για πολλά χρόνια, μέχρι το 2004. Τότε ήταν που αποφάσισαν να μεταφέρουν στη μεγάλη οθόνη το φάντασμα, έτσι όπως ο Webber διασκεύασε και μετέφερε στο θεατρικό σανίδι.

Σε ότι έχει να κάνει σχέση με το σενάριο, το μεγαλύτερο μέρος της υπόθεσης εστιάζει στο αισθηματικό κομμάτι. Όχι πως στο βιβλίο ή στην θεατρική παράσταση δεν καταλαμβάνει μεγάλο μέρος, όμως το σκοτεινό και συνάμα γοτθικό κομμάτι έχει υποβαθμιστεί, λαμβάνοντας δε υπ’ όψιν μας πως η κινηματογράφηση από μόνη της αφήνει περιθώρια ανάπτυξης που όμως δεν αξιοποιήθηκαν σωστά. Στο μυθιστόρημα του Leroux ο τρόμος κι ο αισθησιασμός έχουν τον πρώτο ρόλο. Εδώ αφήνονται σε δεύτερη μοίρα και το σκοτεινό αυτό παραμύθι κάπου χάνει την αξία του.

Ήταν άραγε ο Schumacher η καλύτερη επιλογή; Η σκηνοθεσία του μοιάζει εγκλωβισμένη, παγιδευμένη στη θεατρική προσέγγιση του Webber. Δεν θυμίζει ταινία για τον κινηματογράφο, αλλά φιλμαρισμένη θεατρική παράσταση. Κατά συνέπεια, τόσο τα σκηνικά, όσο και οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές δεν έχουν τον απαραίτητο χώρο ν’ αναπνεύσουν. Η κάμερα μοιάζει στατική, ενώ η λυρική ενσωμάτωση σαν κάπου να σκαλώνει. Πρέπει ωστόσο να ομολογήσω πως οι σκηνές στην κατακόμβα του φαντάσματος, στο νεκροταφείο και της μασκαρέτας έχουν υψηλή αισθητική.

Πόντους στην ταινία βέβαια η δίνει η, υψηλής ποιότητας, σκηνογραφία. Το γοτθικό στυλ της όπερας του Παρισιού αποδίδεται αρκετά ρεαλιστικά και το σκοτεινό αυτό αισθησιακό παραμύθι πείθει ως προς τον χρόνο και τον τόπο. Ενδιαφέρον έχει και ο φωτισμός της ταινίας που προσδίδει ρομαντισμό κι ερωτισμό, ενώ αδιάφορα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν τα κοστούμια.

Η μουσική αξία της ταινίας είναι αδιαμφισβήτητη. Ποιος έχει ακούσει τις μελωδίες της και δεν έχει μαγευτεί; Φαντάζομαι κανείς! Ο Webber είναι μεγάλος και ιδιοφυής συνθέτης κι αυτό δε μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς. Για λόγους μεταμοντερνισμού βέβαια η ενορχήστρωση διαφοροποιείται κάπως σε σχέση μ’ αυτήν του 1986, κάτι που ίσως ξένισε κάποιους. Οι ενορχηστρώσεις είναι πιο πομπώδεις, πιο επιβλητικές, με μεγαλύτερη δυναμική. Κάτι τέτοιο στο θεατρικό σανίδι μπορεί να μην ήταν ωραίο, κινηματογραφικά όμως δεν ενοχλεί. Το “Journey To The Cemetery” απλό και μελαγχολικό, καταφέρνει να ταξιδέψει και να συγκινήσει. Το “Don Juan” είναι ένα απ’ τα κομμάτια που λατρεύω και το δίχως άλλο, συμβάλει στην πιο αισθησιακή σκηνή της ταινίας. Για τα ομότιτλα με την ταινία κομμάτια δεν γίνεται λόγος γιατί είναι απλά μοναδικά, ενώ αρκετά όμορφα είναι και τα νέα κομμάτια που συνέθεσε ο Webber για τις ανάγκες των σκηνών δράσης.

Πολλοί ήταν εκείνοι που προσπάθησαν να πείσουν τον Webber να χρησιμοποιήσει τους αρχικούς πρωταγωνιστές της θεατρικής παράστασης. Ποιος άλλωστε είχε απολαύσει την ερμηνεία του Crawford στο ρόλο του φαντάσματος και δεν είχε εκστασιαστεί; Όμως ο δημιουργός θεώρησε πως τα χρόνια είχαν πλέον περάσει κι ένα μεσόκοπο ζευγάρι δεν θα συγκινούσε. Δεν είχε κι άδικο, όσο κι αν εκτιμώ το ταλέντο των παλαιότερων πρωταγωνιστών. Ξεκίνησε λοιπόν έναν αγώνα δρόμου ώστε να βρει αυτό που έψαχνε. Νεαρό cast, όχι καμένα χαρτιά, με μια διάθεση διαφορετικής προσέγγισης, πιο ροκ και λιγότερο οπερετική.

Στο ρόλο του φαντάσματος είδαμε λοιπόν τον Gerard Butler. Τότε ήταν που τον πρωτοείδα κι αναρωτήθηκα που κόλλησε η Christine και δε μπορούσε ν’ αποφασίσει ανάμεσα στον θεό (έστω και με την καούκα στη μούρη) και στο φλώρο. Φωνητικά μπορεί να μην απέδωσε τα μέγιστα, δε νομίζω πως το περίμενε άλλωστε κανείς, αλλά ερμηνευτικά, όσο κι αν κάποιοι τον θεώρησαν υπερβολικό, προσωπικά μου άρεσε και τον βρήκα πολύ εκφραστικό και δυναμικό. Βέβαια η συμπάθειά μου στο πρόσωπό του είναι πλέον γνωστή, οπότε δεν ξέρω κατά πόσο είμαι αντικειμενική. Οι θεατράλε πάντως ρόλοι του πηγαίνουν πολύ!

Στην αντίπερα όχθη βρίσκεται ο Patrick Wilson, που είναι τόσο αρρενωπός όσο ο γάτος μου. Τι θέλω να πω μ’ αυτό; Ότι παρά την καλή ερμηνευτική του ικανότητα, δε μπορεί σε καμία περίπτωση να πείσει ως Raul. Το παλικάρι νιώθει άβολα μπροστά στην κάμερα, αλλά εν μέρει είναι λογικό απ’ τη στιγμή που δεν είναι ηθοποιός.

Όσο για τη μικρή μας Emmy Rossum, μπορεί να είναι μια πάρα πολύ καλή σοπράνο, αλλά ως νεαρή που βρίσκεται ανάμεσα στον αγνό έρωτα και τον ερωτικό της πόθο που την εξουσιάζει, δεν θα με έπειθε με το χαμένο ύφος της ούτε στον ύπνο μου. Ο ρόλος της θα έπρεπε να είναι γεμάτος πάθος, διλήμματα και σαγήνη παρά την αθωότητά της. Αυτά δεν τα είδα ποτέ!

Η πραγματική μαγεία της κλασσικής λογοτεχνίας είναι ότι όσα χρόνια κι αν περάσουν δεν ξεφτίζει ποτέ η ομορφιά της! Της ταινίας όμως αυτής θα ξεφτίσει! Παρά τη σκηνοθετική ασφυξία και την αμηχανία μεταξύ των πρωταγωνιστών, δε μπορεί να περάσει απαρατήρητη η ενδιαφέρουσα σκηνογραφία κι ο ερωτισμός που αποπνέει. Δεν είναι όμως αρκετό! Ούτε η μαγευτική μουσική του Webber αρκεί για να κρατήσει τη σκοτεινή, αισθησιακή και συνάμα τρομακτική διάθεση. Αν δεν είχε βασιστεί τόσο πολύ στην θεατρική παράσταση, η ταινία θ’ ανέπνεε καλύτερα και θα μπορούσε ν’ αναπτυχθεί περισσότερο. Αν δεν είσαστε φίλοι των blockbusters θα σας πρότεινα κάτι παλαιότερης κυκλοφορίας (βλ. 1989).
Βαθμολογία 7,5/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Το Φάντασμα Της Όπερας
Είδος: Μιούζικαλ
Σκηνοθέτης: Joel Schumacher
Πρωταγωνιστές: Gerard Butler, Emmy Rossum, Patrick Wilson, Miranda Richardson, Minnie Driver, Simon Callow, Ciarán Hinds, Jennifer Ellison
Μουσική: Andrew Lloyd-Webber
Παραγωγή: 2004
Διάρκεια: 143’

Επίσημο site:
http://phantomthemovie.warnerbros.com/

Σχετικά sites που αξίζουν τον κόπο:
http://www.thephantomoftheopera.com/poto/home.php
http://en.wikipedia.org/wiki/The_Phantom_of_the_Opera