Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Ένα πανέξυπνο μυθιστόρημα που ισορροπεί ανάμεσα στη σάτιρα και την τρυφερότητα.
Ο Άρθουρ Άλτερ, κακοπληρωμένος καθηγητής σε ένα πανεπιστήμιο του Μιζούρι, βρίσκεται σε αδιέξοδο. Δυσκολεύεται να αποπληρώσει το δάνειο του σπιτιού του και τα παιδιά του έχουν διακόψει κάθε επαφή μαζί του. Σκέφτεται τη μικρή περιουσία, για την οποία δεν είχε ιδέα, που η γυναίκα του κληροδότησε απευθείας στα παιδιά τους όταν πέθανε.
Ο γιος του, ο Ίθαν, αντικοινωνικός και αγχώδης, κλεισμένος σε ένα διαμέρισμα στο Μπρούκλιν, ζει χάρη στα χρήματα της μητέρας του. Η κόρη του, η Μάγκι, είναι ακτιβίστρια που συμπαραστέκεται στους κατατρεγμένους και βασανίζει τον εαυτό της ζώντας σε μια αυτοεπιβεβλημένη φτώχεια. Καθώς κοντεύει πια να χάσει το σπίτι του, ο Άρθουρ καλεί τα παιδιά του στο Σεντ Λούις με το πρόσχημα της συμφιλίωσης. Στην πορεία, ωστόσο, ανοίγει άθελά του το κουτί της Πανδώρας, γεμάτο συσσωρευμένες πικρίες και σκονισμένες αναμνήσεις. Η καθηλωτική ιστορία μιας οικογένειας, με τη διεισδυτικότητα και το σκοτεινό χιούμορ ενός λαμπρού, νέου συγγραφέα.

Προσωπική άποψη:
Βλέπεις ένα βιβλίο με τόσο χαρούμενο εξώφυλλο και σκέφτεσαι πως δεν μπορεί, θα είναι χαρούμενο και αισιόδοξο. Μετά το παίρνεις στα χέρια σου και διαβάζεις την περίληψή του και οι προσδοκίες σου μειώνονται δραματικά. Και τελικά, αποφασίζεις να το διαβάσεις και όσο οι σελίδες περνάνε, συνειδητοποιείς πως η πραγματικότητα βρίσκεται κάπου στη μέση, ισορροπώντας πάνω σε μια λεπτή γραμμή, σαν τεντωμένο σκοινί, που χωρίζει την ευτυχία από τη δυστυχία, την εμπάθεια από την συγχώρεση, τον εγωισμό από τον αλτρουισμό. Αλλά κάπως έτσι δεν λειτουργεί η ζωή; Κάπως έτσι δεν είναι και οι άνθρωποι, μοιρασμένοι ανάμεσα στις δύο πτυχές του εαυτού τους, που παλεύουν για το ποια θα υπερισχύσει στο τέλος;

Η ιστορία αυτή, είναι μια οικογενειακή ιστορία! Είναι η ιστορία του Άρθουρ Άλτερ και των παιδιών του. Ο πρώτος, καθηγητής σε πανεπιστήμιο, σε άθλια οικονομική κατάσταση και μην έχοντας στον ήλιο μοίρα, βλέπει κάθε μέρα τις προοπτικές τις ζωής του να εξασθενούν όλο και περισσότερο. Αδυνατεί να αποπληρώσει το δάνειο του σπιτιού του, ενώ ο γιος του και η κόρη του έχουν κόψει ακόμα και την παραμικρή επαφή μαζί του. Αυτά τα παιδιά, όμως, είναι η μοναδική του ελπίδα να βγει από τον βούρκο στον οποίο βυθίζεται. Για την ακρίβεια, η περιουσία που κληρονόμησαν από τη μητέρα τους και για την οποία ο ίδιος δεν γνώριζε τίποτα έως τότε. Έτσι, τους καλεί να τον επισκεφτούν, σε μια δήθεν προσπάθεια επανασύνδεσης, η οποία, ωστόσο, δεν θα εξελιχθεί όσο ομαλά περίμενε, αφού όταν προσπαθείς να φτάσεις στην καρδιά των πραγμάτων, πολλές φορές ξυπνάς αναμνήσεις που ίσως θα έπρεπε να έχουν μείνει θαμμένες.

"Οι αλτρουϊστές", για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, δεν είναι ένα εύκολο βιβλίο, ούτε ένα βιβλίο για όλους. Κι επειδή πολλές φορές αυτή η φράση παρεξηγείται, ξεκαθαρίζω πως αυτό δεν έχει να κάνει σε καμία περίπτωση με την αντίληψη του αναγνώστη, αλλά την ψυχοσύνθεσή του, τουλάχιστον στην προκειμένη περίπτωση, και με το κατά πόσο μπορεί να εισχωρήσει στον πυρήνα μιας πραγματικότητας που πιθανότατα σε αυτόν να είναι ξένη, ή ακόμα και να φαντάζει ακραία, πράγμα που θα του επιτρέψει να ταυτιστεί, έστω και σε κάποιον βαθμό, με την ιστορία μας. Γιατί, η αλήθεια είναι, στα κοινωνικά μυθιστορήματα, προκειμένου να μπορέσεις να κάνεις την ιστορία δικιά σου, πολλές φορές απαιτείται, έστω κι ένα κομμάτι αυτής, ν' αποτελεί και δικό σου κομμάτι. Και δεν μπορώ να πω πως προσωπικά ταυτίστηκα, αλλά μπόρεσα να καταλάβω, κυρίως γιατί έχω δει και έχω ζήσει ανάμεσα σε οικογένειες με παρόμοιες συνθήκες ζωής και σχέσεων.

Με έναν πολύ έξυπνο και κυνικά κωμικό τρόπο, που κάποιες φορές φτάνει να γίνει και πιο σκληρός απ' όσο θα περιμέναμε -κάθε σωστός κυνισμό κρύβει στοιχεία σκληρότητας από πίσω του-, ο Ridker ξετυλίγει το κουβάρι της ιστορίας μιας οικογένειας που σταδιακά κατέρρευσε, μέχρι που έφτασε στο σημείο που οριακά βρίσκεται ένα σκαλί πριν από τον πάτο. Μια οικογένεια τα μέλη της οποίας έχουν χάσει κάθε επαφή μεταξύ τους, μα και με τον ίδιο τους τον εαυτό, με την συνείδηση και την λογική τους, με τον εσωτερικό τους κόσμο. Ο καθένας ζει στον δικό του μικρόκοσμο και έχει καθορίσει τις δικές του προτεραιότητες, το τι είναι σημαντικό και το τι έχει. Και ο καθένας από αυτούς έχει τα δίκια του, μα αυτά τα δίκια πνίγονται από ακόμα μεγαλύτερα άδικα που δεν αφορούν απαραίτητα μόνο το συλλογικό καλό, αλλά και το δικό τους καλό, που πολλές φορές βρίσκεται, όχι σε σημεία που δεν μπορούμε να δούμε, αλλά εκεί που βλέπουν τα μάτια μας και που την ίδια στιγμή δεν φτάνει να δει η καρδιά μας.

Ο συγγραφέας αποτυπώνει με μεγάλη παραστατικότητα και με βαθιά εμβάθυνση στους χαρακτήρες του, την σύγχρονη αμερικάνικη πραγματικότητα πολλών οικογενειών. Μια πραγματικότητα που υπάρχει ακόμα και στις οικογένειες που όλα φαντάζουν αρμονικά, αλλά που ο καθένας βασανίζεται μόνος του και ας έχει τόσους δίπλα του. Μόνο που στην προκειμένη, ο καθένας έχει την "τόλμη" να χάνεται μέσα στις επιλογές του. Ο Άρθουρ στην οικονομική του δυσχέρεια, η γιος του στην εσωστρέφεια και στην αντικοινωνικότητά του, που μπορεί και υποστηρίζει με τα λεφτά που του άφησε η μητέρα του, τα ίδια που η αδερφή του περιφρονεί ως επαναστάτρια προσφέροντας ακτιβισμό και κοινωνικό έργο. Τρεις άνθρωποι τόσο διαφορετικοί, τόσο κολλημένοι στις ιδέες και στο εγώ τους, αρνούμενοι να παραδεχθούν ένα πράγμα. Πως είναι βαθιά πληγωμένοι και εξαιρετικά μόνοι. Κι αν τελικά το παραδεχθούν αυτό, περνώντας από θύελλες και ανέμους, ίσως αυτός να είναι ο τρόπος να βρουν, τελικά, το πραγματικό τους μονοπάτι στη ζωή.
Βαθμολογία 8,5/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Andrew Ridker
Μεταφραστής: Τάπα Σοφία
Εκδόσεις: Κλειδάριθμος
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2020
Αρ. σελίδων: 456
ISBN: 978-960-645-035-8