"Ο Τζεβντέτ μπέη και οι γιοι του" του Orhan Pamuk

Τρεις γενιές µιας οικογένειας, από το 1905 και µέχρι τα µέσα της δεκαετίας του 1970. Ο Τζεβντέτ µπέη, ένας δραστήριος µουσουλµάνος έµπορος, ιδιοκτήτης ενός µικρού καταστήµατος, φιλοδοξεί να πλουτίσει και, σε αντίθεση µε τις αρχές του ιδεολόγου Νεότουρκου αδερφού του, να αποκτήσει µια οικογένεια ευρωπαϊκής νοοτροπίας. Η ιστορία του, και η ιστορία των γιων και των εγγονών του, όπως την αφηγείται ο Παµούκ, παρακολουθεί τις αλλαγές στον τρόπο ζωής και στην καθηµερινότητα της Ιστανµπούλ από την εποχή του σουλτάνου Αµπντουλχαµίτ µέχρι τα χρόνια της Τουρκικής Δηµοκρατίας, µε την ανέγερση πολυκατοικιών, τα κυριακάτικα οικογενειακά απογεύµατα γύρω από το ραδιόφωνο, τα ψώνια στα µαγαζιά του Μπέγιογλου... Η πορεία µιας οικογένειας και ενός έθνους· οι πόθοι και τα πάθη της ανερχόµενης αστικής τάξης της τουρκικής κοινωνίας.

"Η Ραψωδία του Πέρα" του Ahmet Ümit

Η ιστορία µιας φιλίας που ξεκινά από τα παιδικά χρόνια µε τη γειτονιά να είναι ο ζωτικός της χώρος. Η γειτονιά δεν είναι άλλη από τη συνοικία Μπέγιογλου, το Πέρα, την καρδιά της Πόλης. Οι τρεις φίλοι, ο µετρηµένος Σελίµ, ο φοβισµένος Νιχάτ, ο πανέξυπνος και επιπόλαιος Κενάν. Η παλιά φιλία αποτελεί το σηµείο όπου συναντιούνται τρεις διαφορετικές προσωπικότητες, τρεις διαφορετικοί τρόποι ζωής. Πρώτα γνωρίζουµε τους φίλους, γινόµαστε µάρτυρες της ζωής τους. Έχουµε την εντύπωση πως όλα θα κυλήσουν έτσι οµαλά.
Νοµίζουµε πως η ζωή θα κυλάει στον κανονικό ρυθµό της. Ώσπου κάποια µέρα µια έκθεση φωτογραφίας αλλάζει τη ζωή τους...

"Γράμμα από την Κάσο. 1965" του Robert A. McCabe

O Robert A. McCabe τράβηξε τις πρώτες του φωτογραφίες το 1939, σε ηλικία πέντε ετών. Κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού του στην Ευρώπη, το 1954, έβγαλε την πρώτη από τις πολλές του εμβληματικές φωτογραφίες της Ελλάδας. Μια επίσκεψη στην Κάσο το 1965 ήταν η αιτία για τον μεγαλύτερο αριθμό των φωτογραφιών που θα βρείτε σε ετούτο το βιβλίο. Έχει εκδώσει περισσότερα από 16 λευκώματα κι έχει εκθέσει τη δουλειά του σε πολλά μέρη στην Ελλάδα, στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στις Βρυξέλλες και σε πολλούς χώρους στις ΗΠΑ. Τα βιβλία του ασχολούνται με θέματα και τοποθεσίες στην Ελλάδα, στη Γαλλία, στην Ιταλία, στη Νέα Υόρκη, στην Αβάνα, στην Κίνα και στην Ανταρκτική.
Τον Αύγουστο του 1965, ένας νεαρός Αμερικανός φωτογράφος επισκέπτεται την Κάσο, με αποστολή να βγάλει μια σειρά φωτογραφιών, για να πλαισιώσουν το κείμενο ενός βιβλίου για την ιστορία του νησιού. Οι φωτογραφίες αυτές, που έμειναν τελικά, εκτός ελαχίστων, στο συρτάρι ως το 2013, αποτελούν τον κορμό του βιβλίου αυτού, που συνοδεύεται από κείμενα δύο εξαιρετικών Κασιωτών, του Νίκου Μαστροπαύλου και της Μαριλέν Φραγκούλη Κέδρος.

"Ρίμινι, η λησμονημένη νίκη: Η συμμετοχή της Ελλάδας στις συμμαχικές επιχειρήσεις στην Ιταλία, 1944" της Μαρίνας Πετράκη

Μετά το στασιαστικό κίνημα του Απριλίου του 1944 στη Μέση Ανατολή και την κατάρρευση του στρατιωτικού εποικοδομήματος, η θέση της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης κατέστη εξαιρετικά δυσχερής, καθώς η διαφαινόμενη πλέον νίκη των συμμαχικών δυνάμεων και η επικείμενη απελευθέρωση της Ελλάδας με απουσία τακτικού εθνικού στρατού εγκυμονούσαν σοβαρούς εθνικούς κινδύνους για το μεταπολεμικό καθεστώς. Συνεπώς η μεταπολεμική θέση της χώρας στο στρατόπεδο των νικητών καθιστούσε επιτακτική τη συμμετοχή ελληνικών μονάδων στις επιχειρήσεις των Συμμάχων εναντίον του εχθρού στην Ιταλία. Τον Ιούνιο του 1944, με εντολή της κυβέρνησης του Λιβάνου και υπό την επίβλεψη των Βρετανών, αρχίζει η συγκρότηση και εκπαίδευση μιας «νομιμόφρονος» ταξιαρχίας, της ΙΙΙης Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας, διοικητής της οποίας ορίστηκε ο συνταγματάρχης Θρασύβουλος Τσακαλώτος. Η συμμετοχή της ΙΙΙης ΕΟΤ στο πλευρό των Συμμάχων στο πλαίσιο της Επιχείρησης Ελαία και η συμβολή της στη διάσπαση της Γοτθικής Γραμμής υπήρξε καθοριστική.
Η ιταλική πόλη του Ρίμινι κατελήφθη στις 21 Σεπτεμβρίου 1944 από τους Έλληνες μαχητές έπειτα από σκληρές μάχες με τις δυνάμεις του Άξονα και η ελληνική σημαία κυμάτισε στο δημαρχείο της πόλης. Η κατάληψη του Ρίμινι από τις δυνάμεις της «Ταξιαρχίας του Ρίμινι» (όπως επικράτησε να αναφέρεται) δύο χρόνια μετά τη μάχη του Ελ Αλαμέιν επανέφερε την Ελλάδα στο στρατόπεδο των νικητών εξασφαλίζοντάς της το αναγκαίο περιθώριο για τη διεκδίκηση απαράγραπτων εδαφικών απαιτήσεων στο συνέδριο ειρήνης που θα ακολουθούσε.